Αχμέτ Γιουρουλμάζ

Κυριακή 20 Μαρτίου 2011

Ο Αχμέτ Γιορουλμάζ, ο πιο γνωστός συγγραφέας της πόλης, εκφράζει αυτό που θα χαρακτηρίζαμε ιδεολογία της τουρκοκρητικής κοινότητας. Καθισμένος σε ένα παραλι­ακό καφενείο και φορώντας το μπερέ και το φουλάρι του μεσογειακού διανοούμενου, συζητάει με πάθος την ιστορία του Αϊβαλίκ αλλά και της πατρίδας των προγόνων του, της Κρήτης.
Είναι διαχυτικός και ομιλητικός αλλά σέβεται την επίσημη γραμμή της Τουρκίας. «Είμαι ειρηνόφιλος, ανθρωπιστής, θέλω οι λαοί να ζουν ελεύθεροι, μακριά από βιαιότητες και στρατοκρατία», λέει και ξαναλέει, αλλά προσθέτει ότι κατά τη γνώμη του ο καλύτε­ρος τρόπος για να εξασφαλιστούν οι καλές σχέσεις μεταξύ Έλληνα και Τούρκου είναι να υψωθεί ανάμεσα τους ένας ψηλός τοίχος, με άλλα λόγια να χωριστούν.
Αντιμετωπίζει με δυσπιστία τις προσδοκίες μιας ουσιαστικής επανασύνδεσης ή συμφιλίωσης των δύο λαών. «Ακόμα μας θεωρούν βάρβαρους - δεν ακούσατε τον αρχιεπίσκοπο στην Αθήνα να το λέει;» Δεν πιστεύει ότι η Τουρκία θα γίνει ποτέ δεκτή στην Ευρώπη.
«Απλούστατα, δεν μας θέλουν και κάποια μέρα θα έχουν την ειλικρίνεια να το παραδεχθούν. Και έτσι η Τουρκία αναγκαστικά θα σταθεί στα πόδια της, θα κάνει εμπόριο με όποιον θέλει να κάνει εμπόριο με έντιμους όρους, αλλά κατά τα άλλα θα βασιστεί στον εαυτό της.»
Στο πιο δημοφιλές του μυθιστόρημα Τα παιδιά του πολέμου ο Γιορουλμάζ περιγρά­φει τη ζωή των μουσουλμάνων στην Κρήτη πριν από την ανταλλαγή. Όπως απαιτεί η επίσημη ιδεολογία αλλά και η συλλογική μνήμη, τονίζει ότι οι βιαιοπραγίες μεταξύ των δύο κοινοτήτων είχαν κάνει τη ζωή τόσο ανυπόφορη που η μετανάστευση σε μία άλλη χώρα έφτασε να γίνει ελκυστική επιλογή.
 Αλλά ο Γιορουλμάζ, ο οποίος γεννή­θηκε το 1932 στο Αϊβαλίκ από γονείς Κρητικούς, έχει στο βιβλίο του ένα τουλάχιστον παράδειγμα ευτυχισμένης συμβίωσης χριστιανών και μουσουλμάνων: τον ήρωα του τον μεγαλώνει ένα ηλικιωμένο ζευγάρι χριστιανών σαν να είναι παιδί τους.
Αλλά αυτό συνέβαινε τις παλιές καλές μέρες. Μόλις επικράτησε το μίσος και οι σχέσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων άρχισαν να πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο, ο χωρισμός ήταν η μόνη λύση.
Ό,τι και να πιστεύουν για τους αρχιτέκτονες της ανταλλαγής πλη­θυσμών -τον Μουσταφά Κεμάλ και τον Ελευθέριο Βενιζέλο- οι'Ελληνες και οι Τούρκοι οφείλουν ευγνωμοσύνη στους δύο ηγέτες που τους χώρισαν και τους γλίτωσαν από την αμοιβαία οργή:
 «Είναι κατανοητό ένας Έλληνας να νοιώθει αγανάκτηση για τον Μουσταφά Κεμάλ που πέταξε τους Έλληνες έξω από την Μικρασία, ή ένας Τούρκος να νοιώθει αγανάκτηση για το Βενιζέλο που εισέβαλε στην Ανατολία [...] η αλήθεια όμως είναι ότι χρωστάμε ευγνωμοσύνη και στους δύο πολιτικούς γιατί γλίτωσαν τους Έλληνες από τους Τούρκους και τους Τούρκους από τους Έλληνες.»
Αυτές είναι οι απόψεις του Γιορουλμάζ του ιδεολόγου. Έχει όμως μία γενετική μνήμη που μιλάει άλλη γλώσσα. Κάποτε τον προσκάλεσαν στα Χανιά, το λιμάνι της Κρήτης στο οποίο ζούσαν οι γονείς του, για να συμμετάσχει σε ένα συνέδριο που είχε οργανώ­σει ο Δήμος.
 Καθώς η παρέα του έκανε βόλτα στην προβλήτα κατά μήκος του ενετικού τείχους, «άφησα τους άλλους να προχωρήσουν και ξέσπασα σε λυγμούς γιατί όλα γύρω μου ήταν ακριβώς όπως τα είχα πλάσει με τη φαντασία μου». Και όμως η σφαγή στο Αϊβαλίκ στο πρόσφατο παρελθόν τον αφήνει παγερά αδιάφορο. «Εκείνοι έφταιγαν, ο ελληνικός στρατός δεν έπρεπε να εισβάλλει...».
Αυτό είναι το βασικό επιχείρημα των Τούρκων εθνικιστών και χρησιμοποιείται για να δικαιωθούν οι φρικαλεότητες που υπέστη ο Ελληνισμός της Μικρασίας, ιδίως σε μέρη όπως το Αϊβαλίκ.
Επειδή οι Ρωμιοί συνεργάστηκαν με τον Έλληνα εισβολέα, έχασαν για πάντα το δικαίωμα να ζουν στην Ανατολία και θα έπρεπε να είναι ευχα­ριστημένοι που οι περισσότεροι έφυγαν από κει ζωντανοί.
Η ανάλγητη αυτή άποψη καθρεφτίζει εκείνη των Ελλήνων εθνικιστών που χαρακτήριζαν «αλύτρωτους» όσους Έλληνες ζούσαν έξω από τα σύνορα του κράτους τους, αλλά μπορεί κάποια μέρα να ενσωματώνονταν - σαν η μόνη δυνατή λύτρωση είναι να κυβερνάται κανείς από το δικό του το κράτος. Κατά την άποψη του Γιορουλμάζ, ο ελληνικός στρατός μόνο «λύτρωση» δεν προσέφερε στους Έλληνες της Μικρασίας, καθώς η επίθεση εξόργισε τους Τούρκους και τους ξεσήκωσε να διώξουν όλους τους χριστιανούς -στρατιώτες και πολίτες- από την πατρίδα τους.
Το επιχείρημα ακούγεται λογικό αλλά το απόφθεγμα ότι «για ό,τι έγινε έφταιγαν οι Ρωμιοί» επιδιώκει να εμποδίσει τους ανθρώπους να αναλογίζονται τη μοίρα των Ρωμιών, λες και δεν ήταν κι εκείνοι άνθρωποι.

Bruce Clark 
"Δυο φορές ξένοι"
Εκδόσεις Ποταμός



Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah