Ας υποθέσουμε ότι η περιουσία που άφησαν οι Τούρκοι φεύγοντας με την ησυχία τους ανερχόταν σε 12,5 δισεκατομ. σταθεροποιημένες δρχ. του 1924. Και αμέσως-αμέσως τίθεται το ερώτημα: πως έγινε η διαχείριση της, πως διατέθηκε και ποιο είναι το υπόλοιπο της σήμερα;
Εδώ, στο σημείο αυτό, δεν είναι πολύ καθαρά τα πράγματα. Καταγγέλθηκαν κατά καιρούς ύποπτες και ρουσφετολογικές παραχωρήσεις και σε μη δικαιούχους γιατί δικαιούχοι ήταν μόνον οι πρόσφυγες.
Έτσι γεννήθηκε το μεγάλο πρόβλημα αν έπρεπε η Ελλάδα να αποζημιώσει εξολοκλήρου τους πρόσφυγες για την περιουσία που εγκατέλειψαν σύμφωνα με το άρθρο 14 της Συμβάσεως ανταλλαγής, που έλεγε: «Ούτος (ο μετανάστης) δικαιούται κατ' αρχήν να λάβη εν τη χώρα ένθα μεταναστεύει και δια τα ποσά άτινα τω οφείλονται, περιουσίαν ίσης αξίας και της αυτής φύσεως, οία η παρ' αυτού εγκαταλειφθείσα..».
Αυτό, παρά τις πιέσεις και τις διαμαρτυρίες, όπως είδαμε, δεν έγινε κατορθωτό. Ο Βενιζέλος έλεγε ότι «η ηθική υποχρέωσις του κράτους είναι μία: η συμπλήρωσις και η ολοκλήρωσις της προσφυγικής αποκαταστάσεως...». Καμιά σκέψη για «ολοκληρωτική αποζημίωση».
Αν όμως η ηγεσία των προσφύγων της εποχής εκείνης έστερξε στην άποψη αυτή, ύστερα από ατελέσφορες ενέργειες μέσα και έξω από τη Βουλή, τότε θα ρωτήσει κανείς: Και η ανταλλάξιμη περιουσία, που καθορίσθηκε αποκλειστικά για τη στέγαση, την αποζημίωση - μειωμένη στο ελάχιστο - και γενικά την αποκατάσταση αστών και αγροτών προσφύγων;
Στην αρχή, με την αναχώρηση των Τούρκων την ανταλλάξιμη περιουσία την ανάλαβε να τη διαχειρισθεί το κράτος - Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων -, ύστερα παραχωρήθηκε στην Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ) ένα μεγάλο μέρος της ανταλλάξιμης αγροτικής ιδιοκτησίας, για την αποκατάσταση των αγροτών προσφύγων, από την ΕΑΠ. Όταν διαλύθηκε η ΕΑΠ στα 1927, τη διαχείριση της ανταλλάξιμης περιουσίας την ανάλαβε η Εθνική Τράπεζα μέχρι το 1939, που τελικά πέρασε στην «Υπηρεσία Διαχειρίσεως Ανταλλαξίμων Μουσουλμανικών Κτημάτων» (ΥΔΑΜΚ) και ύστερα στο «Ταμείον Ανταλλαξίμου Περιουσίας και Αποκαταστάσεως Προσφύγων» (ΤΑΠΑΠ), για να συγχωνευθεί, στη νεοσύστατη Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου (ΚΕΔ).
Για τη διαχείριση αυτής της περιουσίας διατυπώθηκαν πολλές αμφιβολίες για την «καθαρότητά» της. Και ο ίδιος ο Βενιζέλος παραδέχθηκε την κακή της διαχείριση στη Συνεδρίαση της Βουλής της 25 Ιουνίου 1930. «Υπάρχουν παράπονα ότι η διαχείρισις της ανταλλαξίμου περιουσίας δεν έγινε καλώς και δεν έχω ουδεμίαν δυσκολίαν να δεχθώ ως βάσιμα, εν πολλοίς, τα παράπονα ταύτα...».
Αλλά και στη Βουλή οι πρόσφυγες βουλευτές και οι προσφυγικές οργανώσεις έφερναν στο φως δεκάδες και δεκάδες περιπτώσεις μεροληπτικών και παρανόμων παραχωρήσεων ανταλλάξιμης περιουσίας σε άτομα που δεν είχαν κανένα δικαίωμα παραχωρήσεως και ενισχύσεως από την περιουσία αυτή.
Στη Συνεδρίαση της Βουλής (29 Μαϊου 1925), ο πρόσφυγας βουλευτής Φίλιππος Μανουηλίδης, από τη Θράκη, είπε ανάμεσα σε άλλα: «... Όσον αφορά το ζήτημα των μουσουλμανικών κτημάτων ούτε τα 20% δεν κατέχονται μέχρις ώρας υπό των προσφύγων...».
Και ο τότε υπουργός Γεωργίας Γ. Μάρης παρατήρησε ότι οι υπολογισμοί αυτοί είναι «πεπλανημένοι. Τουλάχιστον αγροτικά μουσουλμανικά κτήματα μόνον ίσως κατά 20% δεν κατέχονται υπό προσφύγων...». Δηλαδή, από το 1925 τα 20% των ανταλλαξίμων κτημάτων δόθηκαν σε μη πρόσφυγες. Στην ίδια Συνεδρίαση ο βουλευτής Α. Λαζαρίδης ανάφερε ότι στην περιφέρεια Σερρών 40-50 χιλιάδες στρέμματα ανταλλάξιμης περιουσίας δόθηκαν σε διάφορους μακεδονομάχους που σχημάτισαν μεγαλοϊδιοκτησίες...
Ο Γ. Καφαντάρης μιλώντας στην ίδια Συνεδρίαση της Βουλής (29-5-1925) είπε για μια στιγμή: «Θεωρώ ότι ηδύνατο να ληφθούν ακόμα μέτρα αυστηρότερα δια την μουσουλμανικήν περιουσίαν και δη εν σχέσει με την ρευστοποίησιν της και τας ενοικιάσεις...».
Και ο τότε υφυπουργός Περιθάλψεως Α. Παπαδάτος του απάντησε: «Γνωρίζετε ότι η κυβέρνησις ηύξησε τα συνεργεία ερεύνης και ανεύρε νέαν περιουσίαν 150 εκατομμυρίων και εν γένει καταβάλλεται προσπάθεια δια την εξασφάλισιν της περιουσίας αυτής;» Καφαντάρης: «Το ομολογώ, αλλά νομίζω ότι υπάρχει ακόμη στάδιον εξαντλήσεως αυστηρότερων μέτρων...».
Και οι καταπατήσεις και οι παραχωρήσεις ανταλλάξιμης περιουσίας δεν έγιναν μόνο για αγαθοεργά και άλλα ιδρύματα, αλλά και για πρόσωπα.
Ο Ισάκ Λαυρεντίδης, που από το βιβλίο του «Πρόσφυγες εξ ανταλλαγής και ανταλλάξιμος περιουσία» παίρνω τα στοιχεία αυτά, αποκαλύπτει:
1.— Δόθηκαν χωρίς τίμημα κτήματα από την ανταλλάξιμη περιουσία στην Εκπαιδευτική Επιτροπή Ζωσιμάδων της εφοροεπιτροπείας των Αγαθοεργών Καταστημάτων Ιωαννίνων, την Παιδαγωγική Ακαδημία, το Εθνικό Στάδιο Ζωσιμάδων και ολόκληρο το μέγαρο της Εθνικής Τραπέζης, που ήταν ανταλλάξιμο στη Ζωσιμαία Βιβλιοθήκη.
2.- Στην περιοχή Σερρών δόθηκαν τεράστια ανταλλάξιμα κτήματα σε μη πρόσφυγες σε εξευτελιστική αξία, που θα καταβάλλονταν σε δέκα ετήσιες δόσεις, με επιτόκιο 3%.
3.- Στους αθλητικούς συλλόγους «Μακεδονικός» Θεσσαλονίκης και «Νίκη» του Βόλου παραχωρήθηκαν γήπεδα ανταλλάξιμα σε εξευτελιστική αξία, σε εξόφληση σε δέκα ετήσιες δόσεις.
4.- Μεγάλης κτηματικής αξίας αστικά ακίνητα στη Θεσσαλονίκη, περιήλθαν στην κυριότητα της «Παγκρητίου Αδελφότητος» Θεσσαλονίκης, στο 1/3 της αξίας τους, με εξόφληση σε πέντε ετήσιες δόσεις.
5.- Στο Ρέθυμνο, παραχωρήθηκε το Τζαμί στον Σύνδεσμο Καλών τεχνών Ρεθύμνης με εξευτελιστικό ποσό.
6.- Ανταλλάξιμο ακίνητο στη Θεσσαλονίκη παραχωρήθηκε στον Ερυθρό Σταυρό σε εξευτελιστική τιμή.
«Τα καλύτερα εξ αυτών, γράψει ο Λαυρεντίδης, διετέθησαν χαριστικώς, αναλώμασι δε της ανταλλαξίμου περιουσίας ήσκησε το κράτος την αγροτικήν του κοινωνικήν πολιτικήν, διαθέσαν παρ' αξίαν ανταλλαξίμους αγρούς δια την αποκατάστασιν ακτημόνων καλλιεργητών με χρέωσιν 150 δρχ. ανά στρέμμα, ενώ η αγοραία τιμή των ήτο, κατά μέσον όρον, 2.000 ανά στρέμμα...» .
Αλλά και μετα τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο και την κατοχή της χώρας μας από τα φασιστικά και ναζιστικά στρατεύματα και μετά τη μερική βελτίωση της καταστάσεως της χώρας μας από τα δεινά του εμφύλιου σπαραγμού (1946-49), το θέμα της «ρευστοποιήσεως της ανταλλαξίμου περιουσίας» επανέρχεται στο προσκήνιο, με το νομοθετικό διάταγμα, με αριθμό 3713 της 1 Ιουλίου 1957, «Περί μέτρων αφορώντων εις την επιτάχυνσιν της ρευστοποιησεως της ανταλλαξίμου περιουσίας και την ολοκλήρωσιν της αποκαταστάσεως των προσφύγων» (ΦΕΚ. 116, τ. Α' 1 Ιουλίου 1957).
Το νομοθέτημα αυτό δεν ήταν τίποτα άλλο, παρά «τακτοποίηση» εκείνων που κατείχαν κτήματα ανταλλάξιμα από το 1922. Τότε άρχισαν πάλιν οι διαμαρτυρίες των προσφυγικών οργανώσεων, που επέζησαν έως τότε και η «Κεντρική Επιτροπεία Προσφύγων» σε διαμαρτυρία της προς τους Γ. Παπανδρέου και Σοφ. Βενιζέλο, συναρχηγούς των Φιλελευθέρων (ήταν τότε κυβέρνηση Κ. Καραμανλή) ανέφεραν ότι «ο προσφυγικός κόσμος δεν είναι δυνατόν να ανεχθή την κατά τρόπον τόσον ανερυθρίαστον διαρπαγήν και λεηλασίαν της περιουσίας του...». Με το νομοθέτημα αυτό, έλεγε η διαμαρτυρία «δίδεται το δικαίωμα εις τους ανωμάλως αγοράσαντας παρά μουσουλμάνων και μη προσφυγόντας εμπροθέσμως εις τας επιτροπάς ανωμάλων δικαιοπραξιών δια να δικαιωθούν, να προσφύγουν ήδη, τριάντα περίπου έτη μετά την οριστικήν ρύθμισιν των ζητημάτων τούτων, τόσον δικαιολογημένον άλλωστε πάταγον προκαλεσάντων κατά την εποχήν εκείνην...».
Με το νομοθέτημα, συνεχίζει η διαμαρτυρία «χορηγούνται δωρεάν οικόπεδα μέχρι 2.000 τ.μ. Δεν μας ενδιαφέρει εάν οι ευνοούμενοι δια της διατάξεως αυτής είναι πρόσφυγες. Μας ενδιαφέρει να μη λεηλατείται η ανταλλάξιμος περιουσία...».
Δεν έγινε όμως τίποτα. Το νομοθέτημα εφαρμόσθηκε. Το πρόβλημα όμως της υπόλοιπης ανταλλάξιμης περιουσίας δεν είχε λυθεί. Έχει τόσες όψεις και τόσα κατάλοιπα...
Επακολούθησαν και άλλα νομοθετήματα «περί ταχείας ρευστοποιήσεως της ανταλλαξίμου περιουσίας» μέχρι την κήρυξη της δικτατορίας των συνταγματαρχών (1967).
Η «εθνική κυβέρνησις» θέλησε και αυτή να λύσει το πρόβλημα και έχοντας πεποίθηση στις «εθνοσωτήριες» αποφάσεις της προχώρησε στη σύνταξη νομοθετήματος με τον υπερφίαλο τίτλο: «Σχέδιον νομοθετικού διατάγματος Περί τερματισμού του προσφυγικού προβλήματος» (14 Νοεμβρίου 1972), με τις υπογραφές του «υπουργού» Οικονομικών Ι.Ν. Κουλή και rou «υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών I. Λαδά...
Πριν απ' αυτό προηγήθηκε άλλο νομοθετικό διάταγμα «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της περί διοικήσεως και διαχειρίσεως της ανταλλαξίμου περιουσίας νομοθεσίας». (ΦΕΚ 118, τ. A 26 Μαΐου 1970).
Φυσικά και εδώ χαρίστηκαν μερικά άλλα ανταλλάξιμα στους «ανωμάλως κατέχοντας».
Εδώ, στο σημείο αυτό, δεν είναι πολύ καθαρά τα πράγματα. Καταγγέλθηκαν κατά καιρούς ύποπτες και ρουσφετολογικές παραχωρήσεις και σε μη δικαιούχους γιατί δικαιούχοι ήταν μόνον οι πρόσφυγες.
Έτσι γεννήθηκε το μεγάλο πρόβλημα αν έπρεπε η Ελλάδα να αποζημιώσει εξολοκλήρου τους πρόσφυγες για την περιουσία που εγκατέλειψαν σύμφωνα με το άρθρο 14 της Συμβάσεως ανταλλαγής, που έλεγε: «Ούτος (ο μετανάστης) δικαιούται κατ' αρχήν να λάβη εν τη χώρα ένθα μεταναστεύει και δια τα ποσά άτινα τω οφείλονται, περιουσίαν ίσης αξίας και της αυτής φύσεως, οία η παρ' αυτού εγκαταλειφθείσα..».
Σκηνή από ένα Θρακικό χωριό |
Αν όμως η ηγεσία των προσφύγων της εποχής εκείνης έστερξε στην άποψη αυτή, ύστερα από ατελέσφορες ενέργειες μέσα και έξω από τη Βουλή, τότε θα ρωτήσει κανείς: Και η ανταλλάξιμη περιουσία, που καθορίσθηκε αποκλειστικά για τη στέγαση, την αποζημίωση - μειωμένη στο ελάχιστο - και γενικά την αποκατάσταση αστών και αγροτών προσφύγων;
Στην αρχή, με την αναχώρηση των Τούρκων την ανταλλάξιμη περιουσία την ανάλαβε να τη διαχειρισθεί το κράτος - Διοίκηση Δημοσίων Κτημάτων -, ύστερα παραχωρήθηκε στην Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ) ένα μεγάλο μέρος της ανταλλάξιμης αγροτικής ιδιοκτησίας, για την αποκατάσταση των αγροτών προσφύγων, από την ΕΑΠ. Όταν διαλύθηκε η ΕΑΠ στα 1927, τη διαχείριση της ανταλλάξιμης περιουσίας την ανάλαβε η Εθνική Τράπεζα μέχρι το 1939, που τελικά πέρασε στην «Υπηρεσία Διαχειρίσεως Ανταλλαξίμων Μουσουλμανικών Κτημάτων» (ΥΔΑΜΚ) και ύστερα στο «Ταμείον Ανταλλαξίμου Περιουσίας και Αποκαταστάσεως Προσφύγων» (ΤΑΠΑΠ), για να συγχωνευθεί, στη νεοσύστατη Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου (ΚΕΔ).
Για τη διαχείριση αυτής της περιουσίας διατυπώθηκαν πολλές αμφιβολίες για την «καθαρότητά» της. Και ο ίδιος ο Βενιζέλος παραδέχθηκε την κακή της διαχείριση στη Συνεδρίαση της Βουλής της 25 Ιουνίου 1930. «Υπάρχουν παράπονα ότι η διαχείρισις της ανταλλαξίμου περιουσίας δεν έγινε καλώς και δεν έχω ουδεμίαν δυσκολίαν να δεχθώ ως βάσιμα, εν πολλοίς, τα παράπονα ταύτα...».
Αλλά και στη Βουλή οι πρόσφυγες βουλευτές και οι προσφυγικές οργανώσεις έφερναν στο φως δεκάδες και δεκάδες περιπτώσεις μεροληπτικών και παρανόμων παραχωρήσεων ανταλλάξιμης περιουσίας σε άτομα που δεν είχαν κανένα δικαίωμα παραχωρήσεως και ενισχύσεως από την περιουσία αυτή.
Στη Συνεδρίαση της Βουλής (29 Μαϊου 1925), ο πρόσφυγας βουλευτής Φίλιππος Μανουηλίδης, από τη Θράκη, είπε ανάμεσα σε άλλα: «... Όσον αφορά το ζήτημα των μουσουλμανικών κτημάτων ούτε τα 20% δεν κατέχονται μέχρις ώρας υπό των προσφύγων...».
Και ο τότε υπουργός Γεωργίας Γ. Μάρης παρατήρησε ότι οι υπολογισμοί αυτοί είναι «πεπλανημένοι. Τουλάχιστον αγροτικά μουσουλμανικά κτήματα μόνον ίσως κατά 20% δεν κατέχονται υπό προσφύγων...». Δηλαδή, από το 1925 τα 20% των ανταλλαξίμων κτημάτων δόθηκαν σε μη πρόσφυγες. Στην ίδια Συνεδρίαση ο βουλευτής Α. Λαζαρίδης ανάφερε ότι στην περιφέρεια Σερρών 40-50 χιλιάδες στρέμματα ανταλλάξιμης περιουσίας δόθηκαν σε διάφορους μακεδονομάχους που σχημάτισαν μεγαλοϊδιοκτησίες...
Υπαίθριο κουρείο για τους πρόσφυγες στη Ραιδεστό |
Ο Γ. Καφαντάρης μιλώντας στην ίδια Συνεδρίαση της Βουλής (29-5-1925) είπε για μια στιγμή: «Θεωρώ ότι ηδύνατο να ληφθούν ακόμα μέτρα αυστηρότερα δια την μουσουλμανικήν περιουσίαν και δη εν σχέσει με την ρευστοποίησιν της και τας ενοικιάσεις...».
Και ο τότε υφυπουργός Περιθάλψεως Α. Παπαδάτος του απάντησε: «Γνωρίζετε ότι η κυβέρνησις ηύξησε τα συνεργεία ερεύνης και ανεύρε νέαν περιουσίαν 150 εκατομμυρίων και εν γένει καταβάλλεται προσπάθεια δια την εξασφάλισιν της περιουσίας αυτής;» Καφαντάρης: «Το ομολογώ, αλλά νομίζω ότι υπάρχει ακόμη στάδιον εξαντλήσεως αυστηρότερων μέτρων...».
Και οι καταπατήσεις και οι παραχωρήσεις ανταλλάξιμης περιουσίας δεν έγιναν μόνο για αγαθοεργά και άλλα ιδρύματα, αλλά και για πρόσωπα.
Ο Ισάκ Λαυρεντίδης, που από το βιβλίο του «Πρόσφυγες εξ ανταλλαγής και ανταλλάξιμος περιουσία» παίρνω τα στοιχεία αυτά, αποκαλύπτει:
1.— Δόθηκαν χωρίς τίμημα κτήματα από την ανταλλάξιμη περιουσία στην Εκπαιδευτική Επιτροπή Ζωσιμάδων της εφοροεπιτροπείας των Αγαθοεργών Καταστημάτων Ιωαννίνων, την Παιδαγωγική Ακαδημία, το Εθνικό Στάδιο Ζωσιμάδων και ολόκληρο το μέγαρο της Εθνικής Τραπέζης, που ήταν ανταλλάξιμο στη Ζωσιμαία Βιβλιοθήκη.
2.- Στην περιοχή Σερρών δόθηκαν τεράστια ανταλλάξιμα κτήματα σε μη πρόσφυγες σε εξευτελιστική αξία, που θα καταβάλλονταν σε δέκα ετήσιες δόσεις, με επιτόκιο 3%.
3.- Στους αθλητικούς συλλόγους «Μακεδονικός» Θεσσαλονίκης και «Νίκη» του Βόλου παραχωρήθηκαν γήπεδα ανταλλάξιμα σε εξευτελιστική αξία, σε εξόφληση σε δέκα ετήσιες δόσεις.
4.- Μεγάλης κτηματικής αξίας αστικά ακίνητα στη Θεσσαλονίκη, περιήλθαν στην κυριότητα της «Παγκρητίου Αδελφότητος» Θεσσαλονίκης, στο 1/3 της αξίας τους, με εξόφληση σε πέντε ετήσιες δόσεις.
5.- Στο Ρέθυμνο, παραχωρήθηκε το Τζαμί στον Σύνδεσμο Καλών τεχνών Ρεθύμνης με εξευτελιστικό ποσό.
6.- Ανταλλάξιμο ακίνητο στη Θεσσαλονίκη παραχωρήθηκε στον Ερυθρό Σταυρό σε εξευτελιστική τιμή.
«Τα καλύτερα εξ αυτών, γράψει ο Λαυρεντίδης, διετέθησαν χαριστικώς, αναλώμασι δε της ανταλλαξίμου περιουσίας ήσκησε το κράτος την αγροτικήν του κοινωνικήν πολιτικήν, διαθέσαν παρ' αξίαν ανταλλαξίμους αγρούς δια την αποκατάστασιν ακτημόνων καλλιεργητών με χρέωσιν 150 δρχ. ανά στρέμμα, ενώ η αγοραία τιμή των ήτο, κατά μέσον όρον, 2.000 ανά στρέμμα...» .
Αλλά και μετα τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο και την κατοχή της χώρας μας από τα φασιστικά και ναζιστικά στρατεύματα και μετά τη μερική βελτίωση της καταστάσεως της χώρας μας από τα δεινά του εμφύλιου σπαραγμού (1946-49), το θέμα της «ρευστοποιήσεως της ανταλλαξίμου περιουσίας» επανέρχεται στο προσκήνιο, με το νομοθετικό διάταγμα, με αριθμό 3713 της 1 Ιουλίου 1957, «Περί μέτρων αφορώντων εις την επιτάχυνσιν της ρευστοποιησεως της ανταλλαξίμου περιουσίας και την ολοκλήρωσιν της αποκαταστάσεως των προσφύγων» (ΦΕΚ. 116, τ. Α' 1 Ιουλίου 1957).
Το νομοθέτημα αυτό δεν ήταν τίποτα άλλο, παρά «τακτοποίηση» εκείνων που κατείχαν κτήματα ανταλλάξιμα από το 1922. Τότε άρχισαν πάλιν οι διαμαρτυρίες των προσφυγικών οργανώσεων, που επέζησαν έως τότε και η «Κεντρική Επιτροπεία Προσφύγων» σε διαμαρτυρία της προς τους Γ. Παπανδρέου και Σοφ. Βενιζέλο, συναρχηγούς των Φιλελευθέρων (ήταν τότε κυβέρνηση Κ. Καραμανλή) ανέφεραν ότι «ο προσφυγικός κόσμος δεν είναι δυνατόν να ανεχθή την κατά τρόπον τόσον ανερυθρίαστον διαρπαγήν και λεηλασίαν της περιουσίας του...». Με το νομοθέτημα αυτό, έλεγε η διαμαρτυρία «δίδεται το δικαίωμα εις τους ανωμάλως αγοράσαντας παρά μουσουλμάνων και μη προσφυγόντας εμπροθέσμως εις τας επιτροπάς ανωμάλων δικαιοπραξιών δια να δικαιωθούν, να προσφύγουν ήδη, τριάντα περίπου έτη μετά την οριστικήν ρύθμισιν των ζητημάτων τούτων, τόσον δικαιολογημένον άλλωστε πάταγον προκαλεσάντων κατά την εποχήν εκείνην...».
Με το νομοθέτημα, συνεχίζει η διαμαρτυρία «χορηγούνται δωρεάν οικόπεδα μέχρι 2.000 τ.μ. Δεν μας ενδιαφέρει εάν οι ευνοούμενοι δια της διατάξεως αυτής είναι πρόσφυγες. Μας ενδιαφέρει να μη λεηλατείται η ανταλλάξιμος περιουσία...».
Δεν έγινε όμως τίποτα. Το νομοθέτημα εφαρμόσθηκε. Το πρόβλημα όμως της υπόλοιπης ανταλλάξιμης περιουσίας δεν είχε λυθεί. Έχει τόσες όψεις και τόσα κατάλοιπα...
Επακολούθησαν και άλλα νομοθετήματα «περί ταχείας ρευστοποιήσεως της ανταλλαξίμου περιουσίας» μέχρι την κήρυξη της δικτατορίας των συνταγματαρχών (1967).
Προσφυγικές κατοικίες στη Θράκη |
Η «εθνική κυβέρνησις» θέλησε και αυτή να λύσει το πρόβλημα και έχοντας πεποίθηση στις «εθνοσωτήριες» αποφάσεις της προχώρησε στη σύνταξη νομοθετήματος με τον υπερφίαλο τίτλο: «Σχέδιον νομοθετικού διατάγματος Περί τερματισμού του προσφυγικού προβλήματος» (14 Νοεμβρίου 1972), με τις υπογραφές του «υπουργού» Οικονομικών Ι.Ν. Κουλή και rou «υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών I. Λαδά...
Πριν απ' αυτό προηγήθηκε άλλο νομοθετικό διάταγμα «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της περί διοικήσεως και διαχειρίσεως της ανταλλαξίμου περιουσίας νομοθεσίας». (ΦΕΚ 118, τ. A 26 Μαΐου 1970).
Φυσικά και εδώ χαρίστηκαν μερικά άλλα ανταλλάξιμα στους «ανωμάλως κατέχοντας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου