Είναι αναμφισβήτητο το γεγονός ότι τα παιδιά των Ελλήνων μεταναστών ζουν κάτω από διαφορετικές συνθήκες από αυτές που επικρατούν στην Ελλάδα.
Οι παράγοντες που προσδιορίζουν αποφασιστικά τις συνθήκες κάτω από τις οποίες συντελείται η κοινωνικοποίηση των παιδιών των μεταναστευτικών οικογενειών στην προσχολική ηλικία είναι πολλοί.
Οι κυριότεροι είναι
α) Η χαμηλή πνευματική στάθμη των γονέων τους (εργάτες συνήθως),
β) η περιορισμένη κοινωνική ζωή των μεταναστών στις χώρες υποδοχής και
γ) η μεγάλη διαφορά των κοινωνιών υποδοχής από τις κοινωνίες προέλευσης.
Αυτό έχει ως συνέπεια να υπάρχει στις μεταναστευτικές οικογένειες μεγάλη αβεβαιότητα ως προς τα θεμελιώδη υποδείγματα, πρότυπα και κανόνες συμπεριφοράς που μεταδίδονται στα νεαρά άτομα κατά τη διάρκεια της κοινωνικοποίησης.
Στη θέση π. χ. του πατέρα ως αρχηγού της οικογένειας (pater familias) έχουμε τη χειραφετημένη αντίληψη των Γερμανών ή Σουηδών για την οικογενειακή ανατροφή.
Επίσης, στις χώρες προέλευσης, την ανατροφή του παιδιού την αναλαμβάνει ολόκληρη η οικογένεια, ενώ στις χώρες υποδοχής μόνον κάποιος ηλικιωμένος ή τα μεγαλύτερα αδέρφια.
Τέλος, οι συνθήκες απομόνωσης (το καθεστώς του γκέτο) κάτω από τις οποίες ζει και εργάζεται ο μετανάστης, καθώς και οι γλωσσικοί φραγμοί επηρεάζουν αρνητικά την ομαλή ψυχική εξέλιξη του παιδιού.
Η απουσία των γονέων από την ανατροφή των παιδιών στην πρώτη παιδική ηλικία (2-3 ετών) επηρεάζει την ομαλή διαμόρφωση της σχέσης του παιδιού με τον κόσμο που το περιβάλλει, γιατί δεν υπάρχουν οι αναγκαίες πραγματικές δραστηριότητες, ούτε, επομένως, και οι απαραίτητες επαφές του παιδιού με τον ενήλικο.
Ακόμη, τα πρότυπα των ρόλων στα πλαίσια μιας παραδοσιακής αγροτικής οικογένειας, που είναι κατά βάση η μεταναστευτική οικογένεια στις χώρες υποδοχής παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές και είναι τις περισσότερες φορές αντικρουόμενα.
Το γεγονός αυτό δημιουργεί πρόβλημα στην ψυχική εξέλιξη των παιδιών των μεταναστών.
Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα είναι και η ανεπάρκεια της ανάπτυξης των εκφραστικών μέσων σε βάθος, που οφείλεται στη διγλωσσία που αντιμετωπίζει το παιδί των μεταναστών.
Έτσι φτάνει κατά κανόνα σε σχολική ηλικία με ένα είδος σύγχυσης. Η υπανάπτυξη αυτή επιτείνεται στη διάρκεια της βασικής σχολικής φοίτησης, επειδή το εκπαιδευτικό σύστημα παραπαίει ανάμεσα στα εκπαιδευτικά πρότυπα της χώρας αποστολής (Ελληνες εκπαιδευτικοί) και της χώρας υποδοχής (Γερμανοί, Σουηδοί κ. τ. λ. εκπαιδευτικοί).
Το χειρότερο, όμως, είναι ότι δεν υπάρχει συντονισμός, συνεννόηση και αλληλοκατανόηση στις δύο αυτές παράλληλες εκπαιδευτικές γραμμές και ανακύπτουν ανυπέρβλητα προβλήματα.
Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής, δηλαδή των δυσχερειών στη βασική εκπαίδευση, είναι ότι όταν τα παιδιά των μεταναστών φτάνουν στην ηλικία που θα μπορούσαν να φοιτήσουν σε επαγγελματικές σχολές ή στις ανώτατες πανεπιστημιακές σχολές, να εμφανίζουν σοβαρότατα κενά σε θετικές γνώσεις.
Τα παιδιά των μεταναστών, κάτω από τους όρους αυτούς, βρίσκονται σε πολύ μειονεκτική θέση, αν τα συγκρίνουμε με τα παιδιά της ίδιας ηλικίας των χωρών υποδοχής.
Έτσι, καταντούν κοινωνικοί παρίες (out siders) και στη συντριπτική τους πλειοψηφία ασχολούνται σε ανειδίκευτες εργασίες.
Ο μετανάστης της δεύτερης γενιάς των μεταναστών διαμορφώνεται σε περιπλανώμενο ανειδίκευτο εργάτη (wanderarbeiter), χωρίς επαγγελματική κατάρτιση και ανώτερη μόρφωση.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι φανερό ότι το μέλλον για τη δεύτερη γενιά των μεταναστών διαγράφεται καθόλου ρόδινο και ανακύπτουν προβλήματα, που μόνον με τη στενή συνεργασία των κυβερνήσεων των χωρών προέλευσης και των χωρών υποδοχής μπορούν να επιλυθούν.
Οι χώρες, όμως, υποδοχής εμφανίζονται απρόθυμες για συνεργασία, γιατί θέλουν τους ξένους ως εργάτες της «τελευταίας κατηγορίας», για να εργάζονται εκεί όπου οι αυτόχθονες αρνούνται να εργαστούν.
Επομένως, επιβάλλεται η ελληνική κυβέρνηση να λάβει όλα τα ενδεικνυόμενα μέτρα, ώστε να βελτιωθεί η θέση των Ελλήνων μεταναστών της δεύτερης γενιάς.
Βαγγέλης Φραγκίδης
Φιλόλογος-Συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου