Παρά το γεγονός ότι
ο Χρήστος Γ. Μουρατίδης ασχολήθηκε και επαγγελματικά με το ποντιακό θέατρο,
μόνον εραστή του θεάτρου θα μπορούσε κανείς να τον χαρακτηρίσει, γιατί το
θέατρο το αγαπούσε πολύ.
Για το θέατρο, στη δεκαετία του 1960, άφηνε την
Αξιούπολη, όπου ζούσε με την οικογένειά του, για να πάει στην Αθήνα, όπου
λειτουργούσε επαγγελματικό θέατρο με ποντιακά έργα, στην ποντιακή διάλεκτο, για
να δώσει και αυτός τη μικρή ή μεγάλη προσφορά του. Το θέατρο με ποντιακά
θεατρικά έργα το υπηρετούσαν, τότε, μεγάλες θεατρικές μορφές, όπως ο Νίκος
Σπανίδης και ο Πόλυς Χάιτας.
Μαζί με αυτούς και ο Χρήστος Γ. Μουρατίδης συνετέλεσε
ώστε το θέατρο, με έργα γραμμένα στην ποντιακή διάλεκτο, να αποκτήσει βάσεις
και ποιότητα και να συνεχίζεται η ύπαρξή του μέχρι σήμερα και μάλλον για
πάντα.
Από τη σύνταξη των «Ποντιακών»
Η
εγγονή του, η λογοτέχνιδα Δέσποινα Π. Πολυχρονίδη, γράφει για τον διακεκριμένο
παππού της:
Ο Χρήστος
Μουρατίδης γεννήθηκε στην Αργυρούπολη του Πόντου, στις 23 Μαρτίου 1896.
Σπουδάζει στο Φροντιστήριο Αργυρούπολης, εκτός των άλλων και βυζαντινή μουσική
(σε Μουσική Σχολή), μέχρι τη στιγμή που, με τους βαλκανικούς πολέμους, κλείνουν
τα σχολεία.
Το καλοκαίρι του
1917, στα χαρτιά γραμμένος από λάθος, έναν χρόνο μικρότερος, προλαβαίνει — για
να μην υπηρετήσει στον τουρκικό στρατό — να καταφύγει στο Βατούμ της Γεωργίας,
αφήνοντας στον Πόντο, νιόπαντρος, έγκυο στο πρώτο τους παιδί, τη γυναίκα του
Καλλιόπη, κόρη του Γεώργιου Θεοδωρίδη, από την Αργυρούπολη.
Στη Γεωργία, που
επηρεαζόταν την εποχή εκείνη από τον μεγάλο επαναστατικό αναβρασμό στη Ρωσία, ο
Χρήστος Μουρατίδης δεν έβλεπε με καλό μάτι αυτόν τον ξεσηκωμό του ρωσικού
λαού. Όμως, μέσα σε λίγους μήνες κιόλας, μέχρι την κήρυξη, επίσημα, της
Οκτωβριανής Επανάστασης, αποδέχεται ένθερμα τις σοσιαλιστικές ιδέες,
αντιλαμβανόμενος την αναγκαιότητα της επανάστασης. Γίνεται μέλος του
Κομμουνιστικού Κόμματος το 1918.
Στο μεταξύ, η
γυναίκα του Καλλιόπη Μουρατίδου — έχοντας γεννήσει στις 6 Δεκεμβρίου 1917 — με
τη συμπλήρωση ενός έτους του παιδιού, φεύγει για το Βατούμ και αυτή. Στα
χρόνια της διαμονής του στο Βατούμ, έχει συνεργασία με το εκεί Ελληνικό Θέατρο,
στο οποίο, εκτός από το τμήμα θεάτρου, λειτουργούσαν και τμήματα χορού και
μουσικής, όπου παίρνει μαθήματα, επί τρία, περίπου, χρόνια, η κόρη του Κυριακή,
όπως και άλλα Ελληνόπουλα. Στο τμήμα χορού, η κόρη του θα κάνει μαθήματα
μπαλέτου και ρωσικών χορών, όπου, βέβαια, οι ποντιακοί χοροί, για μικρούς και
μεγάλους, είχαν προτεραιότητα.
Το 1924, η
οικογένεια, με τα δύο παιδιά, την Κυριακή εφτά χρόνων, και την Ευανθία
αχρόνιστο μωρό, έρχεται στην Ελλάδα και εγκαθίσταται στην Καλλιθέα Αττικής,
όπου έμενε η μικρότερη αδελφή του Χρήστου Μουρατίδη, η Αναστασία, παντρεμένη με
τον Γεώργιο Λουκά, από την Αργυρούπολη του Πόντου.
Από την Καλλιθέα,
μην αντέχοντας τη σκληρή ζωή στις προσφυγικές παράγκες — δίχως νερό κανονικό
και δίχως χώρο αφόδευσης — και ακούγοντας ότι στη Μακεδονία υπάρχει άπλα και
καθαρός αέρας, φεύγουν και εγκαθίστανται στον οικισμό Πύλη της Αξιούπολης του
Κιλκίς. Εκεί έμεναν και οι δύο αδελφές του Χρήστου Μουρατίδη, η Ευθυμία
Χορομίδου και η Ευμορφίλη Δαμιανίδου. Στην Πύλη διορίζεται δάσκαλος. Στα δύο
χρόνια πήρε μετάθεση για άλλο χωριό, του οποίου οι κάτοικοι έτρεφαν εχθρικά
αισθήματα για τους πρόσφυγες και ιδίως τους αριστερούς. Παραιτείται από
δάσκαλος και ασχολείται με τη γεωργία.
Στη γερμανική
κατοχή (1941-1944) παίρνει μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Μετά την απελευθέρωση της
Ελλάδας από τους Γερμανούς, εξορίζεται στον Άη Στράτη, ως αντιστασιακός και
αριστερός, χωρίς άλλη κατηγορία.
Στον Άη Στράτη θα
μάθει και την τέχνη του οικοδόμου, στην οποία, αν και λεπτός, σχεδόν αδύνατος,
έχει καλύτερη επίδοση από ό,τι στη γεωργία, «λόγω ηλικιακής ωρίμανσης», όπως
έλεγε.
Μετά την εξορία,
φοβούμενος να επιστρέψει στη Μακεδονία, μένει στην Καλλιθέα, όπου φιλοξενείται
από την κόρη του Ευανθία και τον γαμπρό του Δημήτριο Λουκά.
Εκεί έρχεται σε
επαφή με τον Σύλλογο Ποντίων Καλλιθέας «Αργοναύται — Κομνηνοί», με τον οποίο
συνεργάζεται, συμμετέχοντας, κυρίως, στο θεατρικό τμήμα. Συμμετέχει, το 1950,
στον θίασο Ελληνικός Ποντιακός Θεατρικός Όμιλος Αθηνών, μαζί με άλλα γνωστά ονόματα
του ποντιακού θεάτρου, όπως οι: Πόλυς Χάιτας, Θεόδωρος Κριεζής, Αλεξάνδρα
Χατζηκίδου, Σταύρος Δεληκάρης, Κώστας Βροχόπουλος, Παναγιώτης Σαραφίδης, Μαρία
Λεωνίδου, Θόδωρος Τσομίδης, Όλια Μαυροκεφαλίδου, Στέλιος Ξανθόπουλοος, Όλγα
Κυριακίδου, Ανθούλα Τσουχνικά, Κώστας Σιαμίδης κ. ά.
Την εποχή αυτή θα
γράψει τα δύο θεατρικά έργα: «Ας χαίρουνταν τα παιδία 'μουν», σε συνεργασία με
τον φίλο του από την Κερασούντα, ηθοποιό και σκηνοθέτη, απόφοιτο, το 1937, της
Νέας Δραματικής Σχολής (του Σωκράτη Καραντινού) Θεόδωρο Κριεζή (1903-1979). Το
έργο θα ανέβει στο θέατρο «Ρεξ» της Αθήνας.
Το δεύτερο έργο
του, «Έρθεν 'ς σα ήμαρτα» (Οσμάν Αγάς), πάλι σε συνεργασία με τον Θεόδωρο
Κριεζή, το 1960, ανεβαίνει πάλι σε θέατρο της Αθήνας, αλλά και στην Αξιούπολη,
κατά τη δεκαετία του 1960, έχοντας επιστρέψει στο χωριό του ήδη από το 1954,
με πρωταγωνίστρια την εγγονή του, τη φιλόλογο Βαγγελίτσα Πολυχρονίδου.
Ο Χρήστος
Μουρατίδης, πρωτοστάτησε, στην εποχή του, στην Αξιούπολη και στον Σύλλογο
Ποντίων, με θεατρικές παραστάσεις — παίζοντας και σκηνοθετώντας — με χορούς και
άλλες κοινωνικές και πολιτιστικές δραστηριότητες. Τιμήθηκε, μετά θάνατο, από
τον Σύλλογο Ποντίων Αξιούπολης, στις 17 Αυγούστου 1995 για τη μεγάλη του
προσφορά. Η τιμητική πλακέτα επιδόθηκε στην εγγονή του Δέσποινα Πολυχρονίδου.
Μετά από μια
περιπετειώδη και δύσκολη ζωή, αλλά και γεμάτη δραστηριότητα και προσφορά,
χάνοντας σε μεγάλο βαθμό το φως του, κάτι βασανιστικό, αφού ούτε την εφημερίδα
του δεν μπορούσε, πλέον, να διαβάσει, με αδυνατισμένη καρδιά, θα πεθάνει στις
10 Ιανουαρίου 1986, μέσα στην αγκαλιά των παιδιών του. Το 1981, έχασε τη γυναίκα
του, την άξια σύντροφο της ζωής του Καλλιόπη, τέσσερα χρόνια μικρότερή του.
Η γιαγιά Καλλιόπη
ήταν μια δυναμική γυναίκα και μάνα — αγκαλιά για τα παιδιά της στους δύσκολους
καιρούς, στοργική και προστατευτική για όλους.
Πηγη:Περιοδικό "ΠΟΝΤΙΑΚΑ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου