Όπως έχουμε επανειλημμένα τονίσει, στο Φροντιστήριο υπάγονται όχι μόνο το Γυμνάσιο και το κεντρικό Δημοτικό Σχολείο, τα οποία στεγάζονται στο μεγάλο τετραώροφο παραθαλάσσιο κτίριο, αλλά και τα συνοικιακά Δημοτικά σχολεία και Παρθεναγωγεία, με το κεντρικό Παρθεναγωγείο. Άλλωστε, όργανο της κοινότητας Τραπεζούντας που έχει σχέση με τα εκπαιδευτικά πράγματα της πόλης είναι το (μοναδικό) Συμβούλιο Σχολείων της ελληνικής κοινότητας Τραπεζούντας, από το οποίο προέρχεται η Εφορία των σχολείων της πόλης.
Έτσι, αυτομάτως η θέση του Διευθυντή του Φροντιστηρίου αποκτά μεγάλη σημασία για την οργάνωση όλων των σχολείων της πόλης και όχι μόνο γι’ αυτό καθεαυτό το Φροντιστήριο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η επιλογή του Διευθυντή, ειδικά κατά την περίοδο αυτή, γίνεται με μεγάλη προσοχή. Η ελληνική κοινότητα της Τραπεζούντας θεωρεί ότι η φήμη του Διευθυντή πρέπει να είναι «ανταξία του γοήτρου του Φροντιστηρίου».
Το Φροντιστήριο κατά την εξεταζόμενη περίοδο έχει δύο σημαντικές προσωπικότητες ως Διευθυντές, «ανταξίους του γοήτρου» και των λαμπρών προοπτικών του. Προηγείται χρονικά η θητεία του σοφού ιστορικού και φιλολόγου Ματθαίου Παρανίκα (1832-1914), ενός από τους κορυφαίους διδασκάλους του Γένους, ο οποίος διευθύνει το Φροντιστήριο μεταξύ των ετών 1895-96 και 1903-1904.
Κατάγεται από τη Βίτσα της Ηπείρου. Έχει σπουδάσει στη Ζωσιμαία Σχολή της Ηπείρου, στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στο Μόναχο, ενώ πριν από την έλευσή του στην Τραπεζούντα είχε διδάξει σε πολλά σχολεία του οσμανοκρατούμενου ελληνισμού (στη σχολή της Μαδύτου, στο Ζάππειο Κωνσταντινουπόλεως, στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης κ.λπ.), ενώ είχε ήδη διευθύνει τα σχολεία της Χαλκηδόνας και της Αδριανούπολης.
Μετά δε την αναχώρησή του από την Τραπεζούντα το 1904, διευθύνει για λίγο την Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης, όπου και αποβιώνει το 1914. Μέλος του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινούπολης (ΕΦΣΚ), πολυγραφότατος, με άπειρες ιστορικές και φιλολογικές μελέτες, πολλές από τις οποίες είχαν δημοσιευθεί τόσο στο περιοδικό του ΕΦΣΚ, όσο και στο φιλολογικό περιοδικό «Παρνασσός» των Αθηνών, καθώς και στην Εκκλησιαστική Αλήθεια (ΕΑ) του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Από τα πολλά βιβλία που συνέγραψε σημαντικότερο θεωρείται το «Σχεδίασμα περί της εν τω ελληνικώ έθνει καταστάσεως των γραμμάτων από αλώσεως της Κωνσταντιπόλεως μέχρις των αρχών της ΙΘ' εκατονταετηρίδος», το οποίο και είχε βραβευτεί σε φιλολογικό διαγωνισμό των Αθηνών κατά το 1867. Αυτά τα δεδομένα τον κατατάσσουν μεταξύ των κορυφαίων εκπαιδευτικών του ελληνικού γένους και δικαιώνουν απολύτως τόσο τη φήμη του όσο και την απόφαση της ελληνικής κοινότητας Τραπεζούντας να τον καλέσει να διευθύνει το Φροντιστήριο στην πιο κρίσιμη στιγμή της ιστορίας του, δηλαδή δύο χρόνια μετά την έλευση του νέου ικανότατου Μητροπολίτη Κωνστάντιου, την υπέρβαση της εσωτερικής κρίσης με τις ολοφάνερες επιπτώσεις της στη λειτουργία του Φροντιστηρίου και την οικοδόμηση του νέου κτιρίου του Φροντιστηρίου, που σημαίνει ουσιαστικά την επανίδρυσή του και τη λειτουργία του μέσα σε ένα νέο, ιδιαίτερα ενδιαφέρον κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον.
Δεύτερος διευθυντής είναι ο Νικόλαος Λιθοξόος (1869 -1938), Φιλόλογος, από τις Σαράντα Εκκλησιές της Ανατολικής Θράκης, ο οποίος διευθύνει το Φροντιστήριο για δεκατρία σχολικά έτη, μεταξύ των ετών 1904-05 και 191718. Πρόκειται για ένα σεμνό, σοβαρό, πολυμαθή, με υψηλό κύρος, οξυδέρκεια και οργανωτικές ικανότητες εκπαιδευτικό, ο οποίος περνάει τα δημιουργικότερα χρόνια της ζωής του στην Τραπεζούντα.
Αριστούχος απόφοιτος του Πανεπιστημίου Αθηνών (1895), μετά από ολιγοήμερη παραμονή σε γυμνάσιο της Ναυπακτίας αποδέχεται πρόσκληση της Εφορίας Τραπεζούντας και διδάσκει στο Φροντιστήριο υπό το σοφό Ματθαίο Παρανίκα (1895-1901).
Στη συνέχεια, με τη μεσολάβηση στελεχών της κοινότητας Τραπεζούντας, αποστέλλεται στη Γενεύη για να σπουδάσει παιδαγωγικά στο Πανεπιστήμιο της πόλης, με την οικονομική στήριξη του εκεί διαμένοντος Μεγάλου Ευεργέτη της κοινότητας Τραπεζούντας και εξέχοντος επιχειρηματία Κωνσταντίνου Θεοφυλάκτου, ενώ κατά τη διάρκεια των καλοκαιριών παρακολουθεί παιδαγωγικά μαθήματα στα Πανεπιστήμια Ζυρίχης και Ιένας της Γερμανίας.
Είναι φανερό ότι η κοινότητα Τραπεζούντας επενδύει σ’ αυτόν για να τον αξιοποιήσει αργότερα, όπως και γίνεται το 1904, οπότε επιστρέφει στην πόλη και αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Φροντιστηρίου, αφού εν τω μεταξύ ο υπέργηρος Ματθαίος Παρανίκας έχει αποχωρήσει.
Αναδιοργανώνει κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα σχολεία της Τραπεζούντας, τα οποία ως Διευθυντής του Φροντιστηρίου επισκέπτεται συχνά και επιθεωρεί, συντονίζοντας παράλληλα τη λειτουργία τους, ενώ καμία σημαντική πρωτοβουλία της κοινότητας δεν προωθείται χωρίς τη δική του έγκριση. Εφαρμόζει εκπαιδευτικές καινοτομίες, όπως νέες μεθόδους προσέγγισης της διδακτέας ύλης και ειδικά των αρχαίων ελληνικών. Από τις πολλές και σημαντικές πρωτοβουλίες του δύο είναι ιδιαίτερα αξιομνημόνευτες. Πρόκειται για την ίδρυση Εμπορικού τμήματος, παράλληλα με το Γυμνασιακό το 1904, και την ίδρυση στοιχειώδους Διδασκαλείου το 1907, όπου φοιτούν για ένα χρόνο μετά την αποφοίτησή τους από το Φροντιστήριο όσοι από τους αποφοίτους του επιθυμούν να εργαστούν ως Δάσκαλοι στα σχολεία της ενδοχώρας.
Από τα δεδομένα, που και σε άλλα κεφάλαια έχουμε παραθέσει, προκύπτει το συμπέρασμα ότι ο Νικόλαος Λιθοξόος, όχι μόνο λόγω της θέσης του αλλά και λόγω της προσωπικότητάς του και του μακρού χρόνου κατά τον οποίο υπηρετεί στα σχολεία της Τραπεζούντας, είναι μεταξύ των εκπαιδευτικών του Φροντιστηρίου ο σημαντικότερος φορέας της ιδεολογίας του. Διευθύνει με απόλυτη επιτυχία το Φροντιστήριο μέχρι το έτος 1917-18, οπότε η αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από την Τραπεζούντα μετά την επικράτηση των Μπολσεβίκων και οι επικείμενες διώξεις των ελληνικών πληθυσμών από τις τουρκικές δυνάμεις, τον οδηγούν στη Νότια Ρωσία, όπου διευθύνει για ένα χρόνο πρώτα το ελληνικό σχολέιο της Κρίμσκαγια και στη συνέχεια του Νοβοροσίσκ.
Με το τέλος του πολέμου και το άνοιγμα των Στενών πηγαίνει στη Σμύρνη, μετά από πρόσκληση του εκεί εγκατεστημένου Τραπεζούντιου δικηγόρου και προέδρου της εφορίας της Ευαγγελικής Σχολής Αδαμάντιου Εφραιμίδη, και αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Σχολής μέχρι το 1922, οπότε καταφεύγει στην Ελλάδα. Μετά τη φυγή του Λιθοξόου στη Ρωσία, στην Τραπεζούντα η κατάσταση γινεται άσχημη, ο μαθητικός πληθυσμός του Φροντιστηρίου συρρικνώνεται αριθμητικά, ενώ η θέση του Διευθυντή καλύπτεται εκ των ενόντων. Για ένα μικρό διάστημα το Φροντιστήριο διευθύνεται από το Φιλόλογο Δημήτριο Χρυσουλίδη (από το Νοέμβριο του 1918-19 μέχρι το Νοέμβριο του 1920), ενώ από το Νοέμβριο του 1920 μέχρι τον Οκτώβριο του 1921, οπότε κλείνει οριστικά το Φροντιστήριο μετά από διαταγή της τουρκικής κυβέρνησης, Διευθυντής αναλαμβάνει ο επίσης Φιλόλογος Ισραήλ Βασιλειάδης, ο τελευταίος Διευθυντής του Φροντιστηρίου.
Για την ακρίβεια, ο Δ. Χρυσουλίδης αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Δημοτικού τμήματος και των παραρτημάτων και ο Ι. Βασιλειάδης τη διεύθυνση του Γυμνασίου. Ένας κύκλος 239 χρόνων ζωής κλείνει και το μεγαλειώδες τετραώροφο κτίριο που έχει οικοδομηθεί με τεράστιες προσπάθειες και στο οποίο είχαν επενδυθεί μεγάλες ελπίδες κλείνει για τους Έλληνες του Πόντου. Θα συνεχίσει να λειτουργεί μέχρι τις μέρες μας ως εκπαιδευτικός μηχανισμός τώρα πια του σύγχρονου τουρκικού κράτους.
ΑΝΤΩΝΗ Υ. ΠΑΥΛΙΔΗ
Έτσι, αυτομάτως η θέση του Διευθυντή του Φροντιστηρίου αποκτά μεγάλη σημασία για την οργάνωση όλων των σχολείων της πόλης και όχι μόνο γι’ αυτό καθεαυτό το Φροντιστήριο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η επιλογή του Διευθυντή, ειδικά κατά την περίοδο αυτή, γίνεται με μεγάλη προσοχή. Η ελληνική κοινότητα της Τραπεζούντας θεωρεί ότι η φήμη του Διευθυντή πρέπει να είναι «ανταξία του γοήτρου του Φροντιστηρίου».
Το Φροντιστήριο κατά την εξεταζόμενη περίοδο έχει δύο σημαντικές προσωπικότητες ως Διευθυντές, «ανταξίους του γοήτρου» και των λαμπρών προοπτικών του. Προηγείται χρονικά η θητεία του σοφού ιστορικού και φιλολόγου Ματθαίου Παρανίκα (1832-1914), ενός από τους κορυφαίους διδασκάλους του Γένους, ο οποίος διευθύνει το Φροντιστήριο μεταξύ των ετών 1895-96 και 1903-1904.
Ζωσιμαία Σχολή |
Κατάγεται από τη Βίτσα της Ηπείρου. Έχει σπουδάσει στη Ζωσιμαία Σχολή της Ηπείρου, στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στο Μόναχο, ενώ πριν από την έλευσή του στην Τραπεζούντα είχε διδάξει σε πολλά σχολεία του οσμανοκρατούμενου ελληνισμού (στη σχολή της Μαδύτου, στο Ζάππειο Κωνσταντινουπόλεως, στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης κ.λπ.), ενώ είχε ήδη διευθύνει τα σχολεία της Χαλκηδόνας και της Αδριανούπολης.
Μετά δε την αναχώρησή του από την Τραπεζούντα το 1904, διευθύνει για λίγο την Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης, όπου και αποβιώνει το 1914. Μέλος του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινούπολης (ΕΦΣΚ), πολυγραφότατος, με άπειρες ιστορικές και φιλολογικές μελέτες, πολλές από τις οποίες είχαν δημοσιευθεί τόσο στο περιοδικό του ΕΦΣΚ, όσο και στο φιλολογικό περιοδικό «Παρνασσός» των Αθηνών, καθώς και στην Εκκλησιαστική Αλήθεια (ΕΑ) του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Ο Ματθαίος Παρανίκας ανάμεσα σε αποφοίτους της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης το 1878. |
Από τα πολλά βιβλία που συνέγραψε σημαντικότερο θεωρείται το «Σχεδίασμα περί της εν τω ελληνικώ έθνει καταστάσεως των γραμμάτων από αλώσεως της Κωνσταντιπόλεως μέχρις των αρχών της ΙΘ' εκατονταετηρίδος», το οποίο και είχε βραβευτεί σε φιλολογικό διαγωνισμό των Αθηνών κατά το 1867. Αυτά τα δεδομένα τον κατατάσσουν μεταξύ των κορυφαίων εκπαιδευτικών του ελληνικού γένους και δικαιώνουν απολύτως τόσο τη φήμη του όσο και την απόφαση της ελληνικής κοινότητας Τραπεζούντας να τον καλέσει να διευθύνει το Φροντιστήριο στην πιο κρίσιμη στιγμή της ιστορίας του, δηλαδή δύο χρόνια μετά την έλευση του νέου ικανότατου Μητροπολίτη Κωνστάντιου, την υπέρβαση της εσωτερικής κρίσης με τις ολοφάνερες επιπτώσεις της στη λειτουργία του Φροντιστηρίου και την οικοδόμηση του νέου κτιρίου του Φροντιστηρίου, που σημαίνει ουσιαστικά την επανίδρυσή του και τη λειτουργία του μέσα σε ένα νέο, ιδιαίτερα ενδιαφέρον κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον.
Νικόλαος Λιθοξόος |
Αριστούχος απόφοιτος του Πανεπιστημίου Αθηνών (1895), μετά από ολιγοήμερη παραμονή σε γυμνάσιο της Ναυπακτίας αποδέχεται πρόσκληση της Εφορίας Τραπεζούντας και διδάσκει στο Φροντιστήριο υπό το σοφό Ματθαίο Παρανίκα (1895-1901).
Στη συνέχεια, με τη μεσολάβηση στελεχών της κοινότητας Τραπεζούντας, αποστέλλεται στη Γενεύη για να σπουδάσει παιδαγωγικά στο Πανεπιστήμιο της πόλης, με την οικονομική στήριξη του εκεί διαμένοντος Μεγάλου Ευεργέτη της κοινότητας Τραπεζούντας και εξέχοντος επιχειρηματία Κωνσταντίνου Θεοφυλάκτου, ενώ κατά τη διάρκεια των καλοκαιριών παρακολουθεί παιδαγωγικά μαθήματα στα Πανεπιστήμια Ζυρίχης και Ιένας της Γερμανίας.
Είναι φανερό ότι η κοινότητα Τραπεζούντας επενδύει σ’ αυτόν για να τον αξιοποιήσει αργότερα, όπως και γίνεται το 1904, οπότε επιστρέφει στην πόλη και αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Φροντιστηρίου, αφού εν τω μεταξύ ο υπέργηρος Ματθαίος Παρανίκας έχει αποχωρήσει.
Αναδιοργανώνει κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα σχολεία της Τραπεζούντας, τα οποία ως Διευθυντής του Φροντιστηρίου επισκέπτεται συχνά και επιθεωρεί, συντονίζοντας παράλληλα τη λειτουργία τους, ενώ καμία σημαντική πρωτοβουλία της κοινότητας δεν προωθείται χωρίς τη δική του έγκριση. Εφαρμόζει εκπαιδευτικές καινοτομίες, όπως νέες μεθόδους προσέγγισης της διδακτέας ύλης και ειδικά των αρχαίων ελληνικών. Από τις πολλές και σημαντικές πρωτοβουλίες του δύο είναι ιδιαίτερα αξιομνημόνευτες. Πρόκειται για την ίδρυση Εμπορικού τμήματος, παράλληλα με το Γυμνασιακό το 1904, και την ίδρυση στοιχειώδους Διδασκαλείου το 1907, όπου φοιτούν για ένα χρόνο μετά την αποφοίτησή τους από το Φροντιστήριο όσοι από τους αποφοίτους του επιθυμούν να εργαστούν ως Δάσκαλοι στα σχολεία της ενδοχώρας.
Από τα δεδομένα, που και σε άλλα κεφάλαια έχουμε παραθέσει, προκύπτει το συμπέρασμα ότι ο Νικόλαος Λιθοξόος, όχι μόνο λόγω της θέσης του αλλά και λόγω της προσωπικότητάς του και του μακρού χρόνου κατά τον οποίο υπηρετεί στα σχολεία της Τραπεζούντας, είναι μεταξύ των εκπαιδευτικών του Φροντιστηρίου ο σημαντικότερος φορέας της ιδεολογίας του. Διευθύνει με απόλυτη επιτυχία το Φροντιστήριο μέχρι το έτος 1917-18, οπότε η αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από την Τραπεζούντα μετά την επικράτηση των Μπολσεβίκων και οι επικείμενες διώξεις των ελληνικών πληθυσμών από τις τουρκικές δυνάμεις, τον οδηγούν στη Νότια Ρωσία, όπου διευθύνει για ένα χρόνο πρώτα το ελληνικό σχολέιο της Κρίμσκαγια και στη συνέχεια του Νοβοροσίσκ.
Με το τέλος του πολέμου και το άνοιγμα των Στενών πηγαίνει στη Σμύρνη, μετά από πρόσκληση του εκεί εγκατεστημένου Τραπεζούντιου δικηγόρου και προέδρου της εφορίας της Ευαγγελικής Σχολής Αδαμάντιου Εφραιμίδη, και αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Σχολής μέχρι το 1922, οπότε καταφεύγει στην Ελλάδα. Μετά τη φυγή του Λιθοξόου στη Ρωσία, στην Τραπεζούντα η κατάσταση γινεται άσχημη, ο μαθητικός πληθυσμός του Φροντιστηρίου συρρικνώνεται αριθμητικά, ενώ η θέση του Διευθυντή καλύπτεται εκ των ενόντων. Για ένα μικρό διάστημα το Φροντιστήριο διευθύνεται από το Φιλόλογο Δημήτριο Χρυσουλίδη (από το Νοέμβριο του 1918-19 μέχρι το Νοέμβριο του 1920), ενώ από το Νοέμβριο του 1920 μέχρι τον Οκτώβριο του 1921, οπότε κλείνει οριστικά το Φροντιστήριο μετά από διαταγή της τουρκικής κυβέρνησης, Διευθυντής αναλαμβάνει ο επίσης Φιλόλογος Ισραήλ Βασιλειάδης, ο τελευταίος Διευθυντής του Φροντιστηρίου.
Για την ακρίβεια, ο Δ. Χρυσουλίδης αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Δημοτικού τμήματος και των παραρτημάτων και ο Ι. Βασιλειάδης τη διεύθυνση του Γυμνασίου. Ένας κύκλος 239 χρόνων ζωής κλείνει και το μεγαλειώδες τετραώροφο κτίριο που έχει οικοδομηθεί με τεράστιες προσπάθειες και στο οποίο είχαν επενδυθεί μεγάλες ελπίδες κλείνει για τους Έλληνες του Πόντου. Θα συνεχίσει να λειτουργεί μέχρι τις μέρες μας ως εκπαιδευτικός μηχανισμός τώρα πια του σύγχρονου τουρκικού κράτους.
ΑΝΤΩΝΗ Υ. ΠΑΥΛΙΔΗ
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΟΝΤΙΑΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ
«ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΝΤΟΥ» ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 24
«ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΝΤΟΥ» ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 24
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου