Στο παρακάτω κείμενο δίνεται η εικόνα της Σάντας και των Σανταίων, σε δημοσίευμα του 1912, από το λόγιο ιστορικό ΔΗΜΗΤΡΙΟ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗ, ο οποίος καταγόταν από την Αργυρούπολη, αλλά θαύμαζε εξίσου και τους Σανταίους.
Ενεκα υπερβασιών του Τουρκικού χωρίου Τζαράκ του δήμου Γιαγμούρ-τερε προς τα σύνορα της Σάντας, και ιδία οικειοποιήσεως του παρχαρίου αυτών Σκετζάκ Ιρμάκ, η δημογεροντία Σάντας απετάθη προς την Υποδιοίκησιν Ταρούλ΄.
Επειδή δε ο Υποδιοικητής παρ' ολην τήν καλήν θέλησιν αυτού ελλείψει επαρκούς δυνάμεως χωροφυλάκων δεν ηδυνήθη να πράξη τί, οι Σανταίοι επέδωκαν αναφοράν εις τήν Νομαρχίαν, παραπεμφθείσης δε ταύτης εις τήν διοίκησιν Αργυρουπόλεως, το Διοικητικόν Συμβούλιον προ πάσης άλλης ενεργείας απεφάσισε να αποστείλη εν μέλος αυτού επι τόπου όπως εξακριβώση αν πράγματι έλαβον χώραν υπερβασίαι ή όχι.
Ώς τοιούτος εξελέγην εγώ, παρ' όλην την άρνησίν μου ότι αποφεύγω τοιαύτα ταξείδια δια μέσου αποτόμων ορέων και ατραπών.
Διότι ευκολώτερον και ανετώτερον είναι νά κάμη τις ταξείδιον εις Αμερικήν παρά εις τάς εσχατιάς τού δήμου Γιαρμούρ-τερε.
Έν τούτοις υποχωρήσας εις την επίμονον απαίτησιν του Συμβουλίου και την παράκλησιν των Σανταίων, απεφάσισα το ταξείδιον, παραλαβών ώς συνοδίτας (συνοδοιπόρους) έφιππον χωροφύλακα και τον αρχιγραμματέα τού Τεφτερτάρ Ραφέτ εφένδη.
Πολλών δε οδών προταθεισών μοι διά Λερίων και Αράπ-τερε, επροτίμησα την οδόν Γοροσίου - Κρώμνης, ως ασφαλεστέραν και συντομωτέραν.
Πράγματι δέ εντός δέκα ωρών, παρ' ολον τον καύσωνα και την οκνηρίαν τού ίππου μου, αφικόμεθα εις τον προς ον όρον ( λίθος πού δηλώνει τό σύνορο). Κατά το ποτάμιον Γιαγλή-τερε εκτείνονται ωραίοι και καλώς καλλιεργημένοι κήποι, ων οι πλείστοι ανήκουσιν εις χωρικούς Βαρενού.
Οι κήποι ούτοι, δημιούργημα ολίγων ετών, προκαλούσι τον θαυμασμόν και τον έπαινον παντός επισκέπτου. Εκεί δύνανται να ευδοκιμώσιν όλα τα είδη των λαχανικών θαυμασίως και να ικανοποιώσι και τας πλέον ιδιοτρόπους γαστρονομικάς απαιτήσεις τοσούτων οικογενειών παραθεριζουσών εν Κρώμνη και τοις περιχώροις.
Μακρόθεν, από τής κορυφής τού Γοροσίου και από της κεφαλής της Κρώμνης, διακρίνεται το μέγαρον του Μητροπολίτου Χαλδίας επί θέσεως περίοπτου και απορρώγος ( απόκρημνου) βράχου του χωρίου Βαρενού, σύμβολον ευπορίας και ευμαρείας.
Αλλ' όταν διήλθον κάτωθεν αυτού, εταλάνισα ( ελεεινολόγησα) την ανθρωπίνην ματαιότητα. Από Νατζαράντων μέχρι Κρώμνης διάγει μία στενή δίοδος ακατάλληλος και διά πεζούς ακόμη, και όμως είναι η μόνη οδός η άγουσα εις Αργυρούπολιν και δι' ης επικοινωνούσι τα γύρω χωρία.
Αντί λοιπόν νά δαπανήση ο Άγιος Χαλδίας τοσούτον χρήμα δια διαμονήν ημερών τίνων εν τω χωρίω του, δεν ήτο απείρως καλλίτερον και ευεργετικώτερον δια τους πληθυσμούς τού ποταμίου εκείνου να ανοίξη και ευρύνη την οδόν ταύτην;
Εις τί έχρειάζητο τοιούτον μέγαρον αφού πλήν της πατρικής οικίας έχει εις τήν διάθεσίν του και το νεόδμητον μέγαρον τού αδελφού του;
Αλλ' ο Άγιος Χαλδίας δεν δαπανά ασκόπως και διανοείται, ως επληροφορήθην, να μετατρέψη το μέγαρον αυτού εις οικοτροφείον ή νοσοκομείον προς κοινήν ωφέλειαν. Η οδός όμως αύτη έχει απόλυτον ανάγκην διευρύνσεως και πρέπει τα πέριξ χωρία από κοινού να φροντίσωσι και να εξαιτήσωνται τήν συνδρομήν της Κυβερνήσεως.
Επί της κορυφής της Κρώμνης υψούται ο λόφος του «Άην- Ζαχαρέα» επί της καμπής τριών οδών. Εκείθεν διέρχονται το θέρος οι αγωγιάται και ταξειδιώται των εσωτερικών νομών. Εκεί υπάρχει παρεκκλήσιον και μικρά χάνια ομογενών παρεχόντων περιποιήσεις και φιλανθρώπους εκδουλεύσεις εις ταξειδιώτας εν καιρώ θυελλών, μή σπανιζουσών και κατ' αυτάς ακόμη τας ώρας του θέρους και του φθινοπώρου. Εκεί υπήρχεν άλλοτε κατά τήν παράδοσιν λαμπρόν μοναστήριον καταστραφέν κατά τινα επιδρομήν των Περσών εις τον Πόντον.
Αργυρουπολη 1932
|
Εκεί νέοι ευσταλείς και ωπλισμένοι ους θα έζήλευε και αυτός ο Σεβκέτ πασάς, υποδέχονται δι' όμοβροντιών και οργάνων τους εκ Τραπεζούντος οικείους και φίλους, εκείθεν και προπέμπουσιν αυτούς μετά της αυτής πομπής και παρατάξεως. Αυθημερόν προεπέμφθη και ο εν Κρώμνη παραθερίζων κ. Κ. Καπαγιαννίδης περιστοιχούμενος υπό τιμητικής φρουράς είκοσάδων τοιούτων εύσταλών παλληκαριών.
Μετά μικράν ανάπαυσιν ενταύθα, εξεκινήσαμεν προς τα θαυμάσια παρχάρια τού Μετζήτ όπου η δαψιλής ( άφθονη) φυτεία, τα κρυστάλλινα και διαυγέστατα ύδατα, ή άπέραντος καταπράσινος πεδιάς και τα μυριοπληθή ποίμνια προκαλούσι τον θαυμασμόν του έπισκέπτου. Η ομίχλη εφάνη διακριτική ευδοκήσασα να απουσιάση και νά μοι επιτρέψη όπως θαυμάσω και απολαύσω την φύσιν.
Ο ήλιος ήρχισε να κατέλθη εις τον ορίζοντα και χρυσίση τας κορυφάς των ορέων. Το θέαμα ήτο μαγευτικώτατον, φασμαγορικόν. Ο υπηρέτης μου Αρτήν μοι υπέδειξε το περίφημον ύδωρ του Σουλτάν Μουράτ πλησίον του οποίου κατά την παράδοσιν κατεσκήνωσεν ο Σουλτάνος μετά την επίσκεψιν της Μονής Σουμελά. Το ύδωρ τούτο δικαίως απεκλήθη Σουλτάνσουγιου διότι είναι διαυγέστατον, ελαφρότατον και ψυχρότατον, αφού ο Αρτήν δεν ηδυνήθη να πίη εν ποτήριον απνευστί, απολέσας το στοίχημα ενός ρουβλίου.
Εκεί καθήμενος ερέμβασα επι τινας στιγμάς, μνησθείς του Σουλτάν Μουράτ και τής εκστρατείας αυτού και τής άλλης εκείνης μυριάνδρου στρατιάς του Ξέρξου κατά τήν έν Έλλησπόντω στρατοπέδευσιν αυτού, σπένδων ( κάνοντας σπονδή) συγχρόνως ποτήρια ευγέστου ρακής, ενώ οι συνοδίται ( συνοδοιπόροι) μου νηστεύοντες ενεκα του Ραμαζανίου, εποίουν το ναμάζι ( προσευχή Μουσουλμάνων) των εκεί πλησίον επι τής χλόης.
Μετά μικράν ανάπαυσιν ιππεύσαντες περί τήν 12ην ώραν εφθάσαμεν εις Τάς-κιοπρού, το τέρμα του ταξειδίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου