1.-
Επεράσαμε την ημέραν σχεδόν νηστικοί και το βράδυ εστάλησαν ο Δαμιανός
Τσιρίπ και ο Γεώργ. Καλαϊτσίδης στο χωριό, διά να φέρουν τρόφιμα και
ειδήσεις. Εβάλαμε τα λάχανα εις την φωτιά εντός ενός τενεκέ διά να
ψηθούν, οπότε ο γέρο-Δημ. Τσιρίπ μας είπε ένα ωραίο τραγούδι επί της
καταστάσεως και εδακρύσαμε όλοι.
Ο
γέρο-Δημ. Τσιρίπ, Σανταίος και αυτός αλλά πολλών ετών, εκατοικούσε εις
Δίρχαν, χωριό της Τραπεζούντος ανακατευμένο με Τούρκους, οίτινες κατά
την οπισθοχώρησιν των Ρώσων άρχισαν να τους λεηλατούν και να τους
κακοποιούν, οπότε αυτοί κατέβηκαν στην Τραπεζούντα και παρεπονέθησαν εις
τον μητροπολίτην Χρύσανθον, όστις ανέφερε τα παράπονά τους εις τον
μουφτήν Τραπεζούντος και τους έδωσαν μίαν επιστολήν διά τους Τούρκους
της Δίρχας να σταματήσουν τα έκτροπα κατά των Ελλήνων.
Εκείνοι
όμως εξαγριωθέντες περισσότερον επυροβόλησαν κατ' αυτών και
ετραυμάτισαν τον ανεψιόν του Παντελήν, ενώ αυτοί διαφυγόντες εσώθησαν
και αι οικογένειαί των έφυγαν στην Τραπεζούντα, αφού εγκατέλειψαν τας
οικίας και περιουσίας των.
Επί
είκοσι ημέρας έζησαν εις ένα σπήλαιον του παραπλησίον χωρίου Σκάφιας,
αλλά και εκεί τους ανεκάλυψαν και αναγκάσθηκαν να φθάσουν εις την Σάντα
την 19ην Φεβρουαρίου. Έτσι έμειναν μαζί μας ο υιός του
Νικόλαος, ο ανεψιός του Δαμιανός και οι δύο αδελφοί Παναγιώτης και
Γεώργιος Καλαϊτσίδης.
2
- Ήλθαν από το χωριό οι σταλέντες και μας είπαν ότι εις το χωριό
Πιστοφάντων ελεηλάτησαν αρκετά σπίτια οι τσετέδες καθώς και εις το
Ισχανάντων το δικό μας σπίτι και του I. Ξανθοπούλου και ότι ζώα μας
είχαν σφαγεί. Ήλθε και άλλος αξιωματικός με 10 στρατιώτας δήθεν χάριν
τάξεως, αλλά η κατάστασις ήταν χειρότερη.
Μερικοί
εκ των τσετέδων άρχισαν να φεύγουν προς τα χωριά των. Μερικοί από τα
παιδιά, μη όντες συνηθισμένοι εις κακουχίας, έφυγαν εις το χωριό καθώς
και αι γυναίκες που ήσαν μαζί μας.
Σήμερα
πήραν και μερικούς Σανταίους οι Τούρκοι και τους έβαλαν εμπρός και
ήλθαν να μας συναντήσουν πάλιν, ενώ τους εφοβέριζαν λέγοντας ότι εάν μας
ρίχνουν οι δικοί σας, θα σας σκοτώσουμε όλους.
Ηθέλησαν
διά της βίας να πάρουν μαζί τους και τον πατέρα μας Χαρ. Κουρτίδην, διά
να τον στείλουν δήθεν προς εμάς να μας συμβουλεύση να παραδοθούμε,
αλλά, γέρων αυτός και μη δυνάμενος να περάση από τις χιονοστιβάδες και
τα πυκνά δάση έκανε αντίστασιν και δεν ήθελε να προχωρήση, οπότε τον
εκακοποίησαν και ήθελαν πάλιν να τον τραβούν διά της βίας, αλλά αυτός
έβγαλε ένα σουγιάν που είχε μαζί του και αυτοτραυματίσθηκε εις την
κοιλίαν και μόνον τότε τον άφησαν και αυτοί ήλθαν εναντίον μας, αλλά
εμείς αλλάξαμε το λημέρι, δεν μας βρήκαν και γύρισαν πάλιν πίσω.
3
- Μανθάνομεν ότι αι οικίαι των φυγάδων ελεηλατήθησαν εντελώς και δεν
μας άφησαν τίποτε. Ο Σουλεϊμάν Κάλφας έκλεψε τα πρόβατα του Σωτηροπούλου
και ήθελε να τα φυγαδεύση απλά στο Τερζάντων, αλλά κατόπιν διαμαρτυρίας
ο αξιωματικός έστειλε και τον συνέλαβον και εδόθησαν πίσω τα πρόβατα.
Ο
δε αρχηγός των τσετέδων, Χασάν εφέντης λεγόμενος, εξύλισε τον I.
Κουφατσήν, διότι είχε το θάρρος να διαμαρτυρηθή προς τους αξιωματικούς
λέγοντας ότι δεν υπήρχε διαταγή να φέρουν τσετέδες μαζί των, ενώ αυτοί
τους επέτρεψαν και έστειλαν στα χωριά άνω των τριακοσίων.
Εις
το χωρίον Τσακαλάντων, όπου έμειναν μόνον έξι επτά οικογένειαι, την
νύκτα ήλθαν τσετέδες μαζί με τον Κάλφαν Σουλεϊμάν και ατίμασαν μερικές
γυναίκες. Ότε δε το πρωί έγιναν διαμαρτυρίαι προς τον αξιωματικόν, αυτός
μόνον τους επέπληξε και τους άφησε.
Μετά
την κατοχήν των Ρώσων οι Αρμένιοι είχαν σκοτώσει εις Κιμισλή, τρεις
ώρας μακριά της Σάντας, δέκα οκτώ Τούρκους και εις Γιαγμού Τερέν, χωρία
τουρκικά οι Έλληνες έκαψαν ένα τζαμί. Και αυτά οι τσετέδες
εκμεταλλευόμενοι έλεγαν ότι τα 'καναν οι Σανταίοι και εζητούσαν επιμόνως
να τους φανερώσουν τους δράστας, ει δε άλλως απειλούσαν ότι θα
σκοτώσουν πολλούς, μεταξύ των οποίων έλεγαν ότι θα είναι και αθώοι, διά
να τους τρομοκρατήσουν και να εφαρμόσουν το πρόγραμμά τους που είχαν, να
σκοτώσουν δηλαδή τουλάχιστον εξήκοντα Σανταίους, τους οποίους είχαν
προδιαγεγραμμένους.
Μόλις
όμως εμάθαμεν αυτά, ειδοποιήσαμεν τους πατριώτας μας ότι, όταν σας
ζητηθούν οι δράσται και τα παρόμοια και θα βρεθήτε σε δύσκολον θέσιν, να
τους πήτε ότι ήσαν του Κουρτίδη τα παιδιά και ότι εσείς δεν ξέρετε
τίποτε, αφού ημείς ούτως ή αλλιώς δεν είχαμε σκοπόν επ' ουδενί λόγω να
παραδοθούμε σ' αυτούς. Και με την δικαιολογίαν αυτήν εγλίτωσαν από τας
συκοφαντίας των.
Εν
τω μεταξύ όμως, επειδή η κατάστασις ήτο αφόρητος, απεφάσισαν οι
Σανταίοι και κρυφίως έστειλαν δύο παιδιά εις Τραπεζούντα και ανέφεραν
όλα αυτά εις τον μητροπολίτην, όστις διεμαρτυρήθη εις τον Βεχίπ πασάν
και διέταξε να έλθη ένας αξιωματικός προς καθησύχασιν του τόπου.
4
- Έφθασεν εις το χωριό ο νέος αξιωματικός Ισμαήλ Χακή λεγόμενος,
καταγόμενος εξ Ιωαννίνων και γνωρίζων καλώς την ελληνικήν. Μόλις
έφθασε, διέταξε αμέσως και φύγαν οι τσετέδες, μηδενός εξαιρουμένου,
οίτινες απεφυλάκισαν και τους κρατουμένους, αφού τους πήραν 5.000
ρούβλια ως πρόστιμον.
Επίσης ο εκ Γεμουράς Σεΐτ αγάς Κεμουρτσή ογλού σήμερα έβαλε τον
πατέρα μας Χαρ. Κουρτίδην και Σάββαν Ξανθόπουλον και του υπέγραψαν διά
της βίας γραμμάτιον 200 λιρών χρυσών, διότι εν καιρώ Ρωσίας οι Αρμένιοι
του είχαν κλέψει τα πρόβατα, ένα κοπάδι, και τους κατήγγειλε και ως
μάρτυρας έβαλε τον Ευκλείδην και Ιω. Ξανθόπουλον, οίτινες δεν
παρουσιάσθησαν κατά την ημέραν της δίκης και ως εκ τούτου έπρεπε εμείς
να τα πληρώσουμε τα πρόβατά του, διότι οι Αρμένιοι έφυγαν εις Ρωσίαν. Μόλις εμάθαμε την φυγήν των τσετέδων, νύκτα πήγαμε στο χωριό και εμείναμε στο σπίτι του Ιω. Μελίδη, διά να παρακολουθήσουμε την κατάστασιν από κοντά.
5
- Η πρώτη διαταγή του αξιωματικού ήτο να παρουσιάσουν όλοι τα όπλα τους
και να καταγραφούν, καθώς και οι φυγάδες να προσέλθουν να καταθέσουν τα
όπλα τους και οι ίδιοι θα μείνουν ελεύθεροι, ει δε άλλως αι οικογένειαί
των θα απελαθούν εις Τραπεζούντα και οι ίδιοι θα
αποκηρυχθούν.
Οι
στρατιώται του όμως καθημερινώς κακοποιούσαν τους κατοίκους απαιτώντας
να τους ταγίσουν καλά φαγητά και να τους δώσουν καλά στρώματα.
Έφθασαν
οι εις Τραπεζούντα σταλέντες και έφεραν διαταγήν του κουμαντάν προς τον
αξιωματικόν να φυλάξη καλώς την τάξιν και να μη καταπιέσουν τους
χωρικούς.
Λέγουν
δε ότι ο μητροπολίτης επέπληξε τον Φίλιππον( Χειμωνίδην, διότι, όταν
κατέβηκε εις Αγ. Ιωάννην με τον πρώτον αξιωματικόν και συνεννοήθησαν με
τους τσετέδες, δεν έπρεπε, λέγει, να τους επιτρέψουν να έρχωνται μέσα
στα χωριά.
Επίσης
ο αξιωματικός Ισμαήλ Χακή εξύλισε τον Ζαχαρίαν Γιαμάκ, τον έως τότε
μουδούρην, διά το ότι ημπόδιζε τους Σανταίους να αντισταθούν εις τους
τσετέδες και τους έφεραν στα χωριά και έτσι ο Ζαχαρίας κακήν κακώς έφυγε
στην Λιβεράν κοντά στον Κύριλλον, στιγματισθείς ως προδότης της
πατρίδος του.
Μας
ειδοποίησε ο μητροπολίτης Χρύσανθος ότι πρέπει να παρουσίασθούμε στον
αξιωματικό, διότι ενήργησε καταλλήλως και εν περιπτώσει εγγυάται
την απελευθέρωσίν μας . Επίσης στο χωριό ο αξιωματικός εδήλωσε ότι δεν
πρέπει να φοβηθούν τίποτε, διότι υπάρχει διαταγή να μείνουν ελεύθεροι
και να εξακολουθούν τας εργασίας των.
Βασιζόμενοι
λοιπόν εις τους λόγους του μητροπολίτη, εφθάσαμε στο χωριό και,
κρύψαντες τα όπλα τα δικά μας, εφωδιασθήκαμε με κάτι άχρηστα και παλαιούς γράδες, και παρουσιασθήκαμε εις τον αξιωματικόν, όστις, αφού μας μίλησε
επί μίαν ώραν και αφού επαίνεσε την πράξιν μας, διότι δεν παραδοθήκαμε
στους τσετέδες, οίτινες είχαν κακές διαθέσεις έναντι μας, μας άφησεν ελευθέρους δίχως να μας πάρη τα όπλα ειπών:
«Είμαι
κι εγώ παλικάρι και ουδέποτε καταδέχομαι να πάρω τα όπλα παλικαριών,
άτινα επολέμησαν διά την ζωήν, τιμήν και περιουσίαν των. Αν όμως θέλετε
εσείς, αργότερα τα καταθέτετε εις το καραούλι, στον τσιαούσην».
Την
επομένην ημείς διά να του δώσουμε να καταλάβη ότι δεν είχαμε προς την
κυβέρνησιν κακάς διαθέσεις, τα παραδώσαμε στον τσιαούσην, όστις τα
κατέγραψε και τα παρέλαβε.
Άλλωστε
ήσαν και άχρηστα αυτά για μας, διότι τα δικά μας τα κρύψαμε, ώστε εν
καιρώ ανάγκης να τα έχωμεν, διότι στους Τούρκους δεν υπήρχε
εμπιστοσύνη.
Μόνον
οι εκ Δίρχας δεν παρουσιάσθησαν, διότι ήτο άγνωστος η διαμονή τους εις
Σάντα και απεφασίσαμε να τους κρατήσουμε κρυφίως στο δάσος και να τους
συντηρήσουμε εκεί. Μετά την παράδοσίν μας αυτοί γύρισαν πάλι προς την
Δίρχαν να ίδουν τι γίνεται και εκεί, ώστε αργότερα να έλθουν. Ο
αξιωματικός εγκατεστάθη εις το χωρίον Ισχανάντων μαζί με δέκα πέντε
ζανταρμάδες, τους οποίους διατηρούσαμε όλοι οι Σανταίοι.
Ήτο
δε ο Ισμαήλ Χακή αξιωματικός πολύ σκληρός αλλά εξίσου εφέρετο και στους
Τούρκους και δεν τους επέτρεπε να έλθουν οπλοφορούντες, όπως ήτο το
συστημά τους εις την Σάντα.
12
- Εδιώρισε σε όλα τα χωρία μικτάριδας και αζάδες και αγροφύλακας προς
αποκατάστασιν της τάξεως. Τον Χρήστον Σεβαστίδην με την γυναίκα του και
τον Θεοφάνην Τσιαρτσή αφού εξύλισε, τους εφυλάκισε, διότι εις το χωριό
τους Πιστοφάντων ήτο μία γυναίκα ενός Αρμενίου και τους εζητούσε όπλα
αναζητώντας Αρμενίους κι εφοβέριζε ότι θα κάψη το χωριό.
Όθεν
μαζευθέντες όλοι οι μικτάριδες και αζάδες και συσκεφθέντες απεφάσισαν
να μαζεύσουν μερικά χρήματα και να τον δωροδοκήσουν για να βγάλη τους
φυλακισμένους.
Έτσι
την επομένην δύο εξ αυτών παρουσιάσθησαν εις τον αξιωματικόν και του
δώσανε εξακόσια ρούβλια και τον παρεκάλεσαν να αφήση τους φυλακισμένους.
Αυτός πήρε τα λεφτά και τους ίδιους αφού εξύλισε καλά, εφυλάκισε και
αυτούς και διέταξε στα χωριά να εκλέξωσι άλλους αντ' αυτών. Και την
επομένην με συνοδείαν τους έστειλε εις Τραπεζούντα ως καταχραστάς.
15
- Καλέσας όλους τους μικτάριδας και αζάδες εζήτησε να του παραδώσουν
τριακόσια όπλα μάουζερ, λέγων ότι όλοι οι Σανταίοι είχον ανά δύο, ενώ
δεν παρέδωσαν τίποτε και εφοβέριζε να κάψη τα χωριά, αν δεν τα
παραδώσουν.
Καθημερινώς
παρουσιάζονται Τούρκοι προς αυτόν και συκοφαντούν και καταγγέλλουν
τους Σανταίους ότι εν καιρώ Ρωσίας τους ελήστευαν και εσκότωναν Τούρκους
προσθέτοντας και διάφορα άλλα, αλλά τους έδιωχνε όλους μη δίδων σημασία εις τα λόγια τους.
17
-Ήλθεν ένας αξιωματικός, διά να αντικαταστήση τον Ισμαήλ Χακή· ήσαν
μαζί του και μερικοί τσετέδες, καθώς και ο υιός του Αλή Σοφόγλου εκ
Σίμωνας και είπε ότι κατ' αυτάς θα έλθη ο Σεΐτ αγάς εκ Γεμουράς.
Ο
νέος αξιωματικός έδειρε την γυναίκα του Αρμενίου Μικίρ και την μητέρα
της εκ Πιστοφάντων καταγομένας, ζητών απ' αυτές να του πουν πού
βρίσκεται ο άντρας της. Και ζητούσε ρούχα και υποδήματα διά τους άνδρας
του από τους Σανταίους δωρεάν. Εν τω μεταξύ όμως του ήλθε διαταγή διά να
φύγη διά την Ασίαν και παραλαβών τους άνδρας έφυγε.
20
- Η πείνα άρχισε να μαστίζη τα χωριά και ο λαός ετρέφετο δίχως ψωμί με
λάχανα και πατάτες. Σήμερα μερικές γυναίκες πήγαν εις το Φτελέν, διά να
φέρουν λάχανα· εκεί όμως βρήκαν τον Σουλεϊμάν Ατσέμογλην και μερικές
γυναίκες να χαλνούν και να καίνε τα σπίτια των και να ξεριζώνουν τα
λάχανα. Έγιναν έξω φρενών αι δικές μας και άρπαξαν ξύλα και πέτρες και
τους έδιωξαν σε κακά χάλια.
Ήλθαν
πάλιν εξ Ασίας Τούρκοι, των οποίων οι κοζάκοι πήραν τις αγελάδες και
κατήγγειλαν στον αξιωματικόν ότι ο Ευκλείδης Κουρτίδης τα πήρε, αλλά ο
αξιωματικός τους απέπεμψε και μάλιστα διά συνοδείας τους έβγαλε από τα
σύνορα της Σάντας.
21
- Ήλθεν ο Σεΐτ αγάς Κεμουρτσή ογλού με τον εξάδελφόν του Ισεΐν αγάν, να
εισπράξη τις 200 λίρες από εμάς που είχε το γραμμάτιον.
Και
παρουσιασθείς εις τον αξιωματικόν, του ζήτησε να φωνάξη τον πατέρα μας
και τον Σάββαν Ξανθόπουλον και να του καταβάλωσι τα λεφτά. Όταν
παρουσιάσθη ο πατέρας μας στον αξιωματικόν και έμαθε την αιτίαν της
κλήσεώς του, ανέφερεν εις τον αξιωματικόν πώς συνέβη το πράγμα και ότι
ναι μεν αυτός υπέγραψε το γραμμάτιον, αλλά διά της βίας, διά να γλιτώση
την ζωήν του, καθώς φαίνεται και από την ημερομηνίαν της υπογραφής του
γραμματίου.
Εννοήσας
ο Ισμαήλ Χακή περί τίνος πρόκειται έπεμψε τον Σεΐτ αγά, διατάξας αυτόν
να φύγη από την Σάντα την ίδια ημέρα. Ελθών κατόπιν στο σπίτι μας
εζήτησε να του δώσουμε κάτι να φύγη, αλλά κι εμείς τον διώξαμεν
απειλούντες ότι αν φύγη ο αξιωματικός αυτός, πάλιν θα τα εισπράξη.
Φοβηθείς ο Ι. Ξανθόπουλος, του οποίου και ο πατέρας είχε υπογράψει το
γραμμάτιον, κρυφίως από εμάς συνεννοηθείς μαζί του του έδωσε ένα καλόν
άλογο που είχε και του υπεσχέθη αργότερα να του δώση και τα άλλα και να
μην πειράξη αυτόν.
Ο Σεΐτ αγάς λαβών το άλογο κατέβηκε εις Πινατάντων και έμεινε το βράδυ εις την οικίαν του Ιωάννου Τριανταφυλλίδου, όστις ήτο και
αγροφύλαξ δίχως να ειδοποιήση τον αξιωματικόν, διότι οι αγροφύλακες
είχαν διαταγήν αμέσως να ειδοποιούν το καρακόλι, όταν θα εφιλοξενείτο
στο χωριό τους Τούρκος οποιοσδήποτε.
Επίσης
μόλις έφθασαν στην Σάντα, ο Ισμαήλ Χακή είχε καταγράψει όλα τα ζώα των
κατοίκων και έδωσε διαταγήν να μη πωλήσουν κανένα ζώον δίχως να είναι
ειδοποιημένος αυτός.
Μόλις
έμαθε ότι ο I. Ξανθόπουλος έδωσε το άλογό του στον Σεΐτ αγάν και ότι
έμεινε στο σπίτι του αγροφύλακος Ιωάν. Τριανταφυλίδη, αμέσως τους
εφώναξε στο καρακόλι και, δέσας τα χέρια και πόδια τους, τους έδωσε ανά
εκατόν ραβδισμούς και δώσας αυτούς σε δύο ζανταρμάδες τους έστειλε να
πάνε να βρούν τον Σεΐτ αγάν και να φέρουν πίσω το άλογο.
Όλην
την νύκτα πορευόμενοι έφθασαν εις Ούζην, εννέα ώρας μακριά της Σάντας,
αντάμωσαν τον Σεΐτ αγάν και έφεραν πίσω το άλογο καθώς και του Κων/νου
Γιαλτσή, το οποίον επώλησε προς αυτούς δίχως άδειαν.
24 - Διαταγή του αξιωματικού να παραδοθούν όλα τα είδη ιματισμού του ρωσικού στρατού εις το καρακόλι.
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΝΤΑΡΤΩΝ ΤΗΣ ΣΑΝΤΑΣ (1916-1924)
Κωνσταντίνος Κουρτίδης
(Αδελφός του μετέπειτα γενικού αρχηγού των ανταρτών Ευκλείδη Κουρτίδη)
Σημείωση Σύνταξης : Οφείλουμε να επισημάνουμε ορισμένες γλωσσικές ατέλειες,γιατί παρουσιάζει μια σύνταξη ιδιότυπη, σύμφωνη με τη γλωσσική του κατάρτιση. Προσπαθήσαμε να μην κάνουμε επεμβάσεις στο αρχικό κείμενο , αφού πρόκειται για ένα είδος απομνημονευμάτων, τα οποία δεν μεταβάλονται "επ' ουδενί λόγω"εντούτοις για την ομαλοποίηση του κειμένου , προβήκαμε στις απαραίτητες διορθώσεις, εκείνες που θεωρήσαμε αναγκαίες.