Όσο μεγαλώνουμε,
τόσο περισσότερο καταλαβαίνουμε πόσο η παιδική μας ηλικία έχει καθορίσει αυτό
που είμαστε.
Πράγματι, τα
βιώματα των παιδικών μου χρόνων με τους γονείς, τους θείους και τους παππούδες
στο χωριό, διαμορφώνουν -δύσκολο να ξεκαθαρίσω σε ποιο βαθμό- την αντίληψη μου
για το ποιος είμαι, ποια είναι η ταυτότητα μου.
Αν και γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη, ωστόσο πάντα
ήταν μεγάλη η αγάπη για το χωριό και τους συγγενείς μου και μέσα από αυτό το
πλέγμα των οικογενειακών σχέσεων μυήθηκα στον κόσμο των Ποντίων προσφύγων.
Δίπλα σ' έναν παππού γλαφυρό αφηγητή, σε θείους και γονείς που μιλούσαν και συνεχίζουν να
μιλούν συχνά την ποντιακή, να μαγειρεύουν τα ποντιακά φαγητά, να ζουν με μια
παραδοσιακή αντίληψη και νοοτροπία πολύ διαφορετική από τη νοοτροπία της αστικοποιημένης οικογένειας δεν μπορεί παρά να είμαι κι εγώ η
συνέχεια μιας ρίζας που δίνει ακόμη κλώνους.
Χωρίς να γνωρίζω αν και κατά πόσο τα δικά μου
παιδιά θα νιώσουν κλωνάρια του ίδιου δέντρου, θυμάμαι πάντως πως σαν έφηβος
θαύμαζα τον παππού μου, τη γιαγιά μου, τη
σχέση που είχαν μεταξύ τους και ρουφούσα τις ιστορίες για τα παλιά. Είμαι
εγγονός του Γρηγόρη Ανανιάδη και της Παναΐλας και δισέγγονο του παπά-Ανανία,
που ήρθε από την Τσιμερά μαζί με τους περισσότερους κατοίκους του χωριού μας.
Εγγονός επίσης του
Ανέστη Τσαρουχίδη, του μορφωμένου παππού με το έντονο ενδιαφέρον για τα κοινά
του τόπου του και της Ανάστας, της γιαγιάς που βοηθούσε τους πάντες.
Πολύ αργότερα, από
τη θέση του προέδρου στο Διοικητικό Συμβούλιο του Πολιτιστικού Συλλόγου των
Πέντε Βρυσών, αντιλαμβάνομαι κι εγώ, όπως και όλοι στο Σύλλογο, πως το
«πολιτιστικός» για τις Πέντε Βρύσες αναφέρεται κυρίως στην ποντιακή κουλτούρα
και παράδοση.
Έτσι, γνωρίζοντας πως ο συγχωριανός μας
Φίλιππας Στεφανίδης συγκεντρώνει από χρόνια στοιχεία για την ιστορία των
Ποντίων που ήρθαν από την Τσιμερά του Πόντου και δημιούργησαν τις Πέντε Βρύσες,
του ζητώ να προχωρήσουμε στην προσπάθεια ολοκλήρωσης της εργασίας του και την έκδοση της.
Ο σεβαστός Φίλιππας ανταποκρίθηκε πρόθυμα και
τον ευχαριστούμε πολύ γι αυτό. Αναζητήσαμε και άλλους που να είχαν ασχοληθεί με την τοπική
μας ιστορία, αλλά το εγχείρημα φαινόταν πως θα έμενε ημιτελές λόγω της
ανυπαρξίας πηγών.
Η γνωριμία μου
κατόπιν με τον Στάθη Ταξίδη, έναν
ερευνητή που με πάθος εδώ και χρόνια προσπαθεί να συμπληρώσει το πάζλ του
ξεριζωμού των Ποντίων, αποτέλεσε μια ευτυχή συγκυρία.
Αυτός αναλαμβάνει να βρει στοιχεία και να συμπληρώσει
τις καταγραφές του Φίλιππα Στεφανίδη, με απώτερο σκοπό να συγγράψει την ιστορία
της Τσιμεράς. Κι όσο έψαχνε ο μανιώδης αυτός ιστοριοδίφης, τόσο εύρισκε θησαυρούς. Εργάστηκε ακούραστα και το πολύτιμο υλικό που συγκέντρωσε, το
διασταύρωσε, το επεξεργάστηκε και μας το παράδωσε.
Ο Πολιτιστικός μας Σύλλογος και εγώ προσωπικά
τον ευχαριστούμε από καρδιάς που μας έδωσε τη δυνατότητα να έρθουμε πιο κοντά
στις ρίζες μας και να διασώσουμε την ιστορία μας.
Πιστεύω πως οι
συντοπίτες μου Πεντεβρυσιώτες -και όλοι όσοι κατάγονται από την Τσιμερά του
Πόντου και ζουν σε άλλα μέρη- θα γίνουν πιο «πλούσιοι» διαβάζοντας το βιβλίο
αυτό. Πιστεύω τέλος ότι η συγγραφή αυτή καθιστά ακόμη πιο πλούσια την ιστορία
των Ελλήνων.
Γρηγόρης Ανανιάδης
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Ο Στάθης Ταξίδης
γεννήθηκε το 1959 στους Πύργους Πτολεμαΐδας από γονείς που έλκουν την καταγωγή
τους από τον Πόντο.
Σπούδασε Τεχνολογία
Τροφίμων στα Τ.Ε.Ι., Παιδαγωγικές Επιστήμες, Δημόσιες Σχέσεις και
Δημοσιογραφία, ενώ μετεκπαιδεύτηκε επί διετία και στο Διδασκαλείο του Α.Π.Θ.
Ανέπτυξε έντονη
δραστηριότητα στον ποντιακό χώρο ως πρόεδρος της Ένωσης Ποντιακής Νεολαίας Ελλάδας,
ως Ειδικός Γραμματέας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ποντιακών Σωματείων, ως
μέλος του Δ.Σ. της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης και ως μέλος των σωματείων
Παναγία Σουμελά και Φάρος Ποντίων. Ήταν επίσης επί μία πενταετία αρχισυντάκτης
της εφημερίδας το «ΒΗΜΑ» που εξέδιδε κατά μήνα η Ε.Λ. Θεσσαλονίκης.
Διετέλεσε Σύμβουλος
του υπουργού Μακεδονίας-Θράκης και του υφυπουργού Εξωτερικών Γιάννη Μαγκριώτη
για θέματα Αποδήμων και Παλιννοστούντων Ελλήνων. Επισκέφτηκε πολλές φορές τον
αλησμόνητο Πόντο και τις χώρες της πρ. Ε.Σ.Σ.Δ. για τη συλλογή αρχειακού
υλικού. Προσκαλεσμένος από ποντιακούς συλλόγους πραγματοποίησε διαλέξεις και
εκθέσεις της φωτογραφικής του συλλογής για τον Πόντο σε χώρες της Ευρώπης και
στην Αυστραλία, ενώ συμμετείχε και στο θεατρικό τμήμα του Φάρου Ποντίων.
Συνέγραψε το
λεύκωμα «ΠΟΝΤΟΣ, πατρίς πεφιλημένη» και επιμελήθηκε την έκδοση foglio 24 παλαιών καρτ-ποστάλ από
τον Πόντο.
Τιμήθηκε από το
Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού, από το σύλλογο νεο- προσφύγων «ο Εύξεινος
Πόντος» και από την εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ».