Τα διδάγματα από την πτώση της πρωτεύουσας του βυζαντινού
κράτους της Κωνσταντινουπόλεως το 1453 και της Τραπεζούντας το 1461
πρωτεύουσας της αυτοκρατορίας του Πόντου, και η ήττα μετά από έναν πόλεμο μέχρις εσχάτων, φάνηκαν από τη σημασία που πήρε η υποδούλωση του ελληνισμού για όλη τη μετέπειτα ιστορία του.
Από αυτή την άμυνα μέχρι εσχάτων, την οποία οι ιστορικοί περιγράφουν με μεγάλη διεξοδικότητα, έννοια που τους ήταν ιδιαίτερα οικεία από την αρχαία παράδοση, προσπάθησαν να ακολουθήσουν και οι νεοέλληνες κατά την κήρυξη της ελληνικής επαναστάσεως το 1821, για να κερδίσουν τη δικαίωση του αγώνα τους και τον χαρακτηρισμό του σαν μια νόμιμη άμυνα απέναντι στον κατακτητή και σφετεριστή της εξουσίας, το σουλτάνο.
Ότι οι Έλληνες του Πόντου ποτέ δεν είχαν θεωρήσει το σουλτάνο ως νόμιμη εξουσία συνάγεται και από πολλά άλλα, δηλ. από τις συνεχείς εξεγέρσεις, αλλά και από τα διάφορα κείμενα της εποχής της τουρκοκρατίας, χρονικά, ενθυμήσεις, λογοπαίγνια κλπ., όπου ο σουλτάνος αναφέρεται με χλευαστικό τρόπο και μάλιστα κατά την εποχή της πιο μεγάλης ακμής της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Είναι όμως ιδιαίτερα αξιοσημείωτο για την
ποιότητα του ελληνικού πατριωτισμού όπου κι αν βρίσκονται οι Έλληνες, ότι
ακριβώς συνέβη κατά την εποχή μας δηλ. κατά την εποχή του Β' παγκοσμίου πολέμου
όπου η Ελλάδα μπόρεσε να αντισταθεί εναντίον ενός εχθρού ιδιαίτερα ισχυρού,
παρόλες τις έντονες πολιτικές αντιθέσεις που υπήρχαν μέσα στον ιδεολογικό και
πολιτικό χώρο του τόπου μας.
Η
ανάγκη της άμυνας του πατρίου εδάφους έκανε τότε τους Έλληνες ώστε οι μεν
άρχοντες να ξεπεράσουν ενδεχόμενες προσκολλήσεις προς τις κεντρικές - αντιδραστικές
- δυνάμεις του Άξονα, ο δε ελληνικός λαός να ξεχάσει τα ειδικότερα προβλήματα
που τον έφεραν σε σύγκρουση με την τότε κυβέρνηση και να πολεμήσει το 1940
-1941 με αξιοθαύμαστη σύμπνοια και αυτοθυσία.
Αυτή η άμυνα μέχρις
εσχάτων, που τελικά εξελίχθηκε σε πραγματικό έπος, στηρίχθηκε στην έννοια της
άμυνας του "Πατρίου", που μας παρέδωσαν οι πρόγονοι μας από την
αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Το έπος της Αλβανίας, είχε μεγάλες συνέπειες για τη
μετέπειτα εξέλιξη του πολέμου εναντίον του ναζισμού του Χίτλερ και του φασισμού
της Ιταλίας του Μουσολίνι (1941-44) και προκάλεσε το δίκαιο θαυμασμό όλου του
κόσμου.
Αυτές οι τελευταίες
νίκες κοντά σε εκείνες της παλαιότερης ιστορίας γεμίζουν εμάς τους νεοέλληνες
με αισιοδοξία και περηφάνεια για το μέλλον, παρόλες τις δυσχέρειες που
αντιμετωπίζουμε.
Ακριβώς τις ίδιες
μεθόδους αντιποίνων των Τούρκων σε βάρος των άμαχων πληθυσμών, επιχείρησαν και
οι χιτλερικοί στη διάρκεια του Β' παγκόσμιου πολέμου και πέτυχαν ακριβώς τα
αντίθετα αποτελέσματα από εκείνα τα οποία επεδίωξαν.
Ο Γερμανός απεσταλμένος στην Αθήνα Neubacher γράφει πως η μέθοδος αυτή
είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, γιατί οι πολεμιστές χαλυβδώνονται στην
κυριολεξία όταν έχουν αδικοχαμένους συγγενείς και φίλους.
'Άλλωστε, έτσι εξηγείται
το γεγονός πως μία μόνο μεραρχία ανταρτών στον Πόντο αντιμετώπισε στρατιές
ολόκληρες τουρκικού στρατού, ενώ στον Β' παγκόσμιο πόλεμο 60.000 Έλληνες αντάρτες δέσμευσαν
στην Ελλάδα 300.000 επίλεκτες γερμανικές μονάδες, χωριστά βέβαια από τις
δυνάμεις των Βουλγάρων και Ιταλών επιδρομέων, που όλες μαζί οι εχθρικές
δυνάμεις έφταναν στις 450.000 περίπου.
Οι Έλληνες του
Πόντου στρατεύονταν στον τουρκικό στρατό όπως συμβαίνει αυτό σήμερα με τους
μουσουλμάνους Πομάκους
και τους λοιπούς μουσουλμάνους της Θράκης που στρατεύονται στον ελληνικό
στρατό.
Μάλιστα έπαιρναν
μέρος στους κατακτητικούς ή αμυντικούς πολέμους της οθωμανικής αυτοκρατορίας ή
ακόμα και για την κατάπνιξη των επαναστατικών κινημάτων, τόσο στις βαλκανικές
αλλά και σε άλλες περιοχές.
Η στράτευση των Ελλήνων στον τουρκικό στρατό,
έγινε κυρίως με το νέο σύνταγμα των Νεότουρκων το έτος 1914 όταν κηρύχθηκε
γενική επιστράτευση δηλ. το περίφημο Σεφερπεγλίκ και όλοι οι πολίτες από 20
μέχρι 45 ετών υποχρεώθηκαν να καταταγούν στον τουρκικό στρατό οπότε
δημιουργήθηκε ένα μωσαϊκό στρατού από Τούρκους, Έλληνες, Εβραίους, Αρμένιους, Κούρδους, Τσερκέζους κλπ., που στάλθηκαν να
πολεμήσουν στους βαλκανικούς χώρους, καθώς και σε άλλα μέτωπα τους ομοθρήσκους
τους.
'Άλλωστε, τα ίδια
μέτρα, ενδεχομένως, θα πάρει και η ελληνική διοίκηση σε περίπτωση ενός
μελλοντικού πολέμου μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας.
Αχιλλεα Στεφανου Ανθεμιδη
Διδάκτορα Νομικης του Πανεπιστημιου Gottingen