Η λαϊκή ιατρική στον Πόντο αποτελεί ένα εκπληκτικό και θαυμαστό δημιούργημα του εκεί ελληνικού λαϊκού πολιτισμού. Πείρα αιώνων και προσπάθειες γενεών αποθησαύρισαν στη μνήμη των Ελλήνων κατοίκων του Πόντου μια πολύτιμη κληρονομιά δοξασιών και αντιλήψεων γύρω από την αρρώστια, όπως και ένα πλούσιο σύνολο πρακτικών θεραπευτικών μεθόδων. Χάρη σ’ αυτές τις μνήμες έχουμε εμείς σήμερα τη δυνατότητα να μελετάμε αυτούσια και αμιγή την ποντιακή λαϊκή ιατρική.
Για τον ειδικό ερευνητή η λαϊκή ιατρική του Πόντου παρουσιάζει ενδιαφέρουσες ιδιορρυθμίες και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Οι ρίζες της χάνονται στα βάθη των αιώνων, αλλά αυτή μένει συγκεκριμένη και χειροπιαστή. Παρόλο που οι δοξασίες που εμπνέουν πολλές από τις πρακτικές εφαρμογές της θεραπευτικής αυτής πηγάζουν από τον απύθμενο κόσμο του ανθρώπινου συλλογικού ασυνείδητου και την καλύπτουν με την άχλη του μύθου, εντούτοις παρουσιάζεται ως εφαρμόσιμη και αποτελεσματική. Οδηγημένη συχνά από μια μαγικοθρησκευτική αίσθηση της ζωής, ωθεί την αιτιοκρατία ή την προλογική αντίληψη των πραγμάτων μέχρι τα έσχατα, μέχρι το σημείο εκείνο που κάνει τον άνθρωπο δυνατό απέναντι στη ζωή και στο θάνατο.
Στην ανακοίνωσή μου βασίστηκα στις τυπωμένες συλλογές λαϊκής ιατρικής του Πόντου που αναφέρονται στο τέλος του άρθρου. Ύστερα από τη μελέτη και τη συγκριτική έρευνα όλου αυτού του υλικού, οδηγήθηκα στις πιο κάτω παρατηρήσεις:
1.Ένα μεγάλο μέρος λαϊκών δοξασιών και θεραπευτικών μεθόδων της λαϊκής ιατρικής του Πόντου είναι κοινό και όμοιο με εκείνο της λαϊκής ιατρικής ολόκληρης της άλλης Ελλάδας.
2.Υπάρχουν μορφές δοξασιών και θεραπευτικής που μαρτυρούνται βασικά με επίκεντρο τον Πόντο και αποτελούν ιδιορρυθμίες της περιοχής αυτής.
3.Εμφανίζονται ορισμένες ιατρικές πληροφορίες από τον Πόντο που παρουσιάζουν μια αντιστοιχία με ιατροφαρμακευτικές συνταγές καταχωρισμένες σε ιατροσοφικούς κώδικες διαφόρων εποχών ή στηρίζονται σε δοξασίες παλαιότατες, που αναφέρονται από το Βυζάντιο και τους μεταβυζαντινούς χρόνους.
4.Υπάρχουν στοιχεία στη νοοτροπία που διέπει τη λαϊκή ιατρική του Πόντου, που αναγκάζουν τον ερευνητή να ανατρέξει στην αλεξανδρινή εποχή με την έντονη παρουσία ιπποκρατικών δογμάτων, γαληνικών δοξασιών, θεραπευτικών συλλογών του Διοσκουρίδη και των άλλων ιατρών.
Με βάση τις τέσσερις αυτές διαπιστώσεις που έκαμα στη λαϊκή ιατρική του Πόντου, θα δώσω τώρα μερικά παραδείγματα:
1.Θεραπευτικές μέθοδοι που εμφανίζονται κοινές στον Πόντο όπως και σε όλη την Ελλάδα.
Στη θεραπεία των αμυγδαλών και στους πόνους των αφτιών, στη θεραπεία του άνθρακα, στο πετινιάζ’ και στο κρύωμαν, στο σκεντρίασμαν (κέντρισμα) και στο δάγκωμα του σκύλου, στο νεροκράτεμαν (δυσουρία) και στα εγκαύματα, στο σαρουλούχ (τον ίκτερο) και στους καλογήρους, στο μαγιασούρ (αιμορροΐδες), στον κοιλόπονο και σε πλήθος άλλων ασθενειών, υπάρχουν κοινά θεραπευτικά μέσα που εφαρμόζονται με μια σταθερή και εντυπωσιακή ομοιότητα παντού όπου υπάρχουν Έλληνες.
Μια τέτοια όμως διάδοση ενός μεγάλου αριθμού όμοιων θεραπευτικών μεθόδων σ’ ένα μόνο συμπέρασμα μπορεί να οδηγήσει, κατά την αντίληψή μου, τον ερευνητή: όλα αυτά τα κοινά θεραπευτικά ξεκινούν από μια παλαιότερη κοινή βάση και ο Πόντος, όσο μακριά κι αν βρισκόταν γεωγραφικά, όσο απομονωμένος κι αν φαινόταν, κρατούσε στενούς δεσμούς με ολόκληρο το σώμα του ελληνισμού και εφάρμοζε στη λαϊκή θεραπευτική κοινούς και ζωντανούς τρόπους στηριγμένους σε αρχαιότροπες αρχές και αντιλήψεις.
2. Θεραπευτικές δοξασίες και μέθοδοι που εμφανίζονται με ιδιαίτερη έμφαση εντοπισμένες στον Πόντο.
Οι θεραπευτικές αυτές αρχές εκφράζονται ιδιαίτερα στη χρήση διαφόρων βοτάνων, σε πρακτικά μέσα θεραπείας και σε μαγικοθρησκευτικές προσπάθειες.
Πρώτα απ’όλα οι Έλληνες του Πόντου έχουν προσαρμοστεί ειδικά στα τοπικά φυτικά προϊόντα των διαφόρων περιοχών όπου έχουν εγκατασταθεί. Γνώσεις αιώνων γύρω από τα διάφορα βότανα έχουν δημιουργήσει έναν ξεχωριστό και ιδιάζοντα χώρο βοτανοθεραπευτικής. Η κορασίτα και η ριζομάστιχα, η τζιλβονίτα και καρτσάλα, η τζουρανέα και τα χαβούρτα, για να μην αναφέρω παρά ελάχιστα από τα καταπληκτικά φυτά της ποντιακής χλωρίδας, πρόσφεραν θαυμαστή βοήθεια στον άρρωστο και σημείωναν το χώρο της διαφοράς της εντόπιας θεραπευτικής προς εκείνη της υπόλοιπης Ελλάδας.
Στη συνέχεια μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι οι διαφορές και οι ιδιορρυθμίες στα πρακτικά μέσα θεραπευτικής στηρίζονται κυρίως σε παλαιότατες αντιλήψεις ομοιοπαθητικής μαγείας και διαφόρων άλλων πρακτικών εφαρμογών.
Ένα σημαντικό παράδειγμα μας προσφέρει το περίφημο «θαυματουργό σημαδοχόρταρο» που αναφέρεται από τους κατοίκους του χωριού Τρουψή της Επαρχίας Κολωνίας και Νικοπόλεως.
Το σημαδοχόρταρο είχε την εξής ιδιότητα: ύστερα από την εκρίζωσή του, όσο αυτό ξεραινόταν τόσο θεραπευόταν η πληγή κάποιου που χρόνιζε, έτρεχε και δεν έκλεινε. Την πληγή αυτή την έλεγαν σιρατσέ. Όσοι έπασχαν λοιπόν από μια τέτοια ανίατη πληγή, όχι μόνο από τη γύρω περιοχή, αλλά και από την Κερασούντα, την Τρίπολη κ.λπ., ζητούσαν να πάρουν ένα τέτοιο φυτό. Το ξερίζωμά του γινόταν το Μάιο. Ο ενδιαφερόμενος έπρεπε να φέρει μια λουρίδα πανί από τα ρούχα εκείνου που έπασχε.
Ο χωρικός που έβγαζε το φυτό έδενε πρώτα στα φύλλα του τη λουρίδα το πανί (και γι’ αυτό το έλεγαν σημαδοχόρταρο), έσκαβε προσεκτικά να μην κοπεί καμιά ρίζα του ή καμιά πατάτα και το έστελνε στον πάσχοντα. Όταν αυτό το μετέφερε στο σπίτι του, το κρεμούσε ψηλά και το παρακολουθούσε. Όσο ξεραινόταν το φυτό τόσο ξεραινόταν και θεραπευόταν και η πληγή του.
Στο πιο πάνω παράδειγμα μπορούμε να παρακολουθήσουμε συσσώρευση αρχαϊκών αντιλήψεων που εντοπίζονται σ’ ένα συγκεκριμένο προϊόν μιας ορισμένης περιοχής του Πόντου.
Ακόμη ιδιομορφίες εμφανίζονται ως προς την αντιμετώπιση ορισμένων ασθενειών. Ας παρακολουθήσουμε τι συμβαίνει με τον κοκκύτη, τον κοκκύτσον. Πέρα από τα διάφορα άλλα θεραπευτικά, στον Πόντο εφάρμοζαν και το τρυποπέρασμα. Η εφαρμογή του τρυποπεράσματος για τη θεραπεία του κοκκύτη είναι αρκετά ασυνήθιστη στους άλλους ελληνικούς τόπους και οι μορφές που παίρνει το τρυποπέρασμα στον Πόντο είναι επίσης ιδιόρρυθμες. Οι μορφές αυτές είναι οι εξής:
Α. Άνοιγαν μια μεγαλούτσικη τρύπα στο σκουπιδότοπο (’ς σην τσόπλικαν) και από εκεί μέσα έπρεπε να περάσει τρεις φορές ο άρρωστος.
Β.Έβαζαν τον άρρωστο να περάσει επί τρεις μέρες και από τρεις φορές κάτω από την κοιλιά μαύρης γαϊδούρας.
Γ. Περνούσαν το κοκκυτσωμένον παιδί τρεις μέρες από τρεις φορές κάτω από γεφυρωτή ρίζα καρυδιάς.
Δ. Άνοιγαν στη γη δύο παράλληλους λάκκους, τους ένωναν από το βάθος γεφυρωτά και περνούσαν το άρρωστο μωρό κάτω από το γεφύρωμα που είχαν κατασκευάσει.
Και ο ερευνητής αναγκαστικά σκέφτεται: ποιες άραγε άγνωστες σ’ εμάς και λησμονημένες αντιλήψεις γύρω από τον πνιγηρό βήχα, τον κοκκύτη, οδήγησαν σε μια τέτοια συσσώρευση εφαρμογών τρυποπεράσματος;
Οι ιδιομορφίες στην ποντιακή θεραπευτική είναι τόσες όσες -θα έλεγα- είναι και οι ιδιομορφίες στις εκφράσεις μιας αρχαιότροπης αντίληψης.
3.Ιδιόρρυθμες δοξασίες και θεραπευτικές πληροφορίες από τον Πόντο, που παρουσιάζουν αντιστοιχίες με μαρτυρίες της βυζαντινής και της μεταβυζαντινής εποχής.
Το πρώτο και σπουδαίο παράδειγμα που θέλω εδώ να αναφέρω είναι τα περίφημα ποντιακά χαρτοδεβάσματα, που αποτελούν μια άμεση βυζαντινή συνέχεια. Για κάθε ασθένεια ή δυστύχημα που προκαλούσε αχπάραγμαν (ξάφνιασμα) με συνέπεια την καχεξία μικρών και μεγάλων, καλούσαν τον παπά της ενορίας για το χαρτοδέβασμα. Εκείνος έκανε την ιεροτελεστία του με το πετραχήλι, που είχε τη χάρη και το ευχολόγι, το οποίο είχε εξορκισμούς και ευχές.
Τα χαρτοδεβάσματα συνεχίζονταν στο τσουχίνισμαν (άσθμα), στη βασκανία με τα ειδικά ομματοχάρτια, στον ψύχον ή στη χαβάν (ελονοσία), στη σάρα (σεληνιασμό), στο καμπούρω-μαν, στο σουρουπάτ’ (κουλούριασμα), στον κοιλόπονο, στη βράσα (ευλογιά), στο γάγγρωμαν (παράλυση), στο πάτεμαν (ατροφία), στον πονοκέφαλο (κεφαλοπονίαν), στον τύφο (χαμνία), στο βαρέμ’ (φυματίωση), στο βλάψιμον ή στο τσαρπίνεμαν (δαιμονοπείραξη).
Ένα δεύτερο σημείο που θέλω να επισημάνω είναι η προσωποποίηση που γίνεται από τους κατοίκους του Πόντου στην Πανώλη. Ολόκληρη η άλλη Ελλάδα βλέπει την Πανώλη (πανούκλα) σαν μια γριά, μαυροφόρα, δύσμορφη κλπ. Μόνο ο Πόντος διατηρεί μια παλαιότατη βυζαντινή προσωποποίηση της αρρώστιας αυτής σε ανδρική μορφή με το όνομα ο Γουρζουλάς.
Σύμφωνα με τη λαϊκή αντίληψη των Ποντίων, ο Γουρζουλάς ήταν άνδρας με ψηλό ανάστημα, θηριώδη φυσιογνωμία, με βλέμμα οξύ και μάτια κατακόκκινα, με μαλλιά και γένια ατημέλητα, με μουστάκι σκληρό στραμμένο προς τα πάνω, με μάλλινο κωνοειδή σκούφο (κετσέ), με ρούχα πλατιά και ζώνη πλατιά, με ψηλά υποδήματα, τα κοινώς λεγάμενα τσανκία και με λόγχη μακριά στό χέρι. Ο Γουρζουλάς ακόμη, σύμφωνα με ορισμένες παραδόσεις, δεν ήταν ένας, αλλά περισσότεροι, οι Γουρζουλάδες.
Η αντίληψη όμως αυτή, που δεν υπάρχει σε κανέναν άλλο ελληνικό τόπο, μόνο στον Πόντο, μαρτυρείται σταθερά από τους βυζαντινούς χρόνους. Οι βυζαντινοί ιστορικοί μας παραδίδουν από τον 6ο αιώνα μ.Χ. και ύστερα προλήψεις και δοξασίες γύρω από την επάρατη αυτή νόσο και τις επιδημίες της. Ο ιστορικός Προκόπιος περιγράφει τη μεγάλη επιδημία πανούκλας που είχε ενσκήψει την εποχή του Ιουστινιανού στην Κωνσταντινούπολη και εκθέτει τις ιδέες που κυκλοφορούσαν στις μέρες του για την αρχή και τη διάδοση του κακού. «Δευτέρω δε έτει» γράφει «ες Βυζάντιον μεσούντος του ήρος αφίκετο, ένθα και, εμοί επιδημείν τηνικαύτα ξυνέβη. Εγίνετο δε ώδε. Φάσματα δαιμόνων πολλοίς ες πάσαν ανθρώπου ιδέαν ώφθη, όσοι τε αυτής παραπίπτοιεν, παίεσθαι ώοντο προς του εντύχοντος ανδρός, όπη παρατύχοι του σώματος, άμα τε το φάσμα εώρων και τη νόσω αυτίκα ηλίσκοντο.
Κατ’ αρχάς μεν ουν οι παραπεκτωκότες αποτρέπεσθαι αυτά επειρώντο, των τε ονομάτων αποστοματίζοντες τα θειότατα και τα άλλα εξοσιούμενοι, ως έκαστος πη εδύνατο, ήνυον μέντοι το παράπαν ουδέν, επεί καν τοις ιεροίς οι πλείστοι καταφεύγοντες διεφθείροντο.Ύστερον δε ουδέ τοις φίλοις καλούσιν επακούειν ηξίουν, αλλά καθείρξαντες αυτούς εν τοις δωματίοις, ότι δη ουκ επαΐειν προσεποιούντο, καίπερ αρασσομένων αυτοίς των θυρών, δειμαίνοντες δηλονότι μη δαιμόνων τις ο καλών είη.
Τισί δε ουχ ούτως ο λοιμός επέσκηψεν, αλλ’ όψιν ονείρου ιδόντες ταυτό τούτο προς του επιστάντος πάσχειν έδοκουν, η λόγου ακούειν προλέγοντας σφίσιν ότι δη ες των τεθνηξομένων τον αριθμόν ανάγραπτοί είεν».
Δύο περίπου αιώνες αργότερα, όταν καινούργιος λοιμός μάστιζε το Βυζάντιο, οι ίδιες δοξασίες εμφανίζονται πάλι. Ο πατριάρχης Νικηφόρος για την επιδημία αυτή του 747 γράφει: «Επετείνετο δε τα της φθοράς μάλιστα περί το Βυζάντιον. Τεράστια δ’ ουν και δείματα εξαπίνης εφαίνετο. τύποι σταυροειδείς εν τε τοις των ανθρώπων στολαίς και των ιερών εσθημάτων επανέτελλον, ταις θύραις τε ωσαύτως και τοις των θυρών σταθμοίς, α δη φαινόμενα φρίκην μεγάλην και απορίαν πάσιν ενέτικτεν ως παραχρήμα τον όλεθρον μηνύοντα έσεσθαι. Ώσπερ δε εξεστηκότες τω δέει οι άνθρωποι και φαντασιούμενοι εδόκουν αυτοίς ως ξένοις τισί συνοδεύειν και ειδεχθέσιν ανθρώποις, και είτα ως γνωρίμους δήθεν τοις εντυγχάνουσι προσαγορεύοντες, και τα προς την οδόν ωμιλημένα ετέροις έπειτα αφηγούμενοι και άλλοις φάσμασι τισίν εκδειματούμενοι εύρουν (εώρων) ξίφεσιν αλλήλους (άλλους;) τινάς βάλλοντας».
Οι άνθρωποι επομένως έβλεπαν κάποιους ξένους ανθρώπους ειδεχθείς που τους χτυπούσαν με το ξίφος τους. Επίσης, ο ιστορικός Γεώργιος Κεδρηνός, για τον ίδιο λοιμό αναφέρει ότι οι άνθρωποι «εώρων... αυτούς (τους ξένους) εις οίκους εισερχόμενους και τους μεν του οίκου κρεμώντας, τους δε ξίφει τιτρώσκοντας».
Συνεπώς, μέσα στις ποντιακές δοξασίες για το Γουρζουλά, την επιδημία της πανούκλας, μπορούμε να παρακολουθήσουμε τη σταθερή παρουσία βυζαντινών δοξασιών, που οι μαρτυρίες τους ξεκινούν από τον 6ο αιώνα μ.Χ.
Άμεση σχέση της λαϊκής ιατρικής του Πόντου με το Βυζάντιο συναντάμε επίσης στην περιγραφή που γίνεται για την ταβάρα, τον εφιάλτη, στην οποία δίνονται τα ίδια επίθετα με τη Γελλώ των Βυζαντινών, στα πάμπολλα καρφώματα, δεσίματα κ.λπ. μαγικά μέσα αναστολής της αρρώστιας μέσα στην προφορική παράδοση των απλών ανθρώπων του Πόντου, ενώ τις ίδιες συνταγές τις βρίσκουμε σε διάφορους ιατροσοφικούς κώδικες που ξεκινούν από το Βυζάντιο.
Ενδεικτικά αναφέρω μερικές συνταγές. Στον Πόντο, στο αχαντίαμαν (τσίμπημα από αγκάθι), όταν έμενε το αγκάθι μέσα στο χέρι ή στο πόδι, για να το βγάλουν, έπιαναν μια σαύρα, έπαιρναν το κεφάλι της, το κοπάνιζαν και το έβαζαν πάνω στο «ακανθόπληκτο» μέρος, για να βγει το αγκάθι.
Είναι εκπληκτικό ότι σε κώδικα (3632 της Βολωνίας) του 15ου αιώνα διαβάζουμε ότι η σαύρα «συντριβείσας σίδερα και βέλη και ανκίδας όσα εκ βάθους φέρει εις την άνω επιφάνειαν» (σελ. 319).
Ένα ακόμη παράδειγμα. Σύμφωνα με ποντιακή συνήθεια στο ποδαροπρέξιμον, όταν πρηζόταν δηλαδή τα πόδια από άγνωστη αιτία και όχι από χτύπημα, άλειφαν επανειλημμένα το πρησμένο μέρος αντικρίζοντάς το στη φωτιά του παρακαμίν’ (εστία) με λάδι από αλεπούς κορμί. Το λάδι αυτό το παρασκεύαζαν με τον εξής τρόπο: «Εστηναν παγίδα και πιανόταν η αλεπού από το πόδι. Αφαιρούσαν το δέρμα της, αφού τη θανάτωναν. Κομμάτιαζαν ολόκληρο το σώμα μαζί με το κεφάλι και τα πόδια και τα βάζαν σε καζάνι. Έχυναν μέσα λάδι όσο να σκεπάζει τα κομμάτια. Τα έβραζαν στη φωτιά τόσο όσο να διαλύεται το υλικό και να μεταβάλει το κρέας και το λίπος της αλεπούς σε λάδι. Στράγγιζαν κατόπιν και έπαιρναν το λάδι που το κρατούσαν για φάρμακο» στους πόνους των ποδιών.
Η όλη αυτή παρασκευή του λαδιού της αλεπούς αποτελεί μια κοινή γνώση για τους Ποντίους, προφορική και πατροπαράδοτη. Εντυπωσιακό είναι όμως το γεγονός ότι η συνταγή για το λάδι της αλεπούς αποτελεί παλιά κληρονομιά. Σε ιατροσοφικό κώδικα του τέλους του 17ου αιώνα, που βρίσκεται στη βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής Ολυμπιωτίσσης Ελάσσονος, καταχωρίζονται τα εξής: «Η αλώπιξ τετράποδον εστίν ζώον. Ταύτην εάν ζώσαν αγρεύσης και εμβάλεις εις παλαιότατον έλαιον και έψη έως ου εις το τέλος τακή και καθίσας εις αγγείον έχον έλαιον και εξ αυτού αλείψης ποδαλγούς, αρθριτικούς και παρειμένους έχοντας επί πολλά τα πάθη θεραπεύει, παραδόξως».
Η εμφάνιση όμως της συνταγής αυτής δεν ανήκει στο 17ο αιώνα. Στον κώδικα 3652 του 15ου αιώνα, της πανεπιστημιακής βιβλιοθήκης της Βολονίας, διαβάζουμε: «Αλώπηξ πάσι γνωστόν το ζώον εάν τις πιάσει αυτοίν ζώσαν και βάλη αυτήν ης έλεον παλεόν και καθέψη κ.λπ.... ποδαλγικούς ιάται».
Παραδείγματα τέτοιων συνταγών από τη βυζαντινή εποχή, που ζουν αναλλοίωτα στη μνήμη του ποντιακού λαού και μεταφέρονταν από γενιά σε γενιά και από στόμα σε στόμα υπάρχουν πολλά. Με μια εντυπωσιακή σταθερότητα επαναλαμβάνονται οι συνταγές αυτές μέσα στους αιώνες και οι Πόντιοι διατηρούν αμετακίνητη την πεποίθηση στην αποτελεσματικότητά τους.
4.Υπάρχουν στοιχεία στη νοοτροπία που διέπει τη λαϊκή ιατρική του Πόντου που οδηγούν σε ιπποκρατικά ή γαληνικά κ,λπ. δόγματα θεραπευτικής. Σε καμιά άλλη περιοχή της Ελλάδας δεν εμφανίζονται τόσο συχνά όπως στον Πόντο, ανάμεσα στα βασικά μέτρα για την ανακούφιση του αρρώστου, τα λουτρά.
Στο κρυολόγημα και στο βήχα, στην ελονοσία, στη δηλητηρίαση από το μαγκάλι, στο φαρμάκωμαν (τροφική δηλητηρίαση), στον κοιλόπονο, στον πνιγμό στη θάλασσα, στο φούρκιγμαν, στο πάτεμαν (ατροφία), στα μιμίδια (σπυριά) και σε διάφορες άλλες περιπτώσεις αναφέρονται λουτρά. Ακόμη ευρύτατη είναι η χρήση του κριθαριού. Ως χυλός αποτελεί το βασικό ρόφημα στις πιο πολλές αρρώστιες. Επίσης είναι συχνή στην ποντιακή λαϊκή θεραπευτική η χρήση των υποκαπνισμών.
Και τα τρία αυτά -μένω εδώ μόνο- βοηθητικά θεραπευτικά μέσα αποτελούν βασικά στοιχεία της αρχαίας ελληνικής ιατρικής και επιβιώνουν εφαρμοζόμενα με μεγάλη ζωντάνια και εμπιστοσύνη από το λαό του Πόντου.
Τα συμπεράσματα στα οποία οδηγεί η βασική θεώρηση της λαϊκής ιατρικής του Πόντου θα μπορούσαν να συνοψιστούν ως εξής:
Μέσα σε ένα κλειστό σύνολο γεωγραφικά, αρκετά απομονωμένο και πολύ απομακρυσμένο από την κυρίως Ελλάδα, ζει μια λαϊκή θεραπευτική, η οποία, πρώτον, έχει πολλά βασικά στοιχεία όμοια με τη Μητρόπολη και, δεύτερον, διατηρεί αρχαίες ελληνικές και βυζαντινές αντιλήψεις και δοξασίες. Η λαϊκή του Πόντου έχει αποθησαυρίσει τη θεραπευτική εμπειρία αιώνων, τη διατηρεί ζωντανή και ενεργή και κρύβει μυστικά που ερευνώμενα είναι βέβαιο ότι μπορούν να οδηγήσουν στη λύση και στη διαφώτιση προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο ερευνητής της καθ’ όλου ελληνικής λαϊκής ιατρικής. Η σημασία και η θέση της λαϊκής ιατρικής του Πόντου είναι σπουδαιότατη για την έρευνα.
Αγλαΐα Μπίμπη Παπασπυροπούλου Αρχείον Πόντου Τόμος 38 (1981)
Πληροφοριακό υλικό που χρησιμοποιήθηκε:
Ανανία Νικολαϊδη, «Λαϊκή ιατρική των Ελλήνων του Πόντου», δημοσιευμένη στο Αρχείον Πόντου 36 (1980) 8-82.
Γ. Κ. Χατζοπούλου, «Η λαϊκή ιατρική εις το χωρίον Αντρεάντων Αμισού Πόντου», δημοσιευμένη στο Αρχεϊον Πόντου 34 (1977-78) 204-247.
Γεωργίου Γρ. Γρηγοριάδη, «Η λαϊκή ιατρική στο Κάρς», δημοσιευμένη επίσης στο Αρχείον Πόντου 34 (1977-78) 191-203.
Εκτός αυτών, αξιόλογα στοιχεία λαϊκής θεραπευτικής προσφέρουν:
Ο Ξεν. Κ. Άκογλους στο βιβλίο του «Από τη ζωή του Πόντου, Λαογραφικά Κοτυώρων», Αθήνα 1939, σελ. 312- 316.
Ο Π.Η. Μελανοφρύδης με το «Ιατροσόφιον του Πόντου», δημοσιευμένο σε συνέχειες στην Ποντιακή Εστία.
Η Δέσποινα Φωστηροπούλου στο άρθρο της «Πρακτική ιατρική Ιμέρας», στο Αρχείον Πόντου, και διάφορες άλλες συλλογές πληροφοριών.
Έλαβα ακόμη υπόψη μου τις ανέκδοτες συλλογές του Λαογραφικού Αρχείου του Κέντρου Ερεύνης Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών, όπως τις ανέκδοτες συλλογές του Σπουδαστηρίου Λαογραφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Το κρεμμύδι στη λαϊκή ιατρική του Πόντου το χρησιμοποιούσαν για την αρτηριοσκλήρωση |
Για τον ειδικό ερευνητή η λαϊκή ιατρική του Πόντου παρουσιάζει ενδιαφέρουσες ιδιορρυθμίες και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Οι ρίζες της χάνονται στα βάθη των αιώνων, αλλά αυτή μένει συγκεκριμένη και χειροπιαστή. Παρόλο που οι δοξασίες που εμπνέουν πολλές από τις πρακτικές εφαρμογές της θεραπευτικής αυτής πηγάζουν από τον απύθμενο κόσμο του ανθρώπινου συλλογικού ασυνείδητου και την καλύπτουν με την άχλη του μύθου, εντούτοις παρουσιάζεται ως εφαρμόσιμη και αποτελεσματική. Οδηγημένη συχνά από μια μαγικοθρησκευτική αίσθηση της ζωής, ωθεί την αιτιοκρατία ή την προλογική αντίληψη των πραγμάτων μέχρι τα έσχατα, μέχρι το σημείο εκείνο που κάνει τον άνθρωπο δυνατό απέναντι στη ζωή και στο θάνατο.
Στην ανακοίνωσή μου βασίστηκα στις τυπωμένες συλλογές λαϊκής ιατρικής του Πόντου που αναφέρονται στο τέλος του άρθρου. Ύστερα από τη μελέτη και τη συγκριτική έρευνα όλου αυτού του υλικού, οδηγήθηκα στις πιο κάτω παρατηρήσεις:
1.Ένα μεγάλο μέρος λαϊκών δοξασιών και θεραπευτικών μεθόδων της λαϊκής ιατρικής του Πόντου είναι κοινό και όμοιο με εκείνο της λαϊκής ιατρικής ολόκληρης της άλλης Ελλάδας.
2.Υπάρχουν μορφές δοξασιών και θεραπευτικής που μαρτυρούνται βασικά με επίκεντρο τον Πόντο και αποτελούν ιδιορρυθμίες της περιοχής αυτής.
3.Εμφανίζονται ορισμένες ιατρικές πληροφορίες από τον Πόντο που παρουσιάζουν μια αντιστοιχία με ιατροφαρμακευτικές συνταγές καταχωρισμένες σε ιατροσοφικούς κώδικες διαφόρων εποχών ή στηρίζονται σε δοξασίες παλαιότατες, που αναφέρονται από το Βυζάντιο και τους μεταβυζαντινούς χρόνους.
4.Υπάρχουν στοιχεία στη νοοτροπία που διέπει τη λαϊκή ιατρική του Πόντου, που αναγκάζουν τον ερευνητή να ανατρέξει στην αλεξανδρινή εποχή με την έντονη παρουσία ιπποκρατικών δογμάτων, γαληνικών δοξασιών, θεραπευτικών συλλογών του Διοσκουρίδη και των άλλων ιατρών.
Με βάση τις τέσσερις αυτές διαπιστώσεις που έκαμα στη λαϊκή ιατρική του Πόντου, θα δώσω τώρα μερικά παραδείγματα:
1.Θεραπευτικές μέθοδοι που εμφανίζονται κοινές στον Πόντο όπως και σε όλη την Ελλάδα.
Στη θεραπεία των αμυγδαλών και στους πόνους των αφτιών, στη θεραπεία του άνθρακα, στο πετινιάζ’ και στο κρύωμαν, στο σκεντρίασμαν (κέντρισμα) και στο δάγκωμα του σκύλου, στο νεροκράτεμαν (δυσουρία) και στα εγκαύματα, στο σαρουλούχ (τον ίκτερο) και στους καλογήρους, στο μαγιασούρ (αιμορροΐδες), στον κοιλόπονο και σε πλήθος άλλων ασθενειών, υπάρχουν κοινά θεραπευτικά μέσα που εφαρμόζονται με μια σταθερή και εντυπωσιακή ομοιότητα παντού όπου υπάρχουν Έλληνες.
Μια τέτοια όμως διάδοση ενός μεγάλου αριθμού όμοιων θεραπευτικών μεθόδων σ’ ένα μόνο συμπέρασμα μπορεί να οδηγήσει, κατά την αντίληψή μου, τον ερευνητή: όλα αυτά τα κοινά θεραπευτικά ξεκινούν από μια παλαιότερη κοινή βάση και ο Πόντος, όσο μακριά κι αν βρισκόταν γεωγραφικά, όσο απομονωμένος κι αν φαινόταν, κρατούσε στενούς δεσμούς με ολόκληρο το σώμα του ελληνισμού και εφάρμοζε στη λαϊκή θεραπευτική κοινούς και ζωντανούς τρόπους στηριγμένους σε αρχαιότροπες αρχές και αντιλήψεις.
2. Θεραπευτικές δοξασίες και μέθοδοι που εμφανίζονται με ιδιαίτερη έμφαση εντοπισμένες στον Πόντο.
Οι θεραπευτικές αυτές αρχές εκφράζονται ιδιαίτερα στη χρήση διαφόρων βοτάνων, σε πρακτικά μέσα θεραπείας και σε μαγικοθρησκευτικές προσπάθειες.
Πρώτα απ’όλα οι Έλληνες του Πόντου έχουν προσαρμοστεί ειδικά στα τοπικά φυτικά προϊόντα των διαφόρων περιοχών όπου έχουν εγκατασταθεί. Γνώσεις αιώνων γύρω από τα διάφορα βότανα έχουν δημιουργήσει έναν ξεχωριστό και ιδιάζοντα χώρο βοτανοθεραπευτικής. Η κορασίτα και η ριζομάστιχα, η τζιλβονίτα και καρτσάλα, η τζουρανέα και τα χαβούρτα, για να μην αναφέρω παρά ελάχιστα από τα καταπληκτικά φυτά της ποντιακής χλωρίδας, πρόσφεραν θαυμαστή βοήθεια στον άρρωστο και σημείωναν το χώρο της διαφοράς της εντόπιας θεραπευτικής προς εκείνη της υπόλοιπης Ελλάδας.
Στη συνέχεια μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι οι διαφορές και οι ιδιορρυθμίες στα πρακτικά μέσα θεραπευτικής στηρίζονται κυρίως σε παλαιότατες αντιλήψεις ομοιοπαθητικής μαγείας και διαφόρων άλλων πρακτικών εφαρμογών.
Ένα σημαντικό παράδειγμα μας προσφέρει το περίφημο «θαυματουργό σημαδοχόρταρο» που αναφέρεται από τους κατοίκους του χωριού Τρουψή της Επαρχίας Κολωνίας και Νικοπόλεως.
Η γεντιάνα θεωρούσαν ότι είχε θεραπευτικές ιδιότητες σε τραύματα. |
Το σημαδοχόρταρο είχε την εξής ιδιότητα: ύστερα από την εκρίζωσή του, όσο αυτό ξεραινόταν τόσο θεραπευόταν η πληγή κάποιου που χρόνιζε, έτρεχε και δεν έκλεινε. Την πληγή αυτή την έλεγαν σιρατσέ. Όσοι έπασχαν λοιπόν από μια τέτοια ανίατη πληγή, όχι μόνο από τη γύρω περιοχή, αλλά και από την Κερασούντα, την Τρίπολη κ.λπ., ζητούσαν να πάρουν ένα τέτοιο φυτό. Το ξερίζωμά του γινόταν το Μάιο. Ο ενδιαφερόμενος έπρεπε να φέρει μια λουρίδα πανί από τα ρούχα εκείνου που έπασχε.
Ο χωρικός που έβγαζε το φυτό έδενε πρώτα στα φύλλα του τη λουρίδα το πανί (και γι’ αυτό το έλεγαν σημαδοχόρταρο), έσκαβε προσεκτικά να μην κοπεί καμιά ρίζα του ή καμιά πατάτα και το έστελνε στον πάσχοντα. Όταν αυτό το μετέφερε στο σπίτι του, το κρεμούσε ψηλά και το παρακολουθούσε. Όσο ξεραινόταν το φυτό τόσο ξεραινόταν και θεραπευόταν και η πληγή του.
Στο πιο πάνω παράδειγμα μπορούμε να παρακολουθήσουμε συσσώρευση αρχαϊκών αντιλήψεων που εντοπίζονται σ’ ένα συγκεκριμένο προϊόν μιας ορισμένης περιοχής του Πόντου.
Ακόμη ιδιομορφίες εμφανίζονται ως προς την αντιμετώπιση ορισμένων ασθενειών. Ας παρακολουθήσουμε τι συμβαίνει με τον κοκκύτη, τον κοκκύτσον. Πέρα από τα διάφορα άλλα θεραπευτικά, στον Πόντο εφάρμοζαν και το τρυποπέρασμα. Η εφαρμογή του τρυποπεράσματος για τη θεραπεία του κοκκύτη είναι αρκετά ασυνήθιστη στους άλλους ελληνικούς τόπους και οι μορφές που παίρνει το τρυποπέρασμα στον Πόντο είναι επίσης ιδιόρρυθμες. Οι μορφές αυτές είναι οι εξής:
Α. Άνοιγαν μια μεγαλούτσικη τρύπα στο σκουπιδότοπο (’ς σην τσόπλικαν) και από εκεί μέσα έπρεπε να περάσει τρεις φορές ο άρρωστος.
Β.Έβαζαν τον άρρωστο να περάσει επί τρεις μέρες και από τρεις φορές κάτω από την κοιλιά μαύρης γαϊδούρας.
Γ. Περνούσαν το κοκκυτσωμένον παιδί τρεις μέρες από τρεις φορές κάτω από γεφυρωτή ρίζα καρυδιάς.
Δ. Άνοιγαν στη γη δύο παράλληλους λάκκους, τους ένωναν από το βάθος γεφυρωτά και περνούσαν το άρρωστο μωρό κάτω από το γεφύρωμα που είχαν κατασκευάσει.
Και ο ερευνητής αναγκαστικά σκέφτεται: ποιες άραγε άγνωστες σ’ εμάς και λησμονημένες αντιλήψεις γύρω από τον πνιγηρό βήχα, τον κοκκύτη, οδήγησαν σε μια τέτοια συσσώρευση εφαρμογών τρυποπεράσματος;
Οι ιδιομορφίες στην ποντιακή θεραπευτική είναι τόσες όσες -θα έλεγα- είναι και οι ιδιομορφίες στις εκφράσεις μιας αρχαιότροπης αντίληψης.
3.Ιδιόρρυθμες δοξασίες και θεραπευτικές πληροφορίες από τον Πόντο, που παρουσιάζουν αντιστοιχίες με μαρτυρίες της βυζαντινής και της μεταβυζαντινής εποχής.
Το πρώτο και σπουδαίο παράδειγμα που θέλω εδώ να αναφέρω είναι τα περίφημα ποντιακά χαρτοδεβάσματα, που αποτελούν μια άμεση βυζαντινή συνέχεια. Για κάθε ασθένεια ή δυστύχημα που προκαλούσε αχπάραγμαν (ξάφνιασμα) με συνέπεια την καχεξία μικρών και μεγάλων, καλούσαν τον παπά της ενορίας για το χαρτοδέβασμα. Εκείνος έκανε την ιεροτελεστία του με το πετραχήλι, που είχε τη χάρη και το ευχολόγι, το οποίο είχε εξορκισμούς και ευχές.
Τα χαρτοδεβάσματα συνεχίζονταν στο τσουχίνισμαν (άσθμα), στη βασκανία με τα ειδικά ομματοχάρτια, στον ψύχον ή στη χαβάν (ελονοσία), στη σάρα (σεληνιασμό), στο καμπούρω-μαν, στο σουρουπάτ’ (κουλούριασμα), στον κοιλόπονο, στη βράσα (ευλογιά), στο γάγγρωμαν (παράλυση), στο πάτεμαν (ατροφία), στον πονοκέφαλο (κεφαλοπονίαν), στον τύφο (χαμνία), στο βαρέμ’ (φυματίωση), στο βλάψιμον ή στο τσαρπίνεμαν (δαιμονοπείραξη).
Σκόρδο για την υπέρταση |
Ένα δεύτερο σημείο που θέλω να επισημάνω είναι η προσωποποίηση που γίνεται από τους κατοίκους του Πόντου στην Πανώλη. Ολόκληρη η άλλη Ελλάδα βλέπει την Πανώλη (πανούκλα) σαν μια γριά, μαυροφόρα, δύσμορφη κλπ. Μόνο ο Πόντος διατηρεί μια παλαιότατη βυζαντινή προσωποποίηση της αρρώστιας αυτής σε ανδρική μορφή με το όνομα ο Γουρζουλάς.
Σύμφωνα με τη λαϊκή αντίληψη των Ποντίων, ο Γουρζουλάς ήταν άνδρας με ψηλό ανάστημα, θηριώδη φυσιογνωμία, με βλέμμα οξύ και μάτια κατακόκκινα, με μαλλιά και γένια ατημέλητα, με μουστάκι σκληρό στραμμένο προς τα πάνω, με μάλλινο κωνοειδή σκούφο (κετσέ), με ρούχα πλατιά και ζώνη πλατιά, με ψηλά υποδήματα, τα κοινώς λεγάμενα τσανκία και με λόγχη μακριά στό χέρι. Ο Γουρζουλάς ακόμη, σύμφωνα με ορισμένες παραδόσεις, δεν ήταν ένας, αλλά περισσότεροι, οι Γουρζουλάδες.
Η αντίληψη όμως αυτή, που δεν υπάρχει σε κανέναν άλλο ελληνικό τόπο, μόνο στον Πόντο, μαρτυρείται σταθερά από τους βυζαντινούς χρόνους. Οι βυζαντινοί ιστορικοί μας παραδίδουν από τον 6ο αιώνα μ.Χ. και ύστερα προλήψεις και δοξασίες γύρω από την επάρατη αυτή νόσο και τις επιδημίες της. Ο ιστορικός Προκόπιος περιγράφει τη μεγάλη επιδημία πανούκλας που είχε ενσκήψει την εποχή του Ιουστινιανού στην Κωνσταντινούπολη και εκθέτει τις ιδέες που κυκλοφορούσαν στις μέρες του για την αρχή και τη διάδοση του κακού. «Δευτέρω δε έτει» γράφει «ες Βυζάντιον μεσούντος του ήρος αφίκετο, ένθα και, εμοί επιδημείν τηνικαύτα ξυνέβη. Εγίνετο δε ώδε. Φάσματα δαιμόνων πολλοίς ες πάσαν ανθρώπου ιδέαν ώφθη, όσοι τε αυτής παραπίπτοιεν, παίεσθαι ώοντο προς του εντύχοντος ανδρός, όπη παρατύχοι του σώματος, άμα τε το φάσμα εώρων και τη νόσω αυτίκα ηλίσκοντο.
Κατ’ αρχάς μεν ουν οι παραπεκτωκότες αποτρέπεσθαι αυτά επειρώντο, των τε ονομάτων αποστοματίζοντες τα θειότατα και τα άλλα εξοσιούμενοι, ως έκαστος πη εδύνατο, ήνυον μέντοι το παράπαν ουδέν, επεί καν τοις ιεροίς οι πλείστοι καταφεύγοντες διεφθείροντο.Ύστερον δε ουδέ τοις φίλοις καλούσιν επακούειν ηξίουν, αλλά καθείρξαντες αυτούς εν τοις δωματίοις, ότι δη ουκ επαΐειν προσεποιούντο, καίπερ αρασσομένων αυτοίς των θυρών, δειμαίνοντες δηλονότι μη δαιμόνων τις ο καλών είη.
Τισί δε ουχ ούτως ο λοιμός επέσκηψεν, αλλ’ όψιν ονείρου ιδόντες ταυτό τούτο προς του επιστάντος πάσχειν έδοκουν, η λόγου ακούειν προλέγοντας σφίσιν ότι δη ες των τεθνηξομένων τον αριθμόν ανάγραπτοί είεν».
Δύο περίπου αιώνες αργότερα, όταν καινούργιος λοιμός μάστιζε το Βυζάντιο, οι ίδιες δοξασίες εμφανίζονται πάλι. Ο πατριάρχης Νικηφόρος για την επιδημία αυτή του 747 γράφει: «Επετείνετο δε τα της φθοράς μάλιστα περί το Βυζάντιον. Τεράστια δ’ ουν και δείματα εξαπίνης εφαίνετο. τύποι σταυροειδείς εν τε τοις των ανθρώπων στολαίς και των ιερών εσθημάτων επανέτελλον, ταις θύραις τε ωσαύτως και τοις των θυρών σταθμοίς, α δη φαινόμενα φρίκην μεγάλην και απορίαν πάσιν ενέτικτεν ως παραχρήμα τον όλεθρον μηνύοντα έσεσθαι. Ώσπερ δε εξεστηκότες τω δέει οι άνθρωποι και φαντασιούμενοι εδόκουν αυτοίς ως ξένοις τισί συνοδεύειν και ειδεχθέσιν ανθρώποις, και είτα ως γνωρίμους δήθεν τοις εντυγχάνουσι προσαγορεύοντες, και τα προς την οδόν ωμιλημένα ετέροις έπειτα αφηγούμενοι και άλλοις φάσμασι τισίν εκδειματούμενοι εύρουν (εώρων) ξίφεσιν αλλήλους (άλλους;) τινάς βάλλοντας».
Οι άνθρωποι επομένως έβλεπαν κάποιους ξένους ανθρώπους ειδεχθείς που τους χτυπούσαν με το ξίφος τους. Επίσης, ο ιστορικός Γεώργιος Κεδρηνός, για τον ίδιο λοιμό αναφέρει ότι οι άνθρωποι «εώρων... αυτούς (τους ξένους) εις οίκους εισερχόμενους και τους μεν του οίκου κρεμώντας, τους δε ξίφει τιτρώσκοντας».
Συνεπώς, μέσα στις ποντιακές δοξασίες για το Γουρζουλά, την επιδημία της πανούκλας, μπορούμε να παρακολουθήσουμε τη σταθερή παρουσία βυζαντινών δοξασιών, που οι μαρτυρίες τους ξεκινούν από τον 6ο αιώνα μ.Χ.
Άμεση σχέση της λαϊκής ιατρικής του Πόντου με το Βυζάντιο συναντάμε επίσης στην περιγραφή που γίνεται για την ταβάρα, τον εφιάλτη, στην οποία δίνονται τα ίδια επίθετα με τη Γελλώ των Βυζαντινών, στα πάμπολλα καρφώματα, δεσίματα κ.λπ. μαγικά μέσα αναστολής της αρρώστιας μέσα στην προφορική παράδοση των απλών ανθρώπων του Πόντου, ενώ τις ίδιες συνταγές τις βρίσκουμε σε διάφορους ιατροσοφικούς κώδικες που ξεκινούν από το Βυζάντιο.
Ενδεικτικά αναφέρω μερικές συνταγές. Στον Πόντο, στο αχαντίαμαν (τσίμπημα από αγκάθι), όταν έμενε το αγκάθι μέσα στο χέρι ή στο πόδι, για να το βγάλουν, έπιαναν μια σαύρα, έπαιρναν το κεφάλι της, το κοπάνιζαν και το έβαζαν πάνω στο «ακανθόπληκτο» μέρος, για να βγει το αγκάθι.
Είναι εκπληκτικό ότι σε κώδικα (3632 της Βολωνίας) του 15ου αιώνα διαβάζουμε ότι η σαύρα «συντριβείσας σίδερα και βέλη και ανκίδας όσα εκ βάθους φέρει εις την άνω επιφάνειαν» (σελ. 319).
Αλεπού |
Ένα ακόμη παράδειγμα. Σύμφωνα με ποντιακή συνήθεια στο ποδαροπρέξιμον, όταν πρηζόταν δηλαδή τα πόδια από άγνωστη αιτία και όχι από χτύπημα, άλειφαν επανειλημμένα το πρησμένο μέρος αντικρίζοντάς το στη φωτιά του παρακαμίν’ (εστία) με λάδι από αλεπούς κορμί. Το λάδι αυτό το παρασκεύαζαν με τον εξής τρόπο: «Εστηναν παγίδα και πιανόταν η αλεπού από το πόδι. Αφαιρούσαν το δέρμα της, αφού τη θανάτωναν. Κομμάτιαζαν ολόκληρο το σώμα μαζί με το κεφάλι και τα πόδια και τα βάζαν σε καζάνι. Έχυναν μέσα λάδι όσο να σκεπάζει τα κομμάτια. Τα έβραζαν στη φωτιά τόσο όσο να διαλύεται το υλικό και να μεταβάλει το κρέας και το λίπος της αλεπούς σε λάδι. Στράγγιζαν κατόπιν και έπαιρναν το λάδι που το κρατούσαν για φάρμακο» στους πόνους των ποδιών.
Η όλη αυτή παρασκευή του λαδιού της αλεπούς αποτελεί μια κοινή γνώση για τους Ποντίους, προφορική και πατροπαράδοτη. Εντυπωσιακό είναι όμως το γεγονός ότι η συνταγή για το λάδι της αλεπούς αποτελεί παλιά κληρονομιά. Σε ιατροσοφικό κώδικα του τέλους του 17ου αιώνα, που βρίσκεται στη βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής Ολυμπιωτίσσης Ελάσσονος, καταχωρίζονται τα εξής: «Η αλώπιξ τετράποδον εστίν ζώον. Ταύτην εάν ζώσαν αγρεύσης και εμβάλεις εις παλαιότατον έλαιον και έψη έως ου εις το τέλος τακή και καθίσας εις αγγείον έχον έλαιον και εξ αυτού αλείψης ποδαλγούς, αρθριτικούς και παρειμένους έχοντας επί πολλά τα πάθη θεραπεύει, παραδόξως».
Η εμφάνιση όμως της συνταγής αυτής δεν ανήκει στο 17ο αιώνα. Στον κώδικα 3652 του 15ου αιώνα, της πανεπιστημιακής βιβλιοθήκης της Βολονίας, διαβάζουμε: «Αλώπηξ πάσι γνωστόν το ζώον εάν τις πιάσει αυτοίν ζώσαν και βάλη αυτήν ης έλεον παλεόν και καθέψη κ.λπ.... ποδαλγικούς ιάται».
Παραδείγματα τέτοιων συνταγών από τη βυζαντινή εποχή, που ζουν αναλλοίωτα στη μνήμη του ποντιακού λαού και μεταφέρονταν από γενιά σε γενιά και από στόμα σε στόμα υπάρχουν πολλά. Με μια εντυπωσιακή σταθερότητα επαναλαμβάνονται οι συνταγές αυτές μέσα στους αιώνες και οι Πόντιοι διατηρούν αμετακίνητη την πεποίθηση στην αποτελεσματικότητά τους.
4.Υπάρχουν στοιχεία στη νοοτροπία που διέπει τη λαϊκή ιατρική του Πόντου που οδηγούν σε ιπποκρατικά ή γαληνικά κ,λπ. δόγματα θεραπευτικής. Σε καμιά άλλη περιοχή της Ελλάδας δεν εμφανίζονται τόσο συχνά όπως στον Πόντο, ανάμεσα στα βασικά μέτρα για την ανακούφιση του αρρώστου, τα λουτρά.
Στο κρυολόγημα και στο βήχα, στην ελονοσία, στη δηλητηρίαση από το μαγκάλι, στο φαρμάκωμαν (τροφική δηλητηρίαση), στον κοιλόπονο, στον πνιγμό στη θάλασσα, στο φούρκιγμαν, στο πάτεμαν (ατροφία), στα μιμίδια (σπυριά) και σε διάφορες άλλες περιπτώσεις αναφέρονται λουτρά. Ακόμη ευρύτατη είναι η χρήση του κριθαριού. Ως χυλός αποτελεί το βασικό ρόφημα στις πιο πολλές αρρώστιες. Επίσης είναι συχνή στην ποντιακή λαϊκή θεραπευτική η χρήση των υποκαπνισμών.
Και τα τρία αυτά -μένω εδώ μόνο- βοηθητικά θεραπευτικά μέσα αποτελούν βασικά στοιχεία της αρχαίας ελληνικής ιατρικής και επιβιώνουν εφαρμοζόμενα με μεγάλη ζωντάνια και εμπιστοσύνη από το λαό του Πόντου.
Τα συμπεράσματα στα οποία οδηγεί η βασική θεώρηση της λαϊκής ιατρικής του Πόντου θα μπορούσαν να συνοψιστούν ως εξής:
Μέσα σε ένα κλειστό σύνολο γεωγραφικά, αρκετά απομονωμένο και πολύ απομακρυσμένο από την κυρίως Ελλάδα, ζει μια λαϊκή θεραπευτική, η οποία, πρώτον, έχει πολλά βασικά στοιχεία όμοια με τη Μητρόπολη και, δεύτερον, διατηρεί αρχαίες ελληνικές και βυζαντινές αντιλήψεις και δοξασίες. Η λαϊκή του Πόντου έχει αποθησαυρίσει τη θεραπευτική εμπειρία αιώνων, τη διατηρεί ζωντανή και ενεργή και κρύβει μυστικά που ερευνώμενα είναι βέβαιο ότι μπορούν να οδηγήσουν στη λύση και στη διαφώτιση προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο ερευνητής της καθ’ όλου ελληνικής λαϊκής ιατρικής. Η σημασία και η θέση της λαϊκής ιατρικής του Πόντου είναι σπουδαιότατη για την έρευνα.
Αγλαΐα Μπίμπη Παπασπυροπούλου Αρχείον Πόντου Τόμος 38 (1981)
Πληροφοριακό υλικό που χρησιμοποιήθηκε:
Ανανία Νικολαϊδη, «Λαϊκή ιατρική των Ελλήνων του Πόντου», δημοσιευμένη στο Αρχείον Πόντου 36 (1980) 8-82.
Γ. Κ. Χατζοπούλου, «Η λαϊκή ιατρική εις το χωρίον Αντρεάντων Αμισού Πόντου», δημοσιευμένη στο Αρχεϊον Πόντου 34 (1977-78) 204-247.
Γεωργίου Γρ. Γρηγοριάδη, «Η λαϊκή ιατρική στο Κάρς», δημοσιευμένη επίσης στο Αρχείον Πόντου 34 (1977-78) 191-203.
Εκτός αυτών, αξιόλογα στοιχεία λαϊκής θεραπευτικής προσφέρουν:
Ο Ξεν. Κ. Άκογλους στο βιβλίο του «Από τη ζωή του Πόντου, Λαογραφικά Κοτυώρων», Αθήνα 1939, σελ. 312- 316.
Ο Π.Η. Μελανοφρύδης με το «Ιατροσόφιον του Πόντου», δημοσιευμένο σε συνέχειες στην Ποντιακή Εστία.
Η Δέσποινα Φωστηροπούλου στο άρθρο της «Πρακτική ιατρική Ιμέρας», στο Αρχείον Πόντου, και διάφορες άλλες συλλογές πληροφοριών.
Έλαβα ακόμη υπόψη μου τις ανέκδοτες συλλογές του Λαογραφικού Αρχείου του Κέντρου Ερεύνης Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών, όπως τις ανέκδοτες συλλογές του Σπουδαστηρίου Λαογραφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου