Δημογέροντας, ο Ασημάκης, σεβαστός και
δακτυλοδεικτούμενος. Σκληρός μα και με ευαισθησίες που ήξερε να τις κρύβει καλά
μέσα του, να τις οργανώνει βήμα στο βήμα και να πετυχαίνει σχεδόν
πάντα αυτό που ήθελε, χωρίς τυμπανοκρουσίες και ανούσιες τοποθετήσεις!
Αγωνιστής από τα γεννοφάσκια του, οξύνους και διορατικός. Άρχισε να
ετοιμάζεται, είχε συνεδρίαση σήμερα, 8 Νοεμβρίου του 1893, εν Μέτραις της
Ανατολικής Θράκης.
Ο καλαμαράς συνέχιζε να γράφει τις αποφάσεις της συνεδρίασης μα ο νους του κόλλησε σε μια φράση και τίποτα δεν άκουσε παρακάτω.
«Δ έ ο ν ή ο ύ; Δ έ ο ν ή ο ύ; Δ έ ο ν ή ο ύ; …»
Ένα ερωτηματικό που κλωθογυρίζει σε ολάκερο το βιβλίο, ζητά απάντηση για την τυράννια του απαγορευμένου έρωτα, τα αλισβερίσια παντός είδους, τα θαμμένα μυστικά, τον κρυμμένο θησαυρό, την επιλογή των γραμμάτων ως μέσο ελευθερίας, σε ζοφερούς καιρούς που μυρίζουν μπαρούτι, με τη θρυαλλίδα του πολέμου ν’ ανάβει. Αγγίζονται, όμως, με πείσμα τα όνειρα, βρίσκοντας καταφύγια απαντοχής. Αλλά έρχονται καιροί φουρτουνιασμένοι, μαρτυρικοί, με φιρμάνια, με φαρμάκια. Αφανίζονται, εκδιώκονται, απελαύνονται, χωρίς έλεος, λαοί, αρχίζοντας από το ρωμαίικο της Βόρειας Θράκης, τους Αρμένιους, τους Πόντιους, τους Μικρασιάτες, τους Ανατολικοθρακιώτες. Χαρίζονται τα χώματα. Ξεριζώνονται, οι για αιώνες ριζωμένοι σε τούτα. Άνθρωποι πηγαίνουν κι έρχονται – με κριτήριο τη θρησκεία – χωρίς να ρωτηθούν.
Ανταλλαγή το είπανε.
Ο καλαμαράς συνέχιζε να γράφει τις αποφάσεις της συνεδρίασης μα ο νους του κόλλησε σε μια φράση και τίποτα δεν άκουσε παρακάτω.
«Δ έ ο ν ή ο ύ; Δ έ ο ν ή ο ύ; Δ έ ο ν ή ο ύ; …»
Ένα ερωτηματικό που κλωθογυρίζει σε ολάκερο το βιβλίο, ζητά απάντηση για την τυράννια του απαγορευμένου έρωτα, τα αλισβερίσια παντός είδους, τα θαμμένα μυστικά, τον κρυμμένο θησαυρό, την επιλογή των γραμμάτων ως μέσο ελευθερίας, σε ζοφερούς καιρούς που μυρίζουν μπαρούτι, με τη θρυαλλίδα του πολέμου ν’ ανάβει. Αγγίζονται, όμως, με πείσμα τα όνειρα, βρίσκοντας καταφύγια απαντοχής. Αλλά έρχονται καιροί φουρτουνιασμένοι, μαρτυρικοί, με φιρμάνια, με φαρμάκια. Αφανίζονται, εκδιώκονται, απελαύνονται, χωρίς έλεος, λαοί, αρχίζοντας από το ρωμαίικο της Βόρειας Θράκης, τους Αρμένιους, τους Πόντιους, τους Μικρασιάτες, τους Ανατολικοθρακιώτες. Χαρίζονται τα χώματα. Ξεριζώνονται, οι για αιώνες ριζωμένοι σε τούτα. Άνθρωποι πηγαίνουν κι έρχονται – με κριτήριο τη θρησκεία – χωρίς να ρωτηθούν.
Ανταλλαγή το είπανε.
«Κι έτσι καταντήσανε τους ανθρώπους να ‘ναι ίσοι κι όμοιοι με
τις πραμάτειες. Άκου ανταλλαγή» μονολογεί αγαναχτισμένος ο Ασημάκης. Το
αρχέγονο κύτταρο ουρλιάζει. Τριανταένα χρόνια πλεγμένα ανάμεσα στη μυθοπλασία
και την ιστορία
Στα χέρια του ο Γιάγκος κρατά σφιχτά το ασημοκαπνισμένο κιτάπι με καταγραφές από το 1893 έως και το 1924, με της Ανατολής τα γλυκοχαράματα έως και τις δύσεις, που άλλοτε τις ακολουθούν αστροφεγγιές κι άλλοτε άφεγγες νυχτιές. Θεωρεί ευθύνη του, μέσα από τα αχνά και ξεθωριασμένα γράμματα να ανασύρει τις μνήμες, γιατί η εξέλιξη μέσα από τις μνήμες έρχεται. Ή όχι;
Να ιστορηθούν εντέλει στα φανερά, χωρίς ψιθύρους, μισόλογα και παρανοήσεις, τα γνωρίσματα κι οι λογισμοί μιας ευημερούσας κοινωνίας και να αποκαλυφθούν οι καταθέσεις της ψυχής τους. Θεωρεί τιμή του, τα κιτρινισμένα φύλλα κάποτε, όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου, όταν η μνήμη σταματήσει να πονά, να μετατραπούν σε λευκά νοσταλγικά φύλλα. Αλησμόνητα.
Από αγάπη στον παππού. Από σεβασμό σε όλους όσους πάσχισαν και λαχτάρισαν για την Πατρίδα!
Ένα μνημόσυνο χρέους για το τελευταίο ρωμαίικο.
Η Μικρή Πατρίδα χάθηκε.
Όχι, η μνήμη. Η δική του υπόσχεσηΣτα χέρια του ο Γιάγκος κρατά σφιχτά το ασημοκαπνισμένο κιτάπι με καταγραφές από το 1893 έως και το 1924, με της Ανατολής τα γλυκοχαράματα έως και τις δύσεις, που άλλοτε τις ακολουθούν αστροφεγγιές κι άλλοτε άφεγγες νυχτιές. Θεωρεί ευθύνη του, μέσα από τα αχνά και ξεθωριασμένα γράμματα να ανασύρει τις μνήμες, γιατί η εξέλιξη μέσα από τις μνήμες έρχεται. Ή όχι;
Να ιστορηθούν εντέλει στα φανερά, χωρίς ψιθύρους, μισόλογα και παρανοήσεις, τα γνωρίσματα κι οι λογισμοί μιας ευημερούσας κοινωνίας και να αποκαλυφθούν οι καταθέσεις της ψυχής τους. Θεωρεί τιμή του, τα κιτρινισμένα φύλλα κάποτε, όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου, όταν η μνήμη σταματήσει να πονά, να μετατραπούν σε λευκά νοσταλγικά φύλλα. Αλησμόνητα.
Από αγάπη στον παππού. Από σεβασμό σε όλους όσους πάσχισαν και λαχτάρισαν για την Πατρίδα!
Ένα μνημόσυνο χρέους για το τελευταίο ρωμαίικο.
Έξοχη γραφή, με άριστη απόδοση των
χαρακτήρων που πρωταγωνιστούν.
Έξοχη και η περιγραφή του περιβάλλοντος -πολιτικού, κοινωνικού και γεωγραφικού- μέσα στο οποίο εξελίσσεται ο μύθος του βιβλίου.
Ο μύθος που δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ο βάναυσος διωγμός των προκομμένων Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης και όχι μόνον.
Δεν είναι ιστορικός ο μανδύας του κειμένου: Είναι η ίδια η ιστορία του γένους μας, που αποδίδεται άψογα, με πραγματικά ιστορικά γεγονότα, δοσμένα με λογοτεχνικό, ενίοτε ποιητικό μανδύα. Και αυτό είναι το μεγαλύτερο χάρισμα του βιβλίου. Είναι η ζωντάνια της ατμόσφαιρας, που κάνει το παρελθόν παρόν και τον αναγνώστη θεατή και ψυχογράφο των πρωταγωνιστών και των ιστορικών γεγονότων.
Η περιγραφή των πρωταγωνιστών, των ηθών και των εθίμων τους, είναι το ακριβές είδωλο στον καθρέφτη της πραγματικής ζωής των Ελλήνων της Ανατολής και είναι δοσμένη καλύτερα από ένα λαογραφικό βιβλίο με το ίδιο θέμα, καθώς, δεκαετίες μετά, ανασταίνει τον ελληνισμό και αποκαλύπτει όλα τα χαρίσματα που τον διακρίνουν. Η προκοπή είναι που κυριαρχεί.
Η ιστορική τεκμηρίωση του σεναρίου, με τη χρήση πραγματικών ντοκουμέντων, το κάνει αληθινό, δραματικό, υπέροχο.
Συγχαρητήρια στη συγγραφέα, που όσο πολλά κι αν είναι, θα είναι λίγα για μία τέτοια προσπάθεια και για ένα τέτοιο αποτέλεσμα.
Η λογοτεχνική και ιστορική αξία του κειμένου και ο τρόπος γραφής, θα γεννήσουν στο αναγνωστικό κοινό ένα έξοχο, μοναδικό, συναίσθημα…
Έξοχη και η περιγραφή του περιβάλλοντος -πολιτικού, κοινωνικού και γεωγραφικού- μέσα στο οποίο εξελίσσεται ο μύθος του βιβλίου.
Ο μύθος που δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ο βάναυσος διωγμός των προκομμένων Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης και όχι μόνον.
Δεν είναι ιστορικός ο μανδύας του κειμένου: Είναι η ίδια η ιστορία του γένους μας, που αποδίδεται άψογα, με πραγματικά ιστορικά γεγονότα, δοσμένα με λογοτεχνικό, ενίοτε ποιητικό μανδύα. Και αυτό είναι το μεγαλύτερο χάρισμα του βιβλίου. Είναι η ζωντάνια της ατμόσφαιρας, που κάνει το παρελθόν παρόν και τον αναγνώστη θεατή και ψυχογράφο των πρωταγωνιστών και των ιστορικών γεγονότων.
Η περιγραφή των πρωταγωνιστών, των ηθών και των εθίμων τους, είναι το ακριβές είδωλο στον καθρέφτη της πραγματικής ζωής των Ελλήνων της Ανατολής και είναι δοσμένη καλύτερα από ένα λαογραφικό βιβλίο με το ίδιο θέμα, καθώς, δεκαετίες μετά, ανασταίνει τον ελληνισμό και αποκαλύπτει όλα τα χαρίσματα που τον διακρίνουν. Η προκοπή είναι που κυριαρχεί.
Η ιστορική τεκμηρίωση του σεναρίου, με τη χρήση πραγματικών ντοκουμέντων, το κάνει αληθινό, δραματικό, υπέροχο.
Συγχαρητήρια στη συγγραφέα, που όσο πολλά κι αν είναι, θα είναι λίγα για μία τέτοια προσπάθεια και για ένα τέτοιο αποτέλεσμα.
Η λογοτεχνική και ιστορική αξία του κειμένου και ο τρόπος γραφής, θα γεννήσουν στο αναγνωστικό κοινό ένα έξοχο, μοναδικό, συναίσθημα…
Εκδόσεις Φυλάτος
Βιβλία που κάνουν φίλους
Βιβλία που κάνουν φίλους
Η συγγραφέας
Η
Ευθαλία Ασημακίδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη.
Μέχρι τα δεκαοκτώ
της χρόνια έζησε στη Γέφυρα Θεσσαλονίκης- το παλιό Τοψίν (Topsin) -, ιστορική
έδρα του δήμου Χαλκηδόνας.
Σήμερα, ζει στην Περαία Θεσσαλονίκης.
Σήμερα, ζει στην Περαία Θεσσαλονίκης.
"Με κάμποσα χρόνια στο χώρο της εκπαίδευσης έσκυψα πάνω στα παιδιά, ακούμπησα το αλλιώτικο, το διαφορετικό, κι όλοι μαζί βρήκαμε τη δική μας γλώσσα, με καθάρια ματιά χωρίς παρωπίδες.
Στο «Δ έ ο ν ή ο ύ», έσκυψα κι ακούμπησα με τον τρόπο που διδάχτηκα από τα παιδιά. Αυτόν της ενότητας και της συμπόρευσης".
Θάλεια Ασημακίδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου