Το γλωσσικό ιδίωμα της Σαντάς του Πόντου

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012

Ή διάλεκτος τού Πόντου και πιο πολύ της Σαντάς είναι μία από τις χαρακτηριστικότερες ελληνικές διαλέκτους· σώζει τό μεσαιωνικό, τό βυζαν­τινό χαρακτήρα, μέ πολλούς γλωσσικούς και γραμματικούς τύπους αρχαϊ­κούς, ακόμα δέ και ομηρικούς.
Σαντά του Πόντου*

Οί Πόντιοι δέν ακολούθησαν τή γλωσσική εξέλιξη τών Άσπροθαλασσιτών και  τών άλλων Ελλήνων .Απομονωμένοι στο βάθος της Μαύρης Θαλάσ­σης διατήρησαν τήν απήχηση τής βυζαντινής λαλιάς και είναι ή γλώσσα τους ένας σύνδεσμος γλωσσικός τών αρχαίων και νεωτέρων χρόνων.
Διάφο­ροι λόγοι: αναλογικές μεταβολές, ιδιαίτερη σύνταξη, ή επίδραση τής Κοινής,  ή γλώσσα τής εκκλησίας και του σχολείου, διάφορες φωνητικές μετα­βολές τήν έκαμαν ακατανόητη στους άλλους Έλληνες.
Ή διάλεκτος του Πόντου δέν ήταν παντού ή ίδια αλύγιστη κατά τούς φωνητικούς και τυπικούς κανόνας τής  γραμματικής ,  όχι μόνο κάθε περιφέ­ρεια, άλλα και κάθε πόλη και κωμόπολη είχε διαφορά στήν ομιλία και μέσα σ' αυτή τή Σαντά ακόμα, ό προσεκτικός παρατηρητής μπορούσε νά βρει μερικές διαφορές και στο λεξιλόγιο και στήν προφορά.
Τό ιδίωμα τής Σαντάς πλησιάζει περισσότερο προς τό ιδίωμα τής Κρώμνης, τής Τραπεζούντας θά έπιανε πολύ χώρο ή λεπτομερής ανάλυση τής φωνητικής καθώς και τών γλωσσικών και γραμματικών στοιχείων της, ούτε θά εξυπηρετούσε κανένα σκοπό, αφού υπάρχει ή Γραμματική τής Πον­τιακής διαλέκτου τού π.  Ανθίμου Παπαδοπούλου.
Γι' αυτό παρακάτω θά αναφέρω μόνο τις κυριότερες διαφορές πού υπάρχουν ανάμεσα στα δύο ι­διώματα, τής Τραπεζούντας και τής Σαντάς.
Σαντά του Πόντου*


1. Στο ιδίωμα τής Σαντάς παρατηρεί κανείς μεγαλύτερη αρχαιοπρέπεια, ή διατήρηση αρχαίων τύπων και λέξεων, έχει τήν αιτία του στο ότι εξ αιτίας τής απόκεντρης γεωγραφικής θέσης τής Σαντάς, ή λαλιά της δέν έπαθε τις αλλοιώσεις και παραλλαγές πού μετέβαλαν περισσότερο τά άλλα ιδιώματα του Πόντου.
α) Λέξεις πού προφέρονται απαράλλακτα όπως στήν αρχαιότητα, καί μέ τήν ίδια σημασία:
Άλίζω, άναλος, άλυκός, ανάμματος, άχνα, βώκος, δάνος, διάφορον  έσαν (ιωνικό), ζυγόν, καλλύνω, κόττα, κόττος, κώλον, λιχνεύω, λυμνός, λώμαν μαμμάν νοτίζω, όκνία, όλόκοπος, οξέα, παρέξ, παρωνυμιάζω, πεισματικός, πο­λιτικός, πρωτόγαλα, πώμα, ράμμια, στρογγυλίζω, συγκροτώ, συγκρούω, συμποδίζω, ύλαγμα, ύλίζω, ύλιστόν, ύπουράνιος, χρεία.
β) Λέξεις πού προφέρονται απαράλλακτα όπως στήν αρχαιότητα, άλλά μέ διαφορετική σημασία: Άσα, δείσα, έξηχος, κούρος, φέγγος.
γ) Λέξεις παραλλαγμένες: άνούας, άνούατος, άχάντ - άχάντιον, βραβουλίτσα - βράβυλος, έμποδος - έμπαις, ιμπειρος - έμπειρος, χρίβω -πακούω - έπακούω, κορδύλ - κορθύλη, κοτύλα - κοτύλη, κουμάσ' - κουμάσιον, κρωπή - κρώπιον, λυμαινεύω - λυμαίνομαι, λωστάρα από το λώστος, - παίγνια-παιχνία, παρανυχάουμαι - παρωνυχία, προσερεύω - πρσσωρεύω,  σκηρόν, σκατόν - σκάτος, τελέτρ - τέρετρον, ύλέε - ύλη, φλεμαίνω - φλεγμαίνω, άχάνω - χαίνω, ώράζω - ώρεύω.
2. Σέ πολλές τουρκικές λέξεις το ε έγινε ανοικτό α: κεβεζές, ζεβζέξ της Τραπεζούντας, κιαβαζάς, ζαβζάξ της Σαντάς.
3- Σέ πολλές τουρκικές λέξεις το χ η γ αντικαθιστούν τό κ: κα κρασί, καΐκ της Τροπτεζούντας, χαρπούζ, γαρσί, γαϊχ της Σαντάς.
4. Τό η, ι, ο, πότε ακούονται σαν καθαρό ι: ξυρίζω, συρίζω, Συμέλα της Σαντάς, ξουρίζω, σουρίζω,  Σουμέλα της Τραπεζούντας, ποτέ όμως το εναντίο σαν καθαρό ου: σημαδεύω, σιμώνω, πυρνά, ζυμώνω της Τραπεζούντας  σουμαδεεύω, σουμώνω, πουρνά, ζουμώνω, της Σαντάς.
5. Ή Γενική του άρθρου και τών τριών γενών είναι τη: Τή Γιάν' τη  μάνας ιμ' τη παιδί της Σαντάς, του Γιάνν' της μάνας ιμ', του παιδί της Τραπεζούντας. Τό ίδιο και ό πληθυντικός και τών τριών τοί άντι τών.
6. Ή αιτιατική τών πρωτοκλίτων ουσιαστικών και επιθέτων της Σαντάς τελειώνει σέ ας: κυρούδας, ποππάδας, δεσποτάδας, ψαλτάδας, μαθετάδας, παιδάντας, ραφτάδας, μανάδας,  μαμήδας, νυψάδας, συννυφάδας, βρεχάντας, πίστας, συενότας. Της Τραπεζούντας σέ ες.
7. Ό παρατατικός τών ρημάτων πού τελειώνουν σέ ούμουν στο ίδίωμα  της Τραπεζούντας έκοιμούμουν έφανερούμουν, στο ιδίωμα της Σαντάς βάλλει τό ουν: έκοιμούμ' έκοιμούσ' - έκοιμάτον, έσκούμ' - έσκούσ'- έσκούτον, έμ - ες - έτον.
8. Τά επίθετα καθώς και πολλά ουσιαστικά στη γενική του πληθυντικού τελειώνουν σέ -ίων της Σαντάς, αντί -ων της Τραπεζούντας. Χορτασμενί, βαρυδίων, κουκκινειδίων, καματερίων, γαρηδίων, άρθωπίων, πετεινίων, συννυφαδίων, παιδαντιων.
9. Στο ιδίωμα της Σαντάς ή γενική πληθυντικού του άβούτος κάμνει  αβουτεινέτερον, του εκείνος - έκεινέτερον, του ατός - τ' άτεινέτερον, άλλος άλλοινέτερον και του όλος όλοινέτερον, αντί εκεινών, άλλωνών, ατεινών, όλωνών της Τραπεζούντας.
10. Ή αναφορική αντωνυμία όστις έχει ονομαστική του αρσενικού θηλυκού ήντζαν και του ουδετέρου ότι ή ήνταν. Γενική και τών τριών γενών όντινος ή ήντινος. Αιτιατική του αρσενικού και θηλυκού όντιναν ή ήντιναν  και του ουδετέρου ότι ή ήνταν.
11. Τό β' πληθυντικό τών περισπωμένων (κοιμούμαι, καταρούμαι, φαούμαι, μαρουκούμαι κ.ο.κ.) τελειώνει σέ -άσνε (άζνε) κοιμάζνε, καταράζνε, φοάσνε, μαρουκάσνε·..


Στάθης Αθανασιάδης(Γεροστάθης)




Φωτογραφιες: Βασ. Σακελλαρίδη
Share
 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah