«Εν
Αμισώ (Σαμσούν), την 18ην ή 31η ν.η. Ιανουαρίου 1921, ημέραν καθ' ην η γη ήτο
κεκαλυμμένη με τον πάλλευκον μανδύαν του Βορρά, ώραν 8 π.μ. είχον μεταβή εις το
Γυμνάσιον. Πριν αναλάβω υπηρεσίαν, λαμβάνω θλιβεράν είδησιν παρά του
γυμνασιάρχου, αειμνήστου Ιωάν. Σεφεριάδη, ότι κάποιος αστυνομικός υπάλληλος
προσελθών προ ολίγου μ' εζήτησε και αφήκεν εντολήν να εμφανισθώ προ του
αστυνομικού διευθυντού Σαμπρή εφένδη. Εις την εντολήν ταύτην υπείκων, εντός
ολίγου κατάφθασα εις την Αστυνομίαν. Εκεί μετά μικράν ανάκρισιν ηναγκάσθην να
παραμείνω.
Κάτωθεν του διωρόφου αστυνομικού τμήματος υπήρχε ιδιαίτερον δωμάτιον
κρατητήριον, όπου ωδηγήθην. Εκεί μεταξύ άλλων περίπου 20 κρατουμένων δια
διαφόρους υποθέσεις, εν τω στενώ εκείνω χώρω, συνήντησα τον Κοσμάν Σιβατζόγλου,
τον Κωνσταντίνον Σερέφαν, τον Ιάκωβον Κουλοχέρην, και τον Σταύρον Ασλανίδην. Τι
συμβαίνει άραγε; ηρώτησα. Μοι εξήγησαν δι' ολίγων ότι πρόκειται περί του
Συλλόγου «Ορφεύς» και ότι γενομένης ερεύνης εις οικίαν της Άνω Αμισού, εκ τινος
αφορμής, ευρέθη διπλότυπος απόδειξις 5 γροσίων, μηνιαίας συνδρομής μέλους του
προ πολλού αργούντος μουσικοφιλολογικού συλλόγου, του οποίου εγώ μεν ετύγχανα
πρόεδρος, οι δε προμνησθέντες μέλη του διοικητικού συμβουλίου».
Απ'
την Αστυνομία μεταφέρθηκαν στις φυλακές Αμισού, όπου μετά λίγες μέρες... «ο εις
μετά τον άλλον μεταφέρονται περί τους 70, αφού προηγουμένως υπέστησαν κατ'
οίκον έρευναν εν καιρώ νυκτός και συναποκομίζοντο σάκκοι εγγράφων, βιβλίων και
μικροαντικειμένων... Εντός ολίγου βλέπομεν ότι μεταφέρονται και πρόκριτοι της
Πάφρας. Αι φυλακαί επληρώθησαν, οπότε μετά τρεις ημέρας ειδοποιούνται ότι
αποστέλλονται εις τας φυλακάς Αμασείας, όπου και οδηγούνται με χειροπέδας, ως
οι έσχατοι των κακούργων, εφ' αμαξών, υπό συνοδείαν ενόπλων. Την 20 Φεβρουαρίου
ή 5 Μαρτίου ν.η. υπό φοβερόν χειμώνα εστάλημεν και ημείς...».
Φτάνοντας
στην Αμάσεια ο Βαλιούλης περιγράφει την πόλη με το ίδιο πάντα ύφος του
καθηγητή: «Η Αμάσεια, πόλις αρχαία, επί του διασχίζοντος αυτήν Ίριδος ποταμού,
είναι εκτισμένη εντός μακράς και βαθείας κοιλάδος, αν και βραχώδης εις το
κέντρον, είναι πλούσια εις βλάστησιν. Δενδροφύτευτος εξ οπωροφόρων, παράγει τα
περίφημα ευώδη μήλα, δαμάσκηνα, άπια, καλλιεργούνται σιτηρά, μπάμιες και αλλά
λαχανικά. Δια των πολλών αλευρομύλων, υδρομύλων και ατμοκινήτων διενεργείται
σπουδαίον εμπόριον αλεύρων. Εκ των αρχαίων υπάρχουν αξιόλογα μνημεία, τάφοι
βασιλέων μετ' εξόχου τέχνης λαξευμένοι, λείψανα τειχών συνδέοντα τας δύο
ακροπόλεις...».
Αλλά
γρήγορα φτάνει στην τρέχουσα πραγματικότητα: «Το διαμέρισμα της φυλακής όπου
εκρατήθημεν, τέως ερειπωμένον, άνευ υελοπινάκων και παραθύρων, επισκευασθέν
δαπάναις των ημετέρων, απετελείτο εκ δύο μεγάλων αιθουσών και τριών μικρών
κελλίων, εστηριγμένων εις τας βραχώδεις υπωρείας αποκρήμνου υψώματος, μετά
μικρού αυλογύρου. Χώρος 2 μέτρων μήκους και ενός πλάτους διετίθετο δι' έκαστον
των κρατουμένων μετά των αποσκευών αυτού. Παραπλεύρως υπήρχε κατά μήκος στενός
και σκοτεινός διάδρομος, χρησιμεύων ως τόπος παρασκευής φαγητών και παρέκει το
μέρος της μονώσεως. Η κνίσσα των φαγητών, η κακοσμία των αποχωρητηρίων και το
ανθρακικόν οξύ εκ των ξυλανθράκων, συνεπλήρουν την ασφυκτικήν ατμόσφαιραν.
Συν
τω χρόνω κατέφθανον νέοι κρατούμενοι εκ των παραλίων πόλεων του Πόντου,
Κοτυώρων, Κερασούντος, Φάτσας, Οινόης, Τραπεζούντος, Πάφρας, Αλάτσαμ και εκ του
εσωτερικού Ακ δαγ Μαδέν, Τοκάτης, Τσορούμ, Κάβζας, Μερζιφούντος και όλοι
έστοιβάζοντο μαζί μας. Είναι αδύνατον να φαντασθή κανείς την δίαιταν τοσούτου
πλήθους εντός τόσον στενού χώρου. Και το κακόν λαμβάνει διαστάσεις. Οι Τούρκοι
δεν σέβονται πλέον ούτε την ασυλίαν της ιεράς μητροπόλεως. Μετά λεπτομερή
έρευναν εις τα γραφεία, συλλαβόντες τον επίσκοπον Ζήλων Ευθύμιον Αγριτέλλην και
τον γηραιόν πρωτοσύγγελον Πλάτωνα Αϊβαζίδην, απάγουσιν αυτούς εις τας φυλακάς
Αμασείας, αποτελέσαντας μέλη της μεγάλης συντροφιάς μας».
Επί
μήνες κράτησε η φυλάκιση και να πώς περνούσαν τον καιρό τους οι υπόδικοι: «Προς
αποφυγήν πλήξεως και μετριασμόν της ανίας του αργόσχολου εκείνου πλήθους
συνησπίσθημεν κατά μικράς ομάδας δια την διατροφήν, χαρτοπαιξίαν και τας
συζητήσεις. Αύται διεξήγοντο μεταξύ αισιοδόξων και απαισιοδόξων, επικεφαλής των
τελευταίων τούτων διακρινομένου του Ματθαίου Κωφίδου, τέως βουλευτού εν
Κωνσταντινουπόλει και ήδη αντιπροσώπου του μητροπολίτου Χρυσάνθου,
απουσιάζοντος εις το εξωτερικόν. Ο Κωφίδης εκ πεποιθήσεως διέβλεπε σκοτεινόν
τον ορίζοντα, ψυχολογών την νοοτροπίαν των Νεοτούρκων και εκδηλών την
απαισιόδοξον γνώμην του, εφ' ω και απεφεύγετο υπό πολλών»......
Παντελής Χ. Βαλιούλης
Καθηγητής του Γυμνασίου Αμισού
( Υπόδικος φυλακών Αμάσειας που κατάφερε να ξεφύγει τον θάνατο)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου