Αλλά
ας δούμε από κοντά ποιο τέλος είχε η διένεξη αυτή.
Έχουμε
αναφέρει ότι η Μ.Ε. (σ.σ. Μεγάλη εκκλησία=Πατριαρχείο) διόρισε
επόπτη της Σουμελά το Μητροπολίτη Τραπεζούντας, με την εντολή να
συστήσει επιτροπή από ειδικούς για τον οικονομικό έλεγχο. Την επιτροπή
αποτελούσαν οι τραπεζίτες Καπαγιαννίδης και Φωστηρόπουλος, για
να μη φέρουν όμως αντίθεση οι Σανταίοι προστέθηκαν στην επιτροπή
και δύο Σανταίοι ο Παντελής
Λαμπριανίδης εργοστασιάρχης και
ο Δαμ. Πιστοφίδης δάσκαλος στο Φροντιστήριο.
Τον
Αύγουστο του 1908 η επιτροπή αυτή ανέβηκε στη Σουμελά και έκανε τον
έλεγχο, με απορία είδαν ότι η Μονή είχε και τραπεζικές συναλλαγές με τη Σαντά.
Μεταχειρίσθηκαν κάθε μέσο και κατόρθωσαν να πάρουν το 1909 απόφαση της Μ.Ε.
κατά την οποία η Σουμελά περιέρχονταν στη δικαιοδοσία του
μητροπολίτη της Τραπεζούντας.
Μόλις το πληροφορήθηκαν
οι Σανταίοι της Τραπεζούντας ενημέρωσαν το μητροπολίτη
Τραπεζούντας ότι οι Σανταίοι δεν θα επιτρέψουν ώστε
η Σουμελά να καταληφθεί από κανένα, οι ίδιοι έστειλαν και
ειδοποίησαν τους Σανταίους για το γεγονός αυτό.
Οι Σανταίοι κάλεσαν
αμέσως γενική συνεδρίαση στην οποία πήραν την απόφαση να καταλάβουν τη Μονή.
Την εκτέλεση της απόφασης ανέθεσαν σε ειδική επιτροπή απ' όλα τα χωριά, στην
διάθεση της οποίας έθεσαν 25 ένοπλους, με την προϋπόθεση, αν παρουσιαζόταν
ανάγκη να θέσουν στη διάθεσή της και όσους άλλους αυτή θα νόμιζε σαν
απαραίτητους.
Την
επόμενη ξεκίνησε η επιτροπή συνοδευόμενη από τους 25
ένοπλους και το μεσημέρι κατέλαβε τη Μονή. Οι μοναχοί όχι μόνο
δεν έφεραν καμιά αντίσταση αλλά και με προθυμία πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους,
γιατί προτιμούσαν τους Σανταίους από τους Τραπεζούντιους.
Η επιτροπή
ανέλαβε τη διοίκηση και διαχείριση της Μονής, όρισε προσωρινά
σαν διευθύνοντα το δάσκαλο Ισαάκ Ιωσηφίδη.
Η κατάληψη
της Μονής από τους Σανταίους έγινε γνωστή στην Τραπεζούντα την
επόμενη και ο μητροπολίτης ανέβαλε την άνοδό του στη Σουμελά μπροστά
όμως στην επιμονή των προκρίτων υποχώρησε και την παραμονή
του εννιαήμερου κατά το βράδυ με τη συνοδεία
ενός σταθμάρχη και δύο χωροφυλάκων έφθασε στην εξώπορτα της Μονής. Χτύπησε τη
πόρτα αλλά από μέσα ο Αβραάμ Γιαλαμάς του δήλωσε καθαρά ότι έχουν
απόφαση να μη του επιτρέψουν την είσοδο.
-Και
ποιος είσαι συ πού με εμποδίζεις; ρώτησε ο δεσπότης.
-Είμαι
εκείνος που πρώτος υπόγραψα την αναφορά των Σανταίων που
έχεις στα χέρια σου, απάντησε ο Γιαλαμάς.
-Και
πού θα μείνουμε; ρώτησε ο δεσπότης.
-Δεν
είμαστε και τόσο αφιλόξενοι, όπως ίσως νομίζεις,
θα
σου στείλουμε στρώματα για να μείνετε στην Αγία
Βαρβάρα.
-Ανοίξτε
μας, φώναξε τότε ο σταθμάρχης.
-Εσάς
ευχαρίστως σας ανοίγομε, αλλά χωρίς το δεσπότη, με τον οποίο έχομε εκκρεμείς
λογαριασμούς, ούτε όμως και αυτός μπήκε μέσα.
Την
ημέρα εκείνη έτυχε να βρεθεί στη Μονή και ο Άγγλος πρόξενος της Τραπεζούντας,
που μαθαίνοντας τα συμβάντα απόρησε και έδειξε τη δυσαρέσκεια του και πήγε να
προϋπαντήσει το δεσπότη με ένα μπουκάλι κονιάκ. Ο Γιαλαμάς όμως δεν του άνοιξε
την πόρτα.
-Τι
αιχμάλωτο μ’ έχετε; φώναξε.
Τα
λόγια του αυτά τα άκουσαν ο Κωστής και ο Χρίστος Μαυρόπουλος και έτρεξαν και
του εξήγησαν πώς έχει το ζήτημα, και πως γι’ αυτόν η έξοδος είναι πάντα
ελεύθερα.
—Καλά,
είπε, πήγε να καλωσορίσει το δεσπότη και γύρισε σε λίγο.
Αγία Βαρβάρα |
Το πρωί με τα χαράματα
η πρώτη ενίσχυση με επικεφαλής τον ατρόμητο Κωνσταντίνο Συρμενίτζογλη έφθασε και κατέλαβε τις θέσεις που εκ των προτέρων
είχαν ορισθεί. Δεν πέρασε πολλή ώρα και έφθασε η δεύτερη ενίσχυση
πολυπληθέστερη με επικεφαλής τον Παντελή Φουστούλ, εθελοντή του πολέμου του ’97. Ο
δεσπότης μαθαίνοντας ότι έφθασαν και άλλες ενισχύσεις των Σανταίων πήρε το δρόμο
για την Τραπεζούντα.
Ο πρόξενος μαζί με
αρκετούς Σανταίους ξεκίνησε για τη Σαντά. Στο δρόμο συνάντησε και άλλη
ομάδα ενόπλων Σανταίων και πλήθος γυναικόπαιδων με ξύλα και ρόπαλα. Οι ένοπλοι
που είχαν επικεφαλής τον Ξεν. Πολιτίδη, υπαξιωματικό του ρωσικού στρατού,
παρατεταγμένοι χαιρέτησαν τον πρόξενο με ομοβροντία πυροβολισμών. Εκείνος τους
ευχαρίστησε για την τιμή που του έκαναν και τους είπε πως πάει να επισκεφθεί τη
Νέα Σπάρτη.
Οι Σανταίοι
περιποιήθηκαν τον πρόξενο όσο μπορούσαν κι’ αυτός φεύγοντας ευχαρίστησε και
ρώτησε σε τι θέλουν να τους εξυπηρετήσει, οι Σανταίοι του είπαν ότι οι Τούρκοι
κατέλαβαν το μεγαλύτερο παρχάρι τους αντίθετο σε κάθε νόμο και παρά
τα πολλά δημόσια έγγραφα που κρατούν1.
Και τώρα, ας γυρίσουμε
στη Μονή.
Η επιτροπή των
Σανταίων έγραψε στη Μ.Ε. ανοιχτά και καθαρά ότι η απόφασή της να καταλύσει τους
δεσμούς που υπήρχαν στο διάστημα αιώνων μεταξύ Σαντάς και Σουμελάς και να την
προσκολλήσει στη μητρόπολη της Τραπεζούντας είναι απαράδεκτη και ουδέποτε θα
επιτρέψουμε να πραγματοποιηθεί. Οι αλληλοσυγκρουόμενες αποφάσεις της Μ.Ε. μόνο
ζημία φέρνουν και στη Μονή και στη Μ.Ε. και η Μονή Σουμελά ήταν και θα
παραμείνει σταυροπηγιακή.
Και τότε
έτσι έληξε το ζήτημα, η Μονή έμεινε σταυροπηγιακή και ηγούμενος αυτής έγινε ο
Σανταίος Άνθιμος Μασμανίδης, που έμεινε ο ίδιος μέχρι το τέλος του α' πολέμου.
Τότε οι ελπίδες των Τραπεζουντίων αναπτερώθησαν και κατόρθωσαν με τα
γνωστά σ’ αυτούς μέσα να παραμερίσουν τον Ανθιμο και να διορίσουν κάποιο
Γεράσιμο ιερομόναχο Τραπεζούντιο. Αλλά ο Δοσίθεος Στεφανίδης Σανταίος μοναχός,
κατόρθωσε το 1918 να αποσπάσει μια απόφαση της Τουρκίας κατά την οποία, επειδή
η Σουμελά βρίσκεται μέσα στα διοικητικά όρια της μητρόπολης Ροδοπόλεως,
ανήκει δικαιωματικά σ’ αυτή.
Τότε έφυγε ο
Τραπεζούντιος ιερομόναχος και οι μοναχοί έκαναν ηγούμενο τον Σανταίο Πολύκαρπο
Αδάκτυλο, που κυβέρνησε τη Μονή μέχρι το 1921 οπότε παραιτήθηκε. Τη θέση του
κατέλαβε ο Δοσίθεος που διοίκησε τη Μονή μέχρι το 1922, οπότε
δολοφονήθηκε στο Μετόχι που είχε η Σουμελά στη Σκαλίτσα. Ύστερα από το
γεγονός αυτό, στο μοναστήρι έμειναν τρεις μοναχοί, και άγνωστο αν κανένας από
αυτούς χειροτονήθηκε ηγούμενος ή όχι μέχρι την Ανταλλαγή. Επειδή η μεταφορά
κειμηλίων απαγορευόταν, οι μοναχοί έκρυψαν στις κρύπτες της μονής όλα τα
κειμήλια και στην Αγ. Βαρβάρα την εικόνα της Παναγίας, ένα σταυρό και ένα
Ευαγγέλιο και κατέφυγαν στην Ελλάδα, μέχρι την ημέρα
της φυγής των μοναχών κανείς δεν
τόλμησε να πειράξει τη Σουμελά από
το φόβο των ανταρτών της Σαντάς που
συχνά την επισκέπτονταν αλλά και η Μονή τους φιλοξενούσε και τους
τροφοδοτούσε κατά τις επισκέψεις τους.
Απ’ όλη αυτή τη
μεγάλη και άνοστη ιστορία ο αναγνώστης τέσσερα πράγματα θα έχει καταλάβει:
1. Ότι ο
μητροπολίτης της Τραπεζούντας με το
κύρος που είχε, κατόρθωσε πολλές φορές να πάρει στην εποπτεία του τα τρία μοναστήρια, όχι βέβαια από λόγους φιλανθρωπικούς ή θρησκευτικούς, αλλά καθαρά κερδοσκοπικούς.
2. Ότι οι μοναχοί με διάφορα σκοτεινά μέσα,
προπάντων με τη δωροδοκία, κατόρθωναν να ξεφεύγουν από την εποπτεία, για να αλωνίζουν
τις περιουσίες των Μονών.
3. Ότι η Μ.Ε.
έδειξε αλλοπρόσαλλη πολιτική, άλλοτε ικανοποιούσε τους μοναχούς και
άλλοτε το μητροπολίτη της Τραπεζούντας, ποτέ όμως
τους Εξαρχιώτες.
4. Και τέλος ότι οι Σανταίοι τους οποίους ο διαρκής αγώνας με τους Τούρκους τους έκανε πεισματάρηδες και δυσυπότακτους, αναγκάσθηκαν δυο φορές να επέμβουν με τα όπλα, για να σώσουν τη Μονή από τις
σπατάλες και τις καταχρήσεις
μερικών ηγουμένων και από την προσάρτησή της στη μητρόπολη της Τραπεζούντας.
Και τώρα,
ας συμπληρώσομε το ζήτημα της μητρόπολης Ροδοπόλεως.
Στη θέση του Λεόντιου
η Μ.Ε. έστειλε τον Κύριλλο Παπαδόπουλο από ο Αλάτζαμ της
Πάφρας. Ο Κύριλλος ήταν τουρκομαθής, ήξερε πως να συμπεριφέρεται προς τους
Τούρκους και κέρδισε την εύνοια των τουρκικών Αρχών γι’ αυτό και στον πρώτο
πόλεμο, ενώ ο τουρκικός στρατός πεινούσε, κατόρθωσε να αποσπάσει 4.000 κιλά
καλαμπόκι για τη Σαντά. Αν μερικοί εχθροί του διέδωσαν ότι η Σαντά περιθάλπει
Αρμένιους και γι’ αυτό η διαταγή ακυρώθηκε, δεν φταίει αυτός.
Αυτός και οι αδελφοί
Σεράση ήσαν οι αρχηγοί της ρεαλιστικής μερίδας, ενώ ο Φ. Χειμωνίδης και ο
Χρύσανθος της ιδεαλιστικής. Ήταν φυσικό οι δύο αυτές μερίδες να βρίσκονται σε
αντίθεση, αν ήταν δυνατό να συμφωνήσουν το
κέρδος της Σαντάς και του Πόντου θα ήταν μεγάλο.
Όταν δημιουργήθηκε το
ζήτημα της δημοκρατίας του Πόντου, ο Κύριλλος συμβούλευε όλους να είναι
προσεκτικοί, γιατί κανείς δεν ξέρει ποια τροπή θα πάρουν τα πράγματα.
1910: Ο μητροπολίτης Κύριλλος ,στην τελετή εγκαινίων Κεντρικής σχολής Σαντάς |
Μερικοί εχθροί του τον
κατηγόρησαν σαν προδότη, αυτό όμως είναι συκοφαντία.
Εκείνο για το οποιο
μπορεί κανείς να κατηγορήσει τον Κύριλλο χωρίς κανείς να μπορέσει να τον
διαψεύσει είναι η μεγάλη του φιλοχρηματία. Στην αρχή του πολέμου
η τουρκική κυβέρνηση σε κάθε εκκλησία χάρισε τη στρατιωτική
υποχρέωση στους δύο ψάλτες της, ο Κύριλλος όμως προεχείρισε σε ψάλτες εκείνους
που τον έδωσαν 3-5 λίρες, οι πραγματικοί ψάλτες στρατεύτηκαν και πέθαναν
οι περισσότεροι.
Υπήρχαν
"φήμες" ότι ο Κύριλλος θέλησε να βάλει το χέρι του και στο ταμείο της
Σουμελά, αλλά ο Δοσίθεος Στεφανίδης δεν τον επέτρεψε επειδή ο
Δοσίθεος δολοφονήθηκε, διαδόθηκε ότι ηθικός αυτουργός για το φόνο του ήταν ο
Κύριλλος.
Βιβλιογραφία
1."Ιστορία και
στατιστική της Σαντάς", Φιλιππου παπα Απ. Χειμωνίδη 1972
2. "Ιστορία &
Λαογραφία της Σαντάς" , Στάθη Αθανασιάδη (Γεροστάθη) 1967-70
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου