Απαντήσεις ανάμεσα απο τα έργα του αείμνηστου λογοτέχνη Φόρη παροτίδη.
Ο συνομιλητής πριν από αρκετά χρόνια ήταν καταπέλτης.
«Άσε που είχατε πολιτισμό οι Πόντιοι!
Πού είναι η ποίηση;
Το διήγημα;
Στολές , πυρρίχιος και τικ'»!
Γνώριζα ότι για το ξέσπασμα έφταιγε και απογοήτευση από ωραία ποντιακής καταγωγής, αλλά προβλημάτισε το πόσο εύκολα κάποιοι «συνοψίζουν» την ποντιακή κουλτούρα σε ένα στενό φολκλορικό ορίζοντα.
«Άσε που είχατε πολιτισμό οι Πόντιοι!
Πού είναι η ποίηση;
Το διήγημα;
Στολές , πυρρίχιος και τικ'»!
Γνώριζα ότι για το ξέσπασμα έφταιγε και απογοήτευση από ωραία ποντιακής καταγωγής, αλλά προβλημάτισε το πόσο εύκολα κάποιοι «συνοψίζουν» την ποντιακή κουλτούρα σε ένα στενό φολκλορικό ορίζοντα.
Ακόμη και για πoλλoύs απoγόvoυs ποντίων προσφύγων, το παρελθόν είναι άγνωστη γη. Η σχέση τους με την καταγωγή τους κυτταρική αλλά αξεδιάλυτη. Γιατί οι περισσότεροι από τους πόντιους πρόσφυγες δεν μιλούσαν για τον ξεριζωμό, τους «μάτωνε».
0 λογοτέχνης και ζωγράφος Κώστας Λαχάς έλεγε πριν από λίγο καιρό πως ίσως δεν έχει προβληθεί όσο θα έπρεπε το έργο ποντίων συγγραφέων.
Ξεχώριζε μεταξύ αυτών του αείμνηστου Φόρη Παροτίδη που, όπως έγραψε ο Kώστας Koβάνηs στα «Πολιτικά θέματα», «ανήκε στο γενναίο αντάρτικο σώμα των ελευθέρων διανοουμένων».
Ξεχώριζε μεταξύ αυτών του αείμνηστου Φόρη Παροτίδη που, όπως έγραψε ο Kώστας Koβάνηs στα «Πολιτικά θέματα», «ανήκε στο γενναίο αντάρτικο σώμα των ελευθέρων διανοουμένων».
Σε ένα σημείωμα αυτού του συγγραφέα στην «Ποντιακή Εστία» (Mαης 1978) βρήκα μία από τις καλύτερες απαντήσεις στον προαναφερόμενο συνομιλητή που αμφισβητεί την ύπαρξη ποντιακού πολιτισμού:
«Η ποντιακή διάλεκτος παρουσιάζει μια ιδιομορφία. Πρόκειται για ένα μεγάλης έκτασης τοπικό ιδίωμα, που δεν μοιάζει με κανένα άλλη περιοχή. Αυθύπαρκτο και ανεξάρτητο καθώς είναι, δυσχεραίνει τη μάθηση.
Αλλά το σημαντικότερο στοιχείο της ιδιαιτερότητας του είναι ότι πρόκειται για ένα ιδίωμα με καθαρά φωνητική υπόσταση. Είναι μια γλώσσα που μιλιέται και τραγουδιέται, αλλά πολύ δύσκολα γράφεται.
Αλλά το σημαντικότερο στοιχείο της ιδιαιτερότητας του είναι ότι πρόκειται για ένα ιδίωμα με καθαρά φωνητική υπόσταση. Είναι μια γλώσσα που μιλιέται και τραγουδιέται, αλλά πολύ δύσκολα γράφεται.
Πράγμα που επιδρά ανασταλτικά στη διάδοση και καταγραφή των προφορικών κειμηλίων και στοιχείων για τους μελετητές... Η προφορική μουσική παράδοση (τραγούδι - προφορικός λόγος) αναπληρώνει αναγκαστικά τα ιστορικά κειμήλια που μας λείπουν. Αξίζει τον κόπο να τα διατηρήσουμε και να τα μελετήσουμε».
0 Παροτίδης, έφυγε νωρίς, στα 50 του χρόνια το 1988, έχοντας αφήσει μια σημαντική παρακαταθήκη. Είχε γεννηθεί στα Κάτω θεοδωράκια του Kιλκίς «από γονείς Πόντιουs που κατάγονταν από το Κιουμούς Μαντέν τns Μερζιφούντας.
Μετά τη γερμανική κατοχή, εκπατρίστηκε με την οικογένεια του στο Σιδηρόκαστρο. Το 1957 ήρθε στη Σταυρούπολη τns Θεσσαλονίκης», όπου υπάρχει κι ένα μικρό δρομάκι με το όνομα του. «Τελείωσε το νυχτερινό γυμνάσιο δουλεύοντας την ημέρα στις οικοδομές. Συνέχισε τις σπουδές του, τη δεκαετία του '60, στο τμήμα Σκηνοθεσίας και Σεναρίων, στην Ανωτάτη Σχολή Κινηματογράφου - θεάτρου Αθήνας. Τρία χρόνια τns δικτατορίας πέρασε ως εξόριστος στη Λέρο».
Μετά τη γερμανική κατοχή, εκπατρίστηκε με την οικογένεια του στο Σιδηρόκαστρο. Το 1957 ήρθε στη Σταυρούπολη τns Θεσσαλονίκης», όπου υπάρχει κι ένα μικρό δρομάκι με το όνομα του. «Τελείωσε το νυχτερινό γυμνάσιο δουλεύοντας την ημέρα στις οικοδομές. Συνέχισε τις σπουδές του, τη δεκαετία του '60, στο τμήμα Σκηνοθεσίας και Σεναρίων, στην Ανωτάτη Σχολή Κινηματογράφου - θεάτρου Αθήνας. Τρία χρόνια τns δικτατορίας πέρασε ως εξόριστος στη Λέρο».
«Δεν ήταν οργανωμένος. Η δράση του ήταν τα γραπτά του. Επειδή ήταν τσουχτερά, λέει ο αδελφός του Νίκος Παροτίδης, που μας παραχώρησε πολύτιμο αρχειακό υλικό.
Στο νησί της εξορίας συνάντησε τον Ρίτσο, τον Βουρνά. ενώ με τον Αντώνη Καρκαγιάννη, έμεναν σε διπλανές σκηνές.
Στα μετέπειτα χρόνια, τα ποιήματα και τα γραπτά του αποτυπώνουν την πίκρα μιας ηρωικής ηττημένης γενιάς. Το '79 σε ένα από τα τεύχη του περιοδικού «Ζιζάνιο» που εξέδιδε ο ίδιος περιλαμβάνει το ποίημα:
Στα μετέπειτα χρόνια, τα ποιήματα και τα γραπτά του αποτυπώνουν την πίκρα μιας ηρωικής ηττημένης γενιάς. Το '79 σε ένα από τα τεύχη του περιοδικού «Ζιζάνιο» που εξέδιδε ο ίδιος περιλαμβάνει το ποίημα:
«Οι καλύτεροι»
Οι καλύτεροι από μας σκορπίστηκαν
οι πιο έντιμοι αγνοήθηκαν
βολεύτηκαν οι επιτήδειοι
οι μάρτυρες ζητιανεύουν εγγυήσεις...
Επιστρατεύουν τα προσχήματα
ζεσταίνοντας τις χούφτες με δωρήματα
βουβά τις ήττες να Θυμόμαστε...
Οι περιπέτειες μας κούρασαν αφάνταστα
μα δεν υποταχθήκαμε, όλα τα συνηθίσαμε
όλα τα ανεχτήκαμε τα τιμαλφή δεν τα πουλήσαμε
μα αργεί πολύ να ξημερώσει,
ως τότε χρέη εμείς πληρώνουμε...
Κείνοι που άντεξαν δεν ήταν πάντα οι καλύτεροι,
κείνοι που μείναν Τελευταίοι
δεν ήταν πάντα οι δυνατότεροι,
κείνοι που πίστεψαν
εξασφαλίζουν το εισιτήριο
βάζοντας το κουράγιο ενέχυρο
στην υστεροφημία..
Και στο «Επίγραμμα», που γράφηκε Μάη του '70 στο Παρθένι της Λέρου και κλείνει τη συλλογή του, «Ερσηφόροι»:
Ο ήλιος δεν ανέτειλε ακόμη και για μας
θα 'ρθει κι αυτός μιαν άνοιξη, διόλου μη λησμονάς
θα ψάξει να βρει τ' όμορφο εκείνο τ' όνειρο μας
Κι αν δε μας βρει, θα θυμηθεί σίγουρα τον καημό μας...
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Ρένα Ακριτιδου
Πηγη:Εφημεριδα Θεσσαλονίκη