Γιάμπολης ποταμός |
Μετά την εξασφάλιση των λαχανικών τους, η φροντίδα τους ήταν να έχουν οπωσδήποτε γάλα, μες το οποίο παρασκεύαζαν τα ποικίλα γαλακτοκομικά τους προϊόντα βουτούρτα, τυρία, ξυγάλατα, πακιστάνα, υλιστόνα, τσοκαλίκια, τσορτάνα.
Το βούτυρο, ιδιαίτερα, που ήταν εντελώς απαραίτητο στην κουζίνα της Πόντιας νοικοκυράς, το τοποθετούσαν σε ειδικά ξύλινα δοχεία, τα κοβλάκια, όπως τα αποκαλούσαν. Και επειδή τότε δεν υπήρχαν τα ψυγεία, τα εξασφάλιζαν, πάντα απόλυτα, μέσα σε βαθιές σπηλιές, όπου υπήρχε η κατάλληλη, προς διατήρηση, θερμοκρασία.
Έτσι, ο λαχανόκηπος και η αγελάδα ήταν πάντα τα ζητούμενα και τα επιδιωκόμενα κάθε οικογένειας. Θεωρούσαν φτωχό εκείνον που δεν τύχαινε να έχει ένα από αυτά τα δύο.
Γνώριζαν ποια από τα χορταρικά του βουνού και του λόγγου ήταν βρώσιμα και ποια όχι.
Είναι απόλυτα βέβαιο ότι πολλές φορές, με τις ανώμαλες καταστάσεις που επικρατούσαν στην Τουρκία, οι Έλληνες αναγκάζονταν να ζουν στα δάση, όπου κρύβονταν και από όπου έπρεπε να εξασφαλίζουν την καθημερινή τους τροφή. Θυμόμαστε τον παππού Γοργόρ' ταή, που έλεγε:
«Το ραχίν εμούν έτον παλικάρ' και εγλύτωνεν 'μας ας σην πείναν!». Μελετώντας, αργότερα, την ιστορία του ποντιακού ελληνισμού, καταλάβαμε σε τι συνίστατο η παλικαριά του βουνού των παππούδων.
Στο βουνό, για το οποίο έγινε πιο πάνω λόγος, φύτρωναν και ευδοκιμούσαν τα παρακάτω βρώσιμα χόρτα, με τα παράξενα ονόματά τους, που ακούγαμε από τους παππούδες: ανλούκα, νιβίτσα, χεσπίρα, χασχασίτας, φιρφιλίκας, φασουλίτρας, τσουντσούνας, στουπίτσας, κιντέας, πιρπιρίμα, κορκοτίτας.
Χρήστος Παπαδόπουλος
Πηγη:Περιοδικό "ΠΟΝΤΙΑΚΑ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου