ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΑΠΝΟΙΑ ΤΟΥΤΗ πέρασαν οι βδομάδες και οι μήνες, ώσπου, στις 10 Αυγούστου, υπογράφτηκε ή Συνθήκη των Σεβρών ανάμεσα στους Συμμάχους και στην Αυτοκρατορική Τουρκία, πού είχε την έδρα της κυβέρνησής της στην Πόλη. Το ποντιακό ζήτημα έμεινε άλυτο, μόλο πού οι όροι της γενικά ήταν ευνοϊκοί για τους Έλληνες.
Γι’ αυτό ο Μουσταφά Κεμάλ, με την επαναστατική κυβέρνησή του της Αγκύρας, δεν αναγνώρισε την Συνθήκη. Το ίδιο έκαναν και οι Νεότουρκοι του κομιτάτου «Ένωση — Πρόοδος».
Λίγες βδομάδες αργότερα, σε μια συνεδρίαση της Εθνοσυνέλευσης των Κεμαλικών, πάρθηκε η απόφαση να απελαθούν οι Έλληνες υπήκοοι από τις μικρασιατικές πόλεις. Σε εφαρμογή της απόφασης τούτης, τα μεσάνυχτα της 13ης 'Οκτωβρίου, οι τζανταρμάδες της Σαμψούντας μπήκαν στα σπίτια των εβδομήντα δύο Ελλήνων υπηκόων πού ζούσαν στην πόλη και δούλευαν σε διάφορα πρακτορεία και εταιρείες, τούς σήκωσαν από τα κρεβάτια τους και τούς έριξαν στα μπουντρούμια των φυλακών. Έπειτα από τρεις μέρες, τούς φόρτωσαν σ' ένα βαπόρι της αυστριακής εταιρείας «Λόυντ Τριεστίνο» και τούς έδιωξαν από την Τουρκία.
Την ίδια μέρα, 16 'Οκτωβρίου, οι τουρκικές αρχές της πόλης μετέφεραν τα έπιπλα εκείνων πού απέλασαν στο θέατρο του Νεμλί ζαδέ και συνάμα έκαναν κατάσχεση όλης της κτηματικής περιουσίας τους και των εμπορευμάτων πού είχαν στα καταστήματά τους.
Οι Ρωμιοί της Σαμψούντας αναρίγησαν με το επεισόδιο τούτο, σα να χτυπούσε στο πρόσωπο τους το ψυχρό αγέρι κάποιας μακρινής και φοβερής μπόρας πού σίμωνε γοργά απειλώντας και τούς ίδιους.
Τούτο τον καιρόν έφτασε και ο Καραΐσκος στη Σαμψούντα με την πλαστή ιδιότητα τού αντιπροσώπου τού Ερυθρού Σταυρού. Συναντήθηκε αμέσως με τον Επίσκοπο Ζήλων Ευθύμιο και με τον πρόεδρο της Εφοροδημογεροντίας της πόλης, το γιατρό Μακρή, και τούς ανέφερε το μυστικό σκοπό της αποστολής του.
Ακολούθησαν κι άλλες μυστικές επαφές με πολίτες και οπλαρχηγούς, πού κατέβηκαν κρυφά στην πόλη γι' αυτό το σκοπό, και τέλος έγινε μια μυστική συνεδρίαση σ' ένα τριώροφο ρωμαίικο σπίτι της Ρεζή μαχλεσί, όπου παραβρέθηκαν και εφτά προσωπικότητες, από τις πιο σημαντικές, της Σαμψούντας.
Από την αρχή της συνεδρίασης άναψε μια θυελλώδη συζήτηση ανάμεσα στους καπετάνιους, μπροστά στον υπολοχαγό. Οι οπλαρχηγοί καυγάδιζαν μεταξύ τους με πάθος και έδειχναν έτσι πώς δεν υπήρχε συντονισμός στις απόψεις τους, ούτε και πνεύμα αληθινής συνεργασίας, τέτοιας τουλάχιστον πού απαιτούσαν οι περιστάσεις. Ο Καραΐσκος απογοητεύτηκε για μια στιγμή και θέλησε να εκφράσει τη θλίψη του, αλλά τον πρόλαβαν οι πολιτικοί ηγέτες πού ήταν παρόντες. Με τις ψύχραιμες κουβέντες τους κάλμαραν κάπως τις φουρτουνιασμένες ψυχές των καπετάνιων. Ακολούθησε μια δύσκολη συζήτηση πάνω στο επίμαχο θέμα της στενής συνεργασίας των οπλαρχηγών και, τέλος, ο πρόεδρος της μυστικής εκείνης συνεδρίασης πρότεινε στον Καραΐσκο να αναλάβει την γενική αρχηγία και διαχείριση τού αγώνα. Ο υπολοχαγός ευχαρίστησε για την τιμή πού του έκανε, αλλά διατύπωσε επιφυλάξεις για τη σκοπιμότητα μιας τέτοιας από φάσης.
— Φοβάμαι, υποστήριξε, ότι οι συνέπειες θα είναι επιζήμιες για τον πληθυσμό μας, αν, παρ' όλη την εχεμύθεια πού θα τηρήσουμε, γίνει γνωστή στους Τούρκους ή ιδιότητα μου του αξιωματικού τού Ελληνικού Στρατού, έστω και απόστρατου.
— Μα θα φροντίσουμε να μην το μάθει κανείς, επέμεινε ένας απο τούς Σαμψούντιους προύχοντες.
— Δε γίνεται τέτοιο πράγμα. Ο καταδότης δε λείπει ποτέ από καμιά παράταξη. Αυτό να το ξέρετε.
— Τέλος πάντων, είπε ένας άλλος πρόκριτος της πόλης. Να λάβεις υπόψη σου όμως ότι ο κίνδυνος για το ρωμαίικο πληθυσμό υπάρχει πάντα, είτε είναι ένοχος είτε όχι. Οι Τούρκοι δε λεπτολογούν και δεν εξετάζουν τέτοια ζητήματα.
Ιστύλ Αγάς
|
Τα ίδια είπαν και οι καπετάνιοι και, στο τέλος, πάλι με επιφύλαξη, ο Καραΐσκος δέχτηκε να αναλάβει προσωρινά κάποιο ηγετικό οργανωτικό ρόλο. 'Η συνεδρίαση τερματίστηκε με φιλικό τρόπο και όλοι ένιωσαν ικανοποίηση από τα αποτελέσματα της.
Τις κατοπινές μέρες ό υπολοχαγός ανέβηκε στα χωριά και συναντήθηκε με τον επικρατέστερο οπλαρχηγό τού τόπου, τον καπετάν Στύλο Κοσμίδη. Τον βρήκε στο λημέρι του και συνεννοήθηκε εύκολα μαζί του. Κατόπιν οι δύο άντρες άρχισαν την οργάνωση των αντάρτικων ομάδων.
ΣΤΟ ΜΕΤΑΞY ΟΜΩΣ ο Μουσταφά Κεμάλ είχε επικρατήσει ολότελα στην Ανατολή και ο τουρκικός στρατός κεμαλοποιήθηκε. Όταν έγινε το ίδιο και στη Σαμψούντα, ο αντικεμαλικός στρατιωτικός διοικητής αναχώρησε με περιπολικό του μίστερ Σόλδερ για την Κωνσταντινούπολη.
Η κατάσταση άρχισε να χειροτερεύει ραγδαία. Ο τουρκικός στρατός, περιφρονώντας τις διεθνείς συνθήκες και την παρουσία των Άγγλων, άνοιξε βαθιά χαρακώματα ολόγυρα στην πόλη και τοποθέτησε τηλεβόλα στα πιο επίκαιρα σημεία. Το ίδιο έκανε και γύρω στην κωμόπολη Καβάκ, τέσσερις ώρες από τη Σαμψούντα, προς τα μεσόγεια. Ο Καραΐσκος ενημέρωσε, με μηνύματά του, την ελληνική και συμμαχική στρατιωτική αποστολή στην Κωνσταντινούπολη για τις κινήσεις και τις ενέργειες των Τούρκων, και κατόπιν δραστηριοποιήθηκε ακόμα πιο πολύ.
Περιόδευσε, επί πενήντα ολόκληρες μέρες, την ορεινή περιοχή του Δυτικού Πόντου, από τη Σαμψούντα, την Έρμπαγα, την Τοκάτη και τη Νεοκαισάρεια, ως τη Μερζιφούντα και την Αμάσεια, και επισκέφτηκε δεκάδες λημέρια, συναντήθηκε με όλους τούς καπετάνιους, συνέταξε κατάλογο των οπλαρχηγών και ανταρτών, καθώς και των αντρών πού μπορούσαν να σηκώσουν όπλο σε ώρα ανάγκης, συνέστησε λαϊκά δικαστήρια και ταμεία σε κάθε χωριό για την αγορά όπλων, διοργάνωσε υπηρεσίες μεταφοράς πολεμοφοδίων και ρούχων και συμβούλεψε να ανοίξουν τα σχολεία για τη μόρφωση των παιδιών.
Τοκάτη
|
Για το διάστημα τού ενάμιση μήνα πού κράτησε ή δραστηριότητά του, ό Πόντιος υπολοχαγός αναγνωρίστηκε σαν ανώτατος στρατιωτικός, δικαστικός και πολιτικός αρχηγός. Οι Ρωμιοί οργανώθηκαν σχετικά και, με την ομόνοια τους, έβαλαν τα θεμέλια της συντονισμένης αντιμετώπισης της κατάστασης πού δημιουργήθηκε.
Στο διάστημα αυτό ο Καραΐσκος έστελνε συνέχεια εκθέσεις στην Αθήνα, στην Ελληνική Κυβέρνηση και στην Επιτροπή Ποντίων, και ζητούσε να στείλουν όπλα και πολεμικό υλικό για να αντιμετωπιστεί ή κρίσιμη κατάσταση, μα δεν έπαιρνε καμιά απάντηση. Τελευταία κατέβηκε πάλι στη Σαμψούντα και ήρθε σε επαφή με τον Επίσκοπο Ζήλων Ευθύμιο, με το γιατρό Μακρή και με άλλους παράγοντες της πόλης. Τούς πρότεινε να φύγει για την Αθήνα και να εκθέσει από κοντά την κατάσταση, με την ελπίδα να πείσει τούς αρμόδιους πολιτικούς και στρατιωτικούς παράγοντες να ενισχύσουν με πολεμικό υλικό τον αγώνα του Πόντου για την ύπαρξή του.
Την άλλη μέρα ακριβώς, έφτασε από την Αθήνα ένα γράμμα, που τον πληροφορούσε με συνθηματική γλώσσα ότι φορτώθηκε αρκετή ποσότητα πολεμικού υλικού σε ένα καράβι πού έπλεε για τη Σαμψούντα. Ο υπολοχαγός ενθουσιάστηκε και μετέδωσε το ευχάριστο νέο στον Επίσκοπο και στην Εφοροδημογεροντία της πόλης. Οι Ρωμιοί προύχοντες, όσοι ήταν με το μέρος της Αγωνιστικής παράταξης, συγκινήθηκαν για τη μακρινή και πατριωτική χειρονομία της Αθήνας και δέχτηκαν την πρόταση του Καραΐσκου να πάει στην Ελλάδα, για να προσπαθήσει να αποσπάσει κι άλλο πολεμικό υλικό. Τον εφοδίασαν με πολλά γράμματα, όπου με ζωηρά χρώματα περιγράφανε την κρίσιμη θέση των ποντιακών πληθυσμών και υπογράμμιζαν την ανάγκη να ενισχυθεί ή αμυντική προσπάθειά τους.
Πριν ξεκινήσει επισκέφτηκε τον Άγγλο 'Αρμοστή. Ο μίστερ Σόλδερ τον υποδέχτηκε με πολλές φιλοφρονήσεις και τον ρώτησε τι έκανε στην ύπαιθρο, καθώς και ποια γνώμη σχημάτισε από την περιοδεία του στο εσωτερικό της περιοχής·
— Μίστερ Σόλδερ, με την ιδιότητα μου ως μέλους τού Ελληνικού 'Ερυθρού Σταυρού περιόδευσα τα ρωμαίικα χωριά και μοίρασα χρηματικά βοηθήματα, φάρμακα και τρόφιμα στους άπορους ομογενείς. Οι πατριώτες μου βρίσκονται σε άθλια κατάσταση από οικονομική άποψη. Παρ' όλα αυτά, αν και τούς λείπει το ψωμί, με τα χρήματα πού τούς μοίρασα αγόρασαν όπλα, γιατί θεωρούν ότι η ζωή τους κινδυνεύει πιο πολύ από την επιθετικότητα των Τούρκων παρά από την πείνα.
—Έχετε δίκιο, κύριε αντιπρόσωπε τού 'Ερυθρού Σταυρού, είπε διπλωματικά και ο μίστερ Σόλδερ. Αυτή είναι δυστυχώς η κατάσταση, μα εγώ τουλάχιστον, δεν έχω ούτε εντολή από τούς ανωτέρους μου ούτε και τα μέσα για να βοηθήσω.
Μίλησαν αρκετή ώρα ακόμα και κατόπιν αποχαιρετίστηκαν. Ο 'Αρμοστής έδωσε στον Καραΐσκο για συνοδεία δύο Άγγλους αξιωματικούς. Αυτοί τον οδήγησαν ως το λιμάνι, τον ανέβασαν σε μια βενζινάκατο και τον πήγαν στο ρωσικό επιβατικό βαπόρι πού ήταν αραγμένο στα ανοιχτά τού κόλπου.
Πάνω στο καράβι, ένας Τούρκος κεμαλικός αστυνομικός ζήτησε να ελέγξει το διαβατήριο του εν ονόματι της Κυβέρνησης της Άγκυρας. Ό Καραΐσκος τον κοίταξε περιφρονητικά και του είπε:
—Ως Άγγλος υπήκοος δεν σου αναγνωρίζω τέτοιο δικαίωμα.
—Επιμένω να μου δείξεις τα χαρτιά σου, είπε οργισμένος ο αστυνομικός.
Ο Καραΐσκος δεν έχασε καιρό και βγάζοντας στα πεταχτά το πιστόλι του, είπε:
— Παύσε να ασχολείσαι μαζί μου, γιατί θα σε ξαπλώσω χάμω!
Ο Τούρκος αστυνομικός ταράχτηκε και έφυγε ντροπιασμένος. Μπήκε σε μια βάρκα και τράβηξε για τη σκάλα του λιμανιού.
Σε λίγο το καράβι ξεκίνησε για την Πόλη. Έπειτα από ένα ομαλό ταξίδι, ο Καραΐσκος έφτασε στην Κωνσταντινούπολη και την ίδια μέρα παρουσιάστηκε στην Ελληνική Αρμοστεία. Εξέθεσε τα πράγματα, όπως διαμορφώθηκαν τον τελευταίο καιρό στον Πόντο, μα οι αρμόδιοι παράγοντες της Αρμοστείας δεν έδωσαν μεγάλη σημασία. Απογοητευμένος τότε έφυγε, την άλλη κιόλας μέρα, για την Αθήνα.
Στην ελληνική πρωτεύουσα κινήθηκε με την ίδια δραστηριότητα. Παρουσιάστηκε σε Υπουργούς και σε αρμόδιες υπηρεσίες των Υπουργείων, μα και πάλι δεν έβγαλε κανένα θετικό αποτέλεσμα. Απελπισμένος βαθιά, ξανάφυγε για την Πόλη. Φτάνοντας εκεί, επισκέφτηκε αμέσως το συνταγματάρχη Καθενιώτη. Τον ικέτευσε να στείλει όπλα και πολεμοφόδια στη Σαμψούντα, γιατί ο πληθυσμός της απειλείται με εξόντωση.
—Αδύνατον! είπε ό συνταγματάρχης με έμφαση. Αδύνατον! Δεν ενδείκνυνται τέτοιου είδους ενέργειες. Θα εκτεθούμε! Θα δώσουμε λαβή για κατηγορίες στον πρώτο τυχόντα...
— Μα, τον διέκοψε ό Καραΐσκος, δε θα αποκαλυφτεί ή αποστολή τού υλικού.
—Αδύνατον! πρέπει να γίνει κάτι στα φανερά, μια απόβαση, ας πούμε, στις ακτές της Αμισού, ή πρέπει να αποφεύγουμε κάθε τι που θα μας εξέθετε διεθνώς. Ή θέση της Ελλάδος είναι σήμερα πολύ λεπτή και περίπλοκη. Ας μην την περιπλέξουμε περισσότερο με ασύνετες ενέργειες.
Πικραμένος, αγανακτισμένος και τριπλά απογοητευμένος ό Πόντιος υπολοχαγός, αποφάσισε να ξαναγυρίσει στον μαρτυρικό Πόντο, για να αγωνιστεί μαζί με τούς συμπατριώτες του, ανάμεσα στα παλικάρια των βουνών, πού προσπαθούσαν να εκτελέσουν το πατριωτικό τους καθήκον, να προστατέψουν δηλαδή τη ζωή και την τιμή των άμαχων γυναικόπαιδων, στηριγμένα μόνο στις δικές τους δυνάμεις.
Προμηθεύτηκε λοιπόν ένα ξένο διαβατήριο για να φύγει, μα την ώρα πού ήταν έτοιμος να ξεκινήσει, ή Ελληνική Στρατιωτική Αποστολή, πού, στο μεταξύ, το πληροφορήθηκε, τον εμπόδισε. Έτσι αχρηστεύτηκε και καταδικάστηκε σε αδράνεια ένας αληθινός ηγέτης, μένοντας αναγκαστικά μακριά από τα αδέλφια του, που ζούσαν μέσα σε μια απελπιστική και γεμάτη τραγικές απειλές κατάσταση.
Χρήστος Σαμουηλίδης
"Η ΜΑΥΡΗ ΘΑΛΑΣΑ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου