Το αντάρτικο στον Πόντο

Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

Μετά την Οκτωβριανή επανάσταση στη Ρωσία το 1917, δυσκόλεψαν πολύ τα πράγματα για τους αντάρτες του Πόντου, γιατί σταμάτησε ο ανεφοδιασμός τους  από τους Ρώσους.
Το 1918 , με την ήττα της Τουρκίας και τη συνθήκη του Μούδρου, ο σουλτάνος έδωσε γενική αμνηστία στον Πόντο. Τότε για μισό χρόνο οι Έλληνες έζησαν κάπως  ειρηνικά.
Τα πράγματα άρχισα να δυσκολεύουν και πάλι μέσα στο 1919, όταν στις 19 του Μάη εκείνου του έτους ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα, για να οργανώσει το κίνημα του εναντίον του σουλτάνου. Στόχος του ήταν να ολοκληρώσει το έγκλημα σε βάρος των Ελλήνων, που άρχισαν οι προκάτοχοι του Νεότουρκοι. Τότε θεωρήθηκε ως εντελώς αναπόφευκτη και απαραίτητη η δραστηριοποίηση και πάλι των αντάρτικων ομάδων των Ελλήνων.
Με στόχο να οργανώσει την άμυνα των Ποντίων και γενικότερα να δώσει νέα πνοή στον ποντιακό αντάρτικο, πήγε τον Νοέμβρη του 1919 στη Σαμψούντα ο έφεδρος αξιωματικός του ελληνικού Στρατού Χρυσόστομος Καραϊσκος, από την Οινόη του Πόντου. 
Ιστύλ Αγάς
Έφτασε στη Σαμψούντα με πλαστά χαρτιά αντιπρόσωπου του Ερυθρού Σταυρού. Αμέσως ήλθε σε επαφή με τον καπετάνιο Ιστύλ Αγά(Στυλιανό Κοσμίδη) και περιόδευσε επί ενάμισι μήνα στον Δυτικό Πόντο, φτάνοντας έως την Μερζιφούντα και την Αμάσεια.
 Συναντήθηκε στα λημέρια τους με όλους τους καπετάνιους και συνέταξε λεπτομερή κατάλογο των οπλαρχηγών και των ανταρτών, αλλά σημείωσε και τους άοπλους , που μπορούσαν να στρατολογηθούν.
Ο Καραϊσκος συγκρότησε λαϊκά δικαστήρια και σε κάθε χωριό δημιούργησε υπηρεσίες μεταφοράς πολεμοφοδίων και ρούχων και ζήτησε από τους πρόκριτους να ξανανοίξουν τα σχολεία. Για το διάστημα του ενάμισι μήνα που έμεινε στη Σαμψούντα, ο υπολοχαγός Καραϊσκος αναγνωρίστηκε ανώτατος στρατιωτικός , πολιτικός και δικαστικός ηγέτης.
Μολονότι οι αντάρτες του Πόντου γνώριζαν τις διαβουλεύσεις που γίνονταν σε διπλωματικό επίπεδο για την ίδρυση της δημοκρατίας του Πόντου ή τη δημιουργία Ομοσπονδίας Ποντίων και Αρμενίων, εντούτοις δεν είχαν οργανική σχέση με τις κινήσεις αυτές. Από την πλευρά της  Οργάνωσης Ελεύθερος Πόντος που έδρευε στο Βατούμ , καταβάλλονταν πολλές προσπάθειες για σύνδεση , αλλά οι αντάρτες , που είχαν σαν κύριο σκοπό τους την άμυνα του ελληνικού πληθυσμού, δεν τέθηκαν ποτέ κάτω από την πολιτική  ηγεσία αυτής της οργάνωσης.
Ανησυχώντας από τις δραστηριότητες των ανταρτών του Πόντου , ο Μουσταφά Κεμάλ έδωσε εντολή στην τρίτη και δέκατη στρατιά, από την Σεβάστεια και το Ερζερούμ, αντίστοιχα, να προχωρήσουν στη διάλυση των αντάρτικων ομάδων.
Ο πολύς Τοπαλ Οσμάν, επικεφαλής άτακτων τούρκων , τα έβαζε με τα γυναικόπαιδα και πάντα απέφευγε να έρθει σε σύγκρουση με τους Πόντιους αντάρτες. Τον Μάη του 1920 μαζί με  τους τσέτες του και δέκα χιλιάδες στρατιώτες έκαψαν τα χωριά του δυτικού Πόντου και σκότωσαν τους κάτοικους ή τους εξόρισαν στα βάθη της Ανατολής, μέχρι το Κουρδιστάν.
Μετά από αυτούς , το 1921, οι Τούρκοι , στρατός και τσέτες μαζί, περικύκλωσαν τους Έλληνες αμάχους και τους αντάρτες, που βρίσκονταν πάνω στα βουνά Σατούχ και Άγιου Τεπέ.
 Στα βουνά, η δύναμη των ανταρτών ήταν μόνον εξακόσιοι άντρες, ενώ οι Τούρκοι έφταναν τους εφτά χιλιάδες. Μετά από σκληρές μάχες, οι αντάρτες ανάγκασαν τον Τούρκικο Στρατό να οπισθοχωρήσει. Ετσι οι αντάρτες κατόρθωσαν να μεταφέρουν τους άμαχους έξω από τον κλοιό και να  τους σώσουν.
Οριακό έτος για την τύχη των Πόντιων ανταρτών, που ήταν πολιορκημένοι από παντού, από τον Στράτο του Κεμάλ και τους τσέτες, υπήρξε το 1922. Έφτασαν τότε  στο σημείο να μην έχουν- κυρίως τον χειμώνα- τροφή και θέρμανση και να πεθαίνουν από την πείνα και  διάφορες ασθένειες. Προκείμενου να επιβιώσουν έφτασαν στο σημείο να φάνε και σκυλιά. Αρκετές φορές έκαναν επιδρομές σε τούρκικα χωριά, για να βρουν τροφή.
Ευάγγελος Ιωαννίδης
Τον Μάρτη του 1922 έγινε ανακωχή με τους Τούρκους, οι οποίοι συμφώνησαν να τροφοδοτήσουν τα γυναικόπαιδα και τους αντάρτες. Αλλά πολύ σύντομα οι Τούρκοι για μια ακόμη φορά, καταπάτησαν τη συμφωνία τους.
Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου άρχισε νέος  κύκλος φόνων και βιαιοπραγιών σε βάρος των Ελλήνων και τον Οκτώβρη κατέφθασε από το μικρασιατικό μέτωπο ο Λιβά πασάς, με σαράντα χιλιάδες στρατιώτες και έκαψε και ρήμαξε ότι απέμεινε. Μετά, οι Τούρκοι έδωσαν αμνηστία, αλλά οι Πόντιοι αντάρτες δεν τους εμπιστεύτηκαν και παρέμειναν  στα βουνά ή κατέφυγαν με καΐκια στη Ρωσία, τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και από εκεί ήρθαν στην Ελλάδα. Μόνο οι άοπλοι και τα γυναικόπαιδα κατέβηκαν στη Σαμψούντα και στα χωριά και από εκεί διεκπεραιώθηκαν στην Ελλάδα.
Και ενώ στον Δυτικό Πόντο διαλυόταν το ποντιακό αντάρτικο, στη Σαντά εξακολουθούσαν οι μάχες με τους Τούρκους. Οι Σανταιοι οπλαρχηγοί με επικεφαλής τον πρωτοκαπετάνιο τους  Ευκλείδη Κουρτίδη, παρέμειναν στα βουνά, τα οποία εγκατέλειψαν τελευταίοι, μέσα στον Φλεβάρη του 1924, και μετά πολλές περιπέτειες και με ειδική σύμβαση προωθήθηκαν στην Ελλάδα..
Έτσι περίπου τελείωσε το αντάρτικο στον Πόντο. Οι αντάρτες έχουν όλοι πεθάνει.. Οι άλλοι, που έχασαν τη ζωή τους εκεί στον Πόντο έμειναν χωρίς μνήμα. Μένουν , όμως, στη μνήμη όλων των Ελλήνων ποντιακής καταγωγής, σ' ένα αιώνιο μνημόσυνο, με τον όρκο ότι ποτέ τα ονόματα τους δεν θα ξεχαστούν


Βασισμένο στα γραφτά του Γιώργου Αντωνιάδη
Share
 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah