Μπορεί κάποιος που έχει προγόνους ναυτικούς, αλλά γεννήθηκε και ζει σε μια
τσιμεντούπολη, να πάρει μία βάρκα και να κάνει βόλτες στο Αιγαίο; Η
απάντηση είναι, φυσικά, όχι! Δεν φτάνει το ότι ο παππούς και η γιαγιά
ήταν θαλασσινοί, πρέπει και εσύ ο ίδιος να είσαι γεννημένος μέσα στη
θάλασσα, να ξέρεις να διαβάζεις τον καιρό, τις διαθέσεις της θάλασσας,
τη γεωγραφία της και άλλα πολλά.
Το
ίδιο ακριβώς ισχύει και στη μουσική. Βοηθάει σίγουρα το να έχεις
ποντιακή καταγωγή, αλλά κάποιος που φοράει τζιν τελευταίας μόδας, έχει
δύο κινητά και υβριδικό αυτοκίνητο, δεν μπορεί, από τη φύση του, να
παράγει το ίδιο έργο με αυτόν που μεγάλωσε σε μία επαρχιακή περιοχή του
πιο προηγούμενου αιώνα και είχε με τη μουσική του κάτι να πει. Να πει
για τις λύπες, για τις χαρές και κάθε είδους ιστορία της εποχής. Όπως
κάθε είδος παραδοσιακής μουσικής άλλωστε.
Ο
νεοέλληνας Πόντιος που γνωρίζει μόνο τι εστί φραπέ στην παραλία της
Θεσσαλονίκης έχει να πει τί; Πώς πέρασε στο σκυλάδικο ή τι μάρκα είναι
το καινούργιο του κινητό;
Σε αντίθεση με τους παλιούς, λένε λάθος αυτά που λένε
Με μέσα στη διάθεση τους που οι απλοί τότε χωρικοί ή οι αντάρτες των βουνών ούτε να τα ονειρευτούν δεν υπήρχε περίπτωση, αλλά με μηδέν παιδεία και όρεξη για ένα σωστό αποτέλεσμα, οι σημερινοί Πόντιοι τραγουδοποιοί όχι μόνον δεν έχουν να πουν τίποτε, αλλά και αυτά που λένε, τα λένε λάθος.
Αλλά
ας επεκταθούμε πιο ομαλά επί του θέματος. Όταν οι πρώτοι Αφρικανοί
σκλάβοι κατέφτασαν μέσω του δουλεμπορίου στην Αμερική και έλιωναν κάθε
μέρα στα χωράφια, είχαν κάποιοι μαζί τους και κιθάρες, ξεκούρδιστες,
βέβαια, και τραγουδούσαν τον πόνο τους με τραγούδια αυθεντικά, βγαλμένα
από την ψυχή, που με το καιρό γέννησαν τη σημερινή μπλουζ μουσική, με
την οποία ασχολήθηκαν μεγάλοι μουσικοί και την εξέλιξαν στη σημερινή της
μορφή. Κάτι που δεν έγινε ποτέ με την ποντιακή μουσική.
Οι παλιοί είχαν πάντα κάτι να πουν
Όλοι αυτοί οι τότε άνθρωποι - και αναφέρομαι στους οργανοπαίχτες της κάθε παραδοσιακής μουσικής του κόσμου - δεν είχαν μουσική παιδεία ούτε τους ενδιέφερε να «ψάξουν» αυτό που έκαναν και να το βαφτίσουν τέχνη. Έγραφαν τραγούδια για τον ένα και πρωταρχικό λόγο που κάθε σωστός και σοβαρός καλλιτέχνης δημιουργεί τέχνη, είτε είναι μουσική, είτε ζωγραφική είτε οτιδήποτε: Γιατί έχει κάτι να πει. Να εκφράσει ένα συναίσθημα, να περιγράψει μία εικόνα, να εξιστορήσει ένα γεγονός. Αυτό είναι πραγματική τέχνη και τίποτε άλλο.
Ο
Πόντιος λυράρης, της τότε εποχής, ακολουθούσε ένα παρόμοιο μονοπάτι.
Σκληρή δουλειά στα χωράφια, φτώχεια, συνεχείς διαταράξεις στο
κοινωνικοπολιτικό σύστημα... Άρπαζε την κεμεντζέ και τραγουδούσε για το
καθετί που τον βασάνιζε.....
Χωρίς
τεχνική επιπέδου ή μουσική παιδεία, όπως και ο σκλάβος στις φυτείες της
Νοτίου Αμερικής με την κιθάρα του ή τη φυσαρμόνικα, όπως ο Αιγύπτιος με
το μιζμάρ και το τουμπερλέκι, που μια ζωή ήταν καταδικασμένος μέσα στη
φτώχεια, όπως κάθε άλλος απλός άνθρωπος τα χρόνια εκείνα....
Η
λύρα από μόνη της έφτανε να συνοδεύσει τον οποιονδήποτε τραγουδιστή
της εποχής. Όργανο μελωδικό, δημιουργούσε διφωνία με την ανθρώπινη φωνή
(οι περισσότεροι λυράρηδες της εποχής, κούρδιζαν τη κεμεντζέ βασισμένοι
στη φωνή του τραγουδιστή, αλλά ο συνδυασμός Λα Σι Μι ήταν ο πιο
διαδεδομένος) και το αποτέλεσμα ήταν απλό και ικανοποιητικό. Η συνοδεία
ενός ταμπούρλου ή κάποιου άλλου απλού κρουστού οργάνου συμπλήρωνε το
μέρος του ρυθμού και το τελικό αποτέλεσμα ηχούσε αρκετά πλήρες.
Τραγούδια βγαλμένα από την ψυχή.Τι γίνεται όμως σήμερα; Στην εποχή της ψηφιακής ηχογράφησης, του synthesizer,music workstation και των ηλεκτρονικών υπολογιστών;
Έχοντας
στη διάθεση μας μία πληθώρα εργαλείων σύγχρονης τεχνολογίας αλλά και
την απαραίτητη τεχνογνωσία, πού κάναμε λάθος και τα σημερινά ποντιακά
τραγούδια δεν έχουν κανένα συνδετικό κρίκο με την πραγματική ποντιακή
μουσική;
Μπαίνει,
λοιπόν, το ερώτημα: Πού χάθηκε η ποντιακή μουσική; Πριν γίνει
περισσότερος λόγος πάνω στο θέμα αυτό, χρήσιμη είναι μια παρένθεση που
θα βοηθήσει στην κατανόηση του τι συμβαίνει.
Στην τέχνη δεν μπορεί να γίνεται κάτι τυχαία
Πριν από μερικά χρόνια, ο γράφων, που ζούσε και εργαζόταν στο Λονδίνο, αποφάσισε να πάει κάποιο βράδυ σε ένα τζαζ μπαράκι, όπου έπαιζε μια ελαφρώς πειραματική τζαζ μπάντα. Εκεί ανέφερε κάποιος ότι στο σχήμα τους έπαιζε και ορχηστρική άρπα. Ακουγόταν ενδιαφέρων. Όταν με το καλό ξεκίνησαν να παίζουν, έμειναν όλοι με ανοιχτό το στόμα! Από τους πελάτες μέχρι τους ανθρώπους που δούλευαν στην κουζίνα. Οι μουσικοί ήταν απίστευτοι!
Αναφερόμαστε
στο γεγονός για να σημειώσουμε ότι η πρόσθεση της ορχηστρικής άρπας
στη τζαζ μουσική δεν έγινε τυχαία. Καταρχάς, οι μουσικοί της
συγκεκριμένης μπάντας είχαν από ένα πτυχίο αρμονίας ο καθένας.
Τουλάχιστον. Και φυσικά δεν γίνεται λόγος για πτυχίο κάποιου
συνοικιακού ωδείου Θεσσαλονίκης αλλά για το King College Berkley
κ.τ.λ. Μελέτησαν πάρα, μα πάρα πολύ, και την παραμικρή δίεση πριν
κάνουν οποιαδήποτε ενέργεια να προσθέσουν ή να αφαιρέσουν οτιδήποτε.
Γιατί; Γιατί ένα είδος μουσικής στο οποίο οι παράγοντες που το
χαρακτηρίζουν, (μελωδία, ρυθμός, αρμονία) έχουν ιδιαιτερότητες και
μάλιστα στην περίπτωση της τζαζ, μεγάλες. Είναι πολύ δύσκολο να
προσμίξει κανείς ένα ξένο στοιχείο, χωρίς να αλλάξει τη μορφή του κάθε
μουσικού είδους και ακόμη πιο δύσκολο, χωρίς να το υποβιβάσει σε - στο
ανάλογο της κάθε σκηνής - σκυλάδικο.
Και εκεί ακριβώς θέλουμε να καταλήξουμε, στο σκυλάδικο! Για να πάρει κανείς ένα παραδοσιακό είδος μουσικής και να προσθέσει ντραμς και ακομπανιαμέντα από αρμόνιο και δεν ξέρουμε τι άλλο, χωρίς να υπάρχει η ανάλογη μουσική παιδεία, πρέπει να είναι ή γάιδαρος ή να μην έχεις καμία αντίληψη του τι εστί παραδοσιακή μουσική και, ακόμη χειρότερα, του τόπου του!
Ακούσαμε
πολλές «ατάκες», κατά καιρούς, σε διάφορα στούντιο, που προκαλούν το
εξής ερώτημα: Τι λόγο έχει ένας τραγουδιστής, που φέρει και παράδοση και
ιστορία, να θέλει να υποβιβάζει τον εαυτό του στην κατηγορία
«γκομενίτσας» τραγουδίστριας - να την πει ο Θεός! - σκυλάδικου β'
κατηγορίας με πλατινέ μαλλί και προκλητικότατο μίνι; Και όχι μόνον αυτό,
αλλά και να συμπεριφέρονται στην ποντιακή λύρα σαν να είναι λαϊκό
μπουζούκι, και να την προσβάλουν με συνοδείες κιθάρας, αρμονίου, ντραμς
ή ότι άλλο έχουν δει να κάνουν «οι άλλοι» στα σκυλάδικα που συχνάζουν.
Μέρος της συνταγής είναι πάντα το όργανο
Πρέπει να καταλάβει ο κάθε σύγχρονος Πόντιος μουσικός ότι το όργανο με το οποίο έχει γραφτεί ένα παραδοσιακό τραγούδι, είναι μέρος της συνταγής που το κάνει αυτό που είναι. Αν θέλουν να προσθαφαιρέσουν οτιδήποτε, πρέπει να ασχοληθούν με το θέμα της μουσικής παιδείας, για να μπορέσουν να ξεφύγουν από το επίπεδο του σκυλάδικου και να προσπαθήσουν να καταλάβουν τι είναι παράδοση, ρίζες και ανάγκη για έκφραση μέσω της μουσικής ώστε να ξαναβρεθεί το χαμένο μονοπάτι που οδηγεί στην αυθεντική ποντιακή μουσική.
Γιάννης Παπαδόπουλος
( μουσικός, μελετητής λαογραφικής μουσικής και παραδοσιακής ηχοθεραπείας).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου