Μαρία Σισμανίδου 1907-1978 |
Στο πλαίσιο αυτού του συστήματος, οι διάφορες κοινότητες
είναι κλειστές τόσο εσωτερικά όσο και ως προς τις άλλες κοινότητες. Τα μέλη
κάθε κοινότητας μπορούν να αναπτύξουν μόνο αγοραίες σχέσεις με τα μέλη των
άλλων κοινοτήτων, δηλαδή σχέσεις ψυχρών συναλλαγών, στις οποίες κυριαρχεί το
οικονομικό συμφέρον. Στενότερους δεσμούς, δηλαδή οικογενειακούς κ.λπ., δεν
επιτρέπεται να συνάψουν. Βαθύτερος στόχος είναι η αποτροπή των διεκκλησιαστικών
σχέσεων, δηλαδή η αποδυνάμωση των εθνικών κοινοτήτων και η στέρησή τους από
συμμάχους. Όλοι οι κοινωνικοί θεσμοί επηρεάζονται από τη συνολική κοινωνική
δομή: κοινωνίες που βρίσκονται σε διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης παρουσιάζουν
διαφορετικούς τύπους οικογενειών
Δομή της ποντιακής οικογένειας
Τα μέλη των οικογενειών αυτών πολλές φορές
συναπαρτίζονται από άτομα μέχρι τριών ή ακόμη και τεσσάρων γενεών Η δομή αυτή
τηρείται μέχρι το θάνατο του άρρενος αρχηγού, οπότε κατά κανόνα διασπάται στις
επιμέρους οικογένειες της επόμενης γενεάς. Τότε η χήρα του αρχηγού πηγαίνει με
τον πρωτότοκο γιο, εφόσον δεν υπάρχουν στην οικογένεια άγαμα παιδιά ή ανήλικα
εγγόνια, οπότε αναλαμβάνει αυτή την προστασία τους. Ο τύπος αυτός επιβλήθηκε
από τις ίδιες τις ανάγκες της ζωής: οι εξαιρετικά δύσκολες γεωγραφικές και
καιρικές συνθήκες στους ορεινούς οικισμούς, σε συνδυασμό με την ανάγκη ύπαρξης
πολλών ανδρών για τη διεκπεραίωση των δύσκολων εξωτερικών -κτηνοτροφικών,
κυρίως - εργασιών οδηγεί σ’ αυτή τη μορφή κοινωνικής οργάνωσης.
Μάλιστα αναφέρεται
χαρακτηριστικά ως «ιερή υποχρέωση» η δημιουργία σε κάθε κατοικία ενός
ξεχωριστού μικρού δωματίου για τους γέροντες - χώρου θαλπωρής και ξεκούρασης,
που αποκαλείται «σιακίν» (χειμερινό δωμάτιο), με σχετικά χαμηλότερο, σε σχέση
με το υπόλοιπο σπίτι, ταβάνι, προστατευμένο από τους ανέμους και στραμμένο προς
την είσοδο του σπιτιού, ανατολικά, με όλες τις ανέσεις, για να αντιμετωπίζονται
οι δυσκολίες του πολύμηνου και σκληρού χειμώνα.
Γενικά, οι
ρόλοι στην ποντιακή οικογένεια είναι ανδρικοί και γυναικείοι, με όρια όμως που
συχνά συγχέονται, ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες των δύσκολων συνθηκών διαβίωσης
και της αγροτικής οικονομίας.
Μεταξύ των αρρένων μελών της οικογένειας υπάρχει
μια ιεράρχηση, που αντιστοιχεί στην ηλικία τους: π.χ. οι μικρότεροι αδελφοί δεν
καπνίζουν μπροστά στους μεγαλύτερους, δέχονται από αυτούς παραγγελίες,
παρατηρήσεις, συστάσεις κ.λπ. Μεταξύ των θηλέων αντίστοιχα γίνεται διάκριση
ανάμεσα στις άγαμες κόρες και στις νύφες, στις δεύτερες ανάλογα με το χρόνο που
πραγματοποιήθηκε ο γάμος τους.
Τώρα, όμως, υπάρχει
ήδη μια τεράστια ανάπτυξη της εκπαίδευσης και σύμφωνα με την τρέχουσα ιδεολογία
ο αναλφαβητισμός θεωρείται ντροπή για κάθε παιδί. Στο πλαίσιο αυτής της
ισοτιμίας, το προνόμιο της πρωτοτοκίας ισχύει και για τα δύο φύλα. Ειδικά δε
στην περίπτωση του θήλεος πρωτοτόκου, αυτό για όλα τα μικρότερα αδέλφια του
είναι η «μεγάλη αδελφή» (η «τρανέσσα»), της οποίας η γνώμη βρίσκεται σε ισχύ
ιεραρχικά αμέσως μετά τη γνώμη της μητέρας, μετά το θάνατο της οποίας παίρνει
ουσιαστικά τη θέση της και η άποψή της για τα ζητήματα της οικογένειας έχει
ιδιαίτερο βάρος, ακόμη και αν έχει νυμφευθεί και απομακρυνθεί από την
οικογένεια.
Πρέπει δε να θεωρηθεί φυσικό, στην
περίπτωση των παιδιών της μικρής ηλικίας, η κρίση τους να θεωρείται από τους
γονείς ανώριμη ως προς την επιλογή του ή της συζύγου. Η προτίμηση των γονέων να
νυμφεύεται ειδικά το θήλυ σε πολύ μικρή ηλικία έχει σχέση κυρίως με ιστορικές
εμπειρίες κατά τις οποίες, σε σχετικά παλαιότερες εποχές, τα θήλεα άτομα των
οικογενειών γίνονταν συχνά θύματα απαγωγών από Τούρκους, γεγονός όμως που
συνέβαινε σε περιπτώσεις νέων στην ηλικία και σε καμιά περίπτωση νυμφευμένων
γυναικών, τις οποίες απέφευγαν να απαγάγουν.
Αυτό σημαίνει
πορεία προς το γάμο και από τη στιγμή εκείνη αρχίζουν οι σχετικές
προετοιμασίες. Οι γονείς του άρρενος, όσο δύστροποι κι αν είναι, συνήθως δεν
αντιδρούν αρνητικά, μη δεχόμενοι να αναλάβουν το κόστος μιας αποπομπής, που θα
σκιάσει το κύρος και την υπόληψή τους. Η μέθοδος αυτή να παρακάμπτεται η άρνηση
των γονέων στο γάμο βρίσκει την έκφρασή της σε διάφορες περιοχές του Πόντου και
κυρίως στη Ματσούκα και τη Σαντά.
Ο Γάμος
Την
Παρασκευή (δύο ημέρες πριν από το γάμο) οι γονείς της νύφης αναθέτουν σε μια
γυναίκα, τη λαλήτρα, να καλέσει στο γάμο τους συγγενείς, φίλους και λοιπούς.
Πρόκειται εδώ για μια πανάρχαια επιβίωση της προϊστορικής φάσης της μητριαρχίας
(γυναικοκρατίας) στην περιοχή του Πόντου. (Ειδικά στον Πόντο κατά τη διαδικασία
του γάμου έχουμε και άλλα ενδιαφέροντα κατάλοιπα της μητριαρχίας: στην περιοχή
της Κερασούντας, π.χ., στην πομπή της νύφης προς την εκκλησία προπορεύεται μια γριά κρατώντας
λαμπάδα, που την αποκαλούν παραμάνα ή παρανύφισσα. Πρόκειται για τη σύγχρονη
μορφή πανάρχαιου τελετουργικού, όπου η γριά παριστάνει την εκπρόσωπο του
μητρικού γένους. Άλλη περίπτωση είναι αυτή της Αμισού, όπου ο γαμπρός,
κινούμενος έφιππος προς το σπίτι της νύφης, συνοδεύεται από έφιππες γυναίκες
και παρθένες πεπλοφορούσες, τις παρανυφάδες κ.λπ.).
Παράλληλα, γίνεται
το πλέξιμον, όπου οι φίλες της νύφης της ετοιμάζουν την κόμμωση για το γάμο. Το
πρωί της Κυριακής οι δύο νεόνυμφοι φορούν τα ρούχα του γάμου, που έχουν σταλεί
για τον καθένα από τους γονείς του άλλου και ετοιμάζονται για την τελετή. Στο
σπίτι του γαμπρού χορεύεται κυκλικός χορός, όπου συμμετέχουν όλοι όσοι είναι
παρόντες και στη μέση του παρίσταται ο γαμπρός.
Στη συνέχεια, έχουμε το
νυφέπαρμαν, δηλαδή την παραλαβή της νύφης με μεγαλόπρεπη πομπή, της οποίας
ηγείται ο γαμπρός. Πρόκειται για το πανηγυρικότερο και εορταστικότερο μέρος της
διαδικασίας του γάμου. Είναι δε πιο πλούσιο σε εκδηλώσεις όταν οι μελλόνυμφοι
είναι νέοι και ευέλπιδες για μια νέα ζωή, γι' αυτό και το στοιχείο αυτό
απουσιάζει από τους γάμους ηλικιωμένων ή αυτών που έρχονται σε δεύτερο ή τρίτο
γάμο. Η πομπή, στη συνέχεια, μεγαλώνει και με τους συγγενείς της νύφης και
κατευθύνεται προς την εκκλησία. Μετά τη στέψη πηγαίνουν όλοι στο σπίτι του
γαμπρού, απ’ όπου προβάλλει γυναίκα συγγενής του και ραίνει τους νεονύμφους με
ρύζι και ζαχαρωτά, σύμβολα «ευδαίμονος και γλυκυτάτου βίου». Η νύφη εισέρχεται
στο σπίτι με το δεξί, για να είναι αίσια η είσοδός της στη νέα της ζωή. Την
ασπάζεται η πεθερά και την οδηγεί στο δωμάτιο του ζεύγους. Ακολουθεί το τραπέζι
του γάμου, το γαμοστόλιον, όπου συμμετέχει όλη η συνοδεία.
Στη συνέχεια,
ανοίγεται ο νυμφώνας και υπό τους ήχους των μουσικών οργάνων η νύφη προσφέρει
στον καθένα κρασί και ταυτόχρονα όλοι οι καλεσμένοι της δίνουν δώρα. Είναι το
χαρ’ ή χάρισμαν. Από τη στιγμή εκείνη ο χορός και το γλέντι συνεχίζονται
αδιάκοπα μέχρι τα μεσάνυχτα, οπότε έχουμε το θύμισμα της νύφης. Πρόκειται για
ένα σιγανό χορό όπου τραγουδούν όλοι γλυκά, στον οποίο, κρατώντας σε κάποιες
περιπτώσεις και αναμμένα κεριά, μετέχουν μόνο οι νεόνυμφοι, με τους στενούς
συγγενείς και τον κουμπάρο. Μετά από τρεις γύρους κι ενώ η νύφη βρίσκεται
μεταξύ του γαμπρού και των γονέων της, διαλύεται ο χορός, μοιράζονται κεριά
στους ξένους και διαλύονται όλοι.
Σε πολλές περιπτώσεις το γλέντι συνεχίζεται
μέχρι την επόμενη ημέρα, οπότε έχουμε το κοτσαγγέλ’, ένα λεβέντικο χορό, όπου
όλοι οι χορευτές μαζί με τους νεονύμφους, με τη συνοδεία των μουσικών οργάνων,
σχηματίζουν μια αλυσίδα που περνά από όλα τα συγγενικά σπίτια, όπου δέχονται
κεράσματα, ενώ συχνά περνά από όλα τα σπίτια του χωριού, δημιουργώντας την
εικόνα ότι όλη η μικρή κοινωνία του χωριού συμμετέχει στο κοινωνικό γεγονός.
Αργά το απόγευμα επιστρέφουν στο σπίτι του γαμπρού και κατόπιν, αφού δώσουν και πάλι ευχές,
αποχωρούν. Την Τρίτη το απόγευμα η νύφη, χωρίς να μιλά πλέον, προσφέρει στα
μέλη της νέας της οικογένειας και παίρνει δώρα από αυτά και στη συνέχεια
δείχνει τα δώρα που έλαβε. Την επόμενη Κυριακή το νέο ζεύγος προσκαλείται στο
σπίτι των γονέων της νύφης, όπου μένει για λίγες ημέρες μέχρι μία εβδομάδα.
Ενδιαφέρον έχουν οι προσφωνήσεις των διαφόρων
μελών της ποντιακής οικογένειας. Η νύφη υποχρεώνεται να προσφωνεί τα άρρενα
μέλη της οικογένειας «αφέντα» («αφέντη» στις πόλεις), ενώ τα θήλεα μέλη «κύρα»
και «κυρά». Άμεσα με το όνομά τους καλεί μόνο τις νεότερές της νύφες της
οικογένειας και τα παιδιά.
Ο μεγαλύτερος αδελφός προσφωνείται από τα υπόλοιπα
αδέλφια του «πασάς» και, αντίστοιχα, η μεγαλύτερη αδελφή «πατσή».
Η γυναίκα που
αναφέρεται στο σύζυγό της σε συζήτηση με μέλη της οικογένειας δεν αναφέρει ποτέ
το όνομά του, αλλά μνημονεύει τη συγγενική σχέση του συνομιλητή προς το σύζυγό
της (π.χ. στην πεθερά της τον αναφέρει ως «ο γυιός σ’», στον κουνιάδο της «ο
αδελφός σ’» κ.ο.κ.).
Αλλά και ενώπιον των ξένων προσώπων δεν αναφέρει το όνομα
του συζύγου της, αποκαλώντας τον «εκείνος». Ούτε, όμως, και στις απευθείας
συνομιλίες τους η γυναίκα αναφέρει το όνομα του συζύγου της. Σ’ αυτή την
περίπτωση δεν υπάρχει τυποποιημένος όρος, η κάθε γυναίκα βρίσκει όποια προσφώνηση
θεωρεί η ίδια πρόσφορη.
Έτσι, π.χ., τον αποκαλεί «νέπε» ή «ερίφ’», «άνδρα» (με
την έννοια, όχι φυσικά του συζύγου, αλλά του άρρενος) ή «άγουρε» (με την έννοια
γενικά του «αρσενικού») ή με την επαγγελματική του ιδιότητα: «δέσκαλε»
(«δάσκαλε»), «μάστορα» ή, ακόμη, και με το επώνυμό του.
Η
θέση της γυναίκας
Η
συσπείρωση, όμως, αυτή απαιτεί σκληρή πειθαρχία με συγκεκριμένους κανόνες και
διακριτούς ρόλους για κάθε μέλος της οικογένειας. Στις συνθήκες αυτές, όπου ο
ποντιακός ελληνισμός επιβίωσε μέσα από οριακές σε πολλές περιπτώσεις
καταστάσεις, είναι φυσικό η γνώση και η πείρα των γεροντότερων να παίζει
καθοριστικό ρόλο στην επιβίωσή του. Εκτός όμως από αυτή τη μέχρι σκληρότητας
πειθαρχημένη συνοχή, βασικά χαρακτηριστικά της συμβίωσης των μελών της
ποντιακής οικογένειας είναι η αλληλεγγύη, η στοργή και η αλληλοεκτίμηση.
Παρά
το γεγονός ότι η διαβίωση της, νέας κυρίως, γυναίκας στο πλαίσιο της ποντιακής
οικογένειας ούτως ή άλλως είναι σκληρή, θα πρέπει να τονιστεί καταρχάς ότι το
γεγονός αυτό έχει γενική ισχύ τόσο στην ύπαιθρο όσο και στις πόλεις και μάλιστα
χωρίς να γίνεται διάκριση μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών τάξεων.
Η ιεράρχηση,
άλλωστε, και η διαβάθμιση περιορισμών και δικαιωμάτων, όπως ήδη έχει τονιστεί,
ισχύει και στην περίπτωση των αρρένων μελών της οικογένειας.
Από τα επιμέρους στοιχεία προκύπτει σαφής και τεράστια διαφορά υπέρ
της πρώτης. Τα πράγματα για την Τούρκισσα γυναίκα δεν είναι καθόλου ευνοϊκά. Το
αντίθετο μάλιστα: το ίδιο το ισλαμικό δίκαιο αναγνωρίζει την ανδρική υπεροχή.
Κατά το κοράνι, «οι άνδρες είναι κατά πολύ ανώτεροι των γυναικών» και, κατά
συνέπεια, δικαιούνται «να τις εξουσιάζουν». Κατά τον προφήτη του Ισλάμ, η
γυναίκα είναι «λειψή στα λογικά» και «κακιά από τη φύση της, σατανάς, αίτιο
διχοστασίας και μηχανορραφιών, είναι γρουσούζα, ύπουλη και απατεών»,
συμπεραίνοντας ότι «δεν υπάρχει καλή γυναίκα» και πως όλες του είναι του ίδιου
φυράματος.
Το ιδεολογικό, λοιπόν, πλαίσιο που καθορίζει τη θέση της
Τούρκισσας γυναίκας είναι δεδομένο. Αυτονόητες συνέπειες είναι τα μονόπλευρα
δικαιώματα υπέρ του άνδρα (πολυγαμία, λύση του γάμου απλώς με τη ρήση 3 φορές
από το σύζυγο της φράσης «σε χωρίζω», υποχρέωση της γυναίκας να κρύβει το
πρόσωπό της, η πλήρης απουσία κοινωνικής ζωής και κάθε είδους ψυχαγωγίας -
στις γυναίκες απαγορεύεται να χορεύουν δημόσια και σ’ αυτό εν πολλοίς οφείλεται
η έλλειψη δικών τους φολκλορικών χορών). Όλα αυτά, που αναφέρονται στην
Τούρκισσα γυναίκα, αντιπαρατιθέμενα με τη σκληρότητα οπωσδήποτε της καθημερινής
ζωής της Ελληνίδας γυναίκας από τον Πόντο, ασφαλώς κατατάσσουν την πρώτη σε
πολύ χειρότερη θέση.
Η σύγκριση αυτή επιβαρύνει ακόμη περισσότερο τη θέση της
Τούρκισσας, αν συνυπολογιστούν οι αμέτρητες γιορτές με τα συνεχή πανηγύρια
(βασικές κοινωνικές εκδηλώσεις των Ελλήνων του Πόντου, όπου κυρίως γνωρίζονται
και ερωτεύονται οι νέοι και γενικά συναναστρέφονται οι άνθρωποι), οι χοροί και
τα γλέντια, που σε πολλές περιπτώσεις διαρκούν μέχρι τις πρωινές
ώρες, στα οποία συμμετέχουν οι Πόντιες γυναίκες κάθε ηλικίας. Οι εκδηλώσεις
αυτές γλυκαίνουν τη ζωή τους με πινελιές χαράς, τη μαγεία των οποίων εμείς οι
νεότεροι μπορούμε να φανταστούμε μόνο, βλέποντας το πάθος για χορό και τραγούδι
των υπέργηρων σημερινών Ποντίων γυναικών, που σιγά - σιγά φεύγουν από τη ζωή.
ΑΝΤΩΝΗ Υ. ΠΑΥΛΙΔΗ
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΟΝΤΙΑΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ
«ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΝΤΟΥ» ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 24
«ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΝΤΟΥ» ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 24
"ΤΟ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΑΣ (1900-1914) και η ιδεολογική κυριαρχία των Ελλήνων στον Πόντο"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου