Παντελής Μελανοφρύδης

Τετάρτη 15 Ιουνίου 2011


Βιογραφικά στοιχεία του Παντελή Μελανοφρύδη

Παντελής Μελανοφρύδης
Γεννήθηκε στις 22 Ιουνίου 1885 στο πολυτραγουδισμένο πλούσιο χωριό Άδισσα της επαρχίας Τορούλ του νομού Τραπεζούντας του Πόντου. 
Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στο χωριό του από τον δάσκαλο πατέρα του. Μετά πήγε στο περίφημο Φροντιστήριο της Αργυρούπολης. Δεν συνέχισε ανώτατες σπουδές, μπήκε αμέσως στην πνευματική παραγωγή. 
Ας μη ξεχνούμε ότι οι απαιτήσεις εκείνης της εποχής ήταν ελάχιστες. Με το απολυτήριο γυμνασίου, που πήρε με άριστα από το Φροντιστήριο της Αργυρούπολης, ανέλαβε το εθνικό λειτούργημα του εμπνευσμένου δάσκαλου στις ελληνικές κοινότητες του Πόντου. 
Εκεί έδειξε τα υπέροχα προσόντα του. Η δράση του δεν περιορίστηκε στην ξερή διδασκαλία, αλλά επεκτάθηκε και στον εθνικό και κοινωνικό τομέα.
Δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια, από το 1902 ως το 1917, κάτω από πολύ δύσκολες και επικίνδυνες συνθήκες δίδασκε με υπομονή και καρτερία αληθινή εθνική παιδεία στα ελληνόπουλα της ίδιαίτερης πατρίδας του.
Οι ελληνικές αρχές της επαρχίας του, εκτιμώντας τις αρετές του, την δραστηριότητα και την ικανότητα του, του ανέθεσαν το 1913 — 1914 τη διεύθυνση του Λυκείου της μονής Γουμερά.

Διέπρεψε και ως δημοσιογράφος ο Μελανοφρύδης

Την ίδια εποχή, παράλληλα με το λειτούργημα του, είχε αναπτύξει και πλούσια δημοσιογραφική δράση. Άρθρα του αρχίζουν συχνά να δημοσιεύονται στις διάφορες εφημερίδες του Πόντου και της Ρωσίας.
Δυστυχώς, όμως, σήμερα δεν βρίσκουμε πουθενά τις εφημερίδες και τα άλλα έντυπα του Πόντου και της Ρωσίας που συνεργάστηκε ως τη μικρασιατική καταστροφή. Ελάχιστα άρθρα του διασώθηκαν στις εφημερίδες: «Εθνική Δράση» της Τραπεζούντας και «Αργοναύτης» του Βατούμ.

Η εγκατάσταση και οι δραστηριότητες στην Πτολεμαΐδα

Κατά τη διάρκεια του Α ' παγκόσμιου πολέμου αναγκάστηκε να καταφύγει στην Κριμαία της Ρωσίας. Εκεί συνέχισε το εθνικό του έργο διδάσκοντας στα Ελληνόπουλα των πόλεων της Γιάλτας και της Σεβαστούπολης.
Το 1919, με τους πρώτους πρόσφυγες της Ρωσίας, ήρθε στην Ελλάδα. Μετά από μια προσωρινή παραμονή στο Λαύριο της Αττικής, εγκαταστάθηκε μόνιμα πια στην Πτολεμαΐδα της Μακεδονίας, που τότε ονομαζόταν Καϊλάρ.
Στη νέα του πατρίδα, παράλληλα με το διδασκαλικό του έργο, συμμετείχε ενεργά σε όλες τις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις της ζωής του τόπου. Ο ίδιος πρωτοστατεί στην αλλαγή του ονόματος της πόλης, γράφοντας διάφορα άρθρα.

Η προσφορά του ως δήμαρχος Πτολεμαΐδας

Πάλεψε ακλόνητα, με πολλές περιπέτειες στη ζωή του, χωρίς ποτέ να καμφτεί η αξιοπρέπειά του και ο γρανιτένιος χαρακτήρας του. Η μεγάλη προσφορά του φάνηκε την περίοδο που ήταν δήμαρχος, στα δύσκολα χρόνια της γερμανικής κατοχής.
Αντιμετώπισε πολλές αντιξοότητες. Έζησε, όμως, ως τίμιος και ηθικός πολίτης σε όλη του τη ζωή. Η πόλη του, μετά τον θάνατο του, τιμώντας την προσφορά του, έδωσε σε μια πλατεία το όνομά του σαν ελάχιστο φόρο τιμής.

Για την ανάπτυξη του ποντιακού πολιτισμού

Παράλληλα με τα γενικά κοινά του τόπου του, ο Παντελής Μελανοφρύδης δεν έπαψε να εργάζεται και για την ανάπτυξη της ποντιακής κουλτούρας στην Ελλάδα.
Το 1936, πρωτοστάτησε στην έκδοση του πρώτου ποντιακού περιοδικού, που τυπώθηκε στην Ελλάδα — από τον Νίκο Καπνά - τα «Ποντιακά Φύλλα».
 Από το 1938 τροφοδοτεί με ειδικά άρθρα για τη γενέτειρά του το ετήσιο επιστημονικό περιοδικό της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών «Αρχείον Πόντου».
Το 1943 γίνεται, επίσης, βασικός συνεργάτης του ποντιακού περιοδικού «Χρονικά του Πόντου» και από το 1950 δεν απουσιάζει από την "Ποντιακή Εστία», το περιοδικό του Φίλωνα Κτενίδη, του ιδρυτή του Σωματείου «Παναγία Σουμελά» και πρωτεργάτη της ανιστόρησης στην Καστανιά Βερμίου της μονής της Παναγίας Σουμελά.
 Ακούραστος ο Παντελής Μελανοφρύδης, δεν τροφοδοτεί μόνον τα ποντιακά περιοδικά, αλλά και τις εφημερίδες που εκδίδουν ποντιακά σωματεία και ιδιώτες. Αξιόλογα άρθρα του πλουτίζουν συνέχεια την εφημερίδα της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης «Το Βήμα».
Με τα εγγόνια του Ελένη και Γιώργο

Ο ποντιακός ελληνισμός του χρωστά πολλά

Στον Παντελή Μελανοφρύδη χρωστούμε πολλά. Δε θα κάνουμε λεπτομερή καταγραφή της πνευματικής προσφοράς του. Θα αναφέρουμε ενδεικτικά μόνον μερικά του έργα, για τα οποία δίκαια χαρακτηρίστηκε ο «Εμπρολάτες της ποντιακής λογοτεχνίας».
Είναι τα ηθογραφικά διηγήματα: «Πώς έσυραν την Τσοφούλαν», «Τ' άσπρα κατεβάζνε τ' άστρα» και το ιστορικό διήγημα: «Οι Κλωστοί». Και τα τρία έργα κατέχουν σήμερα ξεχωριστή θέση στη λογοτεχνία και τη λαογραφία των Ποντίων.
Τα ίδια κείμενα, όπως και οι άλλες μελέτες του, πέρα από τις λογοτεχνικές αρετές που κρύβουν, είναι και σπάνια ντοκουμέντα γλωσσικής έρευνας, γιατί είναι γραμμένα στο ποντιακό ιδίωμα της Άδισσας της Χαλδίας. Παρουσιάζουν μεγάλη γλωσσική αξία για τους διαλεκτολόγους και τους γλωσσολόγους.

Η μελέτη του «Η εν Πόντω ελληνική γλώσσα»

Άφησα τελευταία την πρώτη συγγραφική του δουλειά, η οποία ξεχωρίζει για την πρωτοτυπία της από τα έργα των άλλων Ποντίων συγγραφέων, ιδιαίτερα δε για τον επιδιωκόμενο εθνικό σκοπό που πραγματοποιήθηκε.
 Είναι το πολύτιμο βιβλίο του: «Η Εν Πόντω Ελληνική Γλώσσα», που επανεκδίδει (σ. σ. εκδόθηκε το 1987) ο εκδοτικός οίκος των αδελφών Κυριακίδη. Το έγραψε νέος, στο χωριό του, την Άδισσα, όταν ήταν 25 χρόνων. Με την οικονομική βοήθεια φίλων και συνδρομητών από διάφορα μέρη του Πόντου και της Ρωσίας, το βιβλίο εκδόθηκε το 1910 στο Βατούμ της Ρωσίας, σε μικρό αριθμό αντιτύπων.
Ο ίδιος εξηγεί τους λόγους της συγγραφής του στην εισαγωγή: «Τόσον περιεφρονήθη η Χαλδεία (και ο Πόντος εν γένει, δύναμαι να είπω) ώστε εις όλους σχεδόν τους εκδοθέντας χάρτας της Μ. Ασίας περίσταται όλως φαντασιωδώς και μετά σπουδαιότατων και ουσιωδεστάτων σφαλμάτων ... και ελαχίστη προσοχή δίδεται διά τας μακράν του κέντρου χώρας, ωσεί μη είχον και αυταί τας παραδόσεις των, την ευκλεά ιστορίαν, τα αρχαιοπρεπή ήθη, ωσεί μη είχον να επιδείξουν και αυταί μετ' εθνικής υπερηφανείας μέρη, ένθα λαμπραί σελίδες της πατρίου ιστορίας εξετυλίχθησαν και γεγονότα σπουδαιότατα διεδραματίσθησαν».

Πολέμησε τον παντουρανισμό με τα δικά του όπλα

Στις δύσκολες μέρες που περνούσε ο Ελληνισμός του Πόντου στις αρχές του 20ού αιώνα από την καλά σχεδιασμένη παντουρανική αφομοιωτική ρατσιστική πολιτική των Νεότουρκων, ο Παντελής Μελανοφρύδης νιώθει την ανάγκη να αντισταθεί ενάντια σε αυτή τη βάρβαρη και απάνθρωπη τακτική με τα δικά του όπλα, τα φτωχά πνευματικά που διαθέτει.
Συνειδητοποιεί το μέγεθος της μεγάλης καταστροφής, που σύντομα περιμένει τον Ελληνισμό του Πόντου και αποφασίζει να πολεμήσει την ύπουλη πολιτική της υποτιθέμενης ισότητας όλων των εθνών της οθωμανικής αυτοκρατορίας, που υπόσχονταν οι Νεότουρκοι.
Σαν άλλος Νικόλαος Πολίτης συγκεντρώνει τα δημοτικά τραγούδια του τόπου του, τις παροιμίες, τα νεότερα δίστιχα, τα έθιμα του γάμου, για να αποδείξει την ελληνικότητα της περιοχής από τα πανάρχαια χρόνια.
Ξυπνά εθνικές συνειδήσεις. Βρίσκει τις ομοιότητες, τις σχέσεις που έχουν οι λαϊκοί αυτοί θησαυροί με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Κάνει συγκριτικές αναφορές με το αντικειμενικό μάτι του ερευνητή.
Γνωρίζει πως οι γνώσεις του είναι περιορισμένες: «Εις την σύνταξιν και παρασκευήν φιλολογικής και ιστορικής μελέτης περί της Χαλδίας, οποίαν αι σημεριναί πρόοδοι της επιστήμης απαιτούσιν, ουδέ δικαιούμαι ουδέ την αρμοδιότητα έχω».
Η ειλικρίνειά του συγκινεί: «...ούτε δάφνας φιλολόγου ούτε περγαμηνάς ιστοριογράφου διεκδικών ανέλαβον το άχαρι και επίπονον έργον του συλλέκτου, αλλ' όπως δώσω και τοις λοιποίς πατριώταις νύξιν, ίνα ασχοληθώσιν εις την
συλλογήν και δημοσίευσιν των γλωσσικών μνημείων, δι' ών η πάτριος ιστορία είναι δυνατόν να διαφωτισθή, συγχρόνως δε να διασαφηνισθή ο ιδιωτικός βίος των αρχαίων. Οι κρίνοντες λοιπόν το ευτελές τούτο έργον ας μη κρίνωσιν ως έργον ειδικού φιλολόγου και αρχαιολόγου, αλλ' ως ατελές σκιαγράφημα ακραιφνούς λάτρου του προγονικού μεγαλείου, αναποσπάστως εχομένου των βαθμηδόν, ως μη ώφελε, φθινόντων και εις ξενικά, φθοροποιά και ηθοφθόρα υποχωρούντων σεμνών και εθνοπρεπών ηθών και εθίμων».

Οι προσπάθειες του για τη γραμματική της ποντιακής

Συμβουλεύει τους ειδήμονες να καταπιαστούν επιστημονικά με αυτά τα θέματα, για να λάμψει η ιστορική αλήθεια. Ξέρει πως δεν υπάρχει ακόμη γραπτή ποντιακή γραμματική. Τον πληγώνει αυτό. Προκαλεί και εδώ τους ειδικούς.
 Γράφει μια πρώτη σύντομη γραμματική της ποντιακής διαλέκτου, για να υπάρχει η μαγιά για τους μεταγενέστερους Πόντιους γλωσσολόγους. Και εδώ βλέπουμε να δικαιώνεται με την εμφάνιση, λίγο αργότερα, του μεγάλου Πόντιου γλωσσολόγου Δημοσθένη Οικονομίδη, που έγραψε την πολύτιμη ολοκληρωμένη «Γραμματική της ποντικής διαλέκτου».
Όλη αυτή την πνευματική του δουλειά, πλουτίζοντάς την με μια αξιόλογη γενική ερμηνευτική εισαγωγή, την εκδίδει, όπως αναφέρεται παραπάνω, το 1910, στο Βατούμ, αφιερώνοντας το βιβλίο του στην: «Τα σα εκ των σων σοι τη αγαπητή μοι πατρίδι ταπεινώς ανατίθημι».
Πέρασαν 77 χρόνια από την πρώτη έκδοση. Και όμως το βιβλίο συνεχίζει να έχει διαχρονική αξία. Παραμένει πάντα επίκαιρο και ζωντανό. Είναι αλήθεια πως ο χρόνος δεν μπορεί να αλλοιώνει τις βαθειά ριζωμένες σοφίες του λαού μας.

Ως αληθινός πατριώτης έκανε το χρέος του

Ο Παντελής Μελανοφρύδης το γνώριζε αυτό και έκανε σαν αληθινός πατριώτης το χρέος του. Με πολύ σεβασμό κάθισε, κατέγραψε και διέσωσε ένα μέρος από τον ανεκτίμητο θησαυρό μας. Του χρωστούμε μεγάλη ευγνωμοσύνη.
                                                                                                   



Κωνσταντίνος Φωτιάδης
Καθηγητής Ιστορίας του
Νέου Ελληνισμού στο 
Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας
Πρόεδρος του Κέντρου Ποντιακών Μελετών   







Share
 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah