Το πρώτο οικοδόμημα που ανεγέρθηκε 1703 στην Πετρούπολη, στο εσωτερικό του φρουρίου Πετροπαυλόφσκογιε, ήταν ο ένας ναός η
οποία χρονολογείται από το 1703, όταν ο
αυτοκράτορας της Ρωσίας ήταν ο Μεγάλος Πέτρος που είχε δάσκαλο και φίλο του τον
Έλληνα Θεόδωρο Γκολοβή (Κομνηνό) του Αλεξίου.
Ήταν τότε που ο Μέγας Πέτρος αποφάσισε την ίδρυση της νέας πρωτεύουσας. Η Πετρούπολη ήταν εργοτάξιο εντατικής
ανοικοδόμησης. Στην εκκλησία αυτή τελούνταν όλες οι ιερές ακολουθίες των πρώτων
οικιστών της νέας πρωτεύουσας. Μεταξύ
των οικιστών υπήρχαν και Έλληνες, δημόσιοι υπάλληλοι, οικοδόμοι, τεχνίτες και
αγιογράφοι, αλλά και έμποροι.
Αργότερα, με την
οικοδομική επέκταση της νέας πρωτεύουσας, μεταξύ των κρατικών κτηρίων
οικοδομήθηκαν ο ναός του Αγίου Ισαάκ και ο ναός της Παναγίας του Καζάν.
Βεβαίως, με την οικοδομική επέκταση της πόλης, αυξήθηκε και ο αριθμός των
πρώτων οικιστών και μεταξύ αυτών και των Ελλήνων, οι οποίοι οργανώθηκαν σε
κοινότητα.
Η ίδρυση της κοινότητας πραγματοποιήθηκε, βέβαια,
ύστερα από τη συλλογική απόφαση των Ελλήνων της Πετρούπολης και τη σχετική άδεια των
κρατικών αρχών. Εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε ότι με την άδεια θεσπίστηκε και η
καλή συνήθεια να τελείται η θεία λειτουργία στην ελληνική γλώσσα, στον ιερό ναό
της Παναγίας του Καζάν.
Με τη πάροδο του
χρόνου, η πόλη επεκτεινόταν και οι οικιστές αυξάνονταν. Οι πρώτοι Έλληνες εγκαταστάθηκαν
στα απόκεντρα τμήματα της Πετρούπολης. Η αύξηση των μελών της ελληνικής κοινότητας
απαιτούσε την ανέγερση ναού, αφού για τις ανάγκες της θείας λειτουργίας
συγκεντρώνονταν στο παρεκκλήσι της ελληνικής πρεσβείας.
Έτσι, ύστερα από
ενέργειες της ελληνικής πρεσβείας, οι τοπικές αρχές παραχώρησαν οικόπεδο στην
τοποθεσία Πεσκί, μεταξύ του καναλιού Λίγοβσκοε και των κτιρίων της 4ης οδού
των Χριστουγέννων. Ο χώρος που παραχωρήθηκε ήταν αρκετός για την ανέγερση ναού.
Τα μέλη της ελληνικής κοινότητας άνοιξαν ειδικό
λογαριασμό και συγκρότησαν ερανική επιτροπή, αλλά ήταν αδύνατο να συγκεντρωθεί
το απαιτούμενο χρηματικό ποσό. Σαν από μηχανής θεός στο πρόβλημα παρουσιάστηκε
τότε ο Έλληνας μαικήνας και εθνικός ευεργέτης Δημήτριος Βερναρδάκης ή
Μπερναρδάκης του Εγόρου.
Ο Δημήτρης Βερναρδάκης πρότεινε να αναλάβει ο
ίδιος όλες τις δαπάνες για την ανέγερση του ναού που θα λειτουργούσε ως ναός
της ελληνικής πρεσβείας. Το χρηματικό
ποσό που συγκέντρωσε η ερανική επιτροπή θα στελνόταν στην Αθήνα για την
αναπαλαίωση του ναού Αγίου Νικόδημου της ρωσικής πρεσβείας.
Οι προτάσεις του
Δημητρίου Βερναρδάκη έγιναν αποδεκτές, τόσο από την ελληνική κοινότητα
Πετρούπολης όσο και από τις ρωσικές αρχές. Και ο μαικήνας, ικανοποιημένος που
έγιναν δεκτές οι προτάσεις του, ήλθε σε συνεννόηση με τον αρχιτέκτονα καθηγητή Ρ. Η.
Κιουζίμιν.
Ο ναός του Αγίου Δημητρίου Πετρούπολης |
Έτσι ανεγέρθηκε ο
ναός του Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης ως ναός της ελληνικής πρεσβείας και της
ελληνικής κοινότητας.
Ο θεμέλιος λίθος
τοποθετήθηκε με μεγαλοπρέπεια στις 25 Μαΐου 1861. Η
κτητορική επιγραφή, στη ρωσική γλώσσα, που εντοιχίστηκε στη νότια πλευρά του
ναού, ανέφερε τα εξής: «Ο ορθόδοξος αυτός ναός, στο όνομα του Αγίου Δημητρίου
Θεσσαλονίκης, θεμελιώθηκε στις 25 Μαΐου
1861 με δαπάνες του υπολοχαγού Βεναρδάκη, αντιπρόσωπου του βασιλιά της Ελλάδας στην
Πετρούπολη, με τη βοήθεια του (πρέσβη) κόμη Μ.
Ν. Σούτσου και του γενικού πρόξενου Ν. Ε.
Κοντογιαννάκη».
Ο Δημήτρης
Βερναρδάκης ήταν κρητικής καταγωγής. Άλλες πηγές αναφέρουν ότι γεννήθηκε το
1799 στη Χίο και άλλες στο Ταϊγάνι. Μάλλον θα πρέπει να γίνει αποδεκτή η
δεύτερη εκδοχή, μια και το πατρώνυμο του, το οποίο αναφέρεται, ήταν το γνωστό
όνομα Εγκόρ. Στην αρχή της σταδιοδρομίας του, ήταν αξιωματικός του τάγματος των ουσάρων,
από όπου, όμως, γρήγορα απολύθηκε για λόγους οικογενειακούς, στις 18 Ιανουαρίου 1823,
με τον βαθμό του υπολοχαγού. Ο Έλληνας μαικήνας ασχολήθηκε με το εμπόριο
κρασιών και στην Πετρούπολη ήταν γνωστός στα μέσα του 19ου αιώνα ως κτηματίας
και βιομήχανος κρασιών. Η οικογένειά
του κατοικούσε στον αριθμό 68 της λεωφόρου Νέφσκι. Σήμερα, το κτίριο της
οικογένειας Βερναρδάκη χρησιμοποιείται ως οίκος των καλλιτεχνών της
Πετρούπολης.
Εκτός από αυτήν την
οικοδομή, στην οικογένεια του Δημητρίου Βεναρδάκη ανήκαν και τρία άλλα
οικοδομήματα στη λεωφόρο TpeviecKoe (Γκρετσέσκοε, ελληνική).
Ο Δημήτριος
Βερναρδάκης είναι γνωστός ως χορηγός του πανεπιστήμιου και το εθνικό μουσείο
Αθηνών. Εκτός από αυτές τις δωρεές, καθιέρωσε υποτροφίες για νέους που
σπούδαζαν και βοήθησε οικονομικώς πολλούς Έλληνες της Ρωσίας. Σε ρωσικό
δημοσίευμα αναφέρεται ότι η Ελλάδα του οφείλει πολλά.
Ο ίδιος υπηρέτησε
και τη δεύτερη του πατρίδα με τιμή και αξιοπρέπεια. Για την προσφορά του στη
Ρωσία τιμήθηκε με πολλά παράσημα. Αναφέρονται εδώ ορισμένες προσφορές του: Στον
Δημήτρη Βερναρδάκη ανήκει η κατασκευή του κυματοθραύστη της Κρονστάντ. Ο ίδιος καθιέρωσε στην πόλη Γορόντσα την
εμποροπανήγυρη, ενίσχυσε τη μονή Μακαρέφσκοε στην πόλη Νίζνι Νόβγκοροντ κ. τ. λ. Για τη συμμετοχή του
στην κοινωνική ζωή της Ρωσίας, του αναγνωρίστηκε η αρχοντική καταγωγή του.
Ο Δημήτριος
Βερναρδάκης είχε τη ρωσική αλλά και την ελληνική υπηκοότητα. Είχε οχτώ παιδιά,
τρία αγόρια και πέντε κορίτσια. Το 1856, ένα από τα αγόρια του γράφτηκε στη
νομική σχολή
του πανεπιστήμιου της Πετρούπολης.
Στα ρωσικά αρχεία
και μάλιστα στον ατομικό φάκελο του Νικολάου Βερναρδάκη, υπάρχει η απόφαση του
βασιλιά της Ελλάδας να παρασημοφορηθεί με τον χρυσό σταυρό του Σωτήρος, που μπορούσε να τον φέρει μαζί του
ακόμη και αποφοιτώντας από το πανεπιστήμιο.
Ο περιοδικός τύπος
της αυτοκρατορικής Ρωσίας της δεκαετίας του 1860, δημοσίευσε τα χρηματικά ποσά που ο Δημήτριος Βερναρδάκης χορηγούσε τόσο για τη Ρωσία όσο και για
την Ελλάδα. Το 1861, με επιχορήγηση του Δημητρίου
Βερναρδάκη, προκηρύχθηκε διεθνής διαγωνισμός για την μακέτα μουσείου.
Για τον Δημήτρη
Βερναρδάκη, ο γνωστός Ρώσος λογοτέχνης Σ. Τ.
Ακσάκοβ έγραψε τα εξής χαρακτηριστικά: «Ο Έλληνας Βερναρδάκης
μου έδωσε 2.000 ρούβλια για τον Νικολάι
Γκόγκολ. Ο Βερναρδάκης είναι ευφυής άνθρωπος. Πρώτος αυτός στην Πετρούπολη
ονόμασε τον Γκόγκολ μεγαλοφυή συγγραφέα και θεώρησε ευτυχή τον εαυτό του που
τον γνώρισε. Είχα πει στον Γκόγκολ ότι θα έγραφα στον Βερναρδάκη, τον γνωστό και θαυμάσιο Έλληνα,
να στείλει για σένα 2.000 ρούβλια».
Επανερχόμενοι στον
ναό Αγίου Δημητρίου, για τον οποίο πρέπει να αναφέρουμε ότι αποφασίσθηκε να
χτιστεί ως βυζαντινός ναός του 6ου με
11ου αιώνα. Ο αρχιτέκτονας καθηγητής Κούζμιν φρόντισε, μια και υπήρχε αρκετό
οικόπεδο, να έχει ο ναός και κήπο. Τελικά το οικόπεδο αυτό με τον ναό και τον
κήπο του επέτρεψαν στον αρχιτέκτονα να δημιουργήσει μια καινούργια οδό στην
περιοχή, στην οποία χτίστηκαν διάφορα πέτρινα μονώροφα σπίτια, για αυτούς που
υπηρετούσαν στον ναό. Στο τέλος, αυτή η καινούργια οδός ονομάστηκε Γκρετσέσκαγια, ελληνική, όχι μόνον γιατί κατοικούσαν εκεί Έλληνες, αλλά και επειδή,
όσοι υπηρετούσαν στον ναό, προέρχονταν από την Αθήνα.
Ο ναός του Αγίου
Δημητρίου Θεσσαλονίκης στην Πετρούπολη θεωρήθηκε από πολλούς ως πρότυπο
βυζαντινού ναού στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορικής Ρωσίας. Από καλλιτεχνική και
διακοσμητική άποψη είχε το στυλ βυζαντινού ναού της Ελλάδας
και του Αγίου Όρους. Επάνω από τον τρούλο
υψωνόταν σταυρός 25 περίπου μέτρων. Εξάλλου, τα 40 παράθυρα του ναού, από τα
οποία τα 24 ήταν στον τρούλο, βοηθούσαν στο φωτισμό των τοιχογραφιών του από
το φως που περνούσε από αυτά. Τέλος, ο ναός είχε άριστη ακουστική.
Η ρωσική διανόηση εκτίμησε την αρχιτεκτονική,
αλλά και γενικά την καλλιτεχνική αξία του ναού. Χαρακτηριστικά ο Ν. Π. Πετροβ αναφέρει ότι είναι τόσο πολλά τα
πλεονεκτήματα αυτού του ναού, ώστε η
αποσιώπησή τους σημαίνει ότι δεν υπογραμμίζεται η πραγματική τους αξία.
Χαρακτηρίζοντας ο ίδιος την αρχιτεκτονική του ναού, αναφέρει ότι αυτός ανήκει
στο ρωμαϊκό - βυζαντινό στυλ.
Και συνεχίζει
γράφοντας ότι τα πρώτα κτήρια των εκκλησιών στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ήταν
έτοιμα σπίτια σε στυλ Βασιλικής, δηλαδή ορθογωνίου, όπως ο ναός του Αγίου Δημητρίου
Θεσσαλονίκης.
Όταν όμως
εξαπλώθηκε ο Χριστιανισμός στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία, τόσο στις πόλεις όσο
και στα χωριά, το αρχιτεκτονικό σχήμα των ναών πήρε τη μορφή του σταυρού. Ο
σταυροειδής ναός βέβαια επεκράτησε αργότερα την Ανατολή. Πριν από τον
σταυροειδή ναό είχαμε τον τετράγωνο (όπως είναι ο ναός της Αγίας Σοφίας στην
Κωνσταντινούπολη) και τον κυκλικό (όπως είναι ο ναός του Αγίου Βίταλιου στην
Ραβέννα και του Αγίου Γεωργίου στην Θεσσαλονίκη). Ο ναός του Αγίου Δημητρίου
στην Πετρούπολη είχε αρχιτεκτονικός ως πρότυπο τον ναό του Αγίου Γεωργίου
Θεσσαλονίκης, με κύριο χαρακτηριστικό την τοποθέτηση κλίμακας με 9 σκαλοπάτια.
Άλλο χαρακτηριστικό του ναού ήταν ο κατάλληλος χρωματισμός της εξωτερικής κατ' απομίμηση έγχρωμης, πάντοτε εξωτερικά, μια
κόκκινη ζώνη, όπως σ' όλα τα παλιά
χριστιανικά κτήρια.
Στο εσωτερικό της
θύρας του καμπαναριού μια άλλη κτητορική επιγραφή, στη
ρωσική γλώσσα, μας θύμιζε τα εγκαίνια του
ναού: (Ανέγερση αυτός ο ναός του Αγίου
Δημήτριου επί Αυτοκρατορίας Αλέξανδρου 'Β
(1855 - 1881), δαπάνες Δημητρίου Βερναρδάκη, υπό την επίβλεψη του (Γενικού
Πρόξενου) Κοντογιαννάκη. (Η ανοικοδόμηση)
άρχισε το 1861 και ολοκληρώθηκε το 1864.
Αρχιτέκτονας ήταν ο Κουζμήν ». Η ίδια κτητορική επιγραφή ήταν και στην ελληνική γλώσσα.
Σχετικά με την
τοιχογραφία του εσωτερικού του ναού, ο συγγραφέας Πετροβ ανέφερε χαρακτηριστικά
ότι αυτός πραγματοποιήθηκε με φόντο το χρυσό και ότι γενικά κατασκευάστηκε ώστε
να είναι ασυγκρίτως καλύτερη από όλους τους άλλους ναούς της Πετρουπολης. Εδώ θα αναφέρουμε ότι οι
μεγάλες φορητές εικόνες του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και της Αγίας Παρασκευής
μεταφέρθηκαν στην Πετρούπολη από την Ελλάδα, από τον αρχιμανδρίτη Πράξιο.
Στα εγκαίνια του
ναού, στις 31 Οκτωβρίου 1865, ο ιερέας
Αλέξιος Λαβρόβσκι τόνισε ότι ο ναός του
Αγίου Δημητρίου μπορεί να γίνει ο ενδιάμεσος κρίκος στην αναθέρμανση της
ορθοδόξου παραδόσεως, την οποία θα κρατήσει αναλλοίωτη.
Με την έναρξη της
λειτουργίας του ναού, πρώτος ιερατικός προϊστάμενος διορίστηκε ο αρχιμανδρίτης
Νεόφυτος, ο οποίος γεννήθηκε και μορφωθηκε στην Αθήνα. Εγκατέλειψε τον κόσμο αυτόν το 1892 στην Πετρούπολη. Ακολούθησε ο αρχιμανδρίτης
Προκόπιος (κατά κόσμων Παρασκευάς Κουκουλάρης), ο οποίος γεννήθηκε το 1858
στην Αθήνα και μορφώθηκε εκεί. Στην Πετρούπολη πήγε το 1892, μετά από άδεια και ευλογία του μητροπολίτου Ισιδώρου.
Αρκετά κολακευτικά
λόγια γράφτηκαν στον περιοδικό τύπο εκείνης της εποχής για τον ναό του Αγίου
Δημητρίου Πετρουπολέως. Ας δούμε ένα δημοσίευμα του 1868: «Από τα καινούρια
κτήρια της Πετρουπολέως, η ελληνική εκκλησία έχει την καλύτερη αρχιτεκτονική.
Από την πρώτη ματιά
φαίνεται ότι ο αρχιτέκτονας καθηγητής Κουζμήν
ήθελε να μας δείξει ένα δείγμα της πρώιμης εποχής του Χριστιανισμού
και της Βυζαντινής καλλιτεχνίας. Η εκκλησία έχει συνολικά 40 παράθυρα, χωρίς
στα οποία το κτήριο είχε πολύ φως. Ο πολυέλαιος κατασκευάστηκε από καθαρό
ασημί και έχει επιβλητικό ύφος.» Η
λειτουργία του ναού άλλαξε και την περιοχή η
οποία γέμισε με νέα
κτήρια, επιβλητικού ρυθμού.
Το 1886 ο
αρχιτέκτονας Κ. Σ. Αφανάσεβ αναστήλωσε
τον ναό του Αγίου Δημητρίου, χωρίς όμως να αλλάξει ουσιαστικά τίποτε, τόσο στο
εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό του ναού.
Η λειτουργία του ναού συνεχίστηκε ως το 1938.
Αλλά τον Ιανουάριο του 1939 ο ναός,
ύστερα από εντολή των σοβιετικών οργάνων, έκλεισε και απαγορεύτηκε η
λειτουργία του. Τελευταίος ιερατικός προϊστάμενος του ναού ήταν ο αρχιμανδρίτης
Σωφρόνιος Δούκας.
Πράγματι, το 1961, την εποχή του Ν. Σ. Χρουσέβ, η ελληνική εκκλησία του Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης
γκρεμίστηκε και στην θέση της ανεγέρθηκε η αίθουσα συναυλιών Οκτιαμπρσκαγια ».
Στις 16 Νοεμβρίου 1962,
λίγο πριν αρχίσουν το κτίσιμο της αίθουσας
συναυλιών, στην εκσκαφή των θεμελίων,
οι εργάτες βρήκαν πλάκα από γρανίτη, στη μέση της οποίας υπήρχε μια τρύπα
σκεπασμένη από άλλη μικρή πλάκα διαστάσεων 25,5 Χ
17,5. Όταν οι εργάτες έβγαλαν τη μικρή πλάκα, βρήκαν ρωσικά νομίσματα των ετών
1867,1869
και 1870.
Τελικά, κάτω από την πλάκα βρέθηκε σηκός,
στους τοίχους του οποίου υπήρχαν λευκά
πλακάκια. Στο κέντρο του σηκού υπήρχε μεταλλικό φέρετρο, το οποίο είχε στο
εσωτερικό του ξύλινο φέρετρο με πτώμα ανδρός, πλούσιο
ντυμένου. Στο ίδιο μέρος υπήρχε μολύβδινο κιβώτιο όπου βρέθηκαν 6 φωτογραφίες
ανδρών και γυναικών, μερικά νομίσματος και η βιογραφία του νεκρού, σε
τυπογραφικά στοιχεία.
Από την βιογραφία
προέκυψε ότι ο νεκρός ήταν του Δημήτριου Εγκόροβιτς Βερναρδάκη, ο οποίος
γεννήθηκε τον Ιούλιο του 1799, δαπάνες
του οποίου ανεγέρθη ο ναός του Αγίου Δημητρίου. Αυτός εγκατέλειψε τον κόσμο
αυτόν στις 28 Μαΐου 1870, στο Βισμπάντεν
και με την άδεια του Αυτοκράτορα
Αλέξανδρου 'Γ θάφτηκε
εκεί, στις 21 Ιουνίου της ίδιας χρονιάς.
Τόση ήταν η
εκτίμηση της ρωσικής κοινωνίας στο πρόσωπο του Δημήτρη Βερναρδάκη, ώστε, όταν
μεταφέρθηκε ο νεκρός του σιδηροδρομικώς από το Βισμπάντεν στην Πετρούπολη,
στον σιδηροδρομικό σταθμό Νικολάεβσκ της πρωτεύουσας, πρώτος απ' όλους τον υποδέχθηκε ο αυτοκράτορας. Στο
Βισμπάντεν, όταν βαλσάμωναν τον νεκρό του Δημήτρη Βερναρδάκη, ανακάλυψαν ότι
έλειπε η καρδιά του. Αργότερα μαθεύτηκε ότι η καρδιά του θάφτηκε στην Ελλάδα.
Το 1866 ο Δημήτριος Βερναρδάκης έστειλε στην
Κρήτη ένα ιστιοφόρο πλοίο με πλήρη πολεμοφόδια, όπλα και άλευρα για βοήθεια
στους επαναστάτες. Αλλά και ο γιος του Νικόλαος βοήθησε με πολλούς τρόπους τον
αγώνα των Κρητών.
Σωκράτης Αγγελίδης
Δρ. Ιστορίας Ασιατολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου