Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΠΑΡΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 17-4-1986
«Κατάγομαι από το Αλή Σοφή της επαρχίας Σαρικαμίς του Καρς. Το χωριό μας είχε 74 οικογένειες, όλες ελληνικές, με 660 άτομα. Είχε ένα διθέσιο σχολείο και μια εκκλησία της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Οι κύριες ασχολίες των κατοίκων ήταν η γεωργία και η κτηνοτροφία.
» Οι γονείς μας εγκαταστάθηκαν για πρώτη φορά στο Αλή Σοφή το 1882. Κατάγονταν από χωριά της Αργυρούπολης του Πόντου. Πιο μπροστά, στα 1844, είχαν εγκαταλείψει την Αργυρούπολη και εγκαταστάθηκαν στις επαρχίες της Σεβάστειας και Τοκάτης και ακολούθως, στα 1882, ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στο Αλή Σοφή του Καρς.
» Στις αρχές του 1918 είχαμε πληροφορίες ότι τα πράγματα στην περιοχή μας δεν πηγαίνανε καλά. Ακούσαμε ότι θα έρθουν οι Τούρκοι και φοβηθήκαμε. Ακόμη μάθαμε ότι τα χωριά Άνω και Κάτω Τσορμίκ και το Παρτούζ είχαν ξεσηκωθεί και ετοιμάζονταν να αναχωρήσουν.
Στις 18 Μαρτίου μάθαμε ότι οι Τούρκοι κατέλαβαν το Σαρικαμίς. Την άλλη μέρα ήρθαν στο χωριό μας οι κάτοικοι του Καρακούρτ με κάρα και το βιός τους και όδευαν προς το Καρς.
Τους ακολουθήσαμε κι εμείς. Λίγες μέρες μετά τις 20 Μαρτίου είμασταν στο Καρς. Εκει βρήκαμε ένα ελληνικό σύνταγμα με αρχηγό του Ιβάν Κάλτσεφ. Στο Καρς μείναμε σχεδόν ένα μήνα.
Πολλοί από εκεί έφυγαν με τραίνο για τη Ρωσία. Εμείς, όπως είμασταν με τα κάρα, περάσαμε το Αρπα- Τσάπ και πήγαμε στο Αλεξανδροπόλ, που απείχε περίπου 90 χιλιόμετρα από το Καρς, μέσα σε δυό-τρεις ημέρες.
Συναντήσαμε μεγάλες δυσκολίες. Με βροχές και κρύα, είχαμε και μερικά πρόβατα πανω στη γέννα... Απ' εκεί περάσαμε στο Τσαλάλογλου (σημερινό Στεπαναπάσκι) κοντά στα σύνορα της Αρμενίας με τη Γεωργία. Εκεί στο χωριό Νικολάεφσκα μείναμε τέσσερις μήνες.
Το Πάσχα (22 Απριλίου) του 1918 εκεί το κάναμε. Μάλιστα εκεί ήρθε και μας βρήκε ο αρχηγός των Αρμενίων ο Αντρανίκ με τα παλικάρια του. Αυτός, όπως λέγανε, οπισθοχωρώντας είχε σφάξει πολλούς Τούρκους, γι' αυτό και οι ντόπιοι Αρμένιοι δεν τον ήθελαν.
Τυφλίδα |
Ο Αντρανίκ πήγε και προσκύνησε στην εκκλησία και άφησε και πεντακόσια ρούβλια (στην εκκλησία) και είπε: «Εγώ φεύγω, αλλά αύριο θα δείτε τι θα κάνουν οι Τούρκοι στους Αρμένιους». Από κει ο Αντρανίκ πήρε το στρατό του και πήγε στην Τιφλίδα.
» Όταν φύγαμε από το Τσαλάογλου, πήγαμε στην Τιφλίδα. Δεν μείναμε εκεί και προχωρώντας αριστερά φτάσαμε στο Τσινγαρός. Σε μας είχαν προστεθεί άλλες οκτακόσιες οικογένειες Ελλήνων από την Τσάλκα. Εκεί μας έβαλαν σε ένα τσιφλίκι, όπου μείναμε περίπου ένα χρόνο.
» Στο μεταξύ οι Άγγλοι νίκησαν τους Γερμανούς και έδιωξαν τους Τούρκους από το Καρς. Τότε ήρθαν κάποιοι και μας είπαν αν θέλουμε να γυρίσουμε πίσω στο Καρς. Πολλοί είχαν αντιρρήσεις. Οι δικοί μας όμως πήραν την απόφαση να γυρίσουμε.
Έτσι στις 12-13 Απριλίου του 1919 με τα ζώα μας αποδεκατισμένα γυρίσαμε με τραίνο πίσω σιο Καρς. Την επίσκεψη της επιστροφής είχε ο Ιβάν Κάλτσεφ. Γυρίσαμε, λοιπόν, και εγκατασταθήκαμε πάλι στο Αλή Σοφή.
» Εκεί, λοιπόν, προλάβαμε και σπείραμε και τον Αύγουστο μήνα του 1919 περιμέναμε να θερίσουμε. Τότε ήρθε στο χωριό μας μια αντιπροσωπεία του Βενιζέλου. Σε μας ήρθε ο Πολεμαρχάκης, ενώ όπως μάθαμε στην Τιφλίδα ήταν ο Κωνστανταράκης και στο Κουμπάν ο Σταυριδάκης. Τότε, λοιπόν, ο Πολεμαρχάκης έδωσε τη διαταγή, όλα τα ελληνικά χωριά να συγκεντρωθούν στο Καρς με προορισμό την Ελλάδα.
Ο ίδιος ο Πολεμαρχάκης ήρθε στο χωριό μας τον Αύγουστο μήνα και μας είπε: «ετοιμαστήτε για την Ελλάδα». Στο μεταξύ ο Ιβάν Κάλτσεφ πηγαίνει στο Εριβάν στον πρωθυπουργό της Αρμενίας τον Χατισιάν και παίρνει αναστολή της διαταγής. Να θερίσουμε πρώτα και μετά να φύγουμε. Και θερίσαμε. Μάλιστα το Γουζούλ, ένα γειτονικό χωριό, δεν είχε θερίσει ακόμη, γι αυτό πολλοί άντρες από το χωριό πήγαν να τους βοηθήσουν.
» Τον Μάιο του 1920 πήραμε πάλι την απόφαση να φύγουμε. Αφού πουλήσαμε τα υπάρχοντα μας στους Αρμενίους, με τραίνο φύγαμε από το Καρς και κατεβήκαμε στο Βατούμ. Καθήσαμε εκεί μέχρι τις 20 Ιουλίου 1920. Τότε επιβιβαστήκαμε σε ένα πλοίο τρεις με τέσσερις χιλιάδες άτομα. Το πλοίο ήταν ένα μεγάλο εμπορικό με τέσσερα πατώματα.
Τα εισιτήρια τα είχε πληρώσει το ελληνικό κράτος.
Στην επιβίβαση επικρατούσε μεγάλη σύγχυση. Μερικοί, ενώ είχαν φορτώσει τις απο σκευές τους, οι ίδιοι δεν κατάφεραν να ανεβούν. Είχε πάρα πολύ κόσμο που ήθελαν να επιβιβαστούν. Στη διαδρομή είχαμε πολλά προβλήματα: εμετούς, πολλά δέματα σάπισαν, ένα μωρό που πέθανε το πέταξαν στην θάλασσα, αφού το έδεσαν με ένα σίδερο. 'Οταν πλησιάσαμε στην Πόλη, έπλευσαν γύρω από το δικό μας καράβι τα αντιτορπιλικά «Αβέρωφ», «Κιλκίς», «Ψαρά» και χαιρέτισαν το ένα το άλλο.
Στην επιβίβαση επικρατούσε μεγάλη σύγχυση. Μερικοί, ενώ είχαν φορτώσει τις απο σκευές τους, οι ίδιοι δεν κατάφεραν να ανεβούν. Είχε πάρα πολύ κόσμο που ήθελαν να επιβιβαστούν. Στη διαδρομή είχαμε πολλά προβλήματα: εμετούς, πολλά δέματα σάπισαν, ένα μωρό που πέθανε το πέταξαν στην θάλασσα, αφού το έδεσαν με ένα σίδερο. 'Οταν πλησιάσαμε στην Πόλη, έπλευσαν γύρω από το δικό μας καράβι τα αντιτορπιλικά «Αβέρωφ», «Κιλκίς», «Ψαρά» και χαιρέτισαν το ένα το άλλο.
» Στις 14 Αυγούστου 1920 είμασταν στην Καλαμαριά. Μόλις κατεβήκαμε, τις γυναίκες τις βάλανε στη σειρά και άρχισαν να τις κουρεύουν. Τις κουρέψανε «γουλί». Τα πράγματα μας τα βάλανε στον κλίβανο. Εκεί για όλα, διανομή τροφίμων κυρίως, για τους δικούς μου και τους συγχωριανούς μου φρόντιζα εγώ, ο οποίος ήμουν από τους λίγους που δεν είχα αρρωστήσει.
Κατά χιλιάδες οδηγούσαν του πρόσφυγες στο Λοιμωδών από δυσεντερία. Μας έβαλαν σε παράγκες κατά οικογένειες στο Χαρμάν Κιόϊ. Έναν καιρό μας κοιτούσαν καλά. Ύστερα, τον Νοέμβριο του 1920, γίναν εκλογές, νίκησαν οι βασιλικοί και εμάς τους βενιζελικσύς δεν μας δίνανε πια σημασία.
» Μετά αρχίσαμε να μουρμουρίζουμε: «τι θέλαμε και ήρθαμε στην Ελλάδα;» Μια μέρα, οι Λευτεράντ, μια διπλανή μας οικογένεια, είχε επτά λείψανα. Αν υπήρχε τρόπος να γυρίζαμε πίσω.
» Από το Χαρμάν Κιόϊ (σημερινό Ελευθέρια) μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1920 οι περισσότερες οικογένειες του χωριού μας, εκτός από τριάντα οικογένειες, με τραίνο πήγαμε στο Δεδέαγατς (Αλεξανδρούπολη).
Από εκεί, σε ένα μήνα, βρεθήκαμε στην Ανατολική Θράκη, στις Σαράντα Εκκλησιές. Το Πάσχα του 1921 εκεί το κάναμε. Εκεί σπείραμε, αλωνίσαμε και ένα πρωί του 1922 τα αφήσαμε και φύγαμε. Όπως μας είπαν έγινε εκκένωση της Α. Θράκης. Η Τουρκία προχώρησε, ήρθε ο Πλαστήρας (Μαύρος Καβαλάρης, οι Τούρκοι τον έλεγαν Καράπιπερ) οπισθοχωρώντας στον 'Εβρο.
Εμείς οι Έλληνες συγκεντρωθήκαμε στο σιδηροδρομικό σταθμό στις Σαράντα Εκκλησιές, φορτώσαμε στο τραίνο ό,τι είχαμε: οικογένειες, γεννήματα, αποσκευές και κατ' ευθείαν στην Αλεξανδρούπολη για να πάμε πίσω στη Θεσσαλονίκη. Όμως, όταν φθάσαμε στον σιδηροδρομικό σταθμό της Δράμας βρήκαμε τις άλλες τριάντα οικογένειες του χωριού μας που δεν μας ακολούθησαν στην Ανατολική Θράκη.
» Το τσιφλίκι αυτό, Γενή Τσιφλίκ, το είχε νοικιασμένο από Τούρκο ο Έλληνας Μηνάς Δρακόπουλος. Μια νύχτα ο γιός ενός λοχαγού του ελληνικού στρατού ήρθε με στρατιώτες να μας διώξει από εκεί. Μέναμε σε κάτι αποθήκες καπνού, ρυζιών κλπ. Όμως οι στρατιώτες, όταν είδαν τα μικρά παιδιά αρνήθηκαν να υπακούσουν και αποχώρησαν.
» Με τον καιρό οι περισσότερες οικογένειες από το Αλή Σοφή του Καρς εδώ εγκαταστάθηκαν. Ένα μέρος, σαράντα οικογένειες είχαν εγκατασταθεί στα Καϊλάρια (Πτολεμαϊδα) στη Μαυροπηγή, ενώ άλλοι στη Θεσσαλονίκη. Από το δικό μας χωριό στη Ρωσία έμειναν μόνον τρία άτομα, ήταν ανύπαντροι και δεν ξέρουμε τι απέγιναν. Επίσης στη διάρκεια του α' παγκοσμίου πολέμου, πέντε παλικάρια του χωριού μας που υπηρετούσαν στον ρωσικό στρατό αιχμαλωτίστηκαν από τους Γερμανούς. Αργότερα, όπως μάθαμε , έμειναν σε ελληνικά χωριά της Γεωργίας.
» Αυτές τις μέρες (17-4-1987) βρίσκεται στο χωριό μας, τη Νέα Σεβάστεια Δράμας , η κόρη του Βασίλη Καλτσίδη, αδελφή του Ιβάν Κάλτσεφ, ανύπαντρη συνταξιούχος καθηγήτρια. Ήρθε για επίσκεψη από τη Ρωσία. Ο πατέρας της, ο Βασίλης Καλτσίδης, είχε παραμείνει στη Ρωσία και πέθανε το 1966»
Ιωάννης Κοζταρίδης
Η "ΕΞΟΔΟΣ" ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΚΑΡΣ ΤΗΣ ΑΡΜΕΝΙΑΣ (1919-1921)
Εκδοσεις Αφοι Κυριακίδη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου