Τη Γιωρίκα το γνέφισμαν

Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2020

Ο Γιωρίκας οσήμερον πολλά ενεγκάστεν. Όλον την ημέραν έσκιζεν κουρία. Το βράδον, αμόν ντο έφαγεν και μετά, εντώκεν κα το κιφάλ'ν ατ'. Εσκάλωσεν να χουρλαεύ'.
Ας άλλ' τη μερέαν, ο Κωστίκας τ' αρχαντάσ'ν ατ', εθέλνεν κάτ' να ερώτανεν τον Γιωρίκαν. 'Κι χάν' καιρόν, επέρεν το τελέφωνον κι εστάθεν.
-Τριν ... τριν ... το τελέφωνον τη Γιωρίκα εγουτούρεψεν.
Απλών' το χέρ' ο Γιωρίκας και σ'κών' το ακουστικόν.
-Εμπρός! λέει νυσταμένος.
Και ο Κωστίκας:
-Εγνέφ'σα σε, Γιωρίκα, να σ'χωράς με..
Και ο Γιωρίκας λέει ατον για να ησυχάζ' ατον:
-Μη στενοχωρεύκεσαι, Κώστικα, ζατίμ εγώ εγνέφ'σα, γιάτι εντώκεν το τελέφωνο μ'!




Λεξιλόγιο:

γνέφισμαν = ξύπνημα,
ενεγκάστεν = κουράστηκε,
εντώκεν κα το κιφάλ'ν ατ' = έκφραση που σημαίνει έβαλε το κεφάλι του κάτω (στο μαξιλάρι).
Εντώκεν = αόριστος του ρήματος
κρούω = χτυπάω,
εσκάλωσεν να χουρλαεύ' = άρχισε να ροχαλίζει,
αρκαντάσ' και αρχαντάσ' = φίλος,
εγουτούρεψεν = λύσσαξε (χτύπησε δυνατά),
ζατίμ = φυσικά, έτσι κι αλλιώς

Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah