Μια ματιά στη ζωή των προσφυγικών καταυλισμών

Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2015


Μπορεί ένας αυτόπτης μάρτυρας να περιγράφει ή -ακόμα περισσότερο- ένας αναγνώστης να φανταστεί το θαύμα του βωβού ηρωισμού και του αυτοσεβασμού;
Μπορεί να δώσει περισσότερο κουράγιο σ’ όλους αυτούς που στριμώχνονταν σαν τα σκυλιά μέσα στους κίτρινους στρατώνες του Σελιμιγιέ;
Αυτοί οι απέραντοι θλιβεροί χώροι ανάμεσα σε τέσσερις τοίχους -κάποτε ασπρισμένους, αλλά τώρα μουντζουρωμένους και βρόμικους όσο και το χωμάτινο πάτωμα- μπορούσαν άραγε να χρησιμεύσουν στο ταλαιπωρημένο αυτό πλήθος από γυναικόπαιδα και γέρους σακάτηδες ως κάτι περισσότερο από νεκροτομείο; Και όμως, εν ριπή οφθαλμού, εκείνοι κατάφεραν να τακτοποιήσουν τα μπαούλα και τους μπόγους τους. Κρέμασαν κουρτίνες από λινάτσα, σχηματίζοντας έτσι αυτοσχέδια παραπετάσματα που έφταναν μέχρι το ύψος της μέσης, και δημιούργησαν μικροσκοπικά διαμερίσματα, σε καθένα από τα οποία έμενε μία οικογένεια.
Κι έτσι άρχισαν μια νέα ζωή. Το νεκροτομείο έγινε τουλάχιστον το μαντρί τους.
Άφιξη προσφύγων στη Θεσσαλονίκη μετά την πυρκαγιά της Σμύρνης
Σε κάθε νοικοκυριό η μητέρα θα έχτιζε με λίγες πέτρες την πυροστιά, ενώ τα παιδιά θα την εφόδιαζαν με σωρούς από χαμόκλαδα και ξύλα. Πολύ σύντομα το νερό στην μπακιρένια κατσαρόλα θα κόχλαζε, βράζοντας τις δυο χούφτες καλαμπόκι. Το οικογενειακό χαλί θα στρωνόταν με τελετουργικό τρόπο. Ένα μαυρομάτικο μωρό θα μπουσουλούσε εδώ κι εκεί. Η ρυτιδιασμένη γιαγιά θα κρεμούσε την εικόνα του Εσταυρωμένου πάνω στην κουρτίνα. Το μαντρί θα μεταμορφωνόταν τώρα σε σπιτικό.
Μπορεί να ζούσαν ή να πέθαιναν. Αυτό θα εξαρτιόταν από τον τύφο. Όμως, όσο ζούσαν, ποτέ δεν τους άκουγες να ζητιανεύουν, ούτε να τείνουν ικετευτικά τα χέρια. Τα παιδιά θα έτρεχαν ψάχνοντας για ξύλα, για χόρτα και ρίζες, που ήταν η τροφή τους. Η μητέρα θα κατάβρεχε το βρόμικο χώμα και θα έκανε την μπουγάδα της οικογένειας. Η γιαγιά θα σήκωνε το πανί της κούνιας του μωρού, για να δείξει το μικρό Γιωργάκη που κοιμόταν. Αν τη ρωτούσες, θα σου εξηγούσε χαμογελώντας υπομονετικά το μυστήριο της επιβίωσης των προσφύγων. Ήταν απλό: «Όλοι βοηθούσαν ο ένας τον άλλο».
Τι συνέβαινε στο μεταξύ πίσω από τα επισήμως κλειστά σύνορα της Ελλάδας; Επρόκειτο για μια μικρή χώρα, με όχι σπουδαίο φυσικό πλούτο, που είχε μόλις βγει από μια δεκαετία επιστρατεύσεων και πολέμων, με αποκορύφωμα την πρόσφατη ήττα, μόνο και μόνο για να ξαναβυθιστεί σ’ ένα ακόμα τεράστιο πρόβλημα: το προσφυγικό. Χωρίς να αναφερθούμε στα τελικά αποτελέσματα της ανταλλαγής, η Ελλάδα υποδέχτηκε 1.250.000 πρόσφυγες σε διάστημα ενός μόνο έτους από την καταστροφή της Σμύρνης. Αυτή η κατά 25% αύξηση του πληθυσμού της σήμαινε ότι σε κάθε τέσσερις κατοίκους αναλογούσε τώρα άλλος ένας άπορος, άστεγος και δυστυχισμένος, συνήθως, πρόσφυγας.


Νational Geographic Magazine
Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah