Η πολύπαθη και δοξασμένη πατρίδα μας Σάντα του Πόντου αριθμεί ζωή 16 αιώνων.
Από το 300—1924 μ. χ. έδρασε ή Σάντα εθνικά και θρησκευτικά. Αυτή με την παροιμιώδη φιλοξενία της στάθηκε ή σωστική κιβωτός του Ελληνισμού του Πόντου. Αυτή έσωσε τη ζωή χιλιάδων χριστιανών στην εποχή του Διοκλητιανού, όταν μαρτύρησαν ο Επίσκοπος Τραπεζούντας Ευγένιος, η Αγία Βαρβάρα κ.α.
Αυτή στις πλέον δυστυχισμένες μέρες του Ελληνισμού του Πόντου δεχόταν ατέλειωτα κύματα φυγάδων Ελλήνων.
Αυτή αιώνες αργότερα με κίνδυνο της δικής της ύπαρξης προστάτεψε χιλιάδες φυγάδων από την απερίγραπτη βία του Τούρκου κατακτητή.
Αυτή που δεν προσκύνησε Τούρκο αγωνίσθηκε επί 5 αιώνες εναντίον των άγριων, των φανατικών Τούρκων της Κολόσας, του Τσοράχ, των Σουρμένων και της Γεμουράς για να συγκρατηθεί στην εθνική της ζωή.
Αυτή με τον ψεύτικο εκτουρκισμό λίγων κατοίκων της αποκοίμισε κατά τον 18ο αιώνα τους Τερέπεηδες που επεδίωκαν την εξόντωση της.
Αυτή σαν άλλη Μητρόπολη εξαπέστειλε 10—15.000 αποίκους στα παραλιακά χωριά της Τραπεζούντας και στον Καύκασο, και έδωσε χροιά Ελληνική στις περιφέρειες του Κάρς, της Τιφλίδας, του Σοχούμ και Βατούμ του Καυκάσου.
Αυτή ακολούθησε κατά πόδας τα μεγάλα μας εθνικά κέντρα του Πόντου στην διάδοση των Ελληνικών γραμμάτων.
Αυτή ανάδειξε στα τέλη του περασμένου Ιθ' αιώνα και στις αρχές του σημερινού ολόκληρη φάλαγγα διανοουμένων που με την εθνική και κοινωνική δράση τους τίμησαν την πατρίδα τους.
Η Σάντα είναι το μοναδικό στην ιστορία του Πόντου φαινόμενο. Χώρα πετρώδης, ψυχρή, άγονη, φτωχή, αποκλεισμένη μέσα στα βουνά που την έβλεπε μονάχα ένας θεός, κατόρθωσε απ' τα παλιά χρόνια να δέχεται στους κόλπους της πολλές χιλιάδες κατατρεγμένων Ελλήνων, να τούς τρέφει με το υστέρημα της, να τους κάνει φανατικούς χριστιανούς και φανατικότερους Έλληνες, να τους εμπνεύσει αργότερα την Μεγάλη Ιδέα και να τους κάνει ικανούς να αμύνονται ως την τελευταία στιγμή κατά των παρανομιών μιας καταχθόνιας κυβέρνησης .Φωτεινότερος στέφανος για ένα Ελληνικό κέντρο δεν μπορεί να υπάρξει! Τα άλλα Ελληνικά κέντρα ήσαν οπωσδήποτε αυτάρκη. Η Τραπεζούντα, η Κερασούντα, η Σαμψούντα και οι άλλες πολιτείες είχαν το εμπόριο και τις τέχνες, όλα τα χωριά του Πόντου είχαν την γεωργική τους και κτηνοτροφική παραγωγή, και μόνη η Σαντά ήταν άγονη, με κλίμα Σιβηρικό, καταδικασμένη σε θάνατο!
Και όμως αυτή η καταδικασμένη σε θάνατο Σαντά θαυματούργησε! Έγραψε με το αίμα της την ιστορία της, δοξάστηκε, υψώθηκε στο επίπεδο του Σουλίου και της Μάνης.
Και σ' όλα αυτά είχε τον λόγο η φλογερή φιλοπατρία όλων των Σανταίων, αρχαίων και νεωτέρων. Για τον Σανταίο δεν βρισκόταν άλλος παράδεισος στη γη εκτός από τη Σαντά. Κανείς Σανταίος δεν εγκατέλειψε την Σαντά ασυγκίνητος, και κανένας επίσης ξένος πού αντίκρισε την άγια αυτή χώρα και δοκίμασε την φιλοξενία της δεν την εγκατέλειψε ασυγκίνητος.
Όλοι οι Σανταίοι θεωρούσαν την πατρίδα τους σαν ένα αναπόσπαστο μέρος της Ελλάδας, σαν τον κεντρικό στύλο του Ελληνικού κτιρίου του Πόντου. Έχομε στην ιστορία μας άπειρα δείγματα φιλοπατρίας των Σανταίων, αρχαίων και μεταγενεστέρων.
Το όνομα Σαντά ηλέκτριζε τον πληθυσμό της. Παντού οι Σανταίοι καυχιόνταν πως έχουν πατρίδα την άγια Σάντα, που περιέσωσε θρησκεία και εθνισμό για 16 αιώνες. Την φιλοπατρία μάλιστα των αρχαίων Σανταίων δείχνει καθαρό το γεγονός ότι στις ευτυχισμένες μέρες της Βυζαντινής και της των Κομνηνών αυτοκρατορίας ενώ μπορούσαν να διαλέξουν τα καλύτερα παραλιακά εδάφη και να ζήσουν εκεί σαν πρίγκιπες, αυτοί προτίμησαν να καρφωθούν εδώ στην εκτενή κοιλάδα του ποταμού της Σαντάς και στους βράχους της σαν άλλοι Προμηθείς για χιλιάδες χρόνια, γιατί δεν μπορούσαν ν' αφήσουν μια άγια μάνα πού προστάτεψε τους πατέρες τους και τούς έσωσε απ' τη μπόρα της ειδωλολατρίας.
Τα παλληκάρια της Σαντάς όλων των εποχών, επίσης και πολλά παλληκάρια της Σαμψούντας και της Αμάσειας αναδείχθηκαν οι υπερασπιστές της τιμής του Ελληνισμού του Πόντου! Και την υπόληψη, του Ελληνισμού την έσωσαν όχι μόνο στον Μεσαίωνα και στα 500 χρόνια της Τούρκικης τυραννίας, παρά και στα τελευταία χρόνια της ανθελληνικής δράσης του Κεμάλ, που βάλθηκε να εξοντώσει πέρα για πέρα τον Ελληνισμό του Πόντου.
Τα παλληκάρια της Σαντάς όλων των εποχών, επίσης και πολλά παλληκάρια της Σαμψούντας και της Αμάσειας αναδείχθηκαν οι υπερασπιστές της τιμής του Ελληνισμού του Πόντου! Και την υπόληψη, του Ελληνισμού την έσωσαν όχι μόνο στον Μεσαίωνα και στα 500 χρόνια της Τούρκικης τυραννίας, παρά και στα τελευταία χρόνια της ανθελληνικής δράσης του Κεμάλ, που βάλθηκε να εξοντώσει πέρα για πέρα τον Ελληνισμό του Πόντου.
Κατά το 1921, ακριβώς 100 χρόνια υστέρα απ' τη μεγάλη μας επανάσταση του 21, οι Κεμαλικοί ζήτησαν από τούς Σανταίους να εκπληρώσουν την στρατιωτική τους (;) υποχρέωση!
Ορθώθηκαν οι τρίχες της κεφαλής των παλικαριών της Σαντάς από εθνική αγανάκτηση, γιατί ήθελαν να τους συμπεριφέρεται τίμια η Τούρκικη κυβέρνηση, και να μην επιδιώκει με ύπουλα και ανήθικα μέσα την καταστροφή τους και την καταστροφή της Σαντάς. Γιατί ήταν πασίγνωστο πως τη στιγμή που θα έβγαιναν από τα σύνορα της Σαντάς τα παλληκάρια της, αυτά μεν θα κατατάσσονταν στα εθνοκτόνα Ισαάτ Ταπουρού (Εργατικά Τάγματα), οι δε Σουλεϊμάν Κάλφας και όλοι οι αγάδες των Σουρμένων και της Γεμουράς θα ορμούσαν να λεηλατήσουν και να δηώσουν την Σάντα.
Τα παλικάρια μας λοιπόν πού πριν δεν υπηρέτησαν ούτε μια μέρα στον Τούρκικο στρατό, απάντησαν τότε στην Τούρκικη κυβέρνηση με ένα μεγάλο ΟΧΙ και από τότε άρχισαν τα μεγαλύτερα δεινά της Σαντάς.
Τρεις χιλιάδες γυναικόπαιδα της Σαντάς εκτοπίστηκαν κατά τον Σεπτέμβριο του 1921, διέσχισαν τα απέραντα και χιονοσκεπασμένα οροπέδια του Πόντου, και έφθασαν ατά βάθη του Κουρδιστάν με δάκρυα και μοιρολόγια!
Φοβερές αρρώστιες αποδεκάτισαν στην εξορία τον δυστυχισμένο πληθυσμό της Σαντάς! Το Ερζερούμ, το Χούνους και το Ερζιγκιάν μεταμορφώθηκαν σε απέραντα νεκροταφεία των Σανταίων!
Οι ψυχές των δυστυχισμένων αυτών υπάρξεων φτερούγιζαν, επάνω απ' τα κεφάλια των ελευθέρων ανταρτών της Σαντάς και ζητούσαν εκδίκηση. Και η εκδίκηση ήρθε αμέσως σκληρή, αδυσώπητη!
Πολλοί αιμοχαρείς Τούρκοι, αυτοί που έβλαψαν τον αθώο πληθυσμό της Σαντάς, διαβαίνοντας από τα βουνά της Σαντάς σκοτώθηκαν από τ' αθάνατα παλληκάρια της, που σα σκιές, σα φαντάσματα ασύλληπτα ενέσπειραν τον φόβο και τον τρόμο στις τάξεις των ψευτοπαλληκαράδων Τούρκων των γειτονικών χωριών, της Γεμουράς και των Σουρμένων.
Επί πέντε ολόκληρα χρόνια, από το 1919—1924, Τούρκος ιδιώτης δεν τόλμησε να πατήσει το έδαφος της Σαντάς και όλοι οι περίοικοι Τούρκοι πρόφεραν με σεβασμό και φόβο το όνομα της. Το 1921 βρεθήκαμε σε μια ομήγυρη Τούρκων στο Βόνος της Γεμουράς.
Αυτοί συζητώντας για την Σαντά έλεγαν:
«Όποιος τολμά ας διασχίσει τα βουνά της, οι αντάρτες της δεν αστειεύονται». Αυτά έφτασαν ν’ αποθανατίσουν την Σαντά! Είναι απίστευτο και όμως αληθινό ότι μία χούφτα ανταρτών της Σαντάς αναστάτωσε το Ντοβλέτι επί 5 χρόνια και αντιστάθηκε στην πίεση κράτους 20 εκατομμυρίων με αρχηγό τον πανίσχυρο Μουσταφά Κεμάλ μέχρι τέλους!
Τα σοβαρά γεγονότα της Σαντάς ανάγκασαν κι’ αυτόν τον Κεμάλ να μιλήσει στ' απομνημονεύματα του για την Σαντά και για τους ατίθασους αντάρτες της.
Τρεις φορές κατά το 1922 επισκεφτήκαμε κατά διαταγήν του Μητροπολίτη Ροδόπολης και της Τούρκικης κυβέρνησης τα παλληκάρια μας στη Σαντά μεσ' τα ερείπια της που κάπνιζαν, με σκοπό να μεσολαβήσουμε για κάποιον συμβιβασμό μεταξύ, αυτών και της κυβέρνησης, και στις τρεις αυτές επισκέψεις μας είδαμε στα στήθη τους την εικόνα, του πρωτουργού του Ελληνικού μεγαλείου Ελευθερίου Βενιζέλου. Στις επισκέψεις μας αυτές διαπιστώσαμε την ύπαρξη φλογερού πατριωτισμού στις ψυχές των παληκαριών μας, που με τις νίκες του Ελληνικού στρατού στην Μικρασία περίμεναν να δουν μια μεγάλη Ελλάδα των 20 εκατομμυρίων, έλπιζαν στην εξάπλωση της Ελλάδας ως τον Πόντο, και πίστευαν να δουν σύντομα την ανασύσταση του Βυζαντινού κράτους!
Επηρεασμένοι κι εμείς από το ηθικό αυτό μεγαλείο του πατριωτισμού των ανταρτών συμβουλέψαμε αντίσταση και όχι συμβιβασμό, γιατί το αντίθετο θα ήταν εθνική προδοσία. Τέτοια ήταν η δοξασμένη πατρίδα μας Σάντα, της οποίας γέννημα και θρέμμα ήσαν οι αντάρτες της πού έτρεφαν θανάσιμο μίσος εναντίον των προαιώνιων τυράννων μας.
Και το μίσος αυτό υποδαυλιζόταν από τους δασκάλους και τους επιστήμονες της Σαντάς, οι οποίοι ήσαν διαπρύσιοι κήρυκες των εθνικών ιδεωδών, σύμβολα του εθνικού μεγαλείου και φοβεροί επικριτές της Τούρκικης τυραννίας.
Δημιούργησαν λοιπόν οι δάσκαλοι και οι επιστήμονες Σανταίοι μια δεύτερη Ελλάδα εκεί μέσα στα βουνά, μια Ακρόπολη Ελληνική μέσα στην εσχατιά εκείνη του Πόντου, Ακρόπολη πού δόξασε το Ελληνικό όνομα και εξυψώθηκε στην Πανελλήνια συνείδηση.
Ήταν ή Σάντα μας αυτή η εκπροσώπηση της Μεγάλης Ιδέας στον Πόντο!
Ζήτω η Σαντά!
Κρίνω επίκαιρο να παραθέσω εδώ και μια στιχομυθία μου με τον καλό γιατρό Φιλοποίμονα Στεφανίδη :
Μου λέγει ο γιατρός :
«Κύριε Νυμφόπουλε, απ' όσα διαβάζω βλέπω πως θέλεις να εκθειάζεις την Σάντα. Τι σου είναι αυτή η Σαντά σου»;
Του απαντώ: «Κύριε Στεφανίδη, δεν θέλω να καυχησιολογώ. Το μόνο που μπορώ να σου πω είναι ότι, δυστυχώς ή πέννα μου δεν στάθηκε ικανή να εξυμνήσει όσον έπρεπε την δόξα της Σαντάς».
Και όμως η Σαντά που αντιστάθηκε ως το τέλος στην Τούρκικη βία και τυραννία, η Σαντά που απέκρουσε τρεις φορές τον συμβιβασμό με την Τούρκικη κυβέρνηση και ποτέ της δεν συνθηκολόγησε με τον τύραννο παρ' όλες τις καταστροφές που έπαθε, αυτή που μόνη σ’ όλη την περιφέρεια Τραπεζούντας κράτησε το κεφάλι της ψηλά μέχρι της καθόδου μας στην Ελλάδα, αυτή αδικήθηκε από τον καλό μας ιστορικό Πανάρετο Τοπαλίδη, ο οποίος έγραψε στην 215 σελίδα του έργου του « Ο Πόντος ανά τούς αιώνας» τα παρακάτω :
«Εν Σάντα .. τω 1921 επεμβάσει του Μητροπολίτου Ροδοπόλεως επήλθε συμβιβασμός μεταξύ ανταρτών και Τουρκικής Κυβερνήσεως και απεκατεστάθη σχετική ανακωχή και ησυχία».
Είναι οδυνηρές για τον κάθε Σανταίο οι ανωτέρω γραμμές, γιατί η αγέρωχη ψυχή των ανταρτών μας τη στιγμή που έσβησε ολόκληρος ο πληθυσμός της Σαντάς δεν ήταν δυνατόν να συμβιβαστεί με μια καταχθόνια κυβέρνηση, που επεδίωκε την εξόντωση όλου του Ελληνισμού.
Λοιπόν οι λέξεις συμβιβασμός, ανακωχή, ησυχία όπως μας τα λέγει ο Π. Τοπαλίδης, είναι άγνωστες στην ιστορία της Σαντάς. Μόνον κατά το Μάη του 1920 έγινε μεταξύ ανταρτών και Τούρκων κάποιος ψευτοσυμβιβασμός, ο οποίος δεν βάσταξε ούτε ένα 24ωρο εξ υπαιτιότητας των Τούρκων.
Οι Σανταίοι από χρόνια λαχταρούσαν να δουν δημοσιεύματα αντάξια της δόξας της αθάνατης πατρίδας τους, μα δεν έβλεπαν τίποτε.
Το μικρό μα κολακευτικό δημοσίευμα του ιστοριογράφου Τραπεζούντας Σάββα Ιωαννίδη για την Σαντά και μερικά άλλα ήσαν βάλσαμο παρηγοριάς, μα δεν μπορούσαν να ικανοποιήσουν την φιλοδοξία τών Σανταίων.
Ολόκληρη η Σαντά ευγνωμονεί τον πρώτο Ιστοριογράφο της, τον αείμνηστο καθηγητή των Φυσικών στο Γυμνάσιο Τραπεζούντας Φίλιππο Χειμωνίδη, γιατί αυτός περιέσωσε τα πρώτα στοιχεία της ιστορικής ζωής της Σαντάς στην εποχή της Τουρκοκρατίας.
Όλα τα στοιχεία αυτά τα δανειζόμαστε κι εμείς σε περίληψη και ομολογούμε πως είναι άξια εκτίμησης η εργασία του σοφού εκείνου ανδρός.
Μα η αρχαία ως και η νέα ζωή της ηρωικής πατρίδας μας Σαντάς που δίκαια απόχτησε τον τίτλο «Το Σούλι του Ευξείνου» και πού σήκωσε το ανάστημα της μπροστά στον Κεμάλ δεν ερευνήθηκε, δεν διαλευκάνθηκε, αν και είχαμε πολλές αποδείξεις για την ύπαρξη και τη δράση της Σαντάς σε όλες τις εποχές. Την πληγή αυτή της ιστορίας της Σαντάς χρωστάμε να την γιάνουμε όσο μπορούμε.
Για την συγγραφή της Ιστορίας της δοξασμένης αυτής πατρίδας μας εργασθήκαμε 40 ολόκληρα χρόνια. Γνωρίζαμε ότι μία τέτοια εργασία είναι ανώτερη από τις δικές μας δυνάμεις, μα ή απέραντη αγάπη μας προς την μητέρα μας Σάντα μας συγκράτησε στο καθήκον και δεν μας επέτρεψε ν' απογοητευθούμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου