Οι βρυκόλακες ήσαν κακοποιές ψυχές, που δεν είχαν αποχωριστεί από το σώμα, άλλα έμεναν μαζί με το πτώμα, που δεν “διελύετο εις τα εξ ων συνετέθη». Οι κακοί άνθρωποι, οι επίορκοι, οι φονιάδες, οι τοκογλύφοι και εκείνοι που είχαν αφοριστεί από την Εκκλησία, καθώς και τα αβάπτιστα παιδιά βρυκολάκιαζαν (έβγαιναν χορτλάχ, εχορτλάευαν).
Προκειμένου για τους Τούρκους πίστευαν πως όλοι βρυκολάκιαζαν, γιατί οι Τούρκοι, σαν τυραννικοί κυρίαρχοι, θεωρούνταν όλοι κακοί, την πίστη τους αυτή τη δυνάμωνε το ότι οι Τούρκοι κατά την ταφή άφηναν μια τρύπα προς το μέρος του κεφαλιού του νεκρού, για να αναπνέει σε τυχόν νεκροφάνεια ο νομιζόμενος νεκρός.
Αν κάνεις έκανε πάνω στο μνήμα του κακού ή του Τούρκου το σημείο του σταυρού ή αν έβαζε το φτυάρι και τον κασμά σε σχήμα σταυρού, τους εμπόδιζε να χορτλαεύνε.
Ο βρυκόλακας παρουσιαζόταν στα σπίτια με τα οποία είχε δοσοληψίες στη ζωή του και μάλιστα αν είχε να πάρει ή είχε και άλλη οποιαδήποτε διαφορά. Μεταμορφωμένος σε μαύρο σκυλάκι ή άσπρη γάτα ετσουρμούκλιζεν (τσουγκράνιζε κλαίγοντας) και ετσαράπιζεν (γραντζούνιζε) τις πόρτες τους τοίχους όπως ο σκύλος, ή νιαουρίζοντας όπως η γάτα. Είχε όμως δύναμη να μπει από τις χαραμάδες, όχι όμως και να βγεί.
Έπρεπε όμως οπωσδήποτε να φύγει και να μπει στο μνήμα πριν ακόμα λαλήσει ο πετεινός, γιατί αν για οποιοδήποτε λόγο δεν πρόφταινε να βγει, έμενε νεκρός κοντά στην πόρτα και το πρωί τον έβλεπαν εκεί ξαπλωμένο. Για να μην εμφανιστεί άλλη φορά στο ίδιο μέρος, χάραζαν εκεί το σημείο του σταυρού, ή έκαναν αγιασμό.
Από νεκροταφεία και μάλιστα τούρκικα δεν περνούσαν τη νύχτα, κι αν ήταν ανάγκη να περάσουν, κρατούσαν φως, έλεγαν το Πάτερ ημών ή το πιστεύω και εχοντρολάλναν (σ.σ. μιλούσαν δυνατά).
Προκειμένου για τους Τούρκους πίστευαν πως όλοι βρυκολάκιαζαν, γιατί οι Τούρκοι, σαν τυραννικοί κυρίαρχοι, θεωρούνταν όλοι κακοί, την πίστη τους αυτή τη δυνάμωνε το ότι οι Τούρκοι κατά την ταφή άφηναν μια τρύπα προς το μέρος του κεφαλιού του νεκρού, για να αναπνέει σε τυχόν νεκροφάνεια ο νομιζόμενος νεκρός.
Αν κάνεις έκανε πάνω στο μνήμα του κακού ή του Τούρκου το σημείο του σταυρού ή αν έβαζε το φτυάρι και τον κασμά σε σχήμα σταυρού, τους εμπόδιζε να χορτλαεύνε.
Ο βρυκόλακας παρουσιαζόταν στα σπίτια με τα οποία είχε δοσοληψίες στη ζωή του και μάλιστα αν είχε να πάρει ή είχε και άλλη οποιαδήποτε διαφορά. Μεταμορφωμένος σε μαύρο σκυλάκι ή άσπρη γάτα ετσουρμούκλιζεν (τσουγκράνιζε κλαίγοντας) και ετσαράπιζεν (γραντζούνιζε) τις πόρτες τους τοίχους όπως ο σκύλος, ή νιαουρίζοντας όπως η γάτα. Είχε όμως δύναμη να μπει από τις χαραμάδες, όχι όμως και να βγεί.
Έπρεπε όμως οπωσδήποτε να φύγει και να μπει στο μνήμα πριν ακόμα λαλήσει ο πετεινός, γιατί αν για οποιοδήποτε λόγο δεν πρόφταινε να βγει, έμενε νεκρός κοντά στην πόρτα και το πρωί τον έβλεπαν εκεί ξαπλωμένο. Για να μην εμφανιστεί άλλη φορά στο ίδιο μέρος, χάραζαν εκεί το σημείο του σταυρού, ή έκαναν αγιασμό.
Από νεκροταφεία και μάλιστα τούρκικα δεν περνούσαν τη νύχτα, κι αν ήταν ανάγκη να περάσουν, κρατούσαν φως, έλεγαν το Πάτερ ημών ή το πιστεύω και εχοντρολάλναν (σ.σ. μιλούσαν δυνατά).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου