Μαριάνθη Κρίτση-Παπαζώη

Τρίτη 21 Ιουλίου 2015

Στον Εύοσμο Θεσσαλονίκης συναντήσαμε την υπεραιωνόβια Μαριάνθη Κρίτση — Παπαζώη και λόγω αδυναμίας της, πληροφορίες για τη ζωή της μας έδωσε η κόρη της Χρύσα,που γνωρίζει πολύ καλά όσα έζησε η μητέρα της.
Σύμφωνα με τη διήγηση της κόρης, η Μαριάνθη Κρίτση — Παπαζώη γεννήθηκε το 1910 στην παραλιακή Πάνιδα Ραιδεστού της Ανατολικής Θράκης.
Στον πρώτο διωγμό, το 1914, ένας μουσουλμάνος, φίλος της οικογένειας, τους είπε ότι οι Τούρκοι σχεδίαζαν να σκοτώσουν τους Έλληνες. «Προσπαθήστε να φύγετε», τους είπε. Οι περισσότεροι δεν το πίστεψαν και έτσι, όσοι έμειναν εξοντώθηκαν από τους Τούρκους. Πολλοί έμειναν στην Πάνιδα, γιατί το ήθελαν οι μεγαλύτεροι. Μαζί με αυτούς εξοντώθηκαν και τα παιδιά τους. Όσοι έφυγαν γλύτωσαν.
Η οικογένεια της Μαριάνθης Κρίτση έφυγε αμέσως, μπαίνοντας σε καράβια με όσα από τα απαραίτητα πράγματα μπορούσαν να πάρουν μαζί τους. Τους πήγαν στον Βόλο και από εκεί στη Λάρισα και τον Τύρναβο, όπου έμειναν μέχρι την απελευθέρωση, το 1918, της ανατολικής Θράκης από τον ελληνικό στρατό. Κατά τον γυρισμό τους στην πατρίδα, δεν βρήκαν κανέναν από τους παλαιούς κατοίκους.Ο παππούς Γιάννης, που έπιαναν τα χέρια του, έχτισε σπίτι για την οικογένειά του, που την αποτελούσαν η γυναίκα του, ο γιος και οι δύο κόρες τους. Μετά τον θάνατο του παππού, ανέλαβε τη φροντίδα της οικογένειας ο αδελφός του Σταμάτη, μαζί με την αδελφή της γιαγιά της Μαριάνθης, την Κατερίνα. Από αυτούς ζει μόνον ένας από τα παιδιά στην Καλαμαριά.
Το 1922, με την ανταλλαγή των πληθυσμών, ξαναήρθαν στην Ελλάδα, εγκαταλείποντας τα πάντα στη Θράκη. Στην αρχή, τους πήγαν με καράβι στην Κέρκυρα. Εκεί, δεν τους άρεσαν τα μέρη και ζήτησαν να τους φέρουν στη Μακεδονία. Πήγαν στον Τετράλοφο Κοζάνης, όπου  βρίσκονταν και άλλοι συμπατριώτες τους. Το 1929 παντρεύτηκε τον Κλεάνθη Παπαζώη. Η ίδια ήταν τότε 19 ετών. Απέκτησαν εφτά παιδιά, από το 1930 έως το 1940: τον Σίμο, τον Γιάννη, τον Άγγελο και τον Χρήστο. Μετά έχτισαν μεγαλύτερο σπίτι, σε οικόπεδο που τους έδωσε η Πρόνοια, και εκεί γεννήθηκαν, μετά το 1943, η Βασιλική, η Χρύσα και η Ευγενία.
Από την Πρόνοια πήραν και 45 στρέμματα χωράφια, μερικά χρήματα και ζώα. Στον Τετράλοφο, παλαιότερα κατοικούσαν Τούρκοι. Μετά έγιναν δυο συνοικίες από Πόντιους και Θρακιώτες, με λιγότερους τους Θρακιώτες. Ανάμεσα τους δεν υπάρχουν διαφορές.
Στον Τετράλοφο ασχολήθηκαν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Είχαν και πολλά νερά, γιαυτό υπήρχαν και πολλές βρύσες, με γούρνες για να ποτίζονται τα ζώα. Στις αυλές των σπιτιών, που ήταν μεγάλες, είχαν τον στάβλο, τον κήπο και τα αποχωρητήρια. Παρήγαγαν διάφορα λαχανικά για τους ίδιους. Ζούσαν φτωχικά, αλλά δεν τους έλειψαν ποτέ τα βασικά, όπως το ψωμί, το γάλα και τα λαχανικά. Τις καλλιέργειες τις έφτιαχναν μερικές φορές σε συνεργασία με τους συγχωριανούς. Καλλιεργούσαν μπιζέλια, ρεβύθια, καλαμπόκι και όλα τα άλλα δημητριακά, καθώς και καπνά. Οι γυναίκες έκαναν όλες τις δουλειές του σπιτιού και δούλευαν και στα χωράφια. Τριγύρω είναι τα χωριά Άγιος Δημήτριος, Ρυάκιο, Ακρινή, Καπνοχώρι, Κοιλάδα, Άγιος Χαράλαμπος και Πολύμυλος. Για ψώνια πήγαιναν στην αγορά της Κοζάνης, που ήταν τότε κωμόπολη.
Λόγω διαφόρων προβλημάτων που προέκυψαν από τη μετανάστευση της μιας κόρης της στη Γερμανία, η Μαριάνθη Παπαζώη υποχρεώθηκε να μεγαλώσει και δύο εγγόνια της. Όσο φρόντιζε τα εγγόνια της, έλεγε ότι η ζωή έχει νόημα. Όταν εκείνα μεγάλωσαν, έφυγαν από κοντά της. Το χωριό Τετράλοφος άδειασε, στο μεταξύ, από τους κατοίκους του, που έφυγαν στην Κοζάνη, τη Θεσσαλονίκη και τη Βέροια. Ο μεγάλος γιος της, ο Σίμος, την πήρε κοντά του στη Βέροια, όπου είχε εγκατασταθεί.
Έμεινε εκεί έναν χειμώνα όπου έχασε τον μεγάλο γιο της.
Όταν τα άλλα παιδιά της μετανάστευσαν στη Γερμανία το 1972, την πήραν κοντά τους και η κυρά Μαριάνθη έζησε εκεί έως το 2007, οπότε η κόρη της Χρύσα με τον σύζυγό της, αφού πήραν σύνταξη, γύρισαν στην Ελλάδα και στη Θεσσαλονίκη. Στη Γερμανία, στην πόλη Μανχάϊμ τα παιδιά της γιόρτασαν τα ενενήντα της χρόνια .
Με τις κόρες της. Αριστερά η Ευγενία και δεξιά η Βασιλική
Τα εγγόνια της έγραψαν τους παρακάτω στίχους:

Τα χρόνια σου πολλά — η σοφία σου μεγάλη
Τη σκόρπισες απλόχερα — με όλη σου τη χάρη.
 Στην Πάνιδα γεννήθηκες το χίλια εννιακόσια δέκα
Την προσφυγιά εγνώρισες στα πιο γλυκά σου χρόνια
Δύσκολα ήταν τα νιάτα σου στου Τετράλοφου τα χιόνια
 Ο άντρας της ζωής σου Κλεάνθης ελεγόταν
 Γλυκά περάσατε μαζί τις πίκρες που έρχονταν
 Ανάστησες τόσα παιδιά — μεγάλωσες εγγόνια
 Η αγάπη που μας έδωσες μας γλύκαναν στα δύσκολα τα χρόνια

Πρώτο τον Σίμο έκανες σαν τα ψηλά βουνά
 Τον Γιάννη νοικοκύρη με καλά παιδιά
 Τρίτο παιδί ο Άγγελος, αγγέλου χάρη έχει
 Του Χρήστου την άξια δουλειά κανένας δεν κατέχει
 Βασιλική το λέγανε το πρώτο σου κορίτσι
Πρώτη την πήρε η ξενιτιά και η σκληρή δουλειά
 Νοικοκυρά καλή εργατική πολύ — Άξια παινεμένη με υπομονή

Λεβέντισσα η Χρύσα, η δεύτερη απ’ τα κορίτσια
 Παντού τα καταφέρνει με όρεξη περίσσια
 Γεράματα όμορφα, γλυκά απλόχερα σου δίνει
 Έργο μεγάλο, ζηλευτό, που πίσω της αφήνει
 Αγάπη, περιποίηση, μα και στοργή πολλή
 Φροντίδα που θα ζήλευε ένα μικρό παιδί
 Τρίτη και τελευταία είναι η Ευγενούλα
 ευαίσθητη πολύ ήταν από παιδούλα
 περίφημα τα κατάφερε μέσα στη ζωή της
 και όλοι την παινεύουνε για την υπομονή της
Ολόψυχα σου ευχόμαστε, καλή μας γιαγιακούλα
 τα χρόνια που θα έρθουνε όμορφα πολύ νάναι
 και οι πόνοι και τα βάσανα να σε προσπερνάνε.

Με πολλή αγάπη
Τα παιδιά σου και τα εγγόνια σου

Νίκος Τελίδης

Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah