Ματσούκα : Γέννηση & Γάμος

Πέμπτη 1 Μαρτίου 2018

Στην Ματσούκα ποτέ δεν έλεγαν την έγκυο γυναίκα γκαστρωμένη. Ο χαρακτηρισμός αυτός εδίδετο στα οικιακά ζώα. Αλλά ούτε και έγκυος. Ελέγετο «έμποδος» και μερικές φορές «βαριασμέντσα» δηλαδή βεβαρημένη. Για την γυναίκα εθεωρείτο άηδες και κακόηχον το εγέννησε . Έλεγαν «έπεσεν» και αν το βρέφος ήτο αγόρι, έλεγαν «εποίκες παιδίν» και αν ήτο κορίτσι «εποίκες κορίτσ'».
Σχεδόν όλη η συνοικία επεσκέπτετο την λεχώνα και της έφερναν διάφορα τρόφιμα, ιδίως τηγανίτες, ριζόγαλα, κομπόστες, που τα έλεγαν «παραμόνια», πιθανώς από την παραμονή της λεχώνας στο κρεβάτι. Σχεδόν πάντα μετά και το πολύ 15 μέρες το νεογέννητον εβαπτίζετο. Ο ανάδοχος ελέγετο «δεξάμενος» ή «δεξαμένη», οι δε κουμπάροι σύντεκνοι. Στα νεογέννητα εδίδοντο παλαιότερα μόνον χριστιανικά ονόματα και όπως γνωρίζω μετά την ίδρυση του Ελληνικού Βασιλείου επεκράτησεν η συνήθεια να δίδονται στα παιδιά καθαρώς αρχαία ελληνικά ονόματα διάφορα, ως Σοφοκλής, Αχιλλεύς, Θεμιστοκλής κτλ.
 Ως μάλιστα αναφέρει ο Επαμεινώνδας Κυριακίδης εις το αξιοσύστατον σύγγραμμά του «Ιστορία των Λογίων Τραπεζούντος» κατά την εποχήν εκείνη την 3ην ή 4ην δεκαετίαν και μετέπειτα τον 19ον αιώνα, ότε άρχισαν να ιδρύονται παντού σχολεία, οι αείμνηστοι διδάσκαλοι του γένους απέβαλαν από τους μαθητάς τα Εβραιοχριστιανικά ονόματα, που ήσαν τα συνηθέστερα και μετωνόμαζαν τους μαθητάς με καθαρώς ελληνικά ονόματα και μάλιστα αρχαίων. 
Χαρακτηριστικώς αναφέρει δι' ένα πρόγονόν του, ο οποίος εγεννήθη στην Τραπεζούντα και εχρημάτισε αργότερα σχολάρχης του Φροντιστηρίου Τραπεζούντος και συγγραφεύς της «Ποντικής Ιστορίας του Πόντου και των Φυγάδων», το βαπτιστικόν όνομα του ήτο Κωνσταντίνος. Ο διδάσκαλός του τον ονόμασε Περικλή και με το όνομα αυτό παρέμεινε και έζησε και είναι γνωστός.
Υπέρμετρος ελληνική έξαρσις. Ούτε και το όνομα του τελευταίου Αυτοκράτορος δεν εγένετο ευπρόσδεκτον.


Ο γάμος
Τον γάμον ποτέ δεν τον έλεγαν γάμο, αλλά «χαρά» και το μόνο παράγωγό του ήταν «γαμπρός». Επί των ανδρών ελέγετο «γυναικίζω» και επί γυναικών «αντρίζω». Η διαδικασία δε αυτού εγίνετο ως εξής : Στα παλαιότερα χρόνια απεφασίζετο ο γάμος των νέων, ερήμην των ενδιαφερομένων. Αργότερα επί της ιδικής μας εποχής συνήθως εζητείτο η γνώμη του νέου και αφού εδίδετο η συγκατάθεσις αυτού, ένα Σαββατόβραδο, 2-3 συγγενείς του νέου μετέβαινον εις το σπίτι της υποψηφίας νύφης και έκαμναν την πρότασιν, η οποία κατά κανόνα εγίνετο δεκτή. Κατόπιν και αφού εγίνοντο τα συνήθη λιτά κεράσματα ανεχώρουν και με ένα άσφαιρον πυροβολισμόν ανήγγειλον το ευχάριστο γεγονός της αποδοχής της προτάσεως τους στους άλλου οικείους του γαμπρού και συγχρόνως σ' όλο το χωριό και έτσι ετελείωναν οι αρραβώνες, τα «σημάδια» χωρίς ανταλλαγή δακτυλιδίων. Δακτυλίδια φτωχικά ασημένια άλλαζαν στην στέψιν. Συνήθως στα «σημάδια» ορίζετο και ο χρόνος του γάμου, σύντομος πάντοτε.
Στο γάμο καλούσαν με κεριά και όχι μόνον όλο το χωριό αλλά και τους συγγενείς και φίλους από τα πλησίον χωριά. Άρχιζε δε το γλέντι από το βράδυ του Σαββάτου και ετελείωνε την άλλη Κυριακή βράδυ με την εξής σειρά.
Το Σάββατο βράδυ εγίνετο γλέντι στο σπίτι και του γαμπρού και της νύφης σε μικρό κύκλο από τους γειτόνους και συγγενείς.
Την Κυριακή μετά την λειτουργία κατέφθανον και οι άλλοι χωριανοί φέρνοντας ο καθένας διάφορα τρόφιμα, δηλαδή γάλα, ρύζι, πίτες, τηγανίτες εις σημείον, που ο οικοδεσπότης δεν επεβαρύνετο καθόλου με έξοδα εκτός από τα έξοδα του «ρακιού» ούζου. Έτρωγον δε οι προσκεκλημένοι σε ομαδικά τραπέζια. Αμέσως μετά το φαγητόν έστηναν τον γαμπρόν στην κώχη και τον χάριζαν όλοι συνήθως φτηνά μαντήλια και οι συγγενείς χρήματα, από τα οποία εξοικονομούντο και τα έξοδα του ούζου. Αμέσως μετά το χάρισμα ξεκινούσεν η πομπή δια το σπίτι της νύφης. Επικεφαλής πήγαινε ο γαμπρός έφιππος με ένα άσπρο μαντήλι στο λαιμό του αλόγου, πλάγι, επίσης έφιπποι ο παπάς και ο κουμπάρος και πίσω το άλλο πλήθος, ενώ οι νέοι του χωριού χαλούσαν τον κόσμο με άσφαιρους πυροβολισμούς με το μπαρούτι, που τους προμήθευε κατά τα συνηθισμένα ο κουμπάρος.
Στο δεξί χέρι ο γαμπρός κατά τα έθιμα είχε δεμένη μια τρίγωνη πίττα από σιτάλευρο το «τριγών», έφερε δε στην μέση μαχαίρι μικρό του ψωμιού.
Όταν έφθαναν στην πόρτα του σπιτιού της νύφης ο γαμπρός έφιππος πάντοτε χτυπούσε σταυροειδώς με το μαχαίρι την ξύλινη στέγη, δια να λύσει τα τυχόν μάγια, που πιθανώς να του είχαν κάνει αντίζηλοι δια «δέσιμον» - σεξουαλική ανικανότητα - και κατόπιν εισήρχοντο όλοι στο σπίτι της νύφης. Εκεί ύστερα από τα πρόχειρα κεράσματα, έστηναν την νύφη στο παραγώνι, πλάγι στον κουμπάρο και άρχιζαν τα «χαρίσματα» χρηματικά δώρα που έφταναν 5-10 χρυσές λίρες. Τα χρήματα αυτά, τα «χάρια» συνήθως κατετίθεντο στην εκκλησία και ετοκίζοντο από τους Επιτρόπους της εκκλησίας. Ήτο ένα είδος ασφαλείας της νύφης εις περίπτωσιν χηρείας.
Αμέσως μετά το χάρισμα εγίνετο η στέψις στο σπίτι της νύφης «αστεφάνωτος νύφε ασο σπι κ'εβγαίν» και η πομπή ξεκινούσε πλέον, όπου συνεχίζονταν το γλέντι και πέραν του μεσονυκτίου και όπου την τιμητικήν θέσιν είχαν οι συγγενείς της νύφης, οι «συμπέθεροι» κατ' εξοχήν.
Μετά το τέλος του γλεντιού οι άλλοι χωρικοί αποχωρούσαν και έμεναν οι στενοί συγγενείς της νύφης και του γαμπρού και του κουμπάρου, που συνέχιζαν το γλέντι ως το απόγευμα της Δευτέρας και από εκεί πήγαιναν στο σπίτι του κουμπάρου και συνέχιζαν το γλέντι ως αργά και ύστερα αποχωρούσαν όλοι στα ίδια.
Το επόμενο Σαββατόβραδο, ο γαμπρός, η νύφη και οι άλλοι συγγενείς πήγαιναν στο σπίτι της νύφης και εκεί συνεχίζονταν ο χορός και οι διασκεδάσεις μέχρι το απόγευμα της επόμενης Κυριακής. Αυτό λέγονταν «πετοστρόφια», ίσως από την επιστροφή.
Άξιον προσοχής είναι, ότι οι αγράμματοι εκείνοι άνθρωποι εγνώριζαν βασικούς κανόνας της υγιεινής του γάμου. Στις δύο, τρεις πρώτες βραδιές του γάμου και παλαιότερα επί μίαν εβδομάδα έως τα «πετοστρόφια», ο γαμπρός και η νύφη δεν έρχονταν σε άμεσον επαφήν.
Εκοιμούντο στο ίδιο κρεβάτι αλλά στην μέση εκοιμούντον η νουνά «δεξαμένε» της νύφης και εν ελλείψει νουνάς, η πεθερά ή άλλη συγγενής της νύφης, η οποία της έδιδε μαθήματα συζυγικής συμπεριφοράς, και μόνον κατόπιν αυτών ο γαμπρός και η νύφε κατεκλίνοντο κατά μόνας στο ίδιο κρεβάτι.
Σημειωτέον ακόμα, ότι από την ημέρα των αρραβώνων το «σημάδεμα» ως την ημέρα του γάμου η αρραβωνιασμένη έπρεπε απαραιτήτως να αποφύγη την κατ' ιδίαν συνάντησιν με τον αρραβωνιαστικόν της δι' ευνόητους λόγους, εκ του φόβου δηλαδή μήπως συμβή το ανεπανόρθωτον, λόγω διαλύσεως του αρραβώνα, πράγμα σπανιώτατον, αλλά πάντως μη αποκλειόμενον.


Περικλής  Τριανταφυλλίδης

Εκπαιδευτικός



Σ.Σ. Προσπαθήσαμε να μην κάνουμε επεμβάσεις στο αρχικό κείμενο , αφού πρόκειται για ένα είδος απομνημονευμάτων, τα οποία δεν μεταβάλλονται "επ' ουδενί λόγω"

Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah