Ο Χρίστος Κ. Χριστοδούλου προσδιορίζει το έργο του ως
«μυθιστοριογραφία». Ενδεχομένως θεωρεί πως βρίσκεται κάπου ανάμεσα στο μύθο και
την ιστορία. Στην περίπτωση αυτή ο σωστός όρος θα ήταν «ιστορικό μυθιστόρημα».
Δεν πρόκειται πάντως για αυτό, ίσως με εξαίρεση το πρώτο κεφάλαιο, όπου
παρουσιάζεται δραματοποιημένη όλη η σκηνή της παράδοσης της Θεσσαλονίκης. Όμως
ούτε στο κεφάλαιο αυτό υπεισέρχονται στοιχεία μύθου. Βασίζεται σε όλες τις
διαθέσιμες πληροφορίες για τη μεγάλη εκείνη μέρα, τις οποίες ανασυνθέτει
πειστικά, μέσω διαλόγων, σαν μια πράξη θεατρικού έργου.
Για το υπόλοιπο βιβλίο δεν τίθεται θέμα. Πρόκειται για
τυπική βιογραφία, στην οποία πρέπει να πιστωθούν πολλές αρετές: συγκέντρωση
πηγών, βιβλιογραφικών και αρχειακών, αποδελτίωση του Τύπου, που έφερε μερικά
ενδιαφέροντα ευρήματα, παρουσίαση του ευρύτερου πολιτικού σκηνικού μιας
περιόδου από το 1880 έως τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Σκοπός να παρουσιαστεί και να
δοθεί νόημα στη ζωή του ελληνοσπουδαγμένου Αλβανού στρατηγού του οθωμανικού
στρατού, του Χασάν Ταχσίν Πασά, γνωστού έως τώρα στο ευρύ κοινό, μόνον από τη
συμμετοχή του στην παράδοση της Θεσσαλονίκης.
Το εγχείρημα δεν είναι εύκολο. Η ζωή ενός Οθωμανού
αξιωματικού δεν μπορεί να περιγραφεί με πληρότητα, αν δεν προσφύγει ο ερευνητής
στο οθωμανικό αρχειακό υλικό. Οι πολλές, ωστόσο, ψηφίδες της ζωής του Χασάν
Ταχσίν, ριγμένες ατάκτως σε πολλά και διάφορα κεφάλαια της οθωμανικής ιστορίας,
αντίστοιχα με τις διάσπαρτες θέσεις στις οποίες υπηρέτησε, επιτρέπουν στον
Χριστοδούλου να ανασυνθέσει με τάξη την πορεία του Στρατηγού, από τα Γιάννενα
μέχρι την Υεμένη και από τη Θεσσαλονίκη μέχρι την Κρήτη. Φυσικά αρκετές υποψίες
του, αν και εύλογες, δεν μπορούν να επαληθευτούν. Εξίσου μεγάλη προσπάθεια
καταβάλλει για την ψυχογράφησή του, με βάση τις σπουδές, τη μυστικιστική
θρησκεία αλλά και τα ίδια τα λόγια του, όπως καταγράφηκαν σε συνεντεύξεις και
σε γραπτά του.
Περιττεύει να ειπωθεί πως, όπως στις περισσότερες
βιογραφίας, ο συγγραφέας έχει γοητευθεί από τον βιογραφούμενο, που, ούτως ή
άλλως, είχε ανέκαθεν μια ευνοϊκή θέση στην ελληνική ιστορία. Είναι δέσμιος ο
Χριστοδούλου των εντυπωσιακών πορτρέτων μιας εντυπωσιακής ανδρικής μορφής και
των εξιδανικευμένων περιγραφών, ελληνικής κυρίως προέλευσης, ενός υποβλητικού
στρατιωτικού. Ο ιδανικός αντίπαλος.
Ίσως όμως η πραγματικότητα να μην απέχει πολύ, παρά τον καταλυτικό ρόλο που έχει παίξει ο γιος του Στρατηγού, ο Κενάν Μεσαρέ, για τη διαμόρφωση της μνήμης του πατέρα του, ως ζωγράφος και ως συγγραφέας. Αν μη τι άλλο, οι αποφάσεις και οι πράξεις του ευπατρίδη Αλβανού στρατιωτικού μιλούν για αυτόν και επαναθέτουν πιεστικά το ζήτημα της ιδεολογίας του.
Ίσως όμως η πραγματικότητα να μην απέχει πολύ, παρά τον καταλυτικό ρόλο που έχει παίξει ο γιος του Στρατηγού, ο Κενάν Μεσαρέ, για τη διαμόρφωση της μνήμης του πατέρα του, ως ζωγράφος και ως συγγραφέας. Αν μη τι άλλο, οι αποφάσεις και οι πράξεις του ευπατρίδη Αλβανού στρατιωτικού μιλούν για αυτόν και επαναθέτουν πιεστικά το ζήτημα της ιδεολογίας του.
Η περιφρόνηση και η καταδίκη του Χασάν Ταχσίν στην Τουρκία δεν
συνεπάγεται, κατά τη γνώμη μου, ότι πρόδωσε το αξίωμά του για να βοηθήσει τους
'Ελληνες. Η αποδοχή μιας θέσης μεγάλης ευθύνης, στη διοίκηση της Η' Στρατιάς,
όταν η κατάρρευση ήταν ήδη επικείμενη και η ίδια η Αλβανία ανάστατη, μαρτυρεί
άνδρα με ισχυρό αίσθημα τιμής.
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα επιτελικά σχέδια της εποχής,
κανείς δεν περίμενε ότι οι μονάδες του θα έσωζαν τον πόλεμο. Τα περιθώρια
ανάληψης πρωτοβουλιών ήταν ανύπαρκτα και η υποχώρηση από το Σαραντάπορο ήταν
σχεδόν δεδομένη. Σημαντικές αποφάσεις να ληφθούν κάτω από τεράστια ψυχολογική
πίεση και συνεχή αϋπνία. Ο Ταχσίν Πασάς φαίνεται ότι διέθετε αρκετές
στρατιωτικές αρετές για να επιβιώσει και να δράσει κάτω από ακραίες συνθήκες,
αξιοποιώντας στο έπακρο τους συνεργάτες του. Θα μπορούσε ίσως να κάνει
περισσότερα, όπως γράφει ο ίδιος, αν την κατάλληλη στιγμή είχε έστω ένα
γυμνασμένο και πειθαρχημένο σύνταγμα με μερικά ορειβατικά πυροβόλα.
Μολονότι δεν είναι βέβαιο ότι πήρε πάντοτε τις σωστές στρατηγικές αποφάσεις, σίγουρα δεν είχε αμφιβολίες για τον σκοπό για τον οποίο πολεμούσε. Φυσικά ένας ελληνομορφωμένος Αλβανός στρατηγός δεν μπορούσε να ταυτιστεί με τους ακαλλιέργητους Βούλγαρους, των οποίων ακόμη και οι γενικοί επιτελείς δεν γνώριζαν ούτε γαλλικά ούτε κανόνες συμπεριφοράς. Όμως η επιλογή του να παραδώσει τη Θεσσαλονίκη χωρίς μια ακόμη μάχη στους Ελληνες δεν αναιρεί συλλήβδην τη σταδιοδρομία του, παρά τα ενδιαφέροντα ερωτήματα που τίθενται για τη στρατιωτική και εθνική ιδεολογία των Αλβανών. Σε κάθε περίπτωση η έρευνα για τον Ταχσίν δεν έχει κλείσει οριστικά.
Χασάν Ταχσίν Πασάς |
Μολονότι δεν είναι βέβαιο ότι πήρε πάντοτε τις σωστές στρατηγικές αποφάσεις, σίγουρα δεν είχε αμφιβολίες για τον σκοπό για τον οποίο πολεμούσε. Φυσικά ένας ελληνομορφωμένος Αλβανός στρατηγός δεν μπορούσε να ταυτιστεί με τους ακαλλιέργητους Βούλγαρους, των οποίων ακόμη και οι γενικοί επιτελείς δεν γνώριζαν ούτε γαλλικά ούτε κανόνες συμπεριφοράς. Όμως η επιλογή του να παραδώσει τη Θεσσαλονίκη χωρίς μια ακόμη μάχη στους Ελληνες δεν αναιρεί συλλήβδην τη σταδιοδρομία του, παρά τα ενδιαφέροντα ερωτήματα που τίθενται για τη στρατιωτική και εθνική ιδεολογία των Αλβανών. Σε κάθε περίπτωση η έρευνα για τον Ταχσίν δεν έχει κλείσει οριστικά.
Γραμμένο ως μια αναδρομή, που ξεκινά από την παράδοση
και γυρίζει στο παρελθόν του Πασά, το βιβλίου του Χριστοδούλου καταλήγει στις
μεταθανάτιες περιπέτειές του, δηλαδή τις τρεις ταφές του. Συμπληρώνεται από
εξαιρετικό εικαστικό υλικό, άγνωστο ως ένα σημείο ή αταύτιστο μέχρι τώρα, και
από τις δύο συνεντεύξεις που έδωσε ο Πασάς το 1912, μετά τη σύλληψή του. Εκ του
θέματος και μόνον το βιβλίο είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον, αφού γεφυρώνει την
ιστορία με τους θρύλους που περιβάλλουν έκτοτε τον Ταχσίν. Η προσεγμένη γλώσσα
το καθιστά εξαιρετικά ευανάγνωστο και ενδεδειγμένο για το ευρύτερο κοινό των
φιλιστόρων.
Βασίλης Κ. Γούναρης
Καθηγητής Φιλοσοφικής Σχολής ΑΠΘ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Μέσα στα πλαίσια ενός αφιερώματος της ΕΡΤ
για την Απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης κάναμε ένα ντοκιμαντέρ για τους
Βαλκανικούς Πολέμους μαζί με το στενό φίλο και συνεργάτη μου Κυριάκο Γεωργίου.
Ανάμεσα στους τεκμηριωτές εκείνης της εκπομπής -μεταξύ των οποίων και οι
τελευταίοι τότε επιζώντες της Μάχης των Γιαννιτσών- ήταν και ο στρατηγός
Λεωνίδας Σπαής, πρώην υπουργός Άμυνας και πρώην υπουργός Βορείου Ελλάδος.
Επρόκειτο για αξιωματικό των χαρακωμάτων, αγνό Βενιζελικό, έντιμο άνθρωπο και
δημοκράτη ως το κόκαλο.
Ο αείμνηστος στρατηγός είχε πολεμήσει στους αγώνες
εκείνης της ηρωικής περιόδου ως ανθυπολοχαγός μαζί με το Σοφοκλή Βενιζέλο και
το Νικόλαο Πλαστήρα. Ο Σπαής ήταν Ηπειρώτης από την Άρτα και γνώριζε καλά το
Χασάν Ταχσίν Πασά που είχε κτήματα στην περιοχή. Τον θεωρούσε καλό αξιωματικό,
ευγενή άνθρωπο και ισχυριζόταν ότι ήταν ελληνικής καταγωγής.
Στη συζήτησή μας
υπογράμμιζε με έμφαση ότι «στο Σαραντάπορο και τα Γιαννιτσά ηττήθηκε προ της
γενναιότητος του στρατού μας και της θυελλώδους προελάσεώς του. Αλλά από
στρατιωτικής απόψεως έλαβε τις ορθές επιτελικές αποφάσεις. Εάν διέθετε μάλιστα
περισσότερα μέσα και καλυτέρα υπηρεσίαν πληροφοριών θα ηδύνατο ακόμα και να μας
ανακόψει. Η απόσυρση των δυνάμεών του από τα Γιαννιτσά διευκόλυνε
την προέλασή μας προς την Θεσσαλονίκην. Όσον δε αφορά στην αμαχητί
παράδοσιν εις ημάς μιας τόσον πολυάνθρωπης και τόσον σημαντικής από ιστορικής
απόψεως πόλεως, η ενέργεια αυτή συνιστά στρατιωτικήν παρεκτροπήν, αλλά αποτελεί
ταυτοχρόνως και πράξιν υψίστης φιλανθρωπίας και πολιτισμού, το στοιχείον δε
τούτο κατά την γνώμην μου, υπερβαίνει εκείνο του στρατιωτικού καθήκοντος.
Και
αυτό έπρεπε να συνυπολογίσουν προ της ετυμηγορίας των, οι στρατοδίκαι του.» Αφανάτιστη και προχωρημένη άποψη.
Όταν τελειώσαμε το γύρισμα στο σπίτι του
στην οδό Τσακάλωφ στο Κολωνάκι, ο ευπατρίδης γερο-στρατηγός μας «έκανε το
τραπέζι». Ήταν ένα λιτό στρατιωτικό γεύμα -φασολάδα, σαλάτα και τυρί- που
υποδείκνυε τη γενικότερη αντίληψη λιτής ζωής που είχε αυτός ο ευγενής άνθρωπος.
Λίγο αργότερα, την ώρα που πίναμε τον καφέ μας, γυρίζει ξαφνικά ο Σπαής και μου
λέει με τη σπαστή ηπειρώτικη προφορά του: «Άκουσε δω τι θα σου πω. Είσαι νέος
δημοσιογράφος και θα δεις πολλά. Αλλά να μην ξεχάσεις να ασχοληθείς κάποτε με
τον Ταχσίν Πασά. Τον αδίκησε η πατρίδα του, τον αδικήσαμε κι εμείς. Η πατρίδα
του, και εννοώ την Τουρκίαν, από τυπικής πλευράς είχε ίσως δίκαιο. Εμείς όμως
όχι. Διότι μας προσέφερε έπαθλον ανεκτίμητον».
Στο ντοκιμαντέρ που κάναμε «μπήκαν» τα
περισσότερα σημεία από τη συνέντευξη-μαρτυρία του στρατηγού Σπαή, ο οποίος δεν
πρόλαβε να το δει τελειωμένο γιατί εν τω μεταξύ απεβίωσε. Ένοιωσα βαθιά θλίψη
για την απώλεια εκείνου του αγνού πολεμιστή, ενός ενσαρκωτή της πιο
ταραχώδους, αλλά και της πιο ένδοξης περιόδου της ελληνικής ιστορίας. Τύχη
αγαθή, κράτησα στο αρχείο μου το οπτικό και ηχητικό υλικό από τα λίγα κομμάτια
της συνέντευξης εκείνης που δεν εντάχτηκαν ποτέ στην εκπομπή.
Πράγμα παράξενο,
διότι είναι το μόνο υλικό σε φιλμ 16 χιλιοστών, που κράτησα από τα χίλια τόσα
ντοκιμαντέρ που κάναμε με τον Κυριάκο Γεωργίου και τους συνεργάτες μας επί 23
χρόνια για την ΕΡΤ. Ανακάλυψα εκείνα τα ξεχασμένα κομμάτια του φιλμ, ύστερα από
πολλά χρόνια, ψάχνοντας μέσα στα ακατάστατα αρχεία μου, όταν μου ζήτησε
πληροφορίες για την εκπομπή ο ανιψιός του αείμνηστου Λεωνίδα Σπαή, κ. Ηλίας
Τασούλας, γιατρός καρδιολόγος από την Άρτα.
Τότε ξανάκουσα την άποψη του Στρατηγού
Σπαή για τον Ταχσίν Πασά, και θαύμασα την ευθυκρισία του. Ξανάκουσα επίσης την
απαξιωτική κριτική του για τον Κωνσταντίνο: «Είχεν κύρος αλλά δεν είχεν
μόρφωσιν ούτε γενικήν ούτε στρατιωτικήν. Στην Σχολήν Ευελπίδων επήγαινε μιαν
φοράν την εβδομάδα. Του έκανε ιδιαίτερα μαθήματα εις τα ανάκτορα ο στρατηγός
Σαπουντζάκης. Απόδειξη της αγνοίας του επί βασικών στρατιωτικών κανόνων είναι
ότι θα εχάναμε την Θεσσαλονίκην δια να καταλάβει το Μοναστήρι αν δεν τον
σταματούσε ο Βενιζέλος.» Αξιοπρόσεκτη στη γενναιοδωρία της είναι τέλος και η
γνώμη του Σπαή για τον «καλλίτερο επιτελικό» του Κωνσταντίνου, τον τότε Λοχαγό
Ιωάννη Μεταξά. «Ήταν οξύνους και ο μόνος εις το γενικό επιτελείο της Ελλάδος ο
οποίος διέθετε πλήρη στρατιωτικήν κατάρτισιν. Εγνώριζε να καταστρώνει τέλεια σχέδια
αμύνης και επιθέσεως και να συντάσσει με σαφήνεια διαταγές. Μεγάλο μυαλό, παρ'
ότι τότε του έλειπε η πείρα». Ο Λεωνίδας Σπαής, ως ιδεαλιστής στρατιωτικός
γαλουχημένος με τα εθνικά οράματα του Βενιζέλου, δεν ήταν ασφαλώς ένας τυχαίος
και ιδίως ένας άδικος «τεκμηριωτής».
Κάμποσα χρόνια αργότερα η συγγραφή του
βιβλίου μου για τον «Βίο του Μουσταφά Κεμάλ στην Θεσσαλονίκη», με οδήγησε ξανά
πίσω στα πρόσωπα και τα περιστατικά της Απελευθέρωσης της πόλης τον Οκτώβριο
του 1912. Η περίπτωση του Χασάν Ταχσίν Πασά και μαζί η προτροπή του Λεωνίδα
Σπαή, να ασχοληθώ κάποτε με αυτόν, αναδύθηκαν στη μνήμη μου. Η ιδέα με κέντρισε,
πολύ περισσότερο γιατί πλησίαζε και η επέτειος των 100 χρόνων της Απελευθέρωσης
της Θεσσαλονίκης. Άρχισα επίμονα το ψάξιμο.
Έγραψα ένα πρώτο κομμάτι στη Μακεδονία για το
επετειακό φύλλο της 26-10-2008, με τίτλο «Οι τρεις ταφές του Χασάν Ταχσίν Πασά»,
που το επιμελήθηκε αριστοτεχνικά ο συνάδελφος Στέλιος Κούκος. Το κομμάτι εκείνο
άρεσε, μεταφράστηκε, αναπαράχθηκε σωρηδόν σε διάφορες ιστοσελίδες και παραμένει
προβεβλημένο μέχρι σήμερα σε πολλούς δικτυακούς τόπους. Πολλοί που το διάβασαν
τότε και αργότερα, ζητούσαν λεπτομέρειες για την έκδοση του σχετικού βιβλίου.
Συνέχισα έκτοτε να ψάχνω για τον Χασάν Ταχσίν Πασά και
διαπίστωσα ότι σχεδόν τίποτα δεν ήταν γνωστό για τη ζωή του. Κατεβαίνοντας στα
άδυτα παλιών εφημερίδων και περιοδικών, μέσα στις δαιδαλώδεις διαδρομές
ελληνικών, τουρκικών, αλβανικών, οθωμανικών και αγγλικών αρχείων, βρέθηκα
μπροστά σε ένα ανεκμετάλλευτο χρυσωρυχείο για τον άνθρωπο αυτόν, που παρέδωσε
άθικτη και ακέραιη τη Θεσσαλονίκη στην Ελλάδα. Όλα αυτά τα ευρήματα, απλώνονται
τώρα στις σελίδες του βιβλίου που ακολουθούν.
Προσπάθησα το κείμενο να μην επαναλαμβάνει πράματα
γνωστά, αλλά να πληροφορεί μέσα από πολλές πηγές με νέα στοιχεία, να έχει
αξιοπιστία και να πλαισιώνεται από ενδιαφέρον υλικό. Κι ακόμα, να τέρπει, να
εκπλήσσει, να συγκινεί και να διαθέτει άποψη.
Το βιβλίο ξεκινάει σαν μυθιστόρημα και συνεχίζεται σαν
κινηματογραφικό σενάριο με πλοκή, χαρακτήρες, ανατροπές, συναισθήματα και
ρυθμό. Όλα τα περιστατικά που περιλαμβάνονται στο βιβλίο, ακόμα και όταν έχουν
τη μορφή μυθοπλασίας είναι ιστορικά τεκμηριωμένα μέχρι την τελευταία
λεπτομέρεια. Κοντολογίς, είναι μια προσπάθεια που φιλοδοξεί να καταστήσει
ιστορικά οικείο το σωτήρα και ευεργέτη της Θεσσαλονίκης, Χασάν Ταχσίν Πασά, και
να αποτίσει ειλικρινή φόρο τιμής σε μια μεγάλη εθνική επέτειο, τους ήρωες της
κι έναν από τους κυριότερους και δραματικότερους πρωταγωνιστές της.
ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΑΡΧΟ
Υπάρχει σήμερα στη Θεσσαλονίκη ένας κοσμοπολίτης και
πρακτικός Δήμαρχος που ενοράται πολλά και χρήσιμα για την πόλη. Κάποια από
αυτά, πολύ προχωρημένα για την κοινωνία της. Λέει, λ.χ., ότι δεν υπήρξε
Απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης αλλά Παράδοση. Από τυπικής απόψεως έχει απόλυτο
δίκιο, από συμβολικής όχι. Έχουν και οι συμβολισμοί τη σημασία τους στην
Ιστορία.
Και μόνο για το λόγο ότι υπήρξε ο Σωτήρας και
Ευεργέτης της Θεσσαλονίκης. Οι Τούρκοι ναι, ίσως δυσαρεστηθούν. Αλλά εδώ
πρόκειται για Ιστορία. Και μια αφανάτιστη πράξη τιμής στον Χασάν Ταχσίν Πασά
δεν συνιστά ασφαλώς πρόκληση προς την Τουρκία. Όπως δεν συνιστά εχθρική πράξη
προς την Ελλάδα η ανάδειξη ενός άλλου Χασάν Ταχσίν -τι σύμπτωση- σε εθνικό ήρωα
της Τουρκίας επειδή πυροβόλησε πρώτος εναντίον των Ελλήνων στρατιωτών όταν
αποβιβάστηκαν στη Σμύρνη το Μάιο 1919.
Το άγαλμα αυτού του Χασάν Ταχσίν, που ας
σημειωθεί ήταν από τη Θεσσαλονίκη, κοσμεί ένα από τα κεντρικότερα σημεία της
Σμύρνης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου