Στις αρχές του καλοκαιριού του 1923 και καθώς ο Αμερικανικός Ερυθρός Σταυρός έκλεινε τα συσσίτια, οι πιθανότητες να συγκεντρωθεί ένα τέτοιο ποσό ήταν ελάχιστες.
Ο Νάνσεν είχε προειδοποιήσει τον Απρίλιο ότι οι πρόσφυγες «θα πεινούσαν» μέσα στο καλοκαίρι εκτός αν έφθανε βοήθεια από το εξωτερικό. Το Μάιο ο Αμερικανός Άλαν Ντάλες έριξε στο τραπέζι την ιδέα ίδρυσης ενός διεθνούς φορέα στην Αθήνα ο οποίος θα αναλάμβανε το συντονισμό όχι μόνο των κονδυλίων αλλά και της μετεγκατάστασης των προσφύγων δίνοντας 500.000 δολλάρια το μήνα για τους επόμενους έξι μήνες.
Υπήρχε όμως ένας όρος: η Αθήνα θα έπρεπε να κάνει πίσω στην μακρά οικονομική της διαμάχη με τη Ουάσινγκτον σχετικά με το μερίδιο της Αμερικής στο λεγόμενο Τριμερές Δάνειο διά του οποίου οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Βρετανία και η Γαλλία προσπαθούσαν να αναστηλώσουν τα οικονομικά της Ελλάδας που στα τελευταία χρόνια του Α' Παγκόσμιου πολέμου είχε συμμαχήσει μαζί τους.
Ως μέρος αυτής της συμφωνίας η Αμερική είχε προσφέρει στην Αθήνα ένα δάνειο 50 εκατομμυρίων δολαρίων και οι ελληνικές αρχές, κάπως επιπόλαια, υποσχέθηκαν να της επιστρέψουν το ίδιο ποσό, μόνο που θα ήταν σε δραχμές.
Μέχρι στιγμής όμως είχαν εκταμιευτεί μόνο 15 εκατομμύρια δολάρια και η καθυστέρηση πόρων από την Αμερική είχε δημιουργήσει μία τεράστια υποτίμηση της δραχμής. Αυτό που ζητούσε ο Πρόκτερ από την Ελλάδα ήταν να υποχωρήσει στο θέμα των υπολοίπων χρημάτων.
Σε κάθε περίπτωση οι πιθανότητες να βρεθεί κοινό πεδίο συνεννόησης μεταξύ Αμερικανών και Ευρωπαίων στα μέσα του 1923 ήταν όλο και λιγότερες, εν μέρει γιατί ο ανταγωνισμός Λονδίνου και Ουάσινγκτον είχε ενταθεί. Ο Κ. Μπέντινκ, επιτετραμμένος της Βρετανίας στην Αθήνα προειδοποίησε τους ανωτέρους του ότι οι οικονομικές δοσοληψίες της Ελλάδας με την Αμερική είχαν αρχίσει να επισκιάζουν τις εμπορικές της σχέσεις με τη Βρετανία. Αισθανόταν έντονη, ίσως υπερβολική δυσπιστία για τα κίνητρα της αμερικανικής επιχείρησης ανθρωπιστικής βοήθειας:
Ο Νάνσεν είχε προειδοποιήσει τον Απρίλιο ότι οι πρόσφυγες «θα πεινούσαν» μέσα στο καλοκαίρι εκτός αν έφθανε βοήθεια από το εξωτερικό. Το Μάιο ο Αμερικανός Άλαν Ντάλες έριξε στο τραπέζι την ιδέα ίδρυσης ενός διεθνούς φορέα στην Αθήνα ο οποίος θα αναλάμβανε το συντονισμό όχι μόνο των κονδυλίων αλλά και της μετεγκατάστασης των προσφύγων δίνοντας 500.000 δολλάρια το μήνα για τους επόμενους έξι μήνες.
Υπήρχε όμως ένας όρος: η Αθήνα θα έπρεπε να κάνει πίσω στην μακρά οικονομική της διαμάχη με τη Ουάσινγκτον σχετικά με το μερίδιο της Αμερικής στο λεγόμενο Τριμερές Δάνειο διά του οποίου οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Βρετανία και η Γαλλία προσπαθούσαν να αναστηλώσουν τα οικονομικά της Ελλάδας που στα τελευταία χρόνια του Α' Παγκόσμιου πολέμου είχε συμμαχήσει μαζί τους.
Ως μέρος αυτής της συμφωνίας η Αμερική είχε προσφέρει στην Αθήνα ένα δάνειο 50 εκατομμυρίων δολαρίων και οι ελληνικές αρχές, κάπως επιπόλαια, υποσχέθηκαν να της επιστρέψουν το ίδιο ποσό, μόνο που θα ήταν σε δραχμές.
Μέχρι στιγμής όμως είχαν εκταμιευτεί μόνο 15 εκατομμύρια δολάρια και η καθυστέρηση πόρων από την Αμερική είχε δημιουργήσει μία τεράστια υποτίμηση της δραχμής. Αυτό που ζητούσε ο Πρόκτερ από την Ελλάδα ήταν να υποχωρήσει στο θέμα των υπολοίπων χρημάτων.
Σε κάθε περίπτωση οι πιθανότητες να βρεθεί κοινό πεδίο συνεννόησης μεταξύ Αμερικανών και Ευρωπαίων στα μέσα του 1923 ήταν όλο και λιγότερες, εν μέρει γιατί ο ανταγωνισμός Λονδίνου και Ουάσινγκτον είχε ενταθεί. Ο Κ. Μπέντινκ, επιτετραμμένος της Βρετανίας στην Αθήνα προειδοποίησε τους ανωτέρους του ότι οι οικονομικές δοσοληψίες της Ελλάδας με την Αμερική είχαν αρχίσει να επισκιάζουν τις εμπορικές της σχέσεις με τη Βρετανία. Αισθανόταν έντονη, ίσως υπερβολική δυσπιστία για τα κίνητρα της αμερικανικής επιχείρησης ανθρωπιστικής βοήθειας:
Ερωτήθηκα πολλές φορές αν αυτή η εντυπωσιακή συμπαράσταση της Αμερικής έχει καθαρά αλτρουιστικά κίνητρα ή αν σε αντάλλαγμα για την παροχή αμερικανικής βοήθειας σε μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ελληνικής ιστορίας η ελληνική κυβέρνηση δεν θα κληθεί να παραχωρήσει κάθε είδους εμπορικά και οικονομικά προνόμια τα οποία, δεδομένης της κατάστασης, είναι αδύνατο να αρνηθεί.
Εν τω μεταξύ ο ενθουσιασμός της Ουάσινγκτον για την Κοινωνία των Εθνών και τις δραστηριότητες της στην Ελλάδα ψυχράθηκε ακόμα περισσότερο όταν ο Μπέντινκ καυχήθηκε στον Ρέι Αθερθον, τον άνθρωπο της Αμερικής στην Αθήνα, ότι η προσπάθειες της Κοινωνίας να εξασφαλίσει ένα δάνειο μετεγκατάστασης προσφύγων για την Ελλάδα είχαν «βρετανική έμπνευση», και όταν ο Νάνσεν δεν έκρυψε τη δυσαρέσκεια του για την μικρόψυχη στάση της Αμερικής σχετικά με το πολεμικό δάνειο.
Αλλη μία εστία διατλαντικής έριδας ήταν το γεγονός ότι ο Αμερικανικός Ερυθρός Σταυρός, διά του αντιπροσώπου Ουίλιαμ Χάσκελ, εξέφρασε αμφιβολίες για τη χρησιμότητα περαιτέρω βοήθειας προς την Ελλάδα και κυρίως για τις ιδέες του Νάνσεν και τους τρόπους με τους οποίους θα εφαρμοζόταν.
Με ωμότητα που έφερε σε δύσκολη θέση ως και το Υπουργείο Εξωτερικών της πατρίδας του, ο Χάσκελ δήλωσε ότι ήταν καιρός η ελληνική κυβέρνηση να σταθεί στα δύο της πόδια κι ας την βαστούσαν δύσκολα. Όλα αυτά όμως ελάχιστα βοήθησαν τους πρόσφυγες.
Ακόμα και στο εσωτερικό της Αρμοστείας, όπου η ιδέα της συμπαράστασης στην Ελλάδα είχε γενική υποστήριξη, άρχισαν να προβάλλονται εμπόδια.
Στις 25 Ιουνίου, η επιτροπή οικονομικών υποθέσεων της Αρμοστείας ανέφερε ότι ενώ η Ελλάδα διέθετε τα εχέγγυα για να εξασφαλίσει χρήματα για τη μεταστέγαση των προσφύγων, το συνολικό ποσό δεν θα έπρεπε - λόγω και της ρευστής πολιτικής κατάστασης - να υπερβεί τα 6 εκατομμύρια στερλίνες.
Μερικά χρόνια αργότερα, ένας Έλληνας διπλωμάτης απέδωσε αυτές τις καθυστερήσεις στη Γαλλία, ο πρέσβης της οποίας στην Αρμοστεία είχει κάποτε απορρίψει την ιδέα της εμπλοκής ενός παγκόσμιου οργανισμού προκειμένου να εξασφαλιστεί δάνειο για τους πρόσφυγες. «Απευθυνθείτε στους τραπεζίτες, εμείς δεν είμαστε πιστωτικό ίδρυμα», είχε αναφωνήσει ο Γάλλος εκπρόσωπος, κάτι που η Ελλάδα δεν ξέχασε ποτέ.
Οι Γάλλοι και οι Ιταλοί είχαν μία αρκετά καλή δικαιολογία για να εναντιώνονται στο δάνειο όσο τουλάχιστον καθυστερούσαν οι συνομιλίες στη Λωζάνη. Ένα χρηματικό σωσίβιο ίσως άνοιγε την όρεξη της Ελλάδας για νέες στρατιωτικές περιπέτειες με αποτέλεσμα να διαταραχθεί η ευαίσθητη ισορροπία της περιοχής. Στις 24 Ιουλίου όμως η Συνθήκη της Λωζάνης, με τα 141 άρθρα της, επιτέλους υπογράφτηκε. Θεμελίωσε την τουρκική Δημοκρατία ως ανεξάρτητο κράτος, αφαιρώντας όλα τα προνόμια των δυτικών δυνάμεων που είχαν παγιωθεί κατά τη διάρκεια του Οθωμανικού καθεστώτος.
Στα τελικά στάδια των διαπραγματεύσεων η Τουρκία απέσυρε την απαίτηση να της δοθεί οικονομική αποζημίωση από την Ελλάδα και σε αντάλλαγμα της παραχωρήθηκε μία στενή λωρίδα θρακικού εδάφους, η δυτική ενδοχώρα της Αδριανούπολης. Κατά τα άλλα επαναβεβαιώθηκαν οι όροι της ανταλλαγής πληθυσμών που είχαν συμφωνηθεί πριν από έξι μήνες. Η Δυτική Θράκη τέθηκε υπό ελληνική κυριαρχία με την προϋπόθεση ότι θα κρατούσε τον μουσουλμανικό της πληθυσμό (ή θα τον δεχόταν πίσω στα εδάφη της σε περίπτωση που τον είχε ήδη διώξει).
Οι υπόλοιποι μουσουλμάνοι της Ελλάδας θα απελαύνονταν στην Τουρκία.
BRUCE CLARK
"ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ ΞΕΝΟΣ"
"ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ ΞΕΝΟΣ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου