-Όταν η Οικογένεια ήταν πολυμελής έτρωγαν χωριστά οι Άνδρες από τις γυναίκες. Το ίδιο αν υπήρχε πεθερός. Το πιάτο ήταν κοινό για όλους, και γι' αυτό ήταν μεγάλο.
- Οι γυναίκες με τα παιδιά έτρωγαν χωριστά η γιαγιά όμως μπορούσε να φάει με τους άνδρες.
- Όταν έπιναν νερό οι γυναίκες γύριζαν το κεφάλι τους αλλού.
-Το ψωμί δεν το έβαζαν ποτέ ανάσκελα.
-Όταν κανείς έμπαινε την ώρα του φαγητού, του έλεγαν: Η πεθερά 'σ αγαπά σε.
-Μετά το σκάψιμο των θεμελίων καινούριου σπιτιού έκαμναν τα εγκαίνια. Ο παπάς έψαλε τον αγιασμό, ο δε νοικοκύρης έσφαζε πετεινό (κατά προτίμηση μαύρο) πάνω στο θεμέλιο λίθο για γούρι.
-Μόλις οι ξυλουργοί σκάρωναν τη σκεπή κάρφωναν στο υψηλότερο σημείο της ξύλινο σταυρό μεγάλο. Οι νοικοκυρές έκαναν δώρα στους μαστόρους, ορτάρια, μαντήλια, πετσέτες που κρεμούσαν από το σταυρό και ανέμιζαν ως το βράδυ σαν σημαίες. Κάθε φορά πού προσκόμιζαν κανένα τέτοιο δώρο, οι μαστόροι χτυπούσαν τα σκεπάρνια δυνατά και συχνά πάνω στα μαδέρια σαν να ήθελαν να καρφώσουν.
-Το πρωί πριν να νιφθούν δεν χαιρετούσαν.
- Απόφευγαν να έχουν τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος, που ήταν ενδεικτικό απελπισίας και έφερνε γρουσουζιά. Αν δε έβλεπαν κανένα με τα χέρια σταυρωμένα έλεγαν: Εχχέρεψες και εσταύρωσες τα χχέρια σ.
- Όταν έρχονταν κανένας που είχε καιρό να επισκεφθεί, έλεγαν: Θ' αλευρώνομε σε ή που θα γράφτομ' άτο; Γράψτ' άτο σ’ απανωθύρ.
- Όταν ζητούσες πράγμα που χάρισες έλεγαν: Δις και παίρτς και πας σην κόλασην.
-Όταν μετά το πίρριφτμαν των ψωμιών έκλειναν την πόρτα του φούρνου, έκαμναν με την πιρρίφτεν το σημείο του σταυρού, χτυπώντας το στις 4 πλευρές της πόρτας.
- Για να φιλοτιμήσουν τα παιδιά να τους κάνουν κανένα θέλημα, έλεγαν: Δέβα, ρίζα 'μ κι ογώ σή χαρά 'σ θα κουβαλώ το νερόν με το κοσσκίν!!
- Το θερινό ηλιοστάσιο συμπίπτει με τον εορτασμό της Γέννησης Ιωάννου του Προδρόμου, το χειμερινό με τις γιορτές των Χριστουγέννων. Κοινό γνώρισμα του εορτασμού όλων των Ελλήνων και όλων των λαών είναι τ' άναμμα φωτιάς. Στη Σαντά με πράσινα κλαδιά έλατου, επάνω από τα οποία πηδούσαν τα παιδιά.
-Συνηθισμένη ήταν και η τοποθέτηση κούτσουρου στο τζάκι κατά τα Χριστούγεννα και το Νέον έτος (Καλαντοκούρ), που εδώ ονομάζεται αλλού μαμμή, αλλού μπάμπω κι άλλου αλλιώς.
Από το βράδυ δεν έπαιζαν με τα μωρά για να μην χάννε τον ύπνον άτουν.
-Οι αδυναμίες από την αναπηρία ενός μέλους του σώματος αναπληρώνεται από άλλα όργανα, που γίνονται πιο δυνατά. π.χ. Ο τυφλός έχει πολύ δυνατή ακοή, ο κουφός πολύ δυνατή όραση.
Όταν πάθαιναν κάποια ζημία πίστευαν πως η ζημία αυτή τους γλύτωνε από άλλο κακό «επαίρεν το κακό έμουν»
Όταν στεκόταν κανείς όρθιος πλάι σε άλλο, τον έλεγαν: Μη στέκς απάν ιμ καικά αμόν άγγελος
Στάθης Αθανασιάδης
- Οι γυναίκες με τα παιδιά έτρωγαν χωριστά η γιαγιά όμως μπορούσε να φάει με τους άνδρες.
- Όταν έπιναν νερό οι γυναίκες γύριζαν το κεφάλι τους αλλού.
-Το ψωμί δεν το έβαζαν ποτέ ανάσκελα.
-Όταν κανείς έμπαινε την ώρα του φαγητού, του έλεγαν: Η πεθερά 'σ αγαπά σε.
Ισχανάντων (Κρενίν τοι Ευκλείδη) |
-Μόλις οι ξυλουργοί σκάρωναν τη σκεπή κάρφωναν στο υψηλότερο σημείο της ξύλινο σταυρό μεγάλο. Οι νοικοκυρές έκαναν δώρα στους μαστόρους, ορτάρια, μαντήλια, πετσέτες που κρεμούσαν από το σταυρό και ανέμιζαν ως το βράδυ σαν σημαίες. Κάθε φορά πού προσκόμιζαν κανένα τέτοιο δώρο, οι μαστόροι χτυπούσαν τα σκεπάρνια δυνατά και συχνά πάνω στα μαδέρια σαν να ήθελαν να καρφώσουν.
-Το πρωί πριν να νιφθούν δεν χαιρετούσαν.
- Απόφευγαν να έχουν τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος, που ήταν ενδεικτικό απελπισίας και έφερνε γρουσουζιά. Αν δε έβλεπαν κανένα με τα χέρια σταυρωμένα έλεγαν: Εχχέρεψες και εσταύρωσες τα χχέρια σ.
- Όταν έρχονταν κανένας που είχε καιρό να επισκεφθεί, έλεγαν: Θ' αλευρώνομε σε ή που θα γράφτομ' άτο; Γράψτ' άτο σ’ απανωθύρ.
- Όταν ζητούσες πράγμα που χάρισες έλεγαν: Δις και παίρτς και πας σην κόλασην.
-Όταν μετά το πίρριφτμαν των ψωμιών έκλειναν την πόρτα του φούρνου, έκαμναν με την πιρρίφτεν το σημείο του σταυρού, χτυπώντας το στις 4 πλευρές της πόρτας.
- Για να φιλοτιμήσουν τα παιδιά να τους κάνουν κανένα θέλημα, έλεγαν: Δέβα, ρίζα 'μ κι ογώ σή χαρά 'σ θα κουβαλώ το νερόν με το κοσσκίν!!
- Το θερινό ηλιοστάσιο συμπίπτει με τον εορτασμό της Γέννησης Ιωάννου του Προδρόμου, το χειμερινό με τις γιορτές των Χριστουγέννων. Κοινό γνώρισμα του εορτασμού όλων των Ελλήνων και όλων των λαών είναι τ' άναμμα φωτιάς. Στη Σαντά με πράσινα κλαδιά έλατου, επάνω από τα οποία πηδούσαν τα παιδιά.
-Συνηθισμένη ήταν και η τοποθέτηση κούτσουρου στο τζάκι κατά τα Χριστούγεννα και το Νέον έτος (Καλαντοκούρ), που εδώ ονομάζεται αλλού μαμμή, αλλού μπάμπω κι άλλου αλλιώς.
Από το βράδυ δεν έπαιζαν με τα μωρά για να μην χάννε τον ύπνον άτουν.
-Οι αδυναμίες από την αναπηρία ενός μέλους του σώματος αναπληρώνεται από άλλα όργανα, που γίνονται πιο δυνατά. π.χ. Ο τυφλός έχει πολύ δυνατή ακοή, ο κουφός πολύ δυνατή όραση.
Όταν πάθαιναν κάποια ζημία πίστευαν πως η ζημία αυτή τους γλύτωνε από άλλο κακό «επαίρεν το κακό έμουν»
Όταν στεκόταν κανείς όρθιος πλάι σε άλλο, τον έλεγαν: Μη στέκς απάν ιμ καικά αμόν άγγελος
"Ιστορία & Λαογραφία της Σαντάς"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου