Κων/νος Παπαμιχαλόπουλος |
Τούτο μόνον φαντάζομαι, ότι έν τη άναδύσει τών όρέων καί τή κατακρημνίσει άλλων εις βυθούς θαλασσών καί ωκεανών, κατά τινα προγενεστέραν γεωλογικήν περίοδον του πλανήτου ήμών καί τή οριστική διαμορφώσει τού φλοιού τής γής, ή φύσις, είτε διά τής διαβρώσεως τών ύδάτων, είτε δι’ άλλης μηχανής, άφήκεν έκεί, εις τό μέσον τής επικλινούς πλευράς πανυψήλου όρους, τήν κολοσσιαίαν εκείνην πέτραν, ίνα μετά αιώνας αιώνων υπηρέτηση εις τόν σκοπόν, πρός όν όντως έχρησιμοποιήθη.
»Τό άδοκήτως μονήρες τού βράχου έκείνου, τό πάντη άπότομον καί εκ τούτου, άγνοώ πώς, ώραίον, ή πληθύς καί ποικιλία τών τοίχων καί τών οικοδομών, άποτελουσών γραφικώτατον σύνολον έπιστεφόμενον δι’ επάλξεων καί κωδωνοστασίων καί σταυρών, τά βαθυπράσινα εντεύθεν, υποκίτρινα δ’ έκείθεν δάση, άτινα άπαρτίζουσι τά έσχατα τής είκόνος, καθιστώσι τό θέαμα μεγαλοπρεπές, άξιοθαύμαστον!
Μοί επέρχεται δέ εις τόν νούν σύγκρισις μεταξύ τών δύο μονών, τής Παναγίας καί τού 'Αγίου Γεωργίου, τής Σουμελάς εκείνης καί τού Περιστερεώτα τούτου. Έκεί ή σεμνή Παναγία, ή αϊδήμων Παρθένος, έστεγάσθη μετριοφρόνως μετά του έν ταίς άγκάλαις αυτής θείου βρέφους, ώς ότ’ εν τώ βίω, έφευγε μετ’ αύτού εις Αίγυπτον έστεγάσθη, υπό τόν ύπομέλανα βράχον τού όρους Μελά καί εύρεν έν τώ σπηλαίω τόν ναόν αυτής.
Ένταύθα τολμητίας, άνδρείος καί μεγαλοπρεπής ό χαριέστατος άναβάτης τού άελλόποδος ίππου, ο ωραίος καί πολυλάτρευτος τής χριστιανοσύνης άγιος, ο Αγιος Γεώργιος, νομίζει τις ότι έρρίφθη, ώς δι' ένός πηδήματος, εκ τίνος τών ύπερκειμένων βουνών διά του άχωρίστου ίππου αύτού εις τήν λευκάζουσαν πέτραν ταύτην καί ένέπηξεν επ’ αύτής τό δόρυ...».
Αγιος Γεώργιος του Περιστερεώτα. |
Άλλα τότε παρετήρησέ τις ήμών εις τό βάθος τής κάτωθι λοχμώδους χαράδρας, δύο ή τρεις εκατοντάδας μέτρων ύφ’ ήμάς, έλαφρόν τι νέφος, λευκόν ή λευκοκύανον, ώσεί καπνόν άναμεμιγμένον μετά των θάμνων.
Ένώ δέ ήρωτώμεν μή τούτο προήρχετο έκ τής καπνοδόχης των κατεσπαρμένων έκεί «μοσσύνων», εκείνο αύξηθέν τάχιστα, έπλήρωσεν όλόκληρον τό βάθος καί άνήρχετο πρός τά άνω έξοιδούμενον καί έξογκούμενον.
Πριν δ’ ήμείς προφθάσωμεν νά μάθωμεν σαφώς παρά των είδότων περί τού φαινομένου, εντός ολίγων λεπτών τής ώρας, εύρισκόμεθα ήμείς αυτοί μεθ’ άπάσης τής Μονής έν τοίς λευκοίς κόλποις τής όμίχλης.
Άνήρχετο δέ αύτη ταχεία, ακατάσχετος, συστρεφομένη καί στροβιλιζομένη κατά γιγαντιαίας τολύπας πρός τάς κορυφάς τών ορέων, καί ύπερέβη αύτάς καί συνεκάλυψε τά πάντα. Ένόμισα τότε ότι εύρίσκομαι εντός του χάους του καλύπτοντος τό Σύμπαν πρό τής Δημιουργίας, ότε ή γή ήν αόρατος καί ακατασκεύαστος καί σκότος έπέκειτο, επάνω τής αβύσσου».
Καί άλλου: «...Άλλ’ εντεύθεν περίπου, πριν ή φθάσωμεν εις τό δεξιά τής οδού χωρίον Σπαλάτα, 800 μέτρα υπέρ τήν θάλασσαν κείμενον, ώφειλον ίσως ν' άποθέσω τόν κάλαμον καί νά κλείσω δι’ αποσιωπητικών τό κεφάλαιον τούτο, ίνα μή εύτελίσω δι’ απόπειρας άμαυράς ή άτελούς άναπαραστάσεως τήν θαυμασίαν εικόνα των πέριξ μερών.
Παναγία Σουμελά |
Έζησα επί μήνας παρά τόν θαυμάσιον Μέλανα Δρυμόν της Βυρτεμβέργης, άλλ’ ούδαμού είδον τοιαύτα δάση ώραία, ποικίλα, πυκνά, δροσερά, άναμεμιγμένα καί συμπεπλεγμένα μετά θαλερωτάτης χλωρίδος τού θαμνώδους κόσμου, συμπεφυρμένα μετά τού πλέγματος τών άναρριχωμένων ή έρπόντων φυτών καί της παντοίας άλλης βλαστήσεως, άπό της λεπτοτάτης βελονοειδούς χλόης μέχρι του μάλλον πλατυφύλλου είδους».
Τέλος, φτάνοντας κάποτε πρός τήν μονή Σουμελά: «...‘Ύψος ένταύθα υπέρ τήν θάλασσαν 1.320 μέτρα. Οίον κατασκεύασμα τής φύσεως καί τής τέχνης! Οία ή μεγαλοπρέπεια τής θέας αύτού! Οία ή εξ αύτού έκγιγνομένη εις τήν ψυχήν κατάπληξις!
Οίον δέ καί τό έντεύθεν θέαμα πρός τά κάτω, όπου χαίνει ή βαθεία χαράδρα καί πρός τ’ άνω, όπου εξακολουθεί ύψούμενος όλοκάθετος καί κοίλος ό μέγας βράχος επί εκατοντάδας μέτρων! Οία ή θέα πρός τ’ άπέναντι ώραία βουνά, κατάφυτα, ποικίλα τό χρώμα, αλλά πάντοτε πράσινα!
Καί ό Πυξίτης άκούεται μέχρις ημών, εις τούτο τό ύψος, έρίγδουπος. 'Ότε δέ εις ταύτας, τάς έκ τών πρώτων στιγμών ίσχυράς εντυπώσεις προσετέθη καί ο ήχος τών κωδώνων, κρουομένων συνήθως επί τή άφίξει ξένων, καί ή άντήχησις εις τάς φαινομένας πλευράς τών βουνών καί τάς άφανείς ρωγμάς τών χαραδρών, τότε ύπερκόσμιον αίσθημα κατέλαβε τήν ψυχήν μου καί ένεθυμήθην ότι είχε πληρέστατα δίκαιον ο Φαλμεράϋερ εκείνος, ό περιηγηθείς τό πλείστον τής Ευρώπης καί τής ’Ανατολής καί γνωρίσας πλείστας άλλας χώρας τού κόσμου, επί πολύ δέ παραμείνας καί έν τή Μονή Σουμελά, ότε συνέγραψε τήν «'Ιστορίαν τής Αυτοκρατορίας τής Τραπεζούντος», λέγων που έν κατακλείδι τής περιγραφής τών πέριξ τής θέσεως τής Ίεράς Μονής ταύτης: «Ούδέν- μέρος τυγχάνει έν τώ κόσμω προσφορώτερον πρός ίδρυσιν τοιούτου θρησκευτικού άναχωρητηρίου, ή οί πλήρεις μαγείας δρυμώνες ούτοι τού κολχικού όρους Μελά».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου