Για το θάνατο των προκρίτων της Σαμψούντας και της Πάφρας την εκδίκηση ανέλαβαν οι αρχηγοί των ανταρτών με γενικό αρχηγό τον Ιστύλ Αγά. Μάζεψαν τρόφιμα και πολεμοφόδια για το χειμώνα.
Το Σεπτέμβριο 200 περίπου αντάρτες κυρίεψαν το τουρκικό χωριό Σιβασλή, το οποίο είχε 150 οικογένειες και το έκαψαν, αφού πήραν 200 ζώα και τρόφιμα. Μετά από πέντε μέρες κυρίεψαν το χωριό Κουτετί με 70 οικογένειες, το χωριό Χάμζαλη με 70 οικογένειες, το χωριό Ταϊπλί με 50 οικογένειες και το χωριό Κάρογλαρ.
Μετά από είκοσι μέρες 500 Έλληνες αντάρτες και 1000 άοπλοι κυρίεψαν το Σεχρί, που είχε 600 οικογένειες, πήραν όλα τα ζώα και τα τρόφιμα με τη βοήθεια των αμάχων και έκαψαν το χωριό.
Αντιπροσωπεία από την Πάφρα και από τη Σαμψούντα πήγε στην Πόλη βρήκε το Χαραλαμπίδη Δημήτριο και του διηγήθηκε τη δυσάρεστη κατάσταση που είχε διαμορφωθεί για τους Έλληνες.
Ο Χαραλαμπίδης μετά από συνεννόηση με την Ελληνική κυβέρνηση ανέλαβε να μεταφέρει με πλοία τους Έλληνες του Πόντου (τα γυναικόπαιδα του βουνού) στην Ελλάδα. Το σχέδιο τελικά απέτυχε λόγω τούρκικης επίθεσης 5.000 ανδρών.
Το Φεβρουάριο του έτους 1922 ο στρατηγός Τζεμήλ Τζαβήτ πασάς με δύο μεραρχίες και πλήθος ατάκτων ομάδων, με ισχυρό πυροβολικό και ιππικό κατέβαινε στις περιφέρειες του Νεπιέν Νταγ.
Ένα τμήμα από τη διεύθυνση Κιοπρού, Κάβζας, άλλο από την περιοχή Καβάκ και δύο κινούνταν από Σαμψούντα και Πάφρα. Ο χειμώνας ήταν δριμύς. Με πυκνό χιόνι είχαν καλυφτεί όλα τα βουνά. Χιονοθύελλες διέκοπταν την ορατότητα. Στην περιφέρεια του Νεπιέν Νταγ είχαν συγκεντρωθεί οι εξής ονομαστοί οπλαρχηγοί: Ο Στέλιος ο Κοσμίδης ο Ονούφριος, ο Καρά τημήτ, ο Κεχαγιάς, ο Αναστάσης ο Αγτσιλανλής, ο Κούρτογλου, ο Αντύπας κ.ά.
Στο βουνό υπήρχαν 2.000 γυναικόπαιδα ρακένδυτα. Μπροστά στην τραγική αυτή κατάσταση οι οπλαρχηγοί συγκεντρώθηκαν στο Ελμά Τσουκούρ, για να πάρουν αποφάσεις. Όλοι συμφώνησαν ότι πρώτα πρέπει να διασωθούν τα γυναικόπαιδα. Σε ό,τι αφορά την τακτική που έπρεπε να ακολουθήσουν για να μπορέσουν να δράσουν αποτελεσματικά διαφώνησαν δύο οπλαρχηγοί, ο Καπετάν Αντύπας και ο Καπετάν Βασίλης (Πιτς Βασίλ) και ο καθ’ ένας ακολούθησε το δικό του σχέδιο.
Ο Καπετάν Αντύπας κατόρθωσε και διέσωσε τα γυναικόπαιδα. Ο Καπετάν Βασίλης όταν έφτασε στην πεδιάδα, δέχτηκε άγρια επίθεση του τούρκικου ιππικού και καταστράφηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου. Τα 500 γυναικόπαιδα καταδιώχτηκαν, καταπατήθηκαν και κατασφάγηκαν οικτρά.
Μετά την εξασφάλιση των διασωθέντων γυναικόπαιδων η δραστηριότητα των αντιπάλων στη συνέχεια περιορίστηκε σε μεμονωμένες συγκρούσεις. Στις μάχες της περιόδου αυτής έπεσαν οι οπλαρχηγοί, Χασερλής, Καρά Τημήτ, ο Κεχαγιάς κ.α.
Τελικά η περίφημη εκστρατεία του Λιβά Τζεμίλ Τζαβήτ απέτυχε και οι Πόντιοι αντάρτες ανακατέλαβαν τις προηγούμενες οχυρές θέσεις τους, τις αετοφωλιές τους, χωρίς σημαντικές απώλειες σε οπλίτες.
Ο Λιβά πασάς επιστρέφοντας από το μέτωπο του Πόντου άπρακτος με κεμαλική διαταγή συναντήθηκε στο δρόμο με το νέο πασά, Τζεμάλ τζεβί, που πήγαινε στο μέτωπο και του είπε: «Εγώ από το 1912 πολεμάω με όλα τα μιλέτια, Βούλγαρους, Σέρβους, Μαυροβού-νιους, Ρώσους, αλλά σαν και αυτούς πολεμιστές αλύγιστους δεν αντάμωσα».
Είκοσι ένας Παφραίοι, που γλύτωσαν από την κόλαση του πυρός, έφτασαν στην Πόλη, παραδόθηκαν στους Άγγλους το Μάιο του 1922 και διηγήθηκαν τις φρικτές καταστροφές της Πάφρας.
Από τα 266 ελληνικά χωριά της περιοχής 80 είχαν καεί και στα υπόλοιπα είχαν εγκατασταθεί Τούρκοι, αφού προηγούμενα οι ελληνικοί πληθυσμοί είχαν εκτοπιστεί. Οι Πρόκριτοι της Πάφρας που εσφάγησαν, όπως ανέφεραν, ήσαν μεταξύ των άλλων, οι αδελφοί Γεώργιος και Πλάτωνας Γελγκεντζόγλου, Ιωάννης Μακρίδης και Γεώργιος Χατζη-αντώνογλου.
Γύρω στα 500 κορίτσια υπόφεραν τα πάντα από τον θηριώδη διοικητή της Πάφρας Τζεμάλ Βέη για να αναγκαστούν να αλλάξουν την πίστη τους (να εξομώσουν). Όσα κορίτσια αρνήθηκαν να αλλαξοπιστήσουν κακοποιήθηκαν και απωλέστηκαν κακήν κακώς. Επίσης όλα τα αγόρια σφάχτηκαν σαν να ήσαν κριάρια που προορίζονταν για βρώση.
Τελικά το 1924 όταν έγινε η ανταλλαγή των πληθυσμών γύρω στο 1.500.000 κόσμος μεταφέρθηκε στην Ελλάδα.
Νικολαος Κυνηγοπουλος
Το Σεπτέμβριο 200 περίπου αντάρτες κυρίεψαν το τουρκικό χωριό Σιβασλή, το οποίο είχε 150 οικογένειες και το έκαψαν, αφού πήραν 200 ζώα και τρόφιμα. Μετά από πέντε μέρες κυρίεψαν το χωριό Κουτετί με 70 οικογένειες, το χωριό Χάμζαλη με 70 οικογένειες, το χωριό Ταϊπλί με 50 οικογένειες και το χωριό Κάρογλαρ.
Μετά από είκοσι μέρες 500 Έλληνες αντάρτες και 1000 άοπλοι κυρίεψαν το Σεχρί, που είχε 600 οικογένειες, πήραν όλα τα ζώα και τα τρόφιμα με τη βοήθεια των αμάχων και έκαψαν το χωριό.
Αντιπροσωπεία από την Πάφρα και από τη Σαμψούντα πήγε στην Πόλη βρήκε το Χαραλαμπίδη Δημήτριο και του διηγήθηκε τη δυσάρεστη κατάσταση που είχε διαμορφωθεί για τους Έλληνες.
Ο Χαραλαμπίδης μετά από συνεννόηση με την Ελληνική κυβέρνηση ανέλαβε να μεταφέρει με πλοία τους Έλληνες του Πόντου (τα γυναικόπαιδα του βουνού) στην Ελλάδα. Το σχέδιο τελικά απέτυχε λόγω τούρκικης επίθεσης 5.000 ανδρών.
Το Φεβρουάριο του έτους 1922 ο στρατηγός Τζεμήλ Τζαβήτ πασάς με δύο μεραρχίες και πλήθος ατάκτων ομάδων, με ισχυρό πυροβολικό και ιππικό κατέβαινε στις περιφέρειες του Νεπιέν Νταγ.
Ένα τμήμα από τη διεύθυνση Κιοπρού, Κάβζας, άλλο από την περιοχή Καβάκ και δύο κινούνταν από Σαμψούντα και Πάφρα. Ο χειμώνας ήταν δριμύς. Με πυκνό χιόνι είχαν καλυφτεί όλα τα βουνά. Χιονοθύελλες διέκοπταν την ορατότητα. Στην περιφέρεια του Νεπιέν Νταγ είχαν συγκεντρωθεί οι εξής ονομαστοί οπλαρχηγοί: Ο Στέλιος ο Κοσμίδης ο Ονούφριος, ο Καρά τημήτ, ο Κεχαγιάς, ο Αναστάσης ο Αγτσιλανλής, ο Κούρτογλου, ο Αντύπας κ.ά.
Στο βουνό υπήρχαν 2.000 γυναικόπαιδα ρακένδυτα. Μπροστά στην τραγική αυτή κατάσταση οι οπλαρχηγοί συγκεντρώθηκαν στο Ελμά Τσουκούρ, για να πάρουν αποφάσεις. Όλοι συμφώνησαν ότι πρώτα πρέπει να διασωθούν τα γυναικόπαιδα. Σε ό,τι αφορά την τακτική που έπρεπε να ακολουθήσουν για να μπορέσουν να δράσουν αποτελεσματικά διαφώνησαν δύο οπλαρχηγοί, ο Καπετάν Αντύπας και ο Καπετάν Βασίλης (Πιτς Βασίλ) και ο καθ’ ένας ακολούθησε το δικό του σχέδιο.
Ο Καπετάν Αντύπας κατόρθωσε και διέσωσε τα γυναικόπαιδα. Ο Καπετάν Βασίλης όταν έφτασε στην πεδιάδα, δέχτηκε άγρια επίθεση του τούρκικου ιππικού και καταστράφηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου. Τα 500 γυναικόπαιδα καταδιώχτηκαν, καταπατήθηκαν και κατασφάγηκαν οικτρά.
Μετά την εξασφάλιση των διασωθέντων γυναικόπαιδων η δραστηριότητα των αντιπάλων στη συνέχεια περιορίστηκε σε μεμονωμένες συγκρούσεις. Στις μάχες της περιόδου αυτής έπεσαν οι οπλαρχηγοί, Χασερλής, Καρά Τημήτ, ο Κεχαγιάς κ.α.
Τελικά η περίφημη εκστρατεία του Λιβά Τζεμίλ Τζαβήτ απέτυχε και οι Πόντιοι αντάρτες ανακατέλαβαν τις προηγούμενες οχυρές θέσεις τους, τις αετοφωλιές τους, χωρίς σημαντικές απώλειες σε οπλίτες.
Ο Λιβά πασάς επιστρέφοντας από το μέτωπο του Πόντου άπρακτος με κεμαλική διαταγή συναντήθηκε στο δρόμο με το νέο πασά, Τζεμάλ τζεβί, που πήγαινε στο μέτωπο και του είπε: «Εγώ από το 1912 πολεμάω με όλα τα μιλέτια, Βούλγαρους, Σέρβους, Μαυροβού-νιους, Ρώσους, αλλά σαν και αυτούς πολεμιστές αλύγιστους δεν αντάμωσα».
Είκοσι ένας Παφραίοι, που γλύτωσαν από την κόλαση του πυρός, έφτασαν στην Πόλη, παραδόθηκαν στους Άγγλους το Μάιο του 1922 και διηγήθηκαν τις φρικτές καταστροφές της Πάφρας.
Από τα 266 ελληνικά χωριά της περιοχής 80 είχαν καεί και στα υπόλοιπα είχαν εγκατασταθεί Τούρκοι, αφού προηγούμενα οι ελληνικοί πληθυσμοί είχαν εκτοπιστεί. Οι Πρόκριτοι της Πάφρας που εσφάγησαν, όπως ανέφεραν, ήσαν μεταξύ των άλλων, οι αδελφοί Γεώργιος και Πλάτωνας Γελγκεντζόγλου, Ιωάννης Μακρίδης και Γεώργιος Χατζη-αντώνογλου.
Γύρω στα 500 κορίτσια υπόφεραν τα πάντα από τον θηριώδη διοικητή της Πάφρας Τζεμάλ Βέη για να αναγκαστούν να αλλάξουν την πίστη τους (να εξομώσουν). Όσα κορίτσια αρνήθηκαν να αλλαξοπιστήσουν κακοποιήθηκαν και απωλέστηκαν κακήν κακώς. Επίσης όλα τα αγόρια σφάχτηκαν σαν να ήσαν κριάρια που προορίζονταν για βρώση.
Τελικά το 1924 όταν έγινε η ανταλλαγή των πληθυσμών γύρω στο 1.500.000 κόσμος μεταφέρθηκε στην Ελλάδα.
Νικολαος Κυνηγοπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου