ΟΙ ΕΛΙΓΜΟΙ ΤΟΥ ΚΕΜΑΛ ( Η ΑΛΛΗ ΟΧΘΗ)

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018

Από την καταστροφή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ο Κεμάλ κατάφερε να δημιουργήσει τη νέα Τουρκία, εκμεταλλευόμενος τις αντιθέσεις των συμμάχων.

Η εθνική ιστοριογραφία, όταν γράφει την ιστορία της, χρησιμοποιεί κάποιες συγκεκριμένες έννοιες. Και θέλει το έθνος να αντιλαμβάνεται την ιστορία του μέσω αυτών των εννοιών. Η ανάληψη αυτή της ιστορίας αντανακλά τον εθνοκεντρισμό της κάθε εθνικής ιστορίας και έρχεται σε σύγκρουση με τις αντίστοιχες έννοιες των άλλων εθνικών ιστοριών.
Για παράδειγμα, η «εκστρατεία της Μικράς Ασίας» (μη αρνητική έννοια για τους Έλληνες) είναι «κατοχή» για τους Τούρκους. «Πόλεμος για την απελευθέρωση και μεγάλη νίκη», είναι «καταστροφή» για τους Έλληνες. Στην περίοδο λοιπόν αυτή, που εξακολουθούν να υπερισχύουν οι εθνοκεντρικές αυτές αντιλήψεις της ιστορίας, είναι πολύ δύσκολο να εκφραστεί κανείς με τη γλώσσα της «άλλης πλευράς». 
Κατ’ αρχάς, το έτος 1922 είναι ένα σημαδιακό έτος για τους Τούρκους, είναι το έτος «της απελευθέρωσης». Οι κατοχικές δυνάμεις όχι μόνο επιθυμούσαν να παραμείνουν επ’ αόριστον στην Τουρκία, αλλά επεδίωκαν επίσης να διώξουν τους τουρκικούς πληθυσμούς προς την Κεντρική Ασία (Λόιντ Τζορτζ). Παρ’ όλο που ο σουλτάνος Μεχμέτ 6ος και η κυβέρνησή του στην Κωνσταντινούπολη, προκειμένου να σώσουν την οθωμανική δυναστεία, συνεργάστηκαν με τις κατοχικές δυνάμεις, η κυβέρνηση της Άγκυρας και η Εθνοσυνέλευση κατάφεραν να πετύχουν το στόχο τους με δύο τρόπους:
 α) διπλωματία,
 β) πόλεμο.
 Στη διπλωματία, η κυβέρνηση της Άγκυρας ενήργησε με δύο τρόπους: πρώτον, έλαβε την υποστήριξη της Σοβιετικής Ένωσης κατά του ιμπεριαλισμού.
 Δεύτερον, εκμεταλλεύθηκε τα αντικρουόμενα συμφέροντα των κατοχικών δυνάμεων.
Τουρκικό πυροβολικό κατά τη μάχη του Αφιόν Καραχισάρ
 Το 1922, το μεγαλύτερο μέρος των στρατηγικών αυτών κινήσεων της Άγκυρας αποδείχθηκε αποτελεσματικό. Στον πόλεμο, η κυβέρνηση της Άγκυρας νίκησε τους Έλληνες στις μάχες του Ινονού και του Σαγγάριου. Στο διπλωματικό επίπεδο, η Άγκυρα χάραξε εκεί που επιθυμούσε τα σύνορα στην Ανατολή και κατάφερε να λάβει μεγάλη υποστήριξη σε όπλα και χρήματα από τη Σοβιετική Ένωση.
 Η Άγκυρα κατάφερε επίσης να συνάψει σχέσεις με κάθε μια κατοχική δύναμη ξεχωριστά. Η Ιταλία ήταν δυσαρεστημένη, επειδή δεν πήρε την περιοχή της Σμύρνης. Η Γαλλία, μετά τη μάχη στο Σαγγάριο, κατάλαβε ότι η κυβέρνηση της Άγκυρας είχε σημαντικά ισχυροποιηθεί. Οι δύο λοιπόν αυτές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις άρχισαν σταδιακά να απομακρύνονται από την πολιτική της Μ. Βρετανίας.
 Έτσι το 1922 βρίσκει την Ελλάδα να υποστηρίζεται ουσιαστικά μόνο από το Λονδίνο.
 Τρία εκατομμύρια άνθρωποι και εκατό χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα ήταν υπό ελληνική κατοχή. Η ηθική και οικονομική κατάσταση του ελληνικού στρατεύματος ήταν πολύ κρίσιμη και οι ήττες του Ινονού και του Σαγγάριου επιδείνωσαν την κατάσταση αυτή.
 Την ίδια περίοδο βέβαια υπήρχε και μια ισχυρή αντιπολίτευση τόσο στην Κωνσταντινούπολη όσο και στην Άγκυρα, κατά του Μουσταφά Κεμάλ.1 Ο πρώτος πόλος αντιπολίτευσης είναι το παλάτι και ο  Τύπος της  Κωνσταντινούπολης. Για τo παλάτι, ο εθνικισμός είναι επικίνδυνος τόσο για την οθωμανική δυναστεία όσο και για τις κατοχικές δυνάμεις.
Η κυβέρνηση της Άγκυρας είναι ittihatci,2 γράφει ο δημοσιογράφος της εφημερίδας «Peyam-i Sabah» Αλί Κεμάλ.
 Ο δεύτερος πόλος της αντιπολίτευσης κατά του Μουσταφά Κεμάλ ήταν μέσα στην Εθνοσυνέλευση, στην Άγκυρα. Στην Εθνοσυνέλευση υπήρχαν δύο αντικρουόμενες δυνάμεις: «το πρώτο γκρουπ» που υποστήριζε τον Μουσταφά Κεμάλ και «το δεύτερο γκρουπ» που αντετίθετο σθεναρά στην πολιτική του.
 Όταν ο Μουσταφά Κεμάλ θέλησε να εξουσιοδοτηθεί από την Εθνοσυνέλευση για να αναλάβει περισσότερες εξουσίες, η Εθνοσυνέλευση έδωσε τη συγκατάθεσή της ύστερα από μεγάλες διαμάχες ανάμεσα στα δύο «γκρουπ». Όταν η κυβέρνηση της Άγκυρας άρχισε να ισχυροποιείται, οι ξένες δυνάμεις άρχισαν να στέλνουν πρεσβευτές και εκπροσώπους στην Άγκυρα.
Σοβιετική αντιπροσωπεία στην Άγκυρα.
 Η Μόσχα στήριξε αποφασιστικά την Άγκυρα
 «εναντίον των ιμπεριαλιστών»
 Τις τελευταίες ημέρες του Δεκεμβρίου 1921 έφτασε στην Άγκυρα διπλωματική αντιπροσωπεία από την Ουκρανία, με επικεφαλής το στρατηγό Φρούνζε (Frunze). Η τελετή υποδοχής της ουκρανικής αντιπροσωπείας ήταν μεγαλειώδης, και οι αγγλικές υπηρεσίες πληροφοριών σχολίασαν ότι η Άγκυρα έδινε μεγάλη σημασία στην Ουκρανία διότι περίμενε σημαντική βοήθεια.
 Στις 2 Ιανουαρίου 1922 η αντιπροσωπεία του στρατηγού Φρούνζε υπέγραψε συμφωνία φιλίας με την κυβέρνηση της Άγκυρας. Η συμφωνία του στρατηγού        Φρούνζε ήταν αποτελεσματική για την Άγκυρα και η Σοβιετική Ένωση έστειλε στρατιωτικό υλικό «αρκετό για τρεις ταξιαρχίες»
 Μέχρι τότε, η Σοβιετική Ένωση είχε προσφέρει στην Άγκυρα βοήθεια συνολικής αξίας έξι εκατομμυρίων εκατόν εξήντα χιλιάδων ρουβλίων (616.000 τουρκικές λίρες).
 Στις 27 Ιανουαρίου, αμέσως μετά την αναχώρηση της ουκρανικής αντιπροσωπείας, έφτασε στην Άγκυρα ο πρεσβευτής  της Σοβιετικής Ένωσης Αραλόφ (Aralov).

 Διάσκεψη του Παρισιού
Όταν οι κατοχικές δυνάμεις κατάλαβαν ότι έπρεπε να αναθεωρήσουν τη Συνθήκη των Σεβρών, οργάνωσαν τη Διάσκεψη του Παρισιού, από τις 22 Μαρτίου μέχρι τις 26.
 Στη διάσκεψη συμμετείχαν οι υπουργοί Εξωτερικών της Γαλλίας Πουανκαρέ (Poincare), της Αγγλίας Λορντ Κάρζον (Lord Curzon) και της Ιταλίας   Σάντζερ  (Schanzer).
 Οι υπουργοί Εξωτερικών συναντήθηκαν με τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών της κυβέρνησης της Άγκυρας Γιουσούφ Κεμάλ (Yusuf Kemal), ο οποίος σχολίασε θετικά την ιδέα της ανταλλαγής πληθυσμών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία.
 Στις 25 Μαρτίου ο σουλτάνος πρότεινε μυστική συμφωνία στην Αγγλία. Ζήτησε από τo Λονδίνο την Αδριανούπολη, που βρισκόταν υπό ελληνική κατοχή και παραχωρούσε στην Αγγλία τον έλεγχο των Στενών.
Την 1η Απριλίου, όμως, το Λονδίνο απέρριψε την πρόταση του σουλτάνου λέγοντας ότι δεν μπορεί να κάνει μια συμφωνία χωρίς τις άλλες δυνάμεις.
 Στη διάσκεψη του Παρισιού, οι τρεις δυνάμεις συμφώνησαν ότι οι Έλληνες έπρεπε να εγκαταλείψουν τη Μικρά Ασία, αλλά η Αγγλία, που δεν επιθυμούσε την αποχώρηση των Ελλήνων, καθυστέρησε μέσω διπλωματικών οδών την απόφαση αυτή.

Το γεγονός στη Μόσχα
 Οι σχέσεις της κυβέρνησης της Άγκυρας και της Σοβιετικής Ένωσης ήταν πολύ καλές, αλλά ένα διπλωματικό γεγονός, που έγινε στις 21 Απριλίου 1922, επισκίασε τις σχέσεις αυτές.
 Το βράδυ της 21ης Απριλίου η σοβιετική αστυνομία πραγματοποίησε έφοδο στο κτίριο όπου έμεναν οι στρατιωτικοί ακόλουθοι από την Άγκυρα και συνέλαβαν έναν από αυτούς μαζί με τα έγγραφα και τα αρχεία του.
 Ο πρέσβης της Άγκυρας Αλί Φουάτ (Ali Fuat) διαμαρτυρήθηκε έντονα, επισημαίνοντας ότι οι σοβιετικές αρχές παραβίασαν τη διπλωματική ασυλία.
 Η σοβιετική αστυνομία διέκοψε την επικοινωνία της τουρκικής πρεσβείας με την Άγκυρα, με αποτέλεσμα ο κ. Φουάτ να μην μπορέσει να ενημερώσει εγκαίρως τους ανωτέρους του.
 Στις 10 Μαΐου, ο κ. Φουάτ, συνοδευόμενος από όλο το προσωπικό της πρεσβείας, έφυγε για την Άγκυρα, αφήνοντας πίσω του μόνο ένα χαμηλόβαθμο υπάλληλο.
 Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών έκανε διάβημα στο Σοβιετικό πρέσβη Αραλόφ, ο οποίος ζήτησε συγγνώμη εκ μέρους της κυβέρνησής του.

Τελευταίος πόλεμος
 Το Μάιο του 1922 στο δυτικό μέτωπο υπηρετούσαν εκατόν ογδόντα μία χιλιάδες Τούρκοι στρατιώτες, που εκπαιδεύονταν με ταχύτατους ρυθμούς.
 Στρατιωτικό έγγραφο της 3ης Ιουνίου 1922, που έστειλε ο ανώτατος διοικητής των κατοχικών δυνάμεων στρατηγός Χάρινγκτον (Hurrington), επισημαίνει ότι «αυτή τη στιγμή τόσο οι Έλληνες όσο και οι Τούρκοι γνωρίζουν ότι σε περίπτωση σύρραξης το αποτέλεσμα θα είναι αβέβαιο» και σημειώνει ότι «δεν μπορεί να βρεθεί λύση με τα όπλα».
 Ο ελληνικός στρατός μπορεί να αντέξει ακόμη ένα χρόνο, γράφει ο Χάρινγκτον.
 Ο ύπατος αρμοστής της Κωνσταντινούπολης Ράμπολντ (Rumbold) γράφει στις 5 Αυγούστου: «Τρεις δυνάμεις θέλουν να κληρονομήσουν τον Μουσταφά Κεμάλ: οι οπαδοί του Εμβέρ, οι παλαιοί “ittihatcilar” και ο σουλτάνος.
 »0 σουλτάνος είναι η καλύτερη επιλογή για το Λονδίνο» συνεχίζει ο Ράμπολντ.
 Μετά τη διάσκεψη στο Παρίσι, η Αγγλία καταλαβαίνει ότι είναι πια η μόνη δύναμη που υποστηρίζει την παρουσία της Ελλάδας στη δυτική Μικρά Ασία και στις συνομιλίες με την Αθήνα αναφέρονται πια στη Μικρά Ασία ως «αυτόνομη περιοχή».
 Μετά τον Απρίλιο, η Ελλάδα αρχίζει σταδιακά να μιλάει για «Ιωνία».
 Ο ύπατος αρμοστής στη Σμύρνη, Στεργιάδης, στις 30 Ιουλίου, είπε: «Δημιουργήσαμε την Ιωνία».
Γεώργιος Μπαλτατζής
 Τέσσερις μέρες μετά, ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών Μπαλτατζής, με νότα του προς το Λονδίνο ενημέρωσε την αγγλική κυβέρνηση ότι η Ελλάδα επιθυμεί να συμμετάσχει στην κατοχή της Κωνσταντινούπολης.
 Η Άγκυρα γνωρίζει ότι η αγγλική κυβέρνηση δυσπιστεί για την κυβέρνηση του Μουσταφά Κεμάλ, αλλά συνεχίζει τις διπλωματικές προσπάθειες για προσέγγιση.
 Η υπουργός Εσωτερικών της Άγκυρας μετέβη στο Παρίσι, στις αρχές Ιουλίου 1922, και κατόπιν επισκέφθηκε το Λονδίνο. Αλλά μέχρι τις 14 Αυγούστου συναντήθηκε μόνο με δύο αξιωματούχους του Φόρεϊν Όφις.  
 Η Άγκυρα συνειδητοποίησε ότι μόνο μία αποφασιστική νίκη κατά των Ελλήνων θα μπορούσε να οδηγήσει την Αγγλία σε μια συμφωνία με την κυβέρνηση της Άγκυρας.
 Το αγγλικό δίκτυο πληροφοριών στην Κωνσταντινούπολη, με κωδικό όνομα Μπλακ Τζάμπο (Black Jumbo), που συνήθως ήταν πολύ καλά πληροφορημένο, αυτή τη φορά δεν κατάφερε να βρει τις στρατιωτικές πληροφορίες που αφορούσαν τις τελευταίες προετοιμασίες της Άγκυρας.
 Στις 6 Αυγούστου ο διοικητής των τουρκικών δυνάμεων στη δυτική Μικρά Ασία έθεσε τις δυνάμεις του σε πλήρη ετοιμότητα.

 Οι κινήσεις στο μέτωπο της δυτικής Μικράς Ασίας άρχισαν στις 26 Αυγούστου.
ΟΠΛΑ
ΤΟΥΡΚΟΙ
ΕΛΛΗΝΕΣ
ΤΟΥΦΕΚΙΑ
85.000
90.000
ΞΙΦΗ
5.282
1.280
ΟΠΛΟΠΟΛΥΒΟΛΑ ΕΛΑΦΡΙΑ
2025
3139
ΟΠΛΟΠΟΛΥΒΟΛΑ ΒΑΡΙΑ
839
1280
ΚΑΝΟΝΙΑ
323
418
ΑΕΡΟΠΛΑΝΑ
10
50


  Πηγή: Gothard JaesckeTiirk Kortilus Savasi KronologisiMondros 'dan Mudanya 
'ya Kadar (30 Ekim 1918-11 Ekim 1922), TTK. 2.baski, 1989, σελ 190.

Στις 30 Αυγούστου ο πόλεμος τελείωσε και ο ελληνικός στρατός άρχισε να επιστρέφει στην Ελλάδα.
Συνολικά: 2.543 Τούρκοι νεκροί και περίπου 10.000 τραυματίες.
 125.500 υπολογίζονται οι Έλληνες νεκροί, 20.826 οι αιχμάλωτοι και 365 κανόνια.
 Στις 11 Οκτωβρίου υπεγράφη η ανακωχή των Μουδανιών.
 Την 1η Νοεμβρίου, η τουρκική Εθνοσυνέλευση αποφάσισε την κατάργηση του σουλτανάτου.
 Σε επιστολή του προς τον Χάρινγκτον, στις 16 Νοεμβρίου, ο Μεχμέτ ο 6ος υπογράφει ήδη όχι ως σουλτάνος αλλά ως χαλίφης.
 Την επομένη, το αγγλικό θωρηκτό Malaya θα τον μεταφέρει στη Μάλτα.

 ΕΛΤΣΙΝ ΜΑΤΖΑΡ
επίκουρου καθηγητή Ιστορίας  στο Πανεπιστήμιο  Πλντιζ Κωνσταντινούπολης
 (Τουρκία)



ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Μέχρι το 1934, οπότε μπήκε σε ισχύ ο νόμος για τα ονόματα της οικογενείας, η τουρκική ιστοριογραφία αναφέρεται στον Κεμάλ ως Μουσταφά Κεμάλ και μετά το 1934 αναφέρεται ως Ατατούρκ
2.  Μέλος του κόμματος της Προόδου και της Ενώσεως, που ανέπτυξε τη δράση του στις αρχές τους 20ού αιώνα
Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah