«Πόλεμος πατήρ πάντων»
ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ
Όποιος επιχειρεί να αναλύση και να κρίνη τα φαινόμενα του βίου, μόνον από δύο απόψεις ημπορεί να πράξη τούτο: Ή λαμβάνων και κρίνων έκαστον φαινόμενον χωριστά, ως και τι ανεξάρτητον, μή έχων σχέσιν με τα άλλα φαινόμενα και το περιβάλλον εν γένει και επομένως ως απόλυτον έχον σημασίαν, ή τουναντίον θεωρών έκαστον φαινόμενον αναποσπάστως συνδεδεμένον με άλλα φαινόμενα, εξαρτώμενον από άλλας αιτίας προηγηθείσας, των οποίων παρουσιάζεσαι ούτως ειπείν, ως αποτέλεσμα, και δι' αυτό μόνον σχετικήν σημασίαν δυνάμενον να έχη.
Ο κριτικός της πρώτης απόψεως δεν ζητεί συνήθως να ανεύρη γενικόν τινα νόμον διέποντα το παν, ωρισμένας αιτίας και συνθήκας προκαλούσας αναποφεύκτως τα διάφορα κοινωνικά φαινόμενα, αλλ’ έχει ιδικάς του ετοίμους ιδέας (αι οποίαι είναι αντανάκλασις των ιδεών του περιβάλλοντος, εις το οποίον ζη), που εκ των προτέρων τας θεωρεί ως απολύτους αληθείας και τας οποίας ζητεί να εφαρμόση εις έκαστον φαινόμενον του βίου, επιδοκιμάζων, επαίνων ή κατηγορών αυτό, μόνον εκ της απόψεως των απολύτων αυτών ιδεών του. Τουναντίον ο κριτικός της δευτέρας απόψεως, αφήνει κατά μέγα μέρος τας μέχρι τούδε περί βίου ιδέας του, θεωρών αυτάς λίαν σχετικάς και ακροσφαλείς , προσπαθεί δε να αναλύση τον έξω κόσμον με την δυνατήν αντικειμενικότητα, ζητεί εις κάθε φαινόμενον να ανεύρη τας πλησιεστέρας αιτίας, αι οποίαι προεκάλεσαν αυτό,συνάμα δε να ανακαλύψη , ει δυνατόν , γενικόν τινα νόμον διέποντα όλα τα φαινόμενα του βίου κλπ.
ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ
Γεώργιος Σκληρός-Κωνσταντινίδης |
Όποιος επιχειρεί να αναλύση και να κρίνη τα φαινόμενα του βίου, μόνον από δύο απόψεις ημπορεί να πράξη τούτο: Ή λαμβάνων και κρίνων έκαστον φαινόμενον χωριστά, ως και τι ανεξάρτητον, μή έχων σχέσιν με τα άλλα φαινόμενα και το περιβάλλον εν γένει και επομένως ως απόλυτον έχον σημασίαν, ή τουναντίον θεωρών έκαστον φαινόμενον αναποσπάστως συνδεδεμένον με άλλα φαινόμενα, εξαρτώμενον από άλλας αιτίας προηγηθείσας, των οποίων παρουσιάζεσαι ούτως ειπείν, ως αποτέλεσμα, και δι' αυτό μόνον σχετικήν σημασίαν δυνάμενον να έχη.
Ο κριτικός της πρώτης απόψεως δεν ζητεί συνήθως να ανεύρη γενικόν τινα νόμον διέποντα το παν, ωρισμένας αιτίας και συνθήκας προκαλούσας αναποφεύκτως τα διάφορα κοινωνικά φαινόμενα, αλλ’ έχει ιδικάς του ετοίμους ιδέας (αι οποίαι είναι αντανάκλασις των ιδεών του περιβάλλοντος, εις το οποίον ζη), που εκ των προτέρων τας θεωρεί ως απολύτους αληθείας και τας οποίας ζητεί να εφαρμόση εις έκαστον φαινόμενον του βίου, επιδοκιμάζων, επαίνων ή κατηγορών αυτό, μόνον εκ της απόψεως των απολύτων αυτών ιδεών του. Τουναντίον ο κριτικός της δευτέρας απόψεως, αφήνει κατά μέγα μέρος τας μέχρι τούδε περί βίου ιδέας του, θεωρών αυτάς λίαν σχετικάς και ακροσφαλείς , προσπαθεί δε να αναλύση τον έξω κόσμον με την δυνατήν αντικειμενικότητα, ζητεί εις κάθε φαινόμενον να ανεύρη τας πλησιεστέρας αιτίας, αι οποίαι προεκάλεσαν αυτό,συνάμα δε να ανακαλύψη , ει δυνατόν , γενικόν τινα νόμον διέποντα όλα τα φαινόμενα του βίου κλπ.
Προφανώς η πρώτη κρίσις φέρει υποκειμενικόν χαρακτήρα, ο δε κριτικός, κυρίως ειπείν, δεν διατυπώνει γεγονότα, αλλά μάλλον εκφέρει ατομικάς επιθυμίας, προσπαθών τον έξω κόσμον να υποτάξη εις τας ιδέας και εις την φαντασίαν του ! Η Δευτέρα κρίσις, τουναντίον, φέρει μάλλον αντικειμενικόν χαρακτήρα, διότι ο κριτικός προσπαθεί, κατά το δυνατόν, να διατυπώση ψυχρώς γεγονότα, πνίγων τας ατομικάς του επιθυμίας και εντελώς υποτάσσων αυτάς εις την έξω πραγματικότητα.
Πιστεύω ευκόλως θα εννοήση έκαστος, ότι μόνον η δευτέρα αντικειμενική μέθοδος ημπορεί να ληφθή υπ' όψιν και χρησιμεύση ως βάσις οιασδήποτε στερεάς επιστημονικής εργασίας και μελέτης. Την μέθοδον αυτήν θα προσπαθήσωμεν και ημείς να μεταχειρισθώμεν, έφ' όσον, εννοείται, είναι δυνατόν να απαλλαχθή κανείς της υποκειμενικότητός του.
Μελετών τα περί σύμπαντος εν γένει πορίσματα των φυσικών επιστημών, αναλύων δε συνάμα την ιστορίαν της ανθρωπότητος με τα διάφορα στάδια της αναπτύξεως της, δεν ημπορεί να μην έλθη εις το γενικόν συμπέρασμα ότι ουδέν εν τη φύσει και τη ανθρωπίνη κοινωνία μένει στάσιμον, το παν τουναντίον μεταβάλλεται διαρκώς, το παν εξελίσσεται. Ημπορεί να είπη κανείς συντόμως, ότι δεν υπάρχουν ούτε δύο στιγμαί καθ’ όλα όμοιαι αναμεταξύ των, καθότι κάθε νέα στιγμή, παύουσα να είναι η προηγούμενη, εμπεριέχει νέα στοιχεία, προελθόντα εκ της εξελίξεως των στοιχείων της προηγούμενης στιγμής.
Εάν ρίψη τις ενα βλέμμα εις την πέριξ φύσιν, ευκόλως θα παρατηρήση, ότι παντού κυριαρχεί ο "περί υπάρξεως αγών", ο αμείλικτος αυτός, αλλα και προοδευτικός συνάμα παράγων της εξελίξεως. Ο αναπόφευκτος αυτός αγών δεν ημπορεί βεβαίως να μην ισχύση δια τον άνθρωπον. Επειδή όμως ο άνθρωπος, κατά τον Αριστοτέλη είναι συνάμα και "Ζώον πολιτικόν", δηλαδή πρός ευκολωτέραν διεξαγωγήν του αγώνος είναι αναγκασμένος να ζη καθ' ομάδας κατά κοινωνίας, ο φυσικός αυτός νόμος λαμβάνει δι’ αυτόν ποικίλας και διαφόρους κοινωνικάς μορφάς, ώστε καταντά πολλάκις δύσκολον να τον ανακαλύψη κανείς.
Βαθύτερα τις παρατήρησις βεβαίως, αμέσως ανακαλύπτει ότι κυρία βάσις της υποστάσεως της κοινωνίας εν γένει και του ατόμου κατ' ιδίαν είναι πάντοτε ο αυτός αναπόφευκτος, αμείλικτος και προοδευτικός συνάμα «περί υπάρξεως αγών». Η ανάγκη του αγώνος ωθεί τον άνθρωπον εις το να εφευρίσκη τέχνας, δημιουργεί υλικά αγαθά, όπως καταστήση ευκολώτερον τον αγώνα του.
Πιστεύω ευκόλως θα εννοήση έκαστος, ότι μόνον η δευτέρα αντικειμενική μέθοδος ημπορεί να ληφθή υπ' όψιν και χρησιμεύση ως βάσις οιασδήποτε στερεάς επιστημονικής εργασίας και μελέτης. Την μέθοδον αυτήν θα προσπαθήσωμεν και ημείς να μεταχειρισθώμεν, έφ' όσον, εννοείται, είναι δυνατόν να απαλλαχθή κανείς της υποκειμενικότητός του.
Μελετών τα περί σύμπαντος εν γένει πορίσματα των φυσικών επιστημών, αναλύων δε συνάμα την ιστορίαν της ανθρωπότητος με τα διάφορα στάδια της αναπτύξεως της, δεν ημπορεί να μην έλθη εις το γενικόν συμπέρασμα ότι ουδέν εν τη φύσει και τη ανθρωπίνη κοινωνία μένει στάσιμον, το παν τουναντίον μεταβάλλεται διαρκώς, το παν εξελίσσεται. Ημπορεί να είπη κανείς συντόμως, ότι δεν υπάρχουν ούτε δύο στιγμαί καθ’ όλα όμοιαι αναμεταξύ των, καθότι κάθε νέα στιγμή, παύουσα να είναι η προηγούμενη, εμπεριέχει νέα στοιχεία, προελθόντα εκ της εξελίξεως των στοιχείων της προηγούμενης στιγμής.
Εάν ρίψη τις ενα βλέμμα εις την πέριξ φύσιν, ευκόλως θα παρατηρήση, ότι παντού κυριαρχεί ο "περί υπάρξεως αγών", ο αμείλικτος αυτός, αλλα και προοδευτικός συνάμα παράγων της εξελίξεως. Ο αναπόφευκτος αυτός αγών δεν ημπορεί βεβαίως να μην ισχύση δια τον άνθρωπον. Επειδή όμως ο άνθρωπος, κατά τον Αριστοτέλη είναι συνάμα και "Ζώον πολιτικόν", δηλαδή πρός ευκολωτέραν διεξαγωγήν του αγώνος είναι αναγκασμένος να ζη καθ' ομάδας κατά κοινωνίας, ο φυσικός αυτός νόμος λαμβάνει δι’ αυτόν ποικίλας και διαφόρους κοινωνικάς μορφάς, ώστε καταντά πολλάκις δύσκολον να τον ανακαλύψη κανείς.
Βαθύτερα τις παρατήρησις βεβαίως, αμέσως ανακαλύπτει ότι κυρία βάσις της υποστάσεως της κοινωνίας εν γένει και του ατόμου κατ' ιδίαν είναι πάντοτε ο αυτός αναπόφευκτος, αμείλικτος και προοδευτικός συνάμα «περί υπάρξεως αγών». Η ανάγκη του αγώνος ωθεί τον άνθρωπον εις το να εφευρίσκη τέχνας, δημιουργεί υλικά αγαθά, όπως καταστήση ευκολώτερον τον αγώνα του.
Η ύπαρξις όμως εντός της κοινωνίας, υλικών αγαθών και η ουχί δικαία και ίση διανομή αυτών, γεννά την διαφοράν μεταξύ των ανθρώπων, τας κοινωνικές τάξεις. Βεβαίως εκάστη κοινωνική τάξη ποοσπαθεί να εξασφαλίση δια τον εαυτόν της, αν είναι δυνατόν, περισσότερα υλικά αγαθά, αδικούσα και πιέζουσα προς τούτο και άλλας τάξεις. Τοιουτοτρόπως ο κατ' άτομον αγών λαμβάνει συνάμα και χαρακτήρα αγώνος κατά τάξεις. Κυρίως ειπείν, όλη η παγκόσμιος ιστορία δεν είναι άλλο τι παρά ατελεύτητος σειρά αιωνίου πάλης, κοινωνικών τάξεων και εθνών αναμεταξύ των. Η σκληρά αυτή πάλη είναι συνάμα και ο απαραίτητος παράγων της ιστορικής εξελίξεως και προόδου.
Οι οικονομικοί όμως λόγοι, χάρις εις την διαρκώς προοδεύουσαν τέχνην, δεν μένουν στάσιμοι, μεταβάλλονται, ως εκ τούτου δε αλλάζουν και αι σχέσεις των διαφόρων κοινωνικών τάξεων αναμεταξύ των, μαζί δε με αυτάς αλλάζει και η μορφή της κοινωνίας. Κάθε κοινωνική τάξις, αναλόγως των οικονομικών της συμφερόντων, της κοινωνικής της θέσεως και του τρόπου του βίου της, έχει και ανάλογον ψυχολογίαν, ανάλογον λογικήν και ανάλογα ιδεώδη.
Ωστε τα ιδεώδη δεν είναι τι απόλυτον, ανεξάρτητον των υλικών συνθηκών, όπως οι πλείστοι νομίζουν ακόμη, αλλά μάλλον αποτέλεσμα αυτών, ακολουθούντα και δικαιολογούντα αυτάς. Τα επίσημα ιδεώδη της κοινωνίας είναι πάντοτε τα ιδεώδη της κυριαρχούσες τάξεως, η οποία δια της βίας ή της απάτης επιβάλλει αυτά εις τας λοιπάς τάξεις, αλλάζουν δε, εννοείται άμα αλλάξη και η κυριαρχούσα τάξις. Η κυριαρχούσα τάξις αντιπροσωπεύει πάντοτε συντηρητικάς τάσεις τουναντίον αι πιεζόμεναι τάξεις εμφορούνται ως επί το πλείστον προοδευτικών και ριζοσπαστικών ιδεών, τας οποίας όμως ευκόλως λησμονούν, ευθύς ως μετατραπούν εις κυριαρχούσαν τάξιν !
Όλαι σχεδόν αι εκπολιτιστικαί ιδέαι και εν γένει τα ιδεώδη, τα οποία κατέχει σήμερον η ανθρωπότης δεν είναι άλλο τι παρά το άθροισμα των ιδεωδών, τα οποία κατά διαφόρους εποχάς διάφορα έθνη και κοινωνικαί τάξεις εδημιούργησαν, ευρισκόμεναι εις επαναστατικήν στιγμήν της υπάρξεως των, ζητούσαι να απαλλαχθούν από πολιτικόν ή κοινωνικόν ζυγόν ! (Τουναντίον όλα τα πνευματικά προϊόντα τα γεννηθέντα εις ήσυχον κοινωνικήν εποχήν, εις την οποίαν έλειπεν οιοσδήποτε αγών, είναι νεκρά προϊόντα, σχολαστική απομίμησις ζωντανωτέρων εποχών).
Έξ όλων αυτών καταφαίνεται ότι εις κάθε δοθείσαν εποχήν η κατάστασις μιας κοινωνίας είναι αποτέλεσμα ωρισμένων κοινωνικών σχέσεων, προελθουσών κυρίως από οικονομικούς λόγους, επί τη βάσει ωρισμένων νόμων, τους οποίους ουδείς δύναται να αλλάξη, ημπορεί όμως αντικειμενικώς να σπουδάση. Πάσα επιθυμία και δοκιμή επαναφοράς άλλης κοινωνικής εποχής παρελθούσης, της οποίας δεν υφίστανται πλέον αι ανάλογοι οικονομικαί και εν γένει κοινωνικαί συνθήκαι, είναι καθαρά ματαιοπονία, μωρά ουτοπία, καταδικασμένη εκ των προτέρων εις πλήρη αποτυχίαν.
Μόνον εκείνη η κοινωνική κίνησις ημπορεί να έχη πρακτικήν σημασίαν και επιτυχίαν, η οποία συμπίπτει με την φυσικήν φοράν της εξελίξεως, τοιαύτη δε είναι εκείνη, η οποία ανταποκρίνεται με τα οικονομικά και κοινωνικά συμφέροντα ολοκλήρου τάξεως και επομένως διεξάγεται υπ’ αυτής μετ’ αδιακόπου φανατισμού, μετά σταθερού ενθουσιασμού, μη παύοντος ούτε μίαν στιγμήν, παντού και πάντοτε συνοδεύοντος το άτομον και εις τον κοινωνικόν και εις τον ιδιωτικόν του βίον.
Συγκεφαλαιών ημπορεί κανείς να είπη: Η ανάγκη ωθεί τον άνθρωπον εις το να εφευρίσκη τέχνας και δημιουργεί υλικά αγαθά, οικονομικάς συνθήκας. Αυταί πάλιν κανονίζουν τας σχέσεις των κοινωνικών τάξεων και καθορίζουν την μορφήν της κοινωνίας. Επειδή όμως αι οικονομικαί συνθήκαι διαρκώς μεταβάλλονται, αλλάζουν ως εκ τούτου και αι σχέσεις των τάξεων και η μορφή της κοινωνίας.
Η κυρία λοιπόν βάσις είναι λόγοι οικονομικοί, τούτους δε ακολουθούν διάφορα ιδεώδη, δημιουργούμενα υπό των διαφόρων κοινωνικών τάξεων εν τη αναμεταξύ των πάλη.
Η πάλη των τάξεων είναι αναπόφευκτος και μόνος σχεδόν παράγων της κοινωνικής προόδου. Όπου πάλη- εκεί κίνησις, ζωή, πρόοδος. Όπου τουναντίον λείπει - καταχρήσεις της κυριαρχούσης τάξεως, στασιμότης, σαπίλα. (Παραδείγματα: Ευρώπη—Ασία!). Αν επιθυμή λοιπόν κοινωνία τις να ζήση και προοδεύση, ας ενθυμήται καλώς: ότι μόνον φανατική πάλη των κοινωνικών τάξεων της, βάσιν έχουσα πάντοτε οικονομικά συμφέροντα, σύμβολον δε διάφορα προοδευτικά ιδεώδη, ημπορεί να θέση εις ενέργειαν όλας τας δυνάμεις της κοινωνίας, να πλάση ισχυρούς χαρακτήρας, φανατικάς πεποιθήσεις και προοδευτάς τάσεις, ως αποτέλεσμα δε να δώση ομαλήν ισορροπίαν των δυνάμεων και το σύνολον εκείνο το οποίον συνήθως ονομάζομεν : ΙΙροοδευτικήν, εκπολιτιστικήν κίνησιν !
Γεώργιος Σκληρός-Κωνσταντινίδης
"ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΝ ΜΑΣ ΖΗΤΗΜΑ"
1η έκδοση 1907
2η έκδοση 1919
Γεώργιος Σκληρός-Κωνσταντινίδης |
Όλαι σχεδόν αι εκπολιτιστικαί ιδέαι και εν γένει τα ιδεώδη, τα οποία κατέχει σήμερον η ανθρωπότης δεν είναι άλλο τι παρά το άθροισμα των ιδεωδών, τα οποία κατά διαφόρους εποχάς διάφορα έθνη και κοινωνικαί τάξεις εδημιούργησαν, ευρισκόμεναι εις επαναστατικήν στιγμήν της υπάρξεως των, ζητούσαι να απαλλαχθούν από πολιτικόν ή κοινωνικόν ζυγόν ! (Τουναντίον όλα τα πνευματικά προϊόντα τα γεννηθέντα εις ήσυχον κοινωνικήν εποχήν, εις την οποίαν έλειπεν οιοσδήποτε αγών, είναι νεκρά προϊόντα, σχολαστική απομίμησις ζωντανωτέρων εποχών).
Έξ όλων αυτών καταφαίνεται ότι εις κάθε δοθείσαν εποχήν η κατάστασις μιας κοινωνίας είναι αποτέλεσμα ωρισμένων κοινωνικών σχέσεων, προελθουσών κυρίως από οικονομικούς λόγους, επί τη βάσει ωρισμένων νόμων, τους οποίους ουδείς δύναται να αλλάξη, ημπορεί όμως αντικειμενικώς να σπουδάση. Πάσα επιθυμία και δοκιμή επαναφοράς άλλης κοινωνικής εποχής παρελθούσης, της οποίας δεν υφίστανται πλέον αι ανάλογοι οικονομικαί και εν γένει κοινωνικαί συνθήκαι, είναι καθαρά ματαιοπονία, μωρά ουτοπία, καταδικασμένη εκ των προτέρων εις πλήρη αποτυχίαν.
Μόνον εκείνη η κοινωνική κίνησις ημπορεί να έχη πρακτικήν σημασίαν και επιτυχίαν, η οποία συμπίπτει με την φυσικήν φοράν της εξελίξεως, τοιαύτη δε είναι εκείνη, η οποία ανταποκρίνεται με τα οικονομικά και κοινωνικά συμφέροντα ολοκλήρου τάξεως και επομένως διεξάγεται υπ’ αυτής μετ’ αδιακόπου φανατισμού, μετά σταθερού ενθουσιασμού, μη παύοντος ούτε μίαν στιγμήν, παντού και πάντοτε συνοδεύοντος το άτομον και εις τον κοινωνικόν και εις τον ιδιωτικόν του βίον.
Συγκεφαλαιών ημπορεί κανείς να είπη: Η ανάγκη ωθεί τον άνθρωπον εις το να εφευρίσκη τέχνας και δημιουργεί υλικά αγαθά, οικονομικάς συνθήκας. Αυταί πάλιν κανονίζουν τας σχέσεις των κοινωνικών τάξεων και καθορίζουν την μορφήν της κοινωνίας. Επειδή όμως αι οικονομικαί συνθήκαι διαρκώς μεταβάλλονται, αλλάζουν ως εκ τούτου και αι σχέσεις των τάξεων και η μορφή της κοινωνίας.
Η κυρία λοιπόν βάσις είναι λόγοι οικονομικοί, τούτους δε ακολουθούν διάφορα ιδεώδη, δημιουργούμενα υπό των διαφόρων κοινωνικών τάξεων εν τη αναμεταξύ των πάλη.
Η πάλη των τάξεων είναι αναπόφευκτος και μόνος σχεδόν παράγων της κοινωνικής προόδου. Όπου πάλη- εκεί κίνησις, ζωή, πρόοδος. Όπου τουναντίον λείπει - καταχρήσεις της κυριαρχούσης τάξεως, στασιμότης, σαπίλα. (Παραδείγματα: Ευρώπη—Ασία!). Αν επιθυμή λοιπόν κοινωνία τις να ζήση και προοδεύση, ας ενθυμήται καλώς: ότι μόνον φανατική πάλη των κοινωνικών τάξεων της, βάσιν έχουσα πάντοτε οικονομικά συμφέροντα, σύμβολον δε διάφορα προοδευτικά ιδεώδη, ημπορεί να θέση εις ενέργειαν όλας τας δυνάμεις της κοινωνίας, να πλάση ισχυρούς χαρακτήρας, φανατικάς πεποιθήσεις και προοδευτάς τάσεις, ως αποτέλεσμα δε να δώση ομαλήν ισορροπίαν των δυνάμεων και το σύνολον εκείνο το οποίον συνήθως ονομάζομεν : ΙΙροοδευτικήν, εκπολιτιστικήν κίνησιν !
Γεώργιος Σκληρός-Κωνσταντινίδης
"ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΝ ΜΑΣ ΖΗΤΗΜΑ"
1η έκδοση 1907
2η έκδοση 1919
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου