Το βράδυ έβαζαν στο τζάκι χοντρό κούτσουρο, το Καλαντοκούρ. Τα παιδιά γύριζαν ψάλλοντας το Άγιος Βασίλειος έρχεται. Στα παλιά όμως χρόνια χρόνια έψαλλαν το παρακάτω:
Αρχή κάλαντα κι αρχή του χρόνου,
πάντα κάλαντα πάντα του χρόνου.
Αρχή μήλον εν κι αρχή κυδών έν.
Αρχή μούσκον εν το μυριγμένον.
Έρπαξον εμάς οι σσκύλ Εβραίοι,
Αίμαν έσταξεν, αίμαν πα 'κ έτον.
Εμυρίστεν άτ' ο κόσμος όλεν.
Για μυρίστε άτο κ' εσύ άφέντα.
Δέβα σο ταρέζ κ' έλα σην πόρταν
χα τσιρόπα, χά μηλόπα
χά ξερά κοκκυμελόπα.
Το τραγούδι το συνόδευε και το τρίγωνο και το τυμπιαλιάκ, πήλινο όργανο κρεμασμένο από τον ώμο. Φιλοδωρούσαν τα παιδιά χρήματα ή φρούτα.
Το τραπέζι ερματούτον (ετοιμαζόταν , στολιζόταν) όπως και τα Χριστίανα. Από το βράδυ εκείνο άρχιζαν να γυρίζουν τα Μωμοέρια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου