Όταν η σουλτανική κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης αναγκάσθηκε να συνάψει ανακωχή με τους συμμάχους, στην Ελλάδα - την φτωχή συγγενή σε δικαιώματα και πρώτη στις θυσίες για την κοινή υπόθεση της απελεύθερωσης των υπόδουλων πληθυσμών! - είχε δοθεί το δικαίωμα να ιδρύσει και αυτή αρμοστεία στην Κωνσταντινούπολη και να κηδεμονεύσει τους Έλληνες των τουρκοκρατούμενων περιοχών.
Η «νικήτρια» λοιπόν Ελλάδα, σαν δείγμα συμβολικής επικοινωνίας της και με τον Πόντιο Ελληνισμό, επάνδρωσε το περίλαμπρο Ακρίτειο νοσοκομείο της Τραπεζούντας με την αποστολή επιστημονικού στρατιωτικού προσωπικού και ολιγάριθμης φρουράς, από ένα λοχία του ελληνικού στρατού.
Αργότερα, όταν οι σύμμαχοι Αγγλογαλλοϊταλοί και Αμερικανοί νόμισαν ότι οι «ευγενείς» σκοποί τους ξεπληρώθηκαν — με την υποδούλωση των Αυστριακών του Τυρόλου στους Ιταλούς, των Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου στους Αλβανούς, των Σουδητών Γερμανών στους Τσέχους κλπ. — έκλεισαν ειρήνη με τους χθεσινούς εχθρούς των (και με την Τουρκία, φυσικά) , αφήνοντας την Ελλάδα έκθετη στη Μικρά Ασία, όπου οι ίδιοι την είχαν στείλει.
Στο μεταξύ έγινε το κίνημα του Μουσταφά Κεμάλ, η επιρροή του οποίου απλώθηκε αμέσως σε ολόκληρη την τουρκική επικράτεια, ένα κίνημα φανατικό στη νοοτροπία του, αδιάλλακτο στις επιδιώξεις του, ορμητικό σαν χείμαρρος, χάρη στην βοήθεια των ως τα χθες συμμάχων της Ελλάδας, που τώρα ενίσχυαν απροκάλυπτα την Άγκυρα εναντίον των Ελλήνων.
Το ελληνικό στρατιωτικό προσωπικό του Ακριτείου νοσοκομείου της Τραπεζούντας βρέθηκε στην ανάγκη, υπό την πίεση των πραγμάτων, να εγκαταλείψει την Τραπεζούντα και να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη. Τότε ακριβώς ο τελευταίος διευθυντής του νοσοκομείου Οικονομίδης παραχώρησε τα όπλα της φρουράς στους Σανταίους αντάρτες, αφού έτσι κι αλλιώς δεν μπορούσαν οι στρατιώτες να φύγουν από την Τραπεζούντα ένοπλοι. Ίσως μάλιστα δεν θα κατόρθωναν καν να φύγουν και θα αιχμαλωτίζονταν από τις κεμαλικές αρχές, αν δεν επενέβαινε ο τότε Γάλλος αρμοστής Λεπισιέ και δεν τους φιλοξενούσε στην αρμοστεία, ώσπου να βρεθεί η κατάλληλη ευκαιρία να αναχωρήσουν με γαλλικό αντιτορπιλικό.
Η παρένθεση αυτή ήταν απαραίτητη, για να μπορέσει ο αναγνώστης να μεταφερθεί κάπως στην ατμόσφαιρα της εποχής εκείνης και να εκτιμήσει ορθά το αντάρτικο κίνημα της Σάντας.
θα μπορούσε να γεννηθεί κι ακόμα ένα ερώτημα, κοντά στο άλλο που αναφέραμε παραπάνω.
Για ποιόν λόγο σε ολόκληρο τον ανατολικό Πόντο έχει εκδηλωθεί κίνημα αντίστασης στη Σάντα και πουθενά αλλού; Ειδικότερα το ερώτημα θα μπορούσε να τεθεί για την Κρώμνη, όπου όχι μόνο ο πληθυσμός ήταν επίσης αμιγώς ελληνικός, αλλά και η παλικαριά των ανδρών της απαράμιλλη και το φρόνημα γενικά ακμαιότατο.
Όσο ο Σανταίος, άλλο τόσο και ο νέος της Κρώμνης ήταν εξοικειωμένος από τα εφηβικά του χρόνια με τον χειρισμό του όπλου, η απόκτηση του οποίου αποτελούσε τον μεγαλύτερο πόθο του.
Γιατί λοιπόν δεν είχε εκδηλωθεί και εκεί αντίσταση όμοια με εκείνη που εκδηλώθηκε στη Σάντα;
Η «νικήτρια» λοιπόν Ελλάδα, σαν δείγμα συμβολικής επικοινωνίας της και με τον Πόντιο Ελληνισμό, επάνδρωσε το περίλαμπρο Ακρίτειο νοσοκομείο της Τραπεζούντας με την αποστολή επιστημονικού στρατιωτικού προσωπικού και ολιγάριθμης φρουράς, από ένα λοχία του ελληνικού στρατού.
Αργότερα, όταν οι σύμμαχοι Αγγλογαλλοϊταλοί και Αμερικανοί νόμισαν ότι οι «ευγενείς» σκοποί τους ξεπληρώθηκαν — με την υποδούλωση των Αυστριακών του Τυρόλου στους Ιταλούς, των Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου στους Αλβανούς, των Σουδητών Γερμανών στους Τσέχους κλπ. — έκλεισαν ειρήνη με τους χθεσινούς εχθρούς των (και με την Τουρκία, φυσικά) , αφήνοντας την Ελλάδα έκθετη στη Μικρά Ασία, όπου οι ίδιοι την είχαν στείλει.
Στο μεταξύ έγινε το κίνημα του Μουσταφά Κεμάλ, η επιρροή του οποίου απλώθηκε αμέσως σε ολόκληρη την τουρκική επικράτεια, ένα κίνημα φανατικό στη νοοτροπία του, αδιάλλακτο στις επιδιώξεις του, ορμητικό σαν χείμαρρος, χάρη στην βοήθεια των ως τα χθες συμμάχων της Ελλάδας, που τώρα ενίσχυαν απροκάλυπτα την Άγκυρα εναντίον των Ελλήνων.
Το ελληνικό στρατιωτικό προσωπικό του Ακριτείου νοσοκομείου της Τραπεζούντας βρέθηκε στην ανάγκη, υπό την πίεση των πραγμάτων, να εγκαταλείψει την Τραπεζούντα και να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη. Τότε ακριβώς ο τελευταίος διευθυντής του νοσοκομείου Οικονομίδης παραχώρησε τα όπλα της φρουράς στους Σανταίους αντάρτες, αφού έτσι κι αλλιώς δεν μπορούσαν οι στρατιώτες να φύγουν από την Τραπεζούντα ένοπλοι. Ίσως μάλιστα δεν θα κατόρθωναν καν να φύγουν και θα αιχμαλωτίζονταν από τις κεμαλικές αρχές, αν δεν επενέβαινε ο τότε Γάλλος αρμοστής Λεπισιέ και δεν τους φιλοξενούσε στην αρμοστεία, ώσπου να βρεθεί η κατάλληλη ευκαιρία να αναχωρήσουν με γαλλικό αντιτορπιλικό.
Η παρένθεση αυτή ήταν απαραίτητη, για να μπορέσει ο αναγνώστης να μεταφερθεί κάπως στην ατμόσφαιρα της εποχής εκείνης και να εκτιμήσει ορθά το αντάρτικο κίνημα της Σάντας.
θα μπορούσε να γεννηθεί κι ακόμα ένα ερώτημα, κοντά στο άλλο που αναφέραμε παραπάνω.
Για ποιόν λόγο σε ολόκληρο τον ανατολικό Πόντο έχει εκδηλωθεί κίνημα αντίστασης στη Σάντα και πουθενά αλλού; Ειδικότερα το ερώτημα θα μπορούσε να τεθεί για την Κρώμνη, όπου όχι μόνο ο πληθυσμός ήταν επίσης αμιγώς ελληνικός, αλλά και η παλικαριά των ανδρών της απαράμιλλη και το φρόνημα γενικά ακμαιότατο.
Όσο ο Σανταίος, άλλο τόσο και ο νέος της Κρώμνης ήταν εξοικειωμένος από τα εφηβικά του χρόνια με τον χειρισμό του όπλου, η απόκτηση του οποίου αποτελούσε τον μεγαλύτερο πόθο του.
Γιατί λοιπόν δεν είχε εκδηλωθεί και εκεί αντίσταση όμοια με εκείνη που εκδηλώθηκε στη Σάντα;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου