Δεν υπήρχε συντονισμός και έλειπαν τα πολεμοφόδια
Στις περιπτώσεις αυτές έπρεπε να δώσουν κάποιες μάχες, αποφεύγοντας τη μεγάλη διάρκεια από έλλειψη πολεμοφοδίων. Φρόντιζαν να εκμεταλλευτούν το στοιχείο του αιφνιδιασμού και να προκαλέσουν πανικό στις τάξεις του εχθρού. Στις περιπτώσεις αυτές, σκοπός τους ήταν η τιμωρία των Τούρκων.
Οι προσωπικές διαφορές που είχαν οι οπλαρχηγοί μεταξύ τους για την τακτική του πολέμου, δεν στάθηκε εμπόδιο στην τάξη και την πειθαρχία. Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε ότι στις ανταρτικές ομάδες, οι περισσότεροι ήταν συγγενείς, κάτι που βοηθούσε στη συνεργασία και στη μεταξύ τους επικοινωνία. Δεν έλειπαν, βέβαια, και οι περιπτώσεις που οι διαφορές λύνονταν στις συγκεντρώσεις, όπου ο καθένας είχε δικαίωμα λόγου και γνώμης.
Στις κρίσιμες, όμως, περιπτώσεις η άποψη του οπλαρχηγού, που ήταν και ο εμπειρότερος, είχε βαρύνουσα σημασία.
Οι προσωπικές διαφορές που είχαν οι οπλαρχηγοί μεταξύ τους για την τακτική του πολέμου, δεν στάθηκε εμπόδιο στην τάξη και την πειθαρχία. Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε ότι στις ανταρτικές ομάδες, οι περισσότεροι ήταν συγγενείς, κάτι που βοηθούσε στη συνεργασία και στη μεταξύ τους επικοινωνία. Δεν έλειπαν, βέβαια, και οι περιπτώσεις που οι διαφορές λύνονταν στις συγκεντρώσεις, όπου ο καθένας είχε δικαίωμα λόγου και γνώμης.
Στις κρίσιμες, όμως, περιπτώσεις η άποψη του οπλαρχηγού, που ήταν και ο εμπειρότερος, είχε βαρύνουσα σημασία.
Η παρουσία των ξένων στην Τουρκία
Με τη λήξη του α' παγκοσμίου πολέμου, το 1918, διαμορφώθηκε μια καινούργια κατάσταση. Με το τέλος του πολέμου και την ταπεινωτική ήττα της Γερμανίας, η Τουρκία βρέθηκε σε δυσάρεστη θέση. Αντιμετώπιζε το φάσμα της διάλυσης και του διαμελισμού των εδαφών της προς όφελος των νικητών συμμάχων της Αντάντ. Η παρουσία των αγγλικών, γαλλικών και ιταλικών στρατευμάτων στην Τουρκία ήταν ενδεικτική της τραγωδίας που ζούσαν οι Τούρκοι.
Στο λιμάνι του Μούδρου, στη Λήμνο, στις 30 Οκτωβρίου 1918 γράφτηκε η τελευταία πράξη του δράματος. Μεταξύ των ταπεινωτικών για τους Τούρκους όρων της συνθήκης του Μούδρου ήταν και ο αφοπλισμός του τουρκικού στρατού και ο εγκλεισμός του στα στρατόπεδα.
Ολόκληρος ο οπλισμός του τουρκικού στρατού συγκεντρώθηκε στις αποθήκες και σφραγίστηκε, με την επιτήρηση και φρούρησή του από τις συμμαχικές δυνάμεις των Ευρωπαίων. Όταν η είδηση διαδόθηκε σε όλη τη Μ. Ασία και τον Πόντο, προκάλεσε ανακούφιση, αλλά και κάποια αγωνία στους Έλληνες, που πίστεψαν ότι τελείωσαν τα βάσανά τους και ότι τώρα μπορούν να ελπίζουν στο μέλλον, χωρίς να θρηνήσουν άλλα θύματα.
Ελεύθεροι οι αντάρτες κυκλοφορούν στους δρόμους
Οι Τούρκοι είναι τρομοκρατημένοι, γιατί φοβούνται την εκδίκηση των Αρμενίων και των Ελλήνων για τα θύματα που γνώρισαν κατά τη διάρκεια του α' παγκοσμίου πολέμου. Τότε βρίσκουν την ευκαιρία οι αντάρτες να κατεβούν από τα βουνά και να κυκλοφορούν ελεύθερα στις πόλεις και τα χωριά. Περιμένουν να δουν τις εξελίξεις, που δεν θα αργήσουν.
Η χαρμόσυνη είδηση της απόβασης του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη αυξάνει την αισιοδοξία των Ελλήνων, που δεν παύουν, όμως, να αγωνιούν για τη μελλοντική εξέλιξη της κατάστασης. Δεν πρόλαβαν να χαρούν για την παρουσία του ελληνικού στρατού στη Μ. Ασία από τις 15 Μαΐου 1919, και μια νέα είδηση έφτασε μετά τέσσερις μέρες, που τους γεμίζει αγωνία. Συγκεκριμένα, στις 19 Μαΐου 1919, ο συνταγματάρχης του τουρκικού στρατού Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάζεται στη Σαμψούντα. Ο Κεμάλ στάλθηκε στον Πόντο από τον σουλτάνο Μεχμέτ Ε', που βρισκόταν υπό συμμαχικό περιορισμό, με τη συγκατάθεση των Άγγλων να επιβάλει την τάξη. Είχε την εντολή, ως επιθεωρητής στρατού ο Κεμάλ, να παρακολουθήσει την ολοκλήρωση της παράδοσης του στρατιωτικού οπλισμού στις ελεγχόμενες από τους συμμάχους αποθήκες.
Συμπαιγνία σουλτάνου - Μουσταφά Κεμάλ
Πολλοί υποστηρίζουν την άποψη ότι η αποστολή του Κεμάλ στον Πόντο έγινε μετά από μυστική συμφωνία του με τον σουλτάνο, για να ξεσηκώσει τον τουρκικό λαό σε επανάσταση, κάτι, άλλωστε, που έγινα τελικά.
Θα πρέπει να υπογραμμίσουμε στο σημείο αυτό ότι με την άφιξη του Κεμάλ στη Σαμψούντα στις 19 Μαΐου 1919 εγκαινιάζεται η δεύτερη και σημαντικότερη φάση της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού. Ο Κεμάλ προχώρησε στην αμνήστευση των Τούρκων λιποτακτών και φυγόστρατων του τουρκικού στρατού και τους παρέδωσε στην εξουσία του δημίου των Ποντίων, του Τοπάλ Οσμάν, στον οποίο δόθηκε άλλη μία ευκαιρία, για να συνεχίσει το εξοντωτικό του έργο εναντίον των Ελλήνων του Πόντου.
Η Κερασούντα δέχεται πρώτη το μίσος και την οργή των ανθρώπων του παρακράτους. Βασικό όπλο στα χέρια του, για να ξεσηκώσει τα φοβισμένα πλήθη των μουσουλμάνων, ο Κεμάλ είχε τον θρησκευτικό και τον εθνικό φανατισμό.
Στις 20 Μαΐου 1919, οι χοτζάδες, με πύρινους λόγους από τους εξώστες των μιναρέδων, καλούσαν τους πιστούς του Κοράνιου να ξεσηκωθούν και να πάρουν εκδίκηση από τους εχθρούς του Μωάμεθ. Η παρουσία των δυνάμεων της Αντάντ στην περιοχή της Κιλικίας και της Σμύρνης έκανε πιο πειστικό τον λόγο των χοτζάδων.
Οι αντάρτες καν πάλι στα βουνά
Γερμανός Καραβαγγέλης |
Η κατάσταση επιδεινώθηκε για τους Έλληνες περισσότερο, γιατί έγινε γνωστή η προσπάθεια ίδρυσης ανεξάρτητης Δημοκρατίας του Πόντου. Η προσπάθεια ξεκίνησε από τον μητροπολίτη Αμασείας Γερμανό Καραβαγγέλη, που ζήτησε με υπόμνημά του από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις την αυτονόμηση του Πόντου. Θα τον βοηθήσουν την προσπάθεια αυτή ο μητροπολίτης Τραπεζούντας Χρύσανθος Φιλιππίδης και η Επιτροπεία των Ποντίων, που αποτελείτο από έγκριτους Πόντιους.
Ξέχασαν τους Πόντιους οι κυβερνώντες της Αθήνας
Οι ενέργειες, ωστόσο, δεν οδήγησαν σε κάποιο αποτέλεσμα, γιατί η εξωτερική πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης ήταν στραμμένη προς την κατοχύρωση των εδαφών της Ανατολικής και Δυτικής Θράκης, της Σμύρνης και των νησιών Ίμβρου και Τενέδου. Τα εδάφη αυτά παραχωρή-θηκαν στην Ελλάδα με τη Συνθήκη των Σεβρών της 10ης Αυγούστου 1920.
Ο Ποντιακός Ελληνισμός βρέθηκε να αγωνίζεται μόνος για τη διεκδίκηση της αυτονομίας του. Όταν απέτυχε και η προσπάθεια της δημιουργίας Ποντοαρμενικής Δημοκρατίας, η κατάσταση για τους Έλληνες επιδεινώθηκε δραματικά. Το 1920, λίγο μετά τη Συνθήκη των Σεβρών, ιδρύθηκαν τα τουρκικά Δικαστήρια Ανεξαρτησίας. Σε αυτά οδηγήθηκαν πρώτα οι πρόκριτοι Έλληνες της Αμισού, της Πάφρας, και μετά όλοι οι Έλληνες, αδιακρίτως φύλου και ηλικίας. Με συνοπτικές διαδικασίες, χωρίς να εφαρμόζονται ούτε καν οι βασικοί κανόνες απονομής της δικαιοσύνης, χιλιάδες Έλληνες καταδικάσθηκαν με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας στον δι’ αγχόνης θάνατο.
Για τους αντάρτες, η κατάσταση έγινε χειρότερη όταν κατέφυγαν κοντά τους γυναίκες και παιδιά, που αναζητούσαν τη σωτηρία τους. Η εξασφάλιση χώρων στέγασης και τροφής ήταν εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση, γιατί έπρεπε να προέλθει από τουρκικά, κυρίως, χωριά. Έπρεπε να γίνονται επιδέσεις πολύ επικίνδυνες σε ένα εχθρικό περιβάλλον.
Το συνταρακτικό γεγονός της θυσίας των μικρών παιδιών
Υπολογίζεται ότι οι περισσότερες μάχες, με σοβαρές απώλειες, όχι μόνον για τους Τούρκους, αλλά και για τους Έλληνες, έγιναν το 1921. Η παρουσία παιδιών βρεφικής ηλικίας καθιστούσε, πολλές φορές, πιο επικίνδυνη την παραμονή του άμαχου πληθυσμού σε καταφύγια. Το κλάμα θα πρόδιδε τις θέσεις των ανταρτών. Για τη σωτηρία του πλήθους εκείνου, υποχρεώθηκαν πολλοί γονείς να πνίξουν τα βρέφη τους, θύματα του μίσους και της ανθρώπινης κακίας. Κάποτε βρέθηκαν στην ανάγκη να σκοτώσουν 36 βρέφη. Πρόκειται για την πιο συνταρακτική πληροφορία του απορεί να ακούσει και να αποδεχτεί ελληνική συνείδηση. Και όμως έγινε!...
Οι αντάρτες προστάτες ενός ένδοξου λαού.
Με υπεράνθρωπη αντοχή και δύναμη κράτησαν οι πρόγονοί μας, όσο μπόρεσαν, μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών. Με το όπλο στο χέρι, προστάτεψαν τα υπολείμματα ενός ένδοξου λαού και βοήθησαν να μπουν σε καράβια και να επιστρέφουν στην άλλη, την πανάρχαια πατρίδα τους χιλιάδες Έλληνες του Πόντου. Οι ίδιοι θα φύγουν από εκεί τελευταίοι, άλλοι κρυφά και άλλοι φανερά, όσοι, βέβαια, θα σωθούν.
Αναρωτιέται ο σημερινός Έλληνας, σκεφτόμενος αυτή τη μεγάλη συμφορά που βρήκε το έθνος τους, πόσο διαφορετική θα ήταν η τύχη του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος στη Σμύρνη, αν οι πολεμικές επιχειρήσεις συνδυάζονταν με τις δραστηριότητες των αντάρτικών σωμάτων. Απαιτούσε, βέβαια, τόλμη και πολιτική βούληση, που έλειπαν και τα δύο από την ελληνική πολιτική ηγεσία της περιόδου εκείνης. Απαιτούσε ανάλογη προετοιμασία και δαπάνη.
Όταν, ωστόσο, ένα κράτος επιχειρεί ένα τέτοιο επικίνδυνο παιχνίδι, πρέπει πρώτα να φροντίσει, όχι μόνον για την τύχη του ελληνικού στρατού, αλλά και για την προστασία του πληθυσμού της Μικράς Ασίας και του Πόντου, που αριθμούσε συνολικά περίπου τα τρία εκατομμύρια ψυχές. Η κατάλληλη αξιοποίηση της ένοπλης δύναμης των Ποντίων θα επηρέαζε αποφασιστικά την έκβαση του πολέμου στη Μικρά Ασία. Για τους Τούρκους, ένας αντιπερισπασμός στα μετόπισθεν του βασικού μετώπου των επιχειρήσεων θα προκαλούσε ισχυρό κλονισμό στο ηθικό των στρατιωτών τους.
Η ένοχη σιωπή για το αντάρτικο του Πόντου
Όλα αυτά αποτελούν ιστορικό παρελθόν, που διατηρείται στην ένοχη σιωπή. Κάποτε, όμως, ο ιστορικός θα μελετήσει όλα τα γεγονότα και θα αναδείξει την αλήθεια, την οποία πρέπει όλοι οι Έλληνες να μάθουν.
Όταν διαβάζει κανείς για τον ένοπλο αγώνα των Ποντίων, στέκεται με θαυμασμό μπροστά στην ανδρεία και τον ηρωισμό όλων. Τα κατορθώματα, όμως, και οι ηρωικές πράξεις των Σανταίων έχουν τη δική τους λάμψη και ομορφιά. Οι Σανταίοι, πριν από 200 περίπου χρόνια, είχαν εγκατασταθεί στις απόκρημνες πλαγιές της Σάντας, σε υψόμετρο 1.800 μέτρων και πλέον και ζούσαν εκεί συντροφιά με την άγρια φύση, καλλιεργώντας τη γη, παρέα πάντα με τα όπλα τους, όπως παλαιότερα οι πρόγονοί τους, οι Ακρίτες, που φύλαγαν τις πύλες του Ελληνισμού από τους βαρβάρους. Ήταν οι ανυπότακτοι πολεμιστές, γνήσιοι απόγονοι των Ακριτών της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Oι Σανταίοι ποτέ δεν φοβήθηκαν από τις απειλές των Τούρκων, γιαυτό και είχαν ειδικό καθεστώς διοίκησης των εφτά χωριών τους.
Σε όλο το επίμαχο χρονικό διάστημα, από το 1914 έως το 1923, έδωσαν σκληρές μάχες με πολυάριθμο τουρκικό στρατό, στην προσπάθειά τους να προστατέψουν τις οικογένειές τους. Με τη συμπεριφορά τους, όμως, αυτή τραυμάτισαν το γόητρο των Τούρκων, γιαυτό και αποφασίστηκε η εξόντωσή τους.
Στις 6 Σεπτεμβρίου 1921, πολυάριθμος τουρκικός στρατός, αποτελούμενος από τρία συντάγματα πεζικού, ένα σύνταγμα ιππικού και οχτώ χιλιάδες άτακτου στρατού, βάδισε εναντίον της Σάντας. Η πόλη ζούσε την αγωνία και τον βρόγχο του θανάτου του Μεσολογγίου, πριν από εκατό περίπου χρόνια.
Οι μάχες κράτησαν δύο μόνον ημέρες. Η κατάσταση των πολιορκημένων Σανταίων πολύ γρήγορα εξελίχθηκε σε δραματική. Μόνη ελπίδα απέμεινε η έξοδος. Οι ελάχιστοι πολεμιστές που επέζησαν, δεν είχαν άλλη επιλογή. Πήραν μαζί τους όσο περισσότερο άμαχο πληθυσμό μπορούσαν και άρχισαν την έξοδο. Εμπρός και πίσω πολεμιστές, με αρχηγό τον γενναίο οπλαρχηγό Ευκλείδη Κουρτίδη. Η πολυετής αντίσταση έλαβε τέλος. Ο Γολγοθάς προβάλλει μπροστά τους ξεκάθαρα και οι Σανταίοι προχωρούν στη θυσία με το κεφάλι ψηλά.
Αφού διέσπασαν τον τουρκικό κλοιό, όσοι επέζησαν, κατέφυγαν στο δάσος, αναζητώντας τη σωτηρία. Από εκεί παρακολουθούσαν το μαρτύριο των συμπατριωτών τους που δεν έφυγαν και άκουγαν τα ουρλιαχτά των γυναικών που ζητούσαν βοήθεια, που όμως δεν ερχόταν. Ο Νικόλαος Τοπαλίδης, που ήταν μεταξύ των συλληφθέντων, έζησε όλο το δράμα της εξορίας και της εξόντωσης. Έζησε για να περιγράφει ως αυτόπτης και αψευδής μάρτυρας του ολοκαυτώματος της Σάντας, τις άγνωστες σελίδες της ελληνικής ιστορίας.
Οι ηρωικές Πόντιες αντάρτισσες
Πριν ολοκληρώσουμε την εξιστόρηση των γεγονότων, πρέπει να αφιερώσουμε λίγα λόγια για τις γυναίκες των ανταρτών. Σε όλο το χρονικό διάστημα του αγώνα, δεν έχασαν το θάρρος τους. Στάθηκαν δίπλα στους άνδρες σαν τις Σουλιώτισσες τις δύσκολες στιγμές. Δεν ήταν λίγες και οι περιπτώσεις που άρπαξαν τα όπλα και πολέμησαν. Έδωσαν παραδείγματα ηρωισμού και αυτοθυσίας. Πότισαν και αυτές με το αίμα τους την ευλογημένη γη του Πόντου. Απέδειξαν στην πράξη ότι ανήκουν στην ένδοξη φυλή του γένους των Ελλήνων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αντάρτισσας είναι της Πελαγίας, της γυναίκας του οπλαρχηγού Αντώνη Χατζηελευθερίου. Υπήρξε μια θαρραλέα γυναίκα, που φορούσε αντρικά ρούχα και κυκλοφορούσε πάντα μαζί με τον άντρα της. Κάποτε, σε μια μάχη, πιάστηκε αιχμάλωτη μέσα σε έναν αλευρόμυλο και οδηγήθηκε στην Αμάσεια για να εκτελεστεί. Σώθηκε γιατί ο άντρας της απείλησε ότι θα προβεί σε μεγάλες καταστροφές σε βάρος των τουρκικών χωριών.
Οι ψυχές των ανταρτών περιμένουν τη δικαίωση
Αυτός ήταν ο αγώνας των Ελλήνων ανταρτών του Πόντου. Αγώνας μέχρις εσχάτων. Αγώνας με τόσες θυσίες για την πατρίδα, την ορθοδοξία, την οικογένεια. Αγώνας για την εθνική ταυτότητα. Αγώνας σαν εκείνον της Κλεφτουριάς του 1821. Εκείνος φημήστηκε, τιμήθηκε και δοξάστηκε. Καιρός τώρα να δοξαστεί και το αντάρτικο του Πόντου. Αυτή είναι η επιθυμία, αυτός είναι ο στόχος των Ποντίων. Αυτός είναι ο δικός τους αγώνας από τον οποίο δεν πρέπει να λείψει κανείς. Οι ψυχές των νεκρών περιμένουν εμάς ως μάρτυρες στης ιστορίας το δικαστήριο.
Η τιμωρία των ενόχων θα είναι η δικαίωσή τους.
Η τιμωρία των ενόχων θα είναι η δικαίωσή τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου