Είναι γνωστό ότι οι πρόγονοι των Ελλήνων της περιοχής Τσάλκας, που έμεναν στη Μικρά Ασία, ήταν αναγνωρισμένοι μάστορες πετροκόποι.
Αυτοί έχτιζαν τις ορθόδοξες εκκλησίες και τις γέφυρες, έκαναν άλλες διάφορες κατασκευές, όπως και τα μουσουλμανικά τζαμιά με την παραγγελία των Τούρκων.
Για τη δραστηριότητα τους στη Μικρά Ασία έγραφαν και συνεχίζουν να γράφουν οι Τούρκοι ιστορικοί. Ένας από τους σύγχρονους συγγραφείς γράφει:
«Οι χτίστες των γεφυρών, οι Έλληνες, ήταν και φύλακες των κατασκευών τους, δηλαδή τελωνειακοί. Οι κάτοικοι του χωριού Σιουρμενέ της διοικητικής μονάδας Τορούλ, που βρισκόταν στη βόρειο-ανατολική πλευρά της πόλης Αρζρούμ, ήταν χτίστες των 5 γεφυρών μεταξύ των ποταμών Γκιουμισχανέ και Κιαφιρνταγκόμ.
Στα πιο δύσκολα περάσματα έπαιζαν το ρόλο τελωνειακών. Η ομάδα των τελωνειακών αποτελούνταν από 33 άτομα, αρχηγός των οποίων ήταν ο Κούρτ.
Στη διοικητική μονάδα Τορούλ στο χωριό Τοζανά, στο ημερολόγιο της περιοχής αναφέρονται 5 οικογένειες χριστιανών και 4 οικογένειες μουσουλμάνων.
Οι οικογένειες αυτές δούλευαν σαν τελωνειακοί των επικίνδυνων τοποθεσιών, από τη γέφυρα του Γκουμισχανέ ως την πόλη».
Ο Τεχνίτης Κωνσταντίνος Μελικίδης απο την Τσάλκα
|
Εδώ να τονίσουμε ότι η λέξη Κούρτ δε σημαίνει την εθνικότητα (Κούρδος), αλλά το όνομα του άγριου ζώου λύκου. Η λέξη αυτή έγινε βάση μερικών επωνύμων των Ελλήνων προερχόμενων από την περιοχή του Αρζρούμ. Τα επώνυμα αυτά ακούγονταν σαν Κούρδοβ. Όσον αφορά τις 4 μουσουλμανικές οικογένειες, στις πηγές αναφέρονται σαν «Ραγιά», δηλαδή χριστιανικές. Η λέξη «Ραγιά» είναι αραβικής καταγωγής και σημαίνει το κοπάδι. Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία η λέξη αυτή σήμαινε τους υπόδουλους, τους υπηκόους του σουλτάνου, τους χριστιανούς.
Οι Έλληνες των περιοχών του Αρζρούμ και της Τραπεζούντας, που στα 1820-1830 μετανάστευσαν στην περιοχή της Τσάλκας, συνέχισαν τη μαστορική τους τέχνη στη νέα πατρίδα τους στη Ρωσική Αυτοκρατορία. Στον Καύκασο δεν υπάρχει καμία ορθόδοξη εκκλησία, καμία οικονομική και στρατιωτική κατασκευή, που στο χτίσιμο τους να μην πήραν μέρος οι Έλληνες μετανάστες.
Μολονότι οι Έλληνες αυτής περιοχής αναγκαστικά ασχολήθηκαν με τη γεωργία και κτηνοτροφία καμιά γενιά δεν ξέχασε τη μαστοριά των προγόνων της.
Κατά τη δεκαετία 1880-1890 οι μάστορες πετροκόποι από το χωριό Αβρενί έδειξαν τη μαστοριά τους στη Ρωσική Αυτοκρατορία, συγκεκριμένα στη Γεωργία. Π.χ. ο νέος πετροκόπος Ιωάννης Γεώργιεβιτς Ασλάνοβ επισκεύαζε τις γεωργιανές εκκλησίες στο Βάρτζια στο Σιόνι, όπου η τέχνη του σχολιάστηκε θετικά από τον Πατριάρχη της Γεωργίας. Μετά τις επισκευές ο αρχηγός των γεωργιανών εκκλησιών ζήτησε από τον Ιωάννη να μείνει στην εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Σιόνι.
Από εκεί κι ύστερα ο Ι.Γ.Ασλάνοβ αφιέρωσε όλη τη ζωή του στην Ορθοδοξία. Αυτός έγινε ένας από τους πιστούς μοναχούς της εκκλησίας της Παναγίας και ο λαός τον ονόμασε καλόγερο.
Με την καθοδήγηση του δεκάδες νεαροί Έλληνες από το χωριό Αβρενί έγιναν γνωστοί μάστορες και έξω από την περιοχή. Ο Ιωάννης πέθανε στις αρχές του 20ου αιώνα και θάφτηκε μπροστά στην είσοδο του Μοναστηριού του Αχταλά (σημερινή Αρμενία).
Στη Σοβιετική περίοδο η νέα γενιά των Ελλήνων της περιοχής Τσάλκας συνέχισε τις παραδόσεις των προγόνων της και δούλευε στα πετροκοπεία, έχτιζε τις εκκλησίες και έκανε και άλλες κατασκευές.
Ο Πετροκόπος Αγαθάγγελος Καραλανίδης (Μαυροφρίδη) απο το χωριό Ιραγκά
|
Οι μάστορες αυτοί επισκεύαζαν επίσης τους μεγαλύτερους ναούς και εκκλησίες της Γεωργίας, και τα αρχαία ιστορικά μνημεία. Πολλοί δραστήριοι Έλληνες από το χωριό Κάτω Τσιντσκαρό, από την ελληνική αγροτική κοινότητα του Ιραγκά και από διάφορα χωριά της σημερινής περιοχής Τσάλκας, εφοδίασαν τα πετροκοπεία τους με τη σύγχρονη τεχνολογία, για να επεξεργάζονται διάφορα ντόπια πετρώματα.
Οι πέτρες αυτές εξάγονταν στη Ρωσία, ή ακόμα χρησιμοποιούνταν για επισκευές των τοπικών γεωργιανών εκκλησιών. Μετά τη διάλυση της Ε.Σ.Σ.Δ. όλα τα πετροκοπεία των Ελλήνων έκλεισαν και οι μάστορες μετακόμισαν στη Δημοκρατία της Ρωσίας, συγκεκριμένα στα Ουράλια και σε νότιες περιοχές.
Ένας από τους καλύτερους σύγχρονους μάστορες είναι ο Μιχάλης Αριστείδης. Ο Μ. Αριστείδης προέρχεται από το χωριό Μπεστασέν της περιοχής Τσάλκας.
Όλη τη ζωή του επισκεύαζε τις παλιές γεωργιανές εκκλησίες σε διάφορες περιοχές της Δημοκρατίας της Γεωργίας. Ένα από τα πιο αξιόλογα μνημεία της Γεωργίας είναι ο Ναός του Μπαγκράτ στην Κουταήσι.
Το 1981 άρχισαν να τον επισκευάζουν οι Έλληνες μάστορες - πετροκόποι από το χωριό Ιραγκά, ο Αλέξιος Πυρίδης και ο γιος του. Μετά από πολλά χρόνια εργασίας ο πατέρας με το γιο του μετατέθηκαν αλλού. Στο ναό του Μπαγκράτ συνέχιζε η άλλη ομάδα των Ελλήνων τα έργα υπό τη διεύθυνση του Μ. Αριστείδη. Η ομάδα αυτή δούλευε εδώ μέχρι το 1991. Αυτό το έτος όλες οι αναστηλώσεις περιορίστηκαν λόγω της κακής πολιτικής κατάστασης στη χώρα.
Την περίοδο των έργων στο Ναό του Μπαγκράτ στην Κουταήσι ο Μιχάλης Αριστείδης κλήθηκε στο τεχνικό σχολείο σαν δάσκαλος της τεχνικής των αναστηλώσεων των εκκλησιαστικών κατασκευών, όπου κατάφερε να προετοιμάσει πάνω από 10 μάστορες, Γεωργιανούς.
Τον Μ. Αριστείδη συμπάθησαν και οι μαθητές του και ο απλός κόσμος, που δεν είχε καμιά σχέση με τα εκτελούμενα έργα. Να τονίσουμε ότι ο θόλος του Ναού του Μπαγκράτ επισκευάστηκε με το σχέδιο του Μιχάλη.
Ο Μ. Αριστείδης έχει σκοπό να συνεχίσει τις επισκευές των ιστορικών μνημείων στην πατρίδα του, καθώς αγαπάει την Ελλάδα και σκοπεύει να βοηθήσει στις αναστηλώσεις ιστορικών μνημείων της χώρας μας.
Ο Μιχάλης με την ομάδα του επισκεύασε και το Ναό Τζβάρι. Εκείνα τα χρόνια μαζί του δούλευαν μάστορες πετροκόποι, που προέρχονταν από την περιοχή Τσάλκας: ο Καλαΐσεβ Λάζαρος από το χωριό Γκουμπάτι και ο Δαναΐτσεβ Γεώργιος από το ίδιο χωριό.
Πριν από 4 χρόνια(σ.σ. 1995 περίπου) ο Μιχάλης Αριστείδης εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα μόνιμα. Σαν μάστορας πετροκόπος αυτός με τους δύο γιους του επισκευάζει μια μικρή αρχαία πόλη, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Στον Μιχάλη εμπιστεύτηκαν ένα σοβαρό έργο: να επισκευάσει τις αρχαίες κολόνες στη μικρή αυτή πόλη.
Μας είναι γνωστά και άλλα ονόματα μαστόρων πετροκόπων από την περιοχή Τσάλκας και Μαγγλίσι, όπως οι αδελφοί Βασίλης και Δημήτριος Σαρικιάχοβ (Ξανθόπουλοι) από το χωριό Τμερα και ο Κωνσταντίνος Μελικίδης από την Μαγγλίσι. Ο τελευταίος προέρχεται από την περιοχή της Τσάλκας, αλλά τα τελευταία χρόνια έμενε στη Μαγγλίσι. Το 1988 η προαναφερόμενη ομάδα άρχισε να επισκευάζει το Ναό Τζβάρι.
Στα 1950, την περίοδο της κομμουνιστικής απαγόρευσης και των διώξεων της εκκλησίας, ένας κάτοικος του χωριού Κάστρου της περιοχής Τσάλκας, ο Κοτράνοβ Ιωάννης Κωνσταντίνοβιτς, έχτισε στο κέντρο του χωριού μιά μικρή εκκλησία, όπου έβαλαν τα άγια λείψανα του.
Το 1989 υπό τη διεύθυνση ενός άλλου κάτοικου του χωριού, του Τσικνίζοβ Δανιήλ, στο νεκροταφείο άρχισαν να χτίζουν τη νέα ελληνιχή εκκλησία με χρήματα των πιστών Χριστιανών. Το μέγεθος της εκκλησίας είναι το ίδιο με το μέγεθος του ελληνικού ορθόδοξου ναού στην Τσάλκα. Ο Τσικνίζοβ Δανιήλ μετά το θάνατο της γυναίκας του έμεινε μόνος του, επειδή οι γιοι του εγκαταστάθηκαν στη Ρωσία. Ο Δανιήλ έχτισε τον ορθόδοξο ναό αυτόν εκτός από τη στέγη.
Το 1995 ο Δανιήλ ήρθε στην Ελλάδα, για να μαζέψει δωρεές και έτσι να στεγάσει την εκλησία στο χωριό Γκούνια Καλά της περιοχής Τσάλκας.
Μιλώντας για τη δραστηριότητα των μαστόρων Ελλήνων της αγροτικής κοινότητας του Ιραγκά να σημειώσουμε ότι γνωρίζουμε το όνομα και τα έργα του μάστορα Αγαθάγγελου Καραϊλανίδη (Μαυροφίδη).
Ο Αγαθάγγελος κατάγεται από το χωριό Τζιγκρασένι (Φτελέν) και από αγροτική οικογένεια. Εξαιτίας των μαστόρων του χωριού του, όταν ήταν νέος, ερχόταν σε επαφή με την τέχνη των πετροκόπων.
Αργότερα ο Α. Καραϊλανίδης δούλευε μόνος του και κατασκεύαζε επι τάφιες πλάκες από ντόπιο μελανόλιθο. Ο μάστορας αυτός έζησε πάνω από 90 χρόνια και δούλευε ως την τελευταία μέρα του. Η μαστοριά του ήταν αξεπέραστη.
Συνεχιστής της τέχνης των πετροκόπων, γνωστών ακόμα στην περιοχή της Τραπεζούντας, ήταν ένας κάτοικος του ίδιου χωριού, ο Αβραάμ Ηράκλιεβιτς Παπουνίδης, γιος γεωργού.
Από τα παιδικά του χρόνια ενδιαφέρθηκε να μάθει την τέχνη των πετροκόπων. Αυτή η περιοχή της ελληνικής διασποράς απόκτησε φήμη για τους γνωστούς μάστορες πετροκόπους. Ο Αβραάμ Παπουνίδης σαν τέτοιος τεχνίτης επισκεύασε πολλές ελληνικές και γεωργιανές εκκλησίες στη Γεωργία. Εκτός απ' αυτό έχτιζε και άλλα κτίρια και κατασκεύαζε και επιτάφιες πλάκες.
Εξαιτίας της αγάπης και του σεβασμού προς τη δουλειά του η μαστοριά του Α. Παπουνίδη δε χάθηκε. Ο γιος του, ο Δημήτριος Παπουνίδης, συνέχισε το επάγγελμα του πατέρα του. Αργότερα και ο εγγονός του, ο Γεώργιος Ηρακλίεβιτς Παπουνίδης και ο ανηψιός του ο Φιόντορ Παπουνίδης.
Ο Δημήτριος Αβράμοβιτς Παπουνίδης από τα παιδικά του χρόνια ερχόταν σε επαφή με την τέχνη του πατέρα του. Αργότερα ο ίδιος έγινε μάστορας πετροκόπος και τον κάλεσε ο Παγεωργιανός Οργανισμός για να επισκευάσει αρχαία μνημεία της Δημοκρατίας. Ο Δημήτριος άρχισε να επισκευάζει την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, που βρίσκεται στο βουνό κοντά στην έξοδο από την Τιφλίδα προς την πόλη Μαρνεούλι.
Αργότερα ο Δ. Παπουνίδης μαζί με την ομάδα του, που την αποτελούσαν βασικά νέοι μάστορες συγγενείς, άρχισαν να επισκευάζουν παλιές γεωργιανές εκκλησίες σε όλη τη Δημοκρατία. Το τελευταίο του έργο στη Γεωργία είναι η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στην περιοχή Γκλδάνι της Τιφλίδας.
Ο Δημήτριος Παπουνίδης με την ομάδα του κλήθηκαν από την επαρχία της Γεωργίας για την κατασκευή της πρώτης ορθόδοξης εκκλησίας στην πόλη Τιφλίδα, κατά τη Σοβιετική περίοδο.
Στην ομάδα του ήταν ο Σπυρίδωνας Σταμάτης, ο Ηρακλής Σταμάτης, ο Γεώργιος Παπουνίδης, ο Νίκος και ο Γιώργος Καραπαναγιωτίδης. Το Μάρτιο του 1991 οι μάστορες αυτοί άρχισαν να βάζουν τα θεμέλια της εκκλησίας.
Το έργο τους ευλόγησε ο καθολικός επίσκοπος της Γεωργίας Ηλίας II. Η κατασκευή της εκκλησίας τελείωσε στο τέλος του Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.
Έτσι τελείωσε η οικοδομική δραστηριότητα της ελληνικής διασποράς της Δημοκρατίας της Γεωργίας. Όχι μόνο οι μάστορες, αλλά και απλός κόσμος αυτής της διασποράς πήρε το δρόμο για την ιστορική πατρίδα τους, την Ελλάδα. Ένα άλλο μέρος του ελληνισμού κατευθύνθηκε στη Δημοκρατία Ρωσίας. Και να μη νομίζει κανείς ότι οι Έλληνες εγκατέλειψαν τη Γεωργία λόγω της οικονομικής κατάστασης τους.
Οι δυσκολίες στην ιστορική πατρίδα μας δεν επιτρέπουν στους Έλληνες της πρώην διασποράς να κατανοήσουν την ουσία του παρελθόντος. Το δεύτερο ταξίδι των αργοναυτών στην Κολχίδα δε θα γίνει.
Και εμείς θέλουμε να ελπίζουμε ότι η νέα γενιά των Ελλήνων της πρώην διασποράς, που εγκαταστάθηκε στην ιστορική πατρίδα της, την Ελλάδα, θα συνεχίσει τις παραδόσεις των παππούδων και πατέρων της με πιο μεγάλο ζήλο και αγάπη.
Διδάκτορας της Ιστορίας-Ανατολικολόγος
"Η Ιστορια των Ελληνικων Εκκλησιων & των Σχολειων της Νοτιας & Δυτικής Γεωργίας & της Ατζαρίας"
Εκδοσεις Σωματείου "Παναγία Σουμελά"
Θεσσαλονίκη 1999
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου