Από το μαρτυρολόγιο του Πόντου

Τετάρτη 18 Μαΐου 2022

Στο φύλλο της Τρίτης 12 Φεβρουαρίου 1919, η εφημερίδα, «Εποχή» της Τραπεζούντας, του εθνομάρτυρα δημοσιογράφου Νίκου Καπετανίδη, έγραφε για τα εγκλήματα των Τούρκων σε βάρος των χριστιανών διαφόρων χωριών, δίνοντας και μερικά στατιστικά και γεωγραφικά στοιχεία για αυτά. Τα θύματα που αναφέρονται στα δημοσιεύματα δεν συναριθμούνται στον μα­κρύ κατάλογο των θυμάτων της γενοκτονίας.
Δημοσιεύοντας ο Καπετανίδης αυτές της καταγγελίες, διέτρεχε μεγάλο κίνδυνο. 
Σε γλώσσα απλή καθαρεύουσα -  συνηθιζόταν τότε σε όλα τα έντυπα των Ελλήνων - δημοσιεύονται τα παρακάτω (προη­γείται το όνομα του οικισμού):
Γέφυρα στον Χαρσιώτη (φωτο: Ν. Αφεντουλίδης)
Φυτίανα (που λεγόταν και Πεσ Κιλισέ, Πέντε Εκ­κλησίες, της υποδιοίκησης Τορούλ, Άρδασας). Μικτή χώρα, το έν τρίτον της οποίας είναι ελληνικόν, με πληθυσμόν 150 ατόμων εκ 30 οι­κογενειών εις δύο ενορίας, με δύο εκκλησίας κομψάς και ευπρεπισμένας και δύο Σχολεία. Οι κάτοικοι αυτής, ένεκα της εν αλλοδαπή εργολαβικής και επιχειρηματικής αυτών φιλοπονίας προήχθησαν σημαντικώς και ως εκ τούτου ήσαν λίαν ευκατάστατοι και εις άκρον ευήμεροι. Διέτρεφον 260 πρόβατα, 100 αγελάδας και 10 διάφορα φορτηγά ζώα. Υπό οικονομικήν δε έποψιν ήσαν εις ανθηροτάτην κατάστασιν.
Δυστυχώς όμως το χωρίον τούτο υπέστη δύο αλλεπαλλήλους επιδρομάς κατά Απρίλιον και Ιούλιον του 1916, οπότε και έσχε 5 θύματα παρά επιδρομέων. Οι συγκάτοικοι όμως αυτών Τούρκοι τους έκαμνον τα χει­ρότερα. Δύο ημέρας προ της αφίξεως των Ρωσσικών στρατευμάτων, ο εκ του χωρίου αυτών Κασάπ — Χατζής μετά του γαμβρού του Αμπτουλάχ και τριών άλλων ομοίων των εις τας 9 Ιουλίου λίαν πρωί συναθροίσαντες όλους τους συγκατοίκους αυτών χριστιανούς, γυναικόπαιδα, και χωρίς να επιτρέψουν εις αυτούς να παραλάβουν ούτε και μιάς ημέρας άρτον, απήγαγον αυτούς εις τα όρη ένθα προς εξαγοράν της ζωής αυτών τους εζήτησαν δια λύτρα 30 λίρας χρυσάς, άς οι δυστυχείς εστερούντο, όπως λυτρώσωσιν την ζωήν των.
Επί τούτω απέλυσαν έναν εξ αυτών, τον πρεσβύτερον κ. Δαμιανόν Ανδρεάδην, όστις κατήλθεν εις τα Κορόξενα και μη ευρών το απαιτούμενον ποσόν ηναγκάσθη να δανεισθή παρ' ενός συγγενούς του Κοροξενού τα κοσμήματα της γυναικός του και τοιουτοτρόπως, δυνάμει τούτων απελύτρωσε τους εν αιχμαλωσία κρατουμένους πατριώτας του και τους έσωσεν από βέβαιον θάνατον. Πάσαι δε αι κινηταί περιουσίαι των κατεσχέθησαν παρά των συμπατριωτών των Τούρ­κων, οίτινες παραλαβόντες αυτάς απήλθον προς τα εσωτε­ρικά της Σεβαστείας, τας δε ακινήτους επυρπόλησαν. Όλα δε ταύτα εγένοντο συμφώνως τη επιθυμία του σατραπίσκου Σαπρή εφέντη, κατοίκου του χωρίου τούτου.
Αι εκκλησίαι εβεβηλώθησαν και εδηώθησαν, οι δε Έλ­ληνες του χωρίου τούτου άπαντες απήλθον και διεσκορπίσθησαν ανά τον Καύκασον, όπου και απεδεκατίσθησαν. Τώρα δε η χώρα αύτη είναι έρημος και ακατοίκητος.
Συνολικώς η αξία των περιουσιών των κατοίκων και της κοινότητος, τας οποίας εσφετερίσθησαν οι ομοχώριοι των Τούρκοι υπολο­γίζεται εις 12.825χρυσάς λίρας Τουρκίας.

Χόψια. Μικτή χώρα κατά τα τρία τέταρτα ελληνική, με πληθυσμόν 600 κατοίκων εξ 60 οικογενειών ελληνικών.
Διέτρεφε 100 πρόβατα, 550 αγελάδας, 30 διάφορα φορτηγά ζώα. Είχε δύο εκκλησίας κομψάς και εστολισμένας εν τάξει, με έν Σχολείον. Οι κά­τοικοι αυτής, ως επί το πλείστον λιθοξόοι, οίτινες δια της ακαμάτου φιλοπονίας των ευημερούσαν.
Υπέστη δύο επιδρομάς, εκ των οποίων έσχεν 8 θύματα κατακρεουργηθέντα παρά των επιδρομέων. Ο λαός της Χόψιας απηλάθη υπό της τουρκικής κυβερνήσεως, ως ευρισκομένης εις την γραμμήν του πολεμικού μετώπου, εις τας αχανείς πεδιάδας της Σεβαστείας και της Τοκάτης, όπου ένεκα των κακουχιών άς υπέστησαν εν τη απελάσει υπό χειρίστας συνθήκας και ένεκα του χειμώνος οι πλείστοι αυτών κακήν κακώς απέθανον, λείψανα δε τινα εισέτι αν και ζώσι, εν τούτοις όμως η διαμονή των αγνοείται, ως και η τύχη αυτών. Η δε χώρα αυτών νυν διαμένει έρημος και ακατοίκητος.
Η αξία των περιουσιών της κοινότητος και των κατοίκων υπολογίζεται εις 15.720 λίρας Τουρκίας χρυσάς.

Ardasa (Torul)      


Γολή. Αμιγής χώρα ελληνική με πληθυσμό 250 ατόμων εκ 40 οικο­γενειών, με μίαν εκκλησίαν και έν σχολείον, χώρα εύφορος και ευήμερος ένεκα της φιλοπονίας των κατοίκων αυτής, οι πλείστοι των οποίων ήσαν λιθοξόοι αλλά και φιλόμουσος λαός.
Υπέστη και αύτη η χώρα τας ιδίας συνεπείας και την ιδίαν τύχην ως η Χόψια. Πάσα η κινητή αυτών περιουσία εδημεύθη και η ακίνητος κατεστράφη ολοτελώς, μηδενός εξαιρουμένου, των κα­τοίκων αυτής απελαθέντων υπό της τουρκικής κυβερνήσεως. Υπέ­στησαν ούτοι όλας τας συνεπείας του χειμώνος κατά την απέλασιν αυτών. Προ της απελάσεως, η Γολή υπέστη και δύο επιδρομάς Τούρκων, με 10 θύματα, κατακρεουργηθέντα υπό των επιδρομέ­ων. Νυν δε ακατοίκητος και έρημος, των κατοίκων αυτής αποδε- κατισθέντων.
Η περιουσία της κοινότητος και των κατοίκων της Γολής, κτιριακή και σε κατοικίδια ζώα (600 πρόβατα, 200 αρνιά, 400 αγελάδες, 10 ημίονοι) διαρπαγείσα από τους Τούρκους, αντιπροσωπεύει ποσόν 11.310 χρυσών λιρών Τουρκίας.

Φετικέρ. Χώρα τουρκική με 5 μόνον ελληνικάς οικο­γένειας εκ 30 ψυχών με 200 πρόβατα, 50 αγελάδας και 5 φορτηγά ζώα, απάντων αρπαγέντων υπό των γειτόνων αυτών Τούρκων. Οι κάτοικοι αυτής απηλάθησαν υπό της τουρκικής κυβερνήσεως και αι οικίαι αυτών έγιναν ερείπια και ο λαός αυτής εν αγνώστω διαμονή.

Λιατσούκ. Μικτή χώρα με μίαν εκκλησίαν με πλη­θυσμόν 100 ψυχών εξ 20 οικογενειών. Διέτρεφον οι Έλ­ληνες του χωρίου τούτου 400 πρόβατα, 150 αγελάδας και 10 φορτηγά ζώα. Το χωρίον τούτο υπέστη μίαν επι­δρομήν, ως μέτωπον δε πολέμου ο ελληνικός πληθυσμός απηλάθη υπό της τουρκικής κυβερνήσεως και απεδεκατίσθη εν αγνώστω διαμονή. Νυν δε έρημος και ακατοίκητος.

Ματσερά. Χώρα κατά το ήμισυ με ελληνικόν πληθυσμόν 200 ψυχών εκ 30 οικογενειών, εις δύο ενορίας με δύο λαμπράς εκκλησίας και με έν σχολείον. Διέτρεφεν 700 πρόβατα, 400 αγελάδας και 20 διάφορα φορτηγά ζώα.
Υπέστη παρά των επιδρομέων δύο επιθέσεις εις τας οποίας υπήρξαν μόνον δύο θύματα, των λοιπών διαφυγόντων ανά τα όρη. Η κινητή και ακί­νητος περιουσία αυτών διηρπάγη, επυρπολήθη και κατεστράφη, αι εκκλησίαι εβεβηλώθησαν και ηρημώθησαν. 
Εν Ματσερά υπήρχον και δύο έμποροι, του ενός αρκετά σημαντικού. Ο λαός της χώρας ταύτης, ως εκ της εργατικότητος αυτού και φιλοπονίας διετέλει εν ευημερία. Νυν δε η χώρα αύτη διαμένει έρημος και ακατοίκητος.
 Οι κάτοικοι αυτής διεσκορπίσθησαν ανά τον Καύκασον, πλην ενός, όπου και απε- δεκατίσθησαν. Η αξία της κοινοτικής και ιδιωτικής περιουσίας των κατοίκων της Ματσεράς, υπολογίζεται συνολικώς εις 10.400 χρυσάς λίρας.

"Τ' άνθεν η εγκλεσία" στο χωριό Ματσερά της Άρδασας
Λαγκάσκιοϊ. Οικογένειαι 15, πληθυσμός 70 άτομα. Με μίαν εκκλησίαν, οι κάτοικοι αυτού ησχολούντο με την γεωργίαν και κτηνοτροφίαν, εύφορος χώρα. Εν αυτώ ετρέφοντο 300 αγελάδες, 500 αιγοπρόβατα και 10 φορ­τηγά ζώα. Ήδη δε έρημος χώρα, ής οι κάτοικοι άλλοι μεν απεδεκατίσθησαν εξ ασθενείας, άλλοι δε εξεπατρίσθησαν εξ ασθενείας, άλλοι δε εξεπατρίσθησαν ανά τον Καύκα­σον, νυν δε ακατοίκητος χώρα.

Ακτσιάλ. Είκοσι οικογένειαι, πληθυσμός 100. Με μίαν εκκλησίαν, οι κάτοικοι αυτού επίσης γεωργοί και κτηνοτροφοι, εύφορος χωρα και αυτή εν μεσω δασών. Με 400 αγελάδας, 600 πρόβατα και αίγας και με 20 φορτηγά ζώα. Ήδη δε έρημος και ακατοίκητος. Οι κάτοικοι αυτής διεσκορ- πίσθησαν ανά τον Καύκασον, έσχε δε υπό των επιδρομέων τρεις νεκρούς.

Γαργάενα. Πληθυσμός 600 ατόμων εξ 80 οικογενειών. Με μίαν ωραίαν εκκλησίαν και έν σχολείον. Ησχολούντο εις την γεωργίαν και κτηνοτροφίαν. 'Hτo εύφορος χώρα επί ωραί­ας θέσεως, με 600 αγελάδας και 800 πρόβατα και με 40 φορτηγά ζώα.
 Οι πλείστοι των κα­τοίκων της είχον αποικίας ωραίας προς τα παράλια της Τριπόλεως εις Έσπιεν και αλλαχού. Έσχον δε κατά τας περιόδους των επιδρομών 16 νεκούς. Ολίγιστοι των κα­τοίκων του χωρίου τούτου μετηνάστευσαν εσχάτως προς τον Καύκασον, οι επίλοιποι δε όλοι απηλάθησαν υπό της Τουρκίας προς τα εσωτερικά της Σεβαστείας, ένθα τήδε κακείσε περιπλανώμενοι απέθανον οι πλείστοι, των δε λοιπών η διαμονή εισέτι αγνοείται.
 Η αξία της περιουσί­ας της Κοινότητος (Εκκλησία, σχολείον, έπιπλα, σκεύη κλπ.) και των ιδιωτών κατοίκων, που έχει διαρπαγή και απολεσθή δια τους κατόχους της, υπολογίζεται συνολικώς εις 12.820 λίρας Τουρκίας.


Νίκος Καπετανίδης
Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah