Η καπετάνισσα Αναστασία Ανθοπούλου

Κυριακή 8 Φεβρουαρίου 2015

Ο Ανθόπουλος με τη γυναίκα  και τα παιδιά του
Η Αναστασία Ανθοπούλου ήταν σύζυγος του μεγά­λου οπλαρχηγού του Δυτικού Πόντου Βασιλείου Ανθόπουλου ή Βασίλ Ουστά (ουστά = αρχιμάστορας, ήταν αρχιτέκτονας), τον οποίο η μοίρα έφερε από το χωριό του Κιζίκ του Χαπές ή Απές της Σεβάστειας στα βουνά της Σαμψούντας.
Η Αναστασία Ανθοπούλου έδρασε ως ένοπλη αντάρτισσα κατά των Τούρκων κατά την περίοδο 1915-1923. Ο Βασίλ Ουστά, με τη μετακίνησή του από το Χαπές και την εγκατάστασή του στα βουνά του Δυτικού Πόντου και ιδιαίτερα στο Αγιού Τεπέ, όπου έστησε και το λημέρι του, έφερε μαζί του και τη γυναίκα του Αναστασία, η οποία, σε όλο το διάστημα του ποντια­κού αντάρτικου, ακολουθούσε τον καπε­τάνιο σύζυγό της και μαζί του συμμετεί­χε σε όλες τις μάχες κατά των Τούρκων. Συμμετείχε, επίσης, σε όλες τις επιδρο­μές και τις ενέδρες που έστηναν εναντίον των Τούρκων, αφού είχε ενσωματωθεί στην ένοπλη δύναμη του συζύγου της.
Σε όλο αυτό το διάστημα του αντάρτικου, η Αναστασία, ως σύζυ­γος του μεγάλου καπετάνιου και γεν­ναίου πολεμιστή, του Βασίλ Ουστά, είχε και αυτή χριστεί καπετάνισσα.
Σε μάχη, που έγινε το 1916 στο βουνό Αγιού Τεπέ της Σαμψούντας, κατά τη μεταφορά όπλων που είχαν πάρει από τους Ρώσους, στα παράλια ,του Εύξεινου Πόντου και κοντά στο ελληνικό χωριό Χάσκιοι, η Αναστασία έδειξε τις ικανότητές της σε αυτόν τον ανορθόδοξο πόλεμο. Διακρίθηκε στη μάχη, γιατί αισθάνθηκε πολύ έντονα την αποστολή της ως σύζυγος καπετά­νιου και στάθηκε δίπλα του ως βοηθός, αλλά και ως υπεύθυνη καπετάνισσα.
Βλέποντας ότι η μεταφορά των 800 όπλων που παραλήφθηκαν ήταν δύ­σκολη και ότι οι αντάρτες που θα τα μετέφεραν δεν επαρκούσαν, σκέφτηκε να επισκεφτεί κρυφά τα ελληνικά χωριά της περιοχής και να επιστρα­τεύσει εθελοντές, άνδρες και γυναί­κες, που θα μετέφεραν τον οπλισμό στα λημέρια των ανταρτών ψηλά στο Αγιού Τεπέ, ενώ οι ένοπλοι αντάρτες του συζύγου της θα αναλάμβαναν την προστασία και την ασφαλή μεταφο­ρά των όπλων και πυρομαχικών. Η ενέργεια αυτή της Αναστασίας για τη μεταφορά των όπλων έγινε αντιληπτή από τις τουρκικές αρχές.
Ήταν Ιούνιος του 1916, όταν οι Τούρκοι ενέργησαν επιθέσεις από τρεις κατευθύνσεις εναντίον των ανταρτών που μετέφεραν τον οπλι­σμό. Οι αντάρτες, στην πρώτη τουρ­κική επίθεση αντέδρασαν με σκοπό να καθυστερήσουν την προέλαση των Τούρκων, για να δοθεί ο καιρός στην Αναστασία και τους άντρες της να προλάβουν τη μεταφορά των όπλων με ασφάλεια στον προορισμό τους. Η Αναστασία, οπλίζοντας και όλους τους εθελοντές, άνδρες και γυναίκες, από τα χωριά και ακολουθώντας μια δύσκολη διαδρομή από δύσβατα και απρόσιτα σημεία του βουνού, πέτυχε να απομακρυνθεί από το κρίσιμο σημείο της συμπλοκής, παρά το γεγονός ότι οι Τούρκοι, που είχαν μεγάλη δύναμη, διέ­θεταν άρτιο εξοπλισμό, με μυδραλιοβόλα, πυροβολικό και άφθονα πυρομαχικά. Ο Βασίλης Ανθόπουλος, με τη μικρή δύναμη ανδρών που διέθετε, αγωνιζόταν να συγκρατήσει τους επιτιθέμενους Τούρκους, για να εξασφαλίσει το πολύτιμο φορτίο που μετέφεραν οι άνδρες και οι γυναίκες της ομάδας της συζύγου του 
Όταν διαπίστωσαν ότι δεν μπορούσαν πλέον να αντισταθούν στις διαρκώς αυ­ξανόμενες πιέσεις των Τούρκων, από τις οποίες κινδύνευαν να εγκλωβιστούν, ενώ γνώρισαν ότι η Αναστασία με την ομάδα της είχε μεταφέρει τον οπλισμό σε ασφαλές μέρος, άρχισαν να υποχωρούν και να κατευθύνονται στα λημέρια τους.
Η Αναστασία επισκέφτηκε κρυφά, στη συνέχεια, ελληνικά χωριά, για να δημι­ουργήσει πυρήνες, που θα βοηθούσαν τους αντάρτες με τρόφιμα και πληροφο­ρίες, αλλά και για τη φυγάδευση καταζητούμενων Ελλήνων. Στο χωριό Όξε είχε σνεργασία με την οικογένεια Καραϊσαρλίδη, τα χωριά Καράπερτσιν, Τσιμενλί και Τσάμαλα, που ήταν μπροστάρηδες του ποντιακού αντάρτικου, και την κωμόπολη Ατά, που πλήρωσε πολύ ακριβά, στη συνέχεια, τη συμμετοχή της στον αγώνα.
Η Αναστασία, σε όλο το διάστημα από το 1916 έως το 1923, είχε την επιμέ­λεια και τη φροντίδα για τους εκατοντάδες φυγόστρατους (κατσάκηδες), τους φυγόδικους και καταζητούμενους από τους Τούρκους Έλληνες, καθώς και τα εκατοντάδες γυναικόπαιδα, που είχαν καταφύγει στο βουνό. Για να τους συντη­ρήσει όλους αυτούς, οργάνωνε εισβολές σε πλούσια χωριά της περιοχής Τσαρσαμπά, που σαν πεδινά, ήταν πλούσια σε δημητριακά, αγελάδες, πρόβατα κ. ά. Οι εισβολές γίνονταν σε τούρκικα χωριά, οι κάτοικοι των οποίων φοβούνταν την καπετάνισσα και έδιναν ό,τι ζητούσε.
Καταλάβαινε η Αναστασία ότι η ελευθερία για τους καταπιεζόμενους Έλληνες θα ερχόταν μόνον με αγώνες και θυσίες. Για τον λόγο αυτόν ζώστηκε τα άρματα, ακολουθώντας τον σύζυγό της, τόσο στα βουνά της πατρίδας της, στη Σεβάστεια, όσο και στη Σαμψούντα και την Πάφρα.

Γιώργος Αντωνιάδης


Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah