Η αρχική άφιξη των ελληνικών πληθυσμών στη Μικρά Ασία
εντάσσεται παραδοσιακά σε ένα ευρύτερο πλαίσιο μαζικής μετανάστευσης και
ανακατατάξεων στον ελλαδικό χώρο, το οποίο ακολούθησε την κατάρρευση των δομών
που είχαν επικρατήσει κατά την Εποχή του Χαλκού. Η περίοδος αυτή, γνωστή και ως
«σκοτεινοί αιώνες», κυρίως λόγω της έλλειψης πηγών, χαρακτηρίζεται από
πληθυσμιακή μείωση και βίαιες αναταραχές.
Για τα γεγονότα αυτά η πληροφόρησή μας από τις αρχαίες
πηγές αντικατοπτρίζει κατά πολύ μεταγενέστερες παραδόσεις, υποθάλποντας
ταυτόχρονα και πολιτικές επιδιώξεις της εκάστοτε περιόδου. Ένα σημαντικό
εμπόδιο στην πληροφόρηση μας αποτελεί και το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια των
σημαντικότερων μετακινήσεων δεν τεκμηριώνεται η ύπαρξη ελληνικής γραφής.
Ένας τομέας στον οποίο διακρίθηκαν οι ελληνικές πόλεις
της Μικράς Ασίας ήταν αυτός της ίδρυσης αποικιών, άμεση συνέπεια της
προτεραιότητας που δινόταν στο εμπόριο στις περισσότερες από αυτές.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι όταν ο Φαραώ της Αιγύπτου Άμασις παραχώρησε
μια συγκεκριμένη έκταση στο Δέλτα του Νείλου σε ελληνικές πόλεις, με σκοπό την
ίδρυση εμπορικής αποικίας, οι πόλεις οι οποίες πρωταγωνίστησαν στη διαδικασία
αυτή ήταν κατά βάση μικρασιατικές, με κυρίαρχες αυτές της Ιωνίας.
Συνολικά, η ελληνική παράδοση των αρχαϊκών χρόνων
φαίνεται να αγνοεί τα ακριβή γεγονότα της περιόδου των «σκοτεινών αιώνων» και
στη θέση της αναπληρώνει το κενό με την εκ νέου καταγραφή ενός κάθε άλλο παρά
ιστορικού παρελθόντος, ιδιαίτερα όμως πολύτιμου για την κατασκευή της
ταυτότητας της εκάστοτε πόλης-κράτους. Η διαδικασία αυτή αποτέλεσε μία από τις
πολλές όψεις του φαινομένου της σταδιακής εξέλιξης της ελληνικής κοινωνίας από
το φυλετικό μοντέλο οργάνωσης σε αυτό της πόλης-κράτους.
Κυρίαρχη σε αυτή την αλληλουχία γεγονότων φέρεται να
είναι η εγκατάσταση δωρικών φυλών στην Πελοπόννησο, η οποία αντικατοπτρίζεται
στους μύθους περί καθόδου των Ηρακλειδών, απόγονων του Ηρακλή. Συμπληρωματικά ωστόσο,
σημαντικές εξελίξεις υπήρξαν και στο χώρο της Θεσσαλίας και της Βοιωτίας, με
τους εισβολείς να εκδιώκουν ή να υποδουλώνουν τους προϋπάρχοντες πληθυσμούς.
Εάν λάβουμε υπόψη μας ότι και στην Πελοπόννησο η μόνη περιοχή που φαίνεται πως
έμεινε ανεπηρέαστη υπήρξε η Αρκαδία, γίνεται σαφές ότι κύριο στόχο αποτέλεσαν
οι περιοχές με εύφορα καλλιεργήσιμα εδάφη.
Οι συγκεκριμένες ανακατατάξεις στον ελλαδικό χώρο
οδήγησαν μεγάλο μέρος του πληθυσμού σε μετακίνηση προς την αντίπερα όχθη του
Αιγαίου. Τα τρία κύρια μεταναστευτικό ρεύματα, οι Αιολείς, οι Ίωνες και οι
Δωριείς, διακρίνονται ήδη μεταξύ τους από τις πρώτες αναφορές που έχουμε στις
πηγές μας.
Η διάκριση αυτή οφείλεται στο ότι αποτελούσαν
ξεχωριστές φυλετικές ομάδες, με σαφείς διαφορές τόσο στη διάλεκτο που μιλούσαν
όσο και στο κοινό παρελθόν και τις παραδόσεις που είχε η κάθε μία ως σημείο
αναφοράς. Επιπλέον, όσο είναι δυνατόν να ανιχνεύσουμε με ακρίβεια, η κάθε μία
ομάδα ακολούθησε και διαφορετική πορεία μετανάστευσης. Είναι σημαντικό να
τονίσουμε ότι η φυλή δεν αποτελούσε μόνο πολιτισμική ομάδα ή απλώς ομάδα
πληθυσμού με κοινή καταγωγή. Στο μεγαλύτερο βαθμό, αποτελούσε μια συγκεκριμένη
μορφή πολιτικής οργάνωσης, θεμελιώδη μάλιστα για την εποχή την οποία
εξετάζουμε, και αποτέλεσε τη βάση της οποίας πολιτικής οργάνωσης στην αρχαία
Ελλάδα, παραμένοντας συγχρόνως σημαντικό στοιχείο της ταυτότητάς της.
Η διάκριση, επομένως, των περιοχών της Μικράς Ασίας σε
Αιολίδα, Ιωνία και στις δωρικές περιοχές, αποτελεί, εν πολλοίς, καθαρά πολιτισμικό-φυλετικό
και σε καμία περίπτωση αμιγώς γεωγραφικό προσδιορισμό. Η σημασία της διάκρισης
αυτής γίνεται περισσότερο εμφανής, εάν λάβουμε υπόψη ότι η μεταβολή της
ταυτότητας της Σμύρνης από αιολική πόλη σε ιωνική αποτελούσε γεγονός ιδιαίτερης
βαρύτητας, άξιο αναφοράς για τις πηγές μας. Ως εκ τούτου δεν θα ήταν εύκολο να
επιβάλουμε αυστηρά γεωγραφικά όρια ανάμεσα στις περιοχές αυτές.
Γεωγραφική κατανομή των αρχαιοελληνικών διαλέκτων, αποτέλεσμα του πρώτου αποικισμού. |
Σε ότι αφορά τη χρονολόγηση των μετακινήσεων αυτών,
δεν μπορούμε να κάνουμε ακριβείς εκτιμήσεις. Οι μυθολογικές παραδόσεις έχουν
την τάση να συμψηφίζουν και να συγχρονίζουν γεγονότα, ενώ οι αρχαιολογικές
ανασκαφές δεν εκτελούνται με τους ίδιους ρυθμούς σε όλες τις θέσεις ώστε να
μπορούν να εξαχθούν συνολικά συμπεράσματα.
Η λογική, ωστόσο, των στοιχείων που διαθέτουμε μας
οδηγεί στο συμπέρασμα ότι έχουμε να κάνουμε με μια μακρά και χωρίς οργάνωση
διαδικασία αποικισμού μεικτών πληθυσμών, από διάφορα σημεία της Ελλάδας, όπου
το επικρατέστερο φυλετικό στοιχείο έδινε στην εκάστοτε καινούργια κοινότητα την
ταυτότητά του. Το πρώτο και σημαντικότερο στάδιο της όλης διαδικασίας πρέπει να
αναχθεί στους 11ο και 10ο αιώνα π.Χ., με αρκετές προσθήκες να ακολουθούν σε όλη
τη λεγόμενη γεωμετρική και αρχαϊκή περίοδο.
Η οργάνωση των κοινοτήτων μετά την αρχική εγκατάσταση
αποτελεί επίσης ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ζήτημα. Παράλληλα με τη φυλετική
καταγωγή, την οποία μοιράζονται οι νέες κοινότητες κάθε μίας από τις τρεις
μεγάλες ομάδες πόλεων, σταδιακά αναπτύσσονται διαφορετικές ταυτότητες για την
καθεμία από τις πόλεις αυτές.
Χωρίς να μπορούμε να παρακολουθήσουμε τα στάδια της
μεταλλαγής αυτής, λόγω της έλλειψης στοιχείων, μπορούμε να ανιχνεύσουμε τα
αποτελέσματά της στο τελικό στάδιο των ήδη διαμορφωμένων μικρασιατικών πόλεων
του τέλους της αρχαϊκής και της κλασικής περιόδου.
Η μετεξέλιξη του φυλετικού μοντέλου διοίκησης σε αυτό
της πόλης-κράτους, η οποία αποτέλεσε κανόνα για το σύνολο σχεδόν του ελληνικού
κόσμου, δεν εξαίρεσε την περιοχή της Μικράς Ασίας. Έτσι, οι εγκαταστάσεις των
Ελλήνων στη Μικρά Ασία σταδιακά θα αποκτήσουν το χαρακτήρα ανεξάρτητων πόλεων,
πάντα όμως στο πλαίσιο μιας ευρύτερης φυλετικής ταυτότητας. Ένας από τους
κύριους λόγους ήταν η γεωγραφία της περιοχής, η οποία, μέσω της ύπαρξης
κοιλάδων οι οποίες χωρίζονταν από όρη, και άλλων διαχωριστικών γεωφυσικών συνόρων,
ευνοούσε την ανάπτυξη ανεξάρτητων αντιλήψεων ανάμεσα στις κοινότητες.
Ένας άλλος παράγοντας ήταν οι συνθήκες οικονομικής
ανάπτυξης που παρουσιάζονταν στις νέες περιοχές, τόσο στον αγροτικό τομέα όσο
και στο εμπόριο με ντόπιους πληθυσμούς. Αυτές οι συνθήκες διαμόρφωναν ένα τοπίο
έντονου ανταγωνισμού, που μπορούσε να αναπτυχθεί ανάμεσα τόσο σε ιδιώτες όσο
και σε πόλεις. Αυτές τις τάσεις ανταγωνισμού μπορούμε να τις εντοπίσουμε κυρίως
στις ιωνικές πόλεις, οι οποίες παράλληλα εμφανίζονται και ως οι πιο δραστήριες
στους τομείς του εμπορίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου