Ο περίφημος Διογένης ο Σινωπεύς (412-323 π.Χ.), ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του κινήματος των Κυνικών, δεν συγκρότησε ένα θεωρητικό σύστημα αξιών, αλλά με τις πράξεις του γελοιοποίησε, εξευτέλισε κυριολεκτικά τις κυρίαρχες κοινωνικές συμβάσεις, σε σημείο που δύσκολα θα έφτανε και ο πιο ριζοσπαστικός αναρχικός της εποχής μας. Το έδαφος είχε ήδη προλειάνει ο Αντισθένης, ιδρυτής των Κυνικών, ο οποίος κήρυττε δημοσίως ότι δεν θα έπρεπε να υπάρχει κυβέρνηση, ατομική ιδιοκτησία, επίσημη θρησκεία, γάμος.
Για τον Διογένη μόνο η ικανοποίηση των φυσικών αναγκών οδηγεί στην ευτυχία και καμία σωματική ανάγκη δεν μπορεί να θεωρηθεί ανήθικη, αφού η φύση τις δημιουργεί όλες. Ωστόσο, οι φυσικές ανάγκες μπορούν να δαμαστούν με την άσκηση, δηλαδή με το να ασκεί κάποιος το σώμα του, ώστε να περιορίζονται οι ανάγκες του στο ελάχιστο δυνατό.
Αυτό θα βοηθήσει τον άνθρωπο να αποκτήσει αυτάρκεια: όσο πιο λίγες και απλές είναι οι ανάγκες του, τόσο πιο εύκολα θα μπορεί να τις ικανοποιεί. Η παράδοση στις σωματικές απολαύσεις συνιστά αδυναμία αλλά και αδικία. Στον ευτραφή ρήτορα Αναξιμένη έλεγε σαρκαστικά ο Διογένης: «Αναξιμένη, δώσε λίγη κοιλιά και στους φτωχούς». Είναι γνωστό πως ο Διογένης ζούσε σε ένα πιθάρι και ανάμεσα στα λιγοστά πράγματά του είχε και ένα ποτήρι. Κάποτε, όμως, που πήγε σε μια πηγή για να ξεδιψάσει, είδε ένα παιδί να πίνει νερό με τα χέρια του. Κατάλαβε τότε πως το ποτήρι ήταν κάτι περιττό, μια ψεύτικη ανάγκη, και το πέταξε μακριά.
Ο Διογένης και οι μεταγενέστεροί του Κυνικοί απορρίπτουν ό,τι σηματοδοτεί τον ανθρώπινο πολιτισμό. Ο Νόμος δεν έχει καμία απολύτως αξία απέναντι στη φύση, διότι οι νόμοι είναι ανθρώπινα έργα και διαφέρουν από χώρα σε χώρα, επομένως δεν έχουν αντικειμενικό κύρος και είναι ανάξιοι σεβασμού.
Για τον λόγο αυτό, ακριβώς, κανένα δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να κρίνει τις πράξεις κάποιου, ούτε και οποιαδήποτε εξουσία έχει το δικαίωμα να καθορίζει τη ζωή των ανθρώπων. Θυμόμαστε εδώ την παρρησία με την οποία απάντησε σαν ίσος προς ίσο ο Διογένης στον Μέγα Αλέξανδρο, όταν τον ρώτησε τι επιθυμεί να κάνει γι' αυτόν: «Να πας πιο πέρα, γιατί μου κρύβεις τον ήλιο».
Το χρήμα είναι κι αυτό άχρηστο και επιζήμιο και απερίφραστα ο Διογένης πρόσταζε: «Καταστρέψτε το νόμισμα». Κι έχει σημασία να θυμηθούμε εδώ πως οι λέξεις «νόμισμα» και «νόμος» έχουν στην ελληνική την ίδια ρίζα. Και τον πόλεμο τον καυτηρίασε ο Διογένης με τον δικό του, ιδιότυπο τρόπο: Οι Κορίνθιοι προετοιμάζονταν πυρετωδώς για να πολεμήσουν τον Φίλιππο της Μακεδονίας και για να μη φανεί ότι ο Διογένης μένει άπρακτος, πήρε κι αυτός το πιθάρι του και άρχισε να το τσουλάει πάνω κάτω!
Η ισχύουσα ηθική δεν θα ξέφευγε βεβαίως από το στόχαστρο του καυστικού φιλόσοφου και ήταν τέτοια η περιφρόνηση για τους κοινωνικούς κανόνες και η αναισχυντία του που δεν δίσταζε να συνευρίσκεται με κοινές γυναίκες στη μέση του δρόμου.
Ο Διογένης άφησε πίσω του μαθητές που ακολούθησαν τον ίδιο τρόπο ζωής και καυτηρίασαν έμπρακτα την αφύσικη και τεχνητή ζωή του πολιτισμού. Από τους πιο γνωστούς συνεχιστές του είναι ο Κράτης o Θηβαίος, που έζησε ως επαίτης, έχοντας μάλιστα στο πλευρό του την Ιππαρχία, κοπέλα από αρχοντική οικογένεια και αδελφή τού επίσης Κυνικού Μητροκλή.
Santeos
Για τον Διογένη μόνο η ικανοποίηση των φυσικών αναγκών οδηγεί στην ευτυχία και καμία σωματική ανάγκη δεν μπορεί να θεωρηθεί ανήθικη, αφού η φύση τις δημιουργεί όλες. Ωστόσο, οι φυσικές ανάγκες μπορούν να δαμαστούν με την άσκηση, δηλαδή με το να ασκεί κάποιος το σώμα του, ώστε να περιορίζονται οι ανάγκες του στο ελάχιστο δυνατό.
Αυτό θα βοηθήσει τον άνθρωπο να αποκτήσει αυτάρκεια: όσο πιο λίγες και απλές είναι οι ανάγκες του, τόσο πιο εύκολα θα μπορεί να τις ικανοποιεί. Η παράδοση στις σωματικές απολαύσεις συνιστά αδυναμία αλλά και αδικία. Στον ευτραφή ρήτορα Αναξιμένη έλεγε σαρκαστικά ο Διογένης: «Αναξιμένη, δώσε λίγη κοιλιά και στους φτωχούς». Είναι γνωστό πως ο Διογένης ζούσε σε ένα πιθάρι και ανάμεσα στα λιγοστά πράγματά του είχε και ένα ποτήρι. Κάποτε, όμως, που πήγε σε μια πηγή για να ξεδιψάσει, είδε ένα παιδί να πίνει νερό με τα χέρια του. Κατάλαβε τότε πως το ποτήρι ήταν κάτι περιττό, μια ψεύτικη ανάγκη, και το πέταξε μακριά.
Ο Διογένης και οι μεταγενέστεροί του Κυνικοί απορρίπτουν ό,τι σηματοδοτεί τον ανθρώπινο πολιτισμό. Ο Νόμος δεν έχει καμία απολύτως αξία απέναντι στη φύση, διότι οι νόμοι είναι ανθρώπινα έργα και διαφέρουν από χώρα σε χώρα, επομένως δεν έχουν αντικειμενικό κύρος και είναι ανάξιοι σεβασμού.
Για τον λόγο αυτό, ακριβώς, κανένα δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να κρίνει τις πράξεις κάποιου, ούτε και οποιαδήποτε εξουσία έχει το δικαίωμα να καθορίζει τη ζωή των ανθρώπων. Θυμόμαστε εδώ την παρρησία με την οποία απάντησε σαν ίσος προς ίσο ο Διογένης στον Μέγα Αλέξανδρο, όταν τον ρώτησε τι επιθυμεί να κάνει γι' αυτόν: «Να πας πιο πέρα, γιατί μου κρύβεις τον ήλιο».
Το χρήμα είναι κι αυτό άχρηστο και επιζήμιο και απερίφραστα ο Διογένης πρόσταζε: «Καταστρέψτε το νόμισμα». Κι έχει σημασία να θυμηθούμε εδώ πως οι λέξεις «νόμισμα» και «νόμος» έχουν στην ελληνική την ίδια ρίζα. Και τον πόλεμο τον καυτηρίασε ο Διογένης με τον δικό του, ιδιότυπο τρόπο: Οι Κορίνθιοι προετοιμάζονταν πυρετωδώς για να πολεμήσουν τον Φίλιππο της Μακεδονίας και για να μη φανεί ότι ο Διογένης μένει άπρακτος, πήρε κι αυτός το πιθάρι του και άρχισε να το τσουλάει πάνω κάτω!
Η ισχύουσα ηθική δεν θα ξέφευγε βεβαίως από το στόχαστρο του καυστικού φιλόσοφου και ήταν τέτοια η περιφρόνηση για τους κοινωνικούς κανόνες και η αναισχυντία του που δεν δίσταζε να συνευρίσκεται με κοινές γυναίκες στη μέση του δρόμου.
Ο Διογένης άφησε πίσω του μαθητές που ακολούθησαν τον ίδιο τρόπο ζωής και καυτηρίασαν έμπρακτα την αφύσικη και τεχνητή ζωή του πολιτισμού. Από τους πιο γνωστούς συνεχιστές του είναι ο Κράτης o Θηβαίος, που έζησε ως επαίτης, έχοντας μάλιστα στο πλευρό του την Ιππαρχία, κοπέλα από αρχοντική οικογένεια και αδελφή τού επίσης Κυνικού Μητροκλή.
Santeos