Ο εκτοπισμός των Πιστοφανταίων. Πορεία των εκτοπισθέντων για το Χούνους και το Ερζερούμ

Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2016

Στις 10 του Σεπτέμβρη το βράδυ ο επικεφαλής της καταδίωξης αξιωματικός μίλησε   στο Πιστοφάντων και είπε στους Πιστοφανταίους τα παρακάτω:
"Κύριοι, ξέρομε ότι δεν πήρατε μέρος στην ανταρσία και δεν θέλομε να σας βλάψουμε. Μα όπως παν τα πράγματα, αν δεν σας εκτοπίσουμε θα έχετε να τραβάτε τα μαλλιά της κεφαλής σας από τους γύρω σας Τούρκους, οι οποίοι φαίνονται πολύ απειλητικοί. Απέναντι αυτών των γειτόνων σας η κυβέρνηση αδυνατεί να σας προστατέψει. Το καλύτερο που μπορεί να γίνει είναι να εκτοπισθείτε  κι εσείς, με διαφορετική όμως μεταχείριση από μέρους μας».

Πράγματι ο πληθυσμός των Πιστοφάντων εκτοπίστηκε το πρωί της 11 του Σεπτέμβρη, μα σαν προνομιούχοι που ήσαν οι Πιστοφανταίοι πήραν οι περισσότεροι μαζί τους τις αγελάδες τους, τις οποίες τις πούλησαν αργότερα στην Αργυρούπολη. Μεταξύ των εκτοπιζομένων Πιστοφανταίων βρισκόταν και ο 90χρόνος παπά Θεόδωρος Οράχ. Οι Πιστοφανταίοι φθάσανε στην Κρώμνη το βράδυ της ίδιας μέρας. Αυτούς τους καλοδέχτηκαν οι Αρχές, όπως γράφει ο Ζ. Μουσικίδης . 
Γράφει τα εξής: Μέρος από τα τρόφιμα που είχαν συγκεντρωθεί για τους εξόριστους φορτώθηκαν σε μουλάρια και ακολούθησαν τον στρατό. Ευτυχώς έμειναν πολλά που διανεμήθηκαν στους αφιχθέντες την επόμενη  υπόλοιπους Σανταίους, που υπήρξαν τυχεροί. Κατά το ολιγοήμερο διάστημα της εν Κρώμνη διαμονής των είχαν πλήρη ελευθερία κινήσεων εν αντιθέσει με τους πρώτους, που δεν επετρέπετο να επικοινωνήσουν με κανένα.

'Ετσι ολοκληρώθηκε η ερήμωση και η καταστροφή της Σαντάς. Πολλές δεκάδες γυναικόπαιδα που έφθασαν στην Κρώμνη και Αργυρούπολη κατόρθωσαν να δωροδοκήσουν τους φρουρούς φαντάρους και να δραπετεύσουν. Οι δραπέτες κατέβηκαν στην Τραπεζούντα, μα η ζωή τους εκεί ήταν μαρτυρική γιατί είχαν την υποψία μήπως ανακαλυφθούν και και εξοντωθούν. Λίγοι απ' αυτούς κατέφυγαν σε μερικά χωριά όπου ζούσαν Σανταίοι, μα κι αυτοί δεν καλοπέρασαν. Τα υπόλοιπα γυναικόπαιδα ξεκίνησαν αμέσως από την Κρώμνη για την Αργυρούπολη. Οι Έλληνες κάτοικοι της Ίμερας, της Χάκαξας και των άλλων ενδιαμέσων χωριών της Αργυρούπολης σχημάτισαν στην Ίμερα μία επιτροπή εράνων με αρχηγό τον Κώστα Φωστηρόπουλο για τα εξόριστα γυναικόπαιδα της Σαντάς. 
Η Επιτροπή αυτή περίμενε στον δρόμο τα γυναικόπαιδα με τα χέρια γεμάτα τρόφιμα, και μοίρασε σ’ αυτά όσα τρόφιμα συγκέντρωσε. Στον δρόμο προς την Ίμερα γέννησε η γυναίκα του Ατέσογλου. Οι σύντροφοί της παραχώσανε το μωρό κοντά στο δρόμο και η ίδια σαν να μη συνέβη τίποτε, φορτώθηκε τα άλλα παιδιά της και συνέχισε το δρόμο. 'Οταν μετά δύο μέρες φτάσανε στο Ταλταπάν, οι Αρχές άφησαν όλους ελεύθερους να σκορπίσουνε στα γύρω Ελληνικά χωριά και να εργαστούν για να ζήσουν. Έζησαν κάπου 8 μέρες στα χωριά αυτά και νόμισαν πως την γλύτωσαν φτηνά. Στο μεταξύ στην Σαντά λίγες μέρες μετά τον εκτοπισμό του πληθυσμού οι αντάρτες σκοτώσανε 39 Τούρκους επιδρομείς, οι οποίοι ήθελαν να λεηλατήσουν την Σαντά. Αυτό το γεγονός το εκμεταλλεύτηκαν  οι τουρκικές αρχές και μετά 8 μέρες εξόρισαν για  αντεκδίκηση όλα τα γυναικόπαιδα στα βάθη της Μικρασίας.
Είναι απερίγραπτα τα δεινά που υπόφεραν τα γυναικόπαιδα της Σαντάς στον δρόμο της εξορίας. Σε κάθε σταθμό τα κλείδωναν οι Τούρκοι σε βρώμικα και παγερά χάνια, όπου ήσαν αναγκασμένα να περάσουν όλη την νύχτα. Τα διάφορα μαγειρικά τους σκεύη χρησιμοποιήθηκαν για "τουαλέτα" μέσα στα χάνια , τα οποία άλλοι τα εγκατέλειψαν , άλλοι όμως , οι περισσότεροι τα πήραν μαζί τους στο Χούνους  και στο Ερζερούμ, όπου τα γάνωσαν για να απολυμανθούν πολύ βαθιά . 
Κάθε πρωί που ξεκινούσαν οι εξόριστοι για τον προορισμό τους, τύχαινε μερικοί γέροι και άρρωστοι να βραδυπορούν και τότε ...δός τους και δός τους, Οι χωροφύλακες δέρνανε με τους υποκόπανους των όπλων τους και βρίζανε αυτούς που καθυστερούσαν σε σημείο που μερικοί να πεθάνουν, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Χαράλαμπος Τουισούζ. Την μητέρα του Πολυχρόνη Τσουμπάν , εκεί που έσκυβε να πιει νερό από ένα ποτάμι, την χτύπησε με τον υποκόπανο του όπλου του ο χωροφύλακας Σαπάν και την έριξε στο ποτάμι, όπου παραλίγο να πνιγεί. Γι' αυτό τιμωρήθηκε σκληρά από τους αντάρτες.
Ερζερούμ- Erzurum

 Πολλές γυναίκες φοβήθηκαν και έδιναν  στους χωροφύλακες  πετσέτες , κάλτσες και ότι άλλο μπορούσαν για να τους εξευμενίσουν. Μα ήταν δυνατόν να εξευμενιστούν τα σκυλιά; Οι χωροφύλακες κοντά στ' άλλα γύρευαν και κορίτσια για να τα ατιμάσουν, μα από το κακό αυτό γλυτώσανε χάρη στην επέμβαση της Σιονόρας, η οποία ήταν σωστή αντρογυναίκα και η οποία με την αντίσταση και τον θόρυβο που έκανε ανάγκασε τον αξιωματικό της χωροφυλακής να επέμβει και να προστατεύσει τα γυναικόπαιδα.
Στον δρόμο ξεψύχησε η ετοιμοθάνατη γριά Λυμπιάνα, και οι εξόριστοι την ρίξανε τότε σ’ ένα χαντάκι λίγο παράμερα απ' το δρόμο και την σκεπάσανε με λίγο χώμα και χαλίκια. Τελευταία μετά 14 μέρες φτάσανε τα γυναικόπαιδα στον τόπο της εξορίας, στο  Ερζερούμ και στο Χούνους....

Μιλτιάδης Κ. Νυμφόπουλος
Εκπαιδευτικός
Ισοριογράφος της Σαντάς
Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah