ΠΑΡΙΣΙ- Άνοιξη ΄19 Ο Χρύσανθος με τον Βενιζέλο στο περιθώριο του συνεδρίου Ειρήνης |
Ο μητροπολίτης Χρύσανθος που αγωνιζόταν, εκείνη την περίοδο, μαζί με τις ποντιακές οργανώσεις για την ίδρυση ανεξάρτητου ποντιακού κράτους, δεν ήθελε την μεταφορά των Ελλήνων του Καυκάσου στην Ελλάδα, γιατί θα αποδυναμώνονταν εθνολογικά ο Πόντος. Η λεκτική στήριξη που απέσπασε από τους ηγέτες των Μεγάλων συμμαχικών Δυνάμεων Λόυδ Τζόρτζ , Κλεμανσώ και Ουίλσον ότι συμφωνούν με το σχέδιο του, χρειαζόταν και την θετική έγκριση του Ελ. Βενιζέλου.
Ο Χρύσανθος ήταν πεπεισμένος ότι το σχεδιαζόμενο ποντιακό κράτος μπορούσε να είναι βιώσιμο μόνο με την παλιννόστηση των Ελλήνων της Ρωσίας στον ιστορικό Πόντο, γιατί έτσι αποκτούσε εθνολογική πλειοψηφία έναντι των άλλων τοπικών λαών.
Η συνάντηση του Χρύσανθου με το Βενιζέλο στο Λονδίνο το Μάρτιο του 1920 ήταν τραγικά καθοριστική για τους καυκάσιους πρόσφυγες. Ο μητροπολίτης, για να υιοθετήσει το σχέδιο του ο πρωθυπουργός και να σταματήσουν τα πλοία να μεταφέρουν τους πρόσφυγες στην Ελλάδα, αξιοποιώντας τους μελλοντικά στον Πόντο, επινόησε κατά την συνομιλία τους, ένα δόλιο και εθνικά προσβλητικό επιχείρημα, ότι δήθεν οι καυκάσιοι πρόσφυγες είναι εθνικά επικίνδυνοι, γιατί είναι επηρεασμένοι από το μικρόβιο του μπολσεβικισμού. Γι' αυτό δεν πρέπει να τους εγκαταστήσει στη Μακεδονία όπου υπάρχει ικανός αριθμός Σλάβων. Ο Ελ. Βενιζέλος, αντιλαμβανόμενος την σπουδαιότητα του ενδεχόμενου κινδύνου, ζήτησε από τον μητροπολίτη να διατυπώσει γραπτά την τοποθέτηση του, μία τοποθέτηση που είναι μελανό σημείο στην άριστη πολιτική και θρησκευτική σταδιοδρομία και προσφορά του. 16
Πρόσφυγες |
Στην ίδια έκθεση, καταθέτοντας την άποψη του, για όσους ήδη βρίσκονταν στην Ελλάδα, δε βρήκε μία θετική λέξη:« Δυστυχώς εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων οι πρόσφυγες ούτοι είναι ως επί το πλείστον ατίθασοι, απειθάρχητοι, μεμψίμοιροι, πολλάκις φυγόπονοι, φοβούμαι δε και άρπαγες. Οι πλείστοι εξ αυτών στερούνται εθνικού φρονήματος, τινές δε είναι μόνον ρωσσόφωνοι και τουρκόφωνοι. Εν γένει έχω πεισθεί ότι δεν είναι το ενδεδειγμένον ελληνικόν και γεωργικόν στοιχείον, δι' ου δύναται να τελεσφορήσει ο εποικισμός και εξελληνισμός της Μακεδονίας, τουναντίον υπάρχει φόβος να παράσχωσι συν τω χρόνω πράγματα εις την Ελληνικήν Διοίκησιν...».17
Οι τοποθετήσεις του Αδοσίδη επηρέασαν σχεδόν όλες τις αρμόδιες ελληνικές αρχές. Ο Ύπατος Αρμοστής στην Κωνσταντινούπολη Ε. Κανελλόπουλος με τηλεγράφημα του την ίδια μέρα, στις 25 Μαρτίου 1920, που πήρε την εντολή, ζήτησε από την αντιπροσωπεία του Υπουργείου Περιθάλψεως στον Αντικαύκασο να: «μη επιτρέψωσιν αναχώρησιν γεωργικού πληθυσμού μέχρι νεωτέρας ειδοποιήσεως», 18 παρόλο που γνώριζε ότι κινδύνευαν να πεθάνουν από την πείνα, το κρύο και τις αρρώστιες.
Η αλήθεια δε θα αργήσει να λάμψει. Ο Κ. Καραβίδας με το άρθρο του "Η Περίθαλψις και ο εποικισμός των Καυκασίων προσφύγων" και ο διευθυντής του Εποικισμού Μακεδονίας Αβράσογλου θα υποστηρίξουν την ουσιαστική συμβολή των προσφύγων στον οικονομικό και εθνολογικό τομέα της τελευταίας πενταετίας, τονίζοντας μάλιστα σε έκθεση του ο δεύτερος ότι: «ο εποικισμός, ανεξαρτήτως άλλων ωφελειών ας αφήνει εις το κράτος, αποτελεί καθαράν κερδοσκοπικήν επιχείρησιν».
Νίκος Καζαντζάκης |
Η πολύμηνη καθυστέρηση, ώσπου να αρθεί η παρεξήγηση και οι κυβερνητικοί ενδοιασμοί στοίχησαν τη ζωή χιλιάδων Ελλήνων. Και όταν τα καράβια ξανάρχισαν να μεταφέρουν τους πρόσφυγες, οι περισσότεροι ήσαν εξαντλημένοι σωματικά και ψυχικά.
Το τελειωτικό χτύπημα δόθηκε στις ακρογιαλιές της Ελλάδας. Η απομόνωση, τα απολυμαντήρια, τα λοιμοκαθαρτήρια, η κακή υποδοχή των υπαλλήλων και η αχαρακτήριστη συμπεριφορά της ελλαδικής νοοτροπίας σε εξαντλημένους ανθρώπους μιας άλλης κουλτούρας, αποτελείωσαν ένα μεγάλο ποσοστό υπερήφανων για την καταγωγή τους Ελλήνων.
Ένα πλοίο παραφορτωμένο με ανθρώπους, ζώα και πράγματα, ξεκίνησε για την Ελλάδα. Ταξιδεύαμε. Ταξιδεύαμε γεμάτοι χαρά και ελπίδα, ας ήμασταν σαν σαρδέλες. Μαζί μας ταξίδευαν η φτώχεια, η αγωνία, η αβεβαιότητα, το άγνωστο, η ψείρα, με μοναδική παρηγοριά τη σκέψη ότι πάμε στην Ελλάδα μας, αφήνοντας πίσω μας πικρές και μαύρες αναμνήσεις... περνώντας μέσα από διάφορα νησιά, φτάσαμε κάποτε στη σημερινή Ποντιόπολη Καλαμαριά. Μας υποδέχθηκαν η καραντίνα, ο κλίβανος, η απολύμανση, το κούρεμα, η απομόνωση, ένα φτωχό συσσίτιο με λίγο ζεστό φαγητό. Κοντά σ' αυτά και ένα σκληρό φέρσιμο των οργάνων της τάξης. Όλα αυτά δεν μας τρόμαξαν και τόσο, αρκεί που πατήσαμε Ελληνικό χώμα και είδαμε να κυματίζει η Ελληνική σημαία. Η αποβίβαση καθυστέρησε για λίγες μέρες, πιθανό για λόγους τεχνικούς. Μόλις κατεβήκαμε από το πλοίο και πατήσαμε το ελεύθερο Ελληνικό χώμα, σκύψαμε με ευλάβεια και το φιλήσαμε. Τα δάκρυα μας ήσαν ασυγκράτητα. Ξεχάσαμε όλες τις ταλαιπωρίες. Τόση μεγάλη ήταν η αγάπη μας για την πατρίδα μας, την οποία δυστυχώς πολλοί από τους προγόνους μας δεν πρόλαβαν να την γνωρίσουν από κοντά. Δεν πέρασαν πολλές ημέρες και πολλοί προσβλήθηκαν από εξανθηματικό τύφο και ελονοσία, οι οποίες κυριολεκτικά θέρισαν τους πρόσφυγες. Πολλοί δεν χάρηκαν καθόλου την πατρίδα, που τόσο λαχταρούσαν και που τόσα όνειρα έκαναν γι' αυτήν. Να πως τραγούδησε η μούσα το θλιβερό θανατικό την εποχή εκείνη:
«Το τσολ' (έρημο) και το Καραπουρνού (Καλαμαριά)
τριγύλ - τριγύλ (τριγύρω) ταφία.
Ανοίξτε και τερέστ' (δέστε) ατά (αυτά)
Όσοι πρόφτασαν και πέθαναν νωρίς γλύτωσαν, γιατί δεν υπέστησαν τις τραυματικές περιπέτειες, τα βασανιστήρια και τους ευτελισμούς, τον ψυχικό θάνατο που είναι πολλές φορές λογικά βαρύτερος από το φυσικό.
Ο εξανθηματικός τύφος και οι άλλες μεταδοτικές ασθένειες θα φυλακίσουν σωματικά και ψυχικά τους ανήμπορους πρόσφυγες που δεν επιτρέπεται να ξεμυτίσουν από τις μαύρες λαμαρίνες και τους στενόμακρους ξύλινους θαλάμους. Εκεί μέσα στο τρομερό προσφυγοθανείο 21 θα πρέπει να συμβιβαστούν με τον χάρο που θέριζε τις ψυχές τους:« Δια διαταγής της Γεν. Διοικήσεως απαγορεύεται απολύτως η κυκλοφορία εντός της πόλεως των Καυκασίων προσφύγων και η έξοδος αυτών εκ των συνοικισμόν Καλαμαργιάς, Χαρμάνκιοϊ Λεμπέτ, Καρά- Ισίν και Τριανδρίας. Ομοίως απαγορεύεται η αναχώρησις των Καυκασίων προσφύγων εκ των συνοικισμών των εις το εσωτερικόν της Μακεδονίας, είτε σιδηροδρομικώς είτε δι ’ οιουδήποτε άλλου μέσου, ως και η αναχώρησις αυτών δια θαλάσσης. Τέλος, απαγορεύεται η επικοινωνία των πολιτών με τους ανωτέρω συνοικισμούς εκτός των οργάνων της αρμοδίας υπηρεσίας. Οι παραβάται της παρούσης με ποινήν προστίμου δρ. 500 ή κρατήσεως 2 μηνών ή και αμφοτέρων».22
Η Επιτροπή Βοήθειας των Προσφύγων, που πρωτοστάτησε στην ίδρυση της ο γιος του μεγαλύτερου Πόντιου ιστορικού, Περικλή Τριανταφυλλίδη, ο Σοφοκλής, γνωστοποίησε πολλές φορές στο κοινό της Θεσσαλονίκης μέσω του τύπου τη
δραματική κατάσταση των ημιθανών προσφύγων . Πρωτοχρονιά του 1921, με τον φορτισμένο τίτλο: «Η τραγωδία των Καυκασίων. Σώσωμεν αδελφούς από βέβαιον θάνατον. Καλύψωμεν την γύμνιαν των. Μία θερμή παράκληση», την οποία συνυπογράφει όλη η επιτροπή, αποκαλύπτει το μέγεθος της τραγικότητας του προβλήματος: «Η προς επικούριαν των Προσφύγων Επιτροπή, λαμβάνει την τιμήν να καταστήση γνωστόν εις τους συμπολίτας, ότι το μέγιστον μέρος των εκ Καυκάσου προσφύγων, ένεκα των επί δύο έτη περιπλανήσεων, και ταλαιπωριών εις τας παραλίους του Ευξείνου, στερούνται εσωρρούχων και υποδήσεως. Ιδιαιτέρως όμως, μεταξύ αυτών διασώζεται ακόμη (διότι οι περισσότεροι απέθανον) αριθμός 1.200-1.300 προσφύγων πάσης ηλικίας, εν Καλαμαριά, οι οποίοι στερούνται πάσης ενδυμασίας και στρωμνής, διότι ο πλοίαρχος, αφού εφόρτωσε τα ενδύματα και τας αποσκευάς των, απέπλευσεν εκ Βατούμ, χωρίς να παραλάβη και τους πρόσφυγας οίτινες, φθάσαντες μετά δύο μήνας εις Θεσσαλονίκην, ουδέν ίχνος των ενδυμάτων και στρωμνών των συνήντησαν.
Απορριφθέντων εν τη απολυμάνσει των ρακών, με τα οποία είχον έλθη, ευρίσκονται έκτοτε (μήνες τέσσαρες!) θεόγυμνοι, άνευ ουδεμιάς περιβολής ή κλινοστρωμνής και ανυπόδητοι, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, διαμένουσιν εξ αιδούς έγκλειστοι, εις τους θαλάμους των, περιτετυλιγμένοι έκαστος, νυκτός και ημέρας με ράκος ρυπαρού εφαπλώματος, το οποίον έλαβον από τους ευτυχεστέρους πρόσφυγας. Απαίσιον και σπαραξικάρδιον θέαμα! Εκτός των γυμνών τούτων ανθρωπίνων σκελετών, οίτινες αναμένουσιν, ως μόνην ελπίδαν, τον θάνατον, υπάρχουν και 400-450 εντελώς ανήλικα ορφανά, από ηλικίας ενός μέχρι 12 ετών, τα οποία εστερήθησαν των φροντίδων των γονέων και των οποίων ενεργείται η περισυλλογή υπό της Στρατιωτικής Υγειονομικής Υπηρεσίας όπως στεγασθώσιν εις ιδιαίτερον θάλαμον. Και τα έρημα ταύτα πλάσματα είναι γυμνά, περιβάλλονται δε με ρυπαρά ράκη. Η Επιτροπή δεν έχει τα χρηματικά μέσα, όπως προμηθευθή τα αναγκαία δια την κάλυψιν της γυμνότητος αυτών ενδύματα, διότι τα ολίγα χρήματα, άτινα από τας αυθορμήτους συνδρομάς των Σωματείων και συμπολιτών μέχρι τούδε συνέλεξε, διέθεσεν άπαντα προς προμήθεια 200 κιβωτίων αναγκαιοτάτου γάλακτος και προς επικουρίαν του λειτουργούντος από τεσσάρων ημερών σισσιτίου. Απεφάσισεν όθεν όπως κάμη έκκλισην προς τας φιλανθρώπους καρδίας των συμπολιτών μας και να παρακαλέση αυτούς, όπως θέσωσιν εις την διάθεσιν ημών, όσα παλαιά και ημιτετριμμένα φορέματα έχει έκαστος εις τας ιματιοθήκας του. Κάθε φιλεύσπλαγχνος οικοδέσποινα, ας θελήση να καθαρίση τα ιματιοφυλάκιά της από τα παλαιά της ενδύματα, τα οποία δεν σκέπτεται πλέον να φορέση δι ’οιονδήποτε λόγον. Κάθε μητέρα ας μας στείλη όσα ασπρόρρουχα δεν χρησιμεύουσι πλέον εις την αυξηθείσαν ηλικίαν του τέκνου της και ακόμη ας ελαττώση κατά εν ή δύο την παρακαταθήκην, δια να ενδυθώσι και τα γυμνά σκέλη των αποκλήρων. Ο μέγας Διδάσκαλος της ελεημοσύνης εκήρυξεν: «Ο έχων δύο χιτώνας τον ένα δότω τω μη έχοντι». Ημείς περιορίζομεν την θερμήν παράκλησιν εις την προσφοράν των παλαιών, των ημιτετριμμένων, των αχρήστων, η θυσία των οποίων είναι εντελώς ανεπαίσθητος εις την οικιακήν οικονομίαν, ενώ δι’αυτών θα καλύψωμεν τους γυμνούς ετιμοθανάτους νεομάρτυρας της ελλ. φυλής. Ουδεμίαν έχομεν αμφιβολίαν, ότι έκκλησίς μας θα εισακουσθή, διότι η πόλις μας διακρίνεται δια την φιλευσπλαγχνίαν των κατοίκων της. Προς ευκολίαν δε των φιλευσπλάγχνων κυριών, οι αιδεσιμώτατοι ιερείς των ενοριών παρεκλήθησαν να περιέλθωσι τας οικίας των ενοριών, όπως παραλάβωσι τας προσφοράς αυτών, αναγράφοντες αυτάς εις ειδικόν κατάλογον. Αλλ ' οι συμπολίται μας δύνανται ν 'αποστείλωσι τα
Απορριφθέντων εν τη απολυμάνσει των ρακών, με τα οποία είχον έλθη, ευρίσκονται έκτοτε (μήνες τέσσαρες!) θεόγυμνοι, άνευ ουδεμιάς περιβολής ή κλινοστρωμνής και ανυπόδητοι, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, διαμένουσιν εξ αιδούς έγκλειστοι, εις τους θαλάμους των, περιτετυλιγμένοι έκαστος, νυκτός και ημέρας με ράκος ρυπαρού εφαπλώματος, το οποίον έλαβον από τους ευτυχεστέρους πρόσφυγας. Απαίσιον και σπαραξικάρδιον θέαμα! Εκτός των γυμνών τούτων ανθρωπίνων σκελετών, οίτινες αναμένουσιν, ως μόνην ελπίδαν, τον θάνατον, υπάρχουν και 400-450 εντελώς ανήλικα ορφανά, από ηλικίας ενός μέχρι 12 ετών, τα οποία εστερήθησαν των φροντίδων των γονέων και των οποίων ενεργείται η περισυλλογή υπό της Στρατιωτικής Υγειονομικής Υπηρεσίας όπως στεγασθώσιν εις ιδιαίτερον θάλαμον. Και τα έρημα ταύτα πλάσματα είναι γυμνά, περιβάλλονται δε με ρυπαρά ράκη. Η Επιτροπή δεν έχει τα χρηματικά μέσα, όπως προμηθευθή τα αναγκαία δια την κάλυψιν της γυμνότητος αυτών ενδύματα, διότι τα ολίγα χρήματα, άτινα από τας αυθορμήτους συνδρομάς των Σωματείων και συμπολιτών μέχρι τούδε συνέλεξε, διέθεσεν άπαντα προς προμήθεια 200 κιβωτίων αναγκαιοτάτου γάλακτος και προς επικουρίαν του λειτουργούντος από τεσσάρων ημερών σισσιτίου. Απεφάσισεν όθεν όπως κάμη έκκλισην προς τας φιλανθρώπους καρδίας των συμπολιτών μας και να παρακαλέση αυτούς, όπως θέσωσιν εις την διάθεσιν ημών, όσα παλαιά και ημιτετριμμένα φορέματα έχει έκαστος εις τας ιματιοθήκας του. Κάθε φιλεύσπλαγχνος οικοδέσποινα, ας θελήση να καθαρίση τα ιματιοφυλάκιά της από τα παλαιά της ενδύματα, τα οποία δεν σκέπτεται πλέον να φορέση δι ’οιονδήποτε λόγον. Κάθε μητέρα ας μας στείλη όσα ασπρόρρουχα δεν χρησιμεύουσι πλέον εις την αυξηθείσαν ηλικίαν του τέκνου της και ακόμη ας ελαττώση κατά εν ή δύο την παρακαταθήκην, δια να ενδυθώσι και τα γυμνά σκέλη των αποκλήρων. Ο μέγας Διδάσκαλος της ελεημοσύνης εκήρυξεν: «Ο έχων δύο χιτώνας τον ένα δότω τω μη έχοντι». Ημείς περιορίζομεν την θερμήν παράκλησιν εις την προσφοράν των παλαιών, των ημιτετριμμένων, των αχρήστων, η θυσία των οποίων είναι εντελώς ανεπαίσθητος εις την οικιακήν οικονομίαν, ενώ δι’αυτών θα καλύψωμεν τους γυμνούς ετιμοθανάτους νεομάρτυρας της ελλ. φυλής. Ουδεμίαν έχομεν αμφιβολίαν, ότι έκκλησίς μας θα εισακουσθή, διότι η πόλις μας διακρίνεται δια την φιλευσπλαγχνίαν των κατοίκων της. Προς ευκολίαν δε των φιλευσπλάγχνων κυριών, οι αιδεσιμώτατοι ιερείς των ενοριών παρεκλήθησαν να περιέλθωσι τας οικίας των ενοριών, όπως παραλάβωσι τας προσφοράς αυτών, αναγράφοντες αυτάς εις ειδικόν κατάλογον. Αλλ ' οι συμπολίται μας δύνανται ν 'αποστείλωσι τα
ενδύματα εις τας διευθύνσεις των ελληνικών εφημερίδων, αίτινες προσηνέχθησαν εις τούτο, εις την Εισαγγελίαν των Εφετών και εις τα γραφεία των μελών της Επιτροπής. Η επιτροπή δέχεται την συνεργασίαν πάσης φιλανθρώπου κυρίας δια την συλλογήν και διανομήν των ενδυμάτων εις τους πρόσφυγας. Γίνονται δεκτά ενδύματα και υποδήματα δια πάσας τας ηλικίας. Τα μέχρι της εορτής των Φώτων συλλεχθησόμενα θα διανεμηθώσι την 8ην Ιανουαρίου υφ'ημών αυτοπροσώπως.
Η επιτροπή της επικουρίας: Μ. Καζατζίδης (πρόεδρος), Ζ. Σαββαρίκας, Σ. Τριανταφυλλίδης. Φ. Κοντογούρης, Κ. Τάττης, Ν. Δαρβέρης, Β. Μιχιτσόπουλος, Ν. Μάνος, Μ. Σασαγιάννης (ταμίας), Γεώργιος Ρώμπαπας, Δημ. Γεωργίου 27
(εργοστασιάρχης).
Με τον τίτλο «Μή δεν επιτρέπουν οι Τούρκοι», καταγγέλλεται στον τοπικό τύπο η ολιγωρία της κυβερνήσεως, για το απώλεια και την ψωρίαση 7.000 ζώων που φέρανε από τον Καύκασο, για την καλλιέργεια των αγρών και τον κίνδυνο θανάτου που διατρέχουν ομογενείς:« Τα ζώα των θνήσκουν , διότι τρέφονται με σάπια χόρτα. 7.000 ζώα εψώριασαν εις την Αγίαν Παρασκευήν και το Καραμπουρνού επί 4 μήνας, ενώ ημπουρούσαν να καλλιεργήσουν τους αγρούς, και να παραγάγουν προϊόντα. 40.000 ομογενών είχον καταδικασθή υπό της Κυβερνήσεως εις τον εκ πεινής εξανθηματικού τύφου και φθειριάσεως κίνδυνον, αν δεν προσέτρεχεν εις βοηθείαν των ο Αμερικανικός Σταυρός, όστις έμεινε κατάπληκτος από την απανθρωπίαν μας...
Εμποιεί φρίκην ή αστοργία. Και ερωτώμεν την Επίκουρον Επιτροπήν των Καυκασίων, εις την οποίαν μεγάλην τρέφειν η κοινωνία εκτίμησιν: τι κάμνει, και διατί δεν διαμαρτύρεται κατά της τοιαύτης δολοφονίας των ομογενών; Ερωτώμεν την Κυβέρνησιν: Διατί εσταμάτησεν πάσα εποικιστική εργασία; Ερωτώμεν το Υπουργείον της Γεωργίας: πότε εσκέφθη, τι απεφάσισε, και τι μέχρι σήμερον ενήργησεν δια το Εθνικόν και Μακεδονικόν ζήτημα;
Τον Ελληνισμόν της Μακεδονίας δεν ενδιαφέρει, κ. Τσαλδάρη, η μετατροπή του σχεδίου Θεσσαλονίκης. Όχι! Αυτό ενδιαφέρει τους Τούρκους και Ισραηλίτας, εις τους οποίους ανήκουσι κατά 9/10 τα καέντα οικόπεδα. Τους Έλληνας ενδιαφέρει ο εποικισμός Ελλήνων, εκεί όπου κυριαρχούν οι Μουσουλμάνοι. Μας ενδιαφέρει ν αναζωογοννηθή δια των Καυκασίων η γεωργία μας. Τί κάμνετε δι’αυτά; Ποΐον το πρόγραμμά σας; Μήπως δεν εσκέφθητε, διότι δεν σας το επιτρέπουν ή «Σελαμέτ» και οι πάτρωνές της, ω Μοιραίοι;».23
Σίμος Λιανίδης
|
Σχολιάζοντας αρνητικά, αναγνώστης της παραπάνω εφημερίδας, τις αντιλήψεις που επικρατούσαν στις υπηρεσίες του εποικισμού, αναρωτιέται μήπως είχε δίκαιο ο Α. Αμβράσογλου που έγραψε:« , ότι χάριν των Μουσουλμάνων, οι Καυκάσιοι θα εποικισθούν « υπό την γην!» και συμπληρώνει ο ίδιος « Εντρέπομεν ως Έλλην δια την κατάστασιν».24
Δέος και τρόμο προκαλούσε στους δυστυχείς πρόσφυγες η αναφορά στον καταραμένο καταυλισμό του Καραμπουρνάκι, γιατί όλοι τους είχαν κάτι να θυμηθούν, κάτι να εξιστορίσουν για τους συγγενείς, τους συγχωριανούς, τους φίλους των που δε γνώριζαν, αν ζουν, αν πέθαναν και πώς πέθαναν. Όταν αρχίζεις και θέλεις να γράψεις για τις μέρες εκείνες, η πένα σου σπάζει, μας λέει ο Καλαμαριώτης Σίμος Λιανίδης 25. Κλείνει όμως αισιόδοξα την τραγική ιστορία όλων των προσφύγων λέγοντας ότι Καρσλίδες, Πόντιοι, Σμυρνιοί, Θρακιώτες, Κωνσταντινοπολίτες όλοι τους γέμισαν την αφιλόξενη και έρημη ακτή της Καλαμαριάς και την έκαναν τον ωραιότερο και μεγαλύτερο σήμερα περιφερειακό Δήμο της Θεσσαλονίκης.
Κωνσταντίνος Φωτιάδης
Καθηγητής Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού
Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας
Καθηγητής Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού
Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου