Όποτε
συνέβαινε μεγάλη ανομβρία και ο παπάς του τόπου δεν προσκαλούσε τον κόσμο για
δέηση και λιτανεία, πολλοί νέοι και ηλικιωμένοι πολλές φορές αυθόρμητα
μαζεύονταν και κατασκεύαζαν από δύο ξύλα ένα ανδρείκελο, και το έντυναν με
ρούχα παλιά και το παρέδιναν σε δύο νέους, οι οποίοι το κρατούσαν από τις δυο
άκρες. Ένας άλλος νέος προσφερόταν να αποτελέσει το άλλο μισό του ανδρείκελου.
Την τελετή παρακολουθούσαν όλοι οι νέοι, πολλοί μεσήλικες και γέροι.
Η πομπή άρχιζε από το ένα άκρο του χωριού και
κατέληγε στο άλλο. Γρήγορα το μάθαιναν όλοι οι χωρικοί. Όλοι οι κάτοικοι και
ιδίως οι γυναίκες και τα κορίτσια γέμιζαν τα δοχεία με νερό και περίμεναν έξω
από την εξώπορτα του σπιτιού. Μόλις έβλεπαν αυτόν που κρατούσε το κόσκινο
και πίσω του το ανδρείκελο και άκουγαν τους δύο που το κρατούσαν να ρωτάνε τον
προπόρευόμενο «κουσκουκούραμ, ντο θέλτς;» και εκείνον ν’ απαντά «ασόν Θεόν
βρεχήν θέλω», αμέσως ορμούσαν αυτοί που καραδοκούσαν με τα δοχεία στα χέρια και
άδειαζαν αυτά μέσα στο κόσκινο και έβρεχαν αυτόν που κρατούσε το κόσκινο,
λέγοντας «άμον ντο κσύνω το νερόν σο κιφάλτσ, αέτς πα να κσύεται η βρεχή»,
(όπως χύνω το νερό στο κεφάλι σου, έτσι να χυθεί και η βροχή).
Σε περίπτωση που
δεν προλάβαιναν να περιβρέξουν αυτόν που κρατούσε το κόσκινο, γιατί προσπαθούσε
να τους ξεφύγει, τότε έβρεχαν το ανδρείκελο με την ίδια ευχή. Αφού γυρνούσαν
όλα τα σπίτια του χωριού, στο τέλος πήγαιναν στο ποτάμι και βουτούσαν μέσα στο
νερό αυτόν που κρατούσε το κόσκινο και το ανδρείκελο λέγοντας «άμον το τρεχ το
ποτάμ ή το πεγάδ, άετς πα να τρεχ η βρεχή» (όπως τρέχει το ποτάμι ή το πηγάδι,
και έτσι να τρέχει η βροχή).
Ετσι τελείωνε η τελετή. Οι διοργανωτές αυτής της
τελετής στο τέλος διασκέδαζαν τρώγοντας και πίνοντας. Με τον ίδιο τρόπο περίπου
γινόταν και σ' άλλα χωριά της επαρχίας Χαλδίας η μαγική επίκληση βροχής. Εκτός
από αυτή την τελετή, καίγαν επάνω σε φωτιά φίδι σκοτωμένο ή ξέθαβαν κρανίο
ή σκελετό ολόκληρο νεκρού και το βύθιζαν σε τρεχούμενο ποτάμι ή ρυάκι.
Παιδί
όταν ήμουν παραβρέθηκα στην εκταφή κρανίου Αρμένη, ο οποίος έτυχε να πεθάνει
και να θαφτεί στο χωριό μου Καρά-καγιά. Το κρανίο βυθίστηκε στο ποτάμι και
έμεινε εκεί αρκετή ώρα παρισταμένων των χωρικών, οπότε ξαφνικά παρουσιάστηκαν
σύννεφα και κατά σύμπτωση επακολούθησε βροχή .
(Αφήγηση A. Α. Παπαδόπουλος).
'Ενα περιστατικό συνέβη στο 'Ανω Ζερβοχώρι Νάουσας το 1950. Είχε καιρό να
βρέξει και οι χωρικοί απελπισμένοι που δεν μπορούσαν να σπείρουν είπαν τον παπά
του χωριού να κάνει δέηση και λιτανεία. Πράγματι μαζεύτηκαν όλοι οι χωρικοί
στην εκκλησία και από κει με τα εξαπτέρυγα η τελετή έφθασε έξω από το χωριό σε
ένα ύψωμα ονομαζόμενο Ρόδινα.
Αφού έγινε δέηση και λιτανεία άρχισαν οι χωρικοί να γυρίζουν στα σπίτια τους. Δεν πρόλαβαν να μπουν στο χωριό και άρχισε να βρέχει. Όλοι οι χωρικοί βράχηκαν μέχρι να φτάσουν στα κοντινά σπίτια του χωριού
Αφού έγινε δέηση και λιτανεία άρχισαν οι χωρικοί να γυρίζουν στα σπίτια τους. Δεν πρόλαβαν να μπουν στο χωριό και άρχισε να βρέχει. Όλοι οι χωρικοί βράχηκαν μέχρι να φτάσουν στα κοντινά σπίτια του χωριού
(Αφήγηση: Τσοπουρίδη Θωμά).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου