ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ,ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ, ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018

Μολονότι οι διάλεκτοι, αρχαίες και σύγχρονες, συσχετίζονται κατά κύριο λόγο με την προφορικότητα, συχνά ενδέχεται να εισχωρούν και στον γραπτό λόγο. Η χρήση διαλεκτικών τύπων δεν είναι φαινόμενο άγνωστο στη νεοελληνική λογοτεχνία (βλ. π.χ. τον Ερωτόκριτο, γραμμένο στο κρητικό ιδίωμα). Ωστόσο, οι αρχαίες διάλεκτοι διαμορφώνουν με έναν τρόπο διαφορετικό σε σύγκριση με τους οικείους μας τα λογοτεχνικά κείμενα.
Νίκος Ανδριώτης
Ο αρχαίος λόγος, ποιητικός και πεζός, παραμένει γλωσσικά διαλεκτικός, όπως παρατηρεί ο Ανδριώτης (1992,23), αποκρυσταλλώνοντας έτσι και την έλλειψη μιας κοινά αποδεκτής γλωσσικής μορφής της ελληνικής. Ανεξάρτητα όμως από αυτό, κατά τη διαλεκτική φάση της ελληνικής συντελείται ένα φαινόμενο σχεδόν μοναδικό στην ιστορία της λογοτεχνίας: συγκεκριμένες διάλεκτοι αναπτύσσουν στενούς συσχετισμούς με ορισμένα λογοτεχνικά είδη. 
Δημιουργούνται, δηλαδή, γραμματειακές γλώσσες, γλώσσες που προσιδιάζουν σε κάθε γραμματειακό είδος, δεσμεύοντας μ’ αυτόν τον τρόπο τους συγγραφείς σε συγκεκριμένες λεξιλογικές, γραμματικές και συντακτικές επιλογές.

Για τη σύγχρονη αντίληψη είναι παράδοξο, αλλά ένας ποιητής ή συγγραφέας του 6ου αιώνα π.Χ. δεν έγραφε τα έργα του στη μητρική του διάλεκτο ή έστω σε μια κοινή γλώσσα, αλλά στη διάλεκτο που προσιδίαζε στο συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος. Ο Τυρταίος π.χ., μολονότι είναι Λάκωνας, συνθέτει στην ιωνική διάλεκτο, επειδή ακριβώς η ιωνική είναι η γλώσσα της ελεγείας.

Φυσικά δεν εξελίχθηκαν όλες οι διάλεκτοι της ελληνικής σε λογοτεχνικές διαλέκτους. Ποικίλοι παράγοντες διαμόρφωσαν αυτήν την επιλογή. Πιθανότατα μεγάλο ρόλο έπαιξε η διάλεκτος στην οποία είχε καλλιεργηθεί για πρώτη φορά ένα ορισμένο γραμματειακό είδος, αλλά και ο θαυμασμός και το κύρος που ενέπνευσαν μείζονα κείμενα τα οποία είχαν συντεθεί σε μια συγκεκριμένη διάλεκτο.

Ακολούθως, φαίνεται ότι ο συσχετισμός του είδους με τη γλώσσα διατύπωσης του απέκτησε ένα ειδικό βάρος, ένα ιδιόμορφο κύρος το οποίο δεν μπορούσαν να υποσκελίσουν οι μεταγενέστεροι επίδοξοι συγγραφείς του ίδιου είδους. Αποτέλεσμα ήταν η πειθαρχία και η υπακοή στην παραδεδομένη γλωσσική μορφή. Μοιάζει έτσι η λογοτεχνία στον αρχαίο κόσμο να αναπτύσσεται με βάση την ιστορική και καλλιτεχνική μνήμη- το ίδιο το είδος αποκτά μια αυτονομία που τελικά δεσμεύει και το συγγραφέα του.

Η ιωνική αποτέλεσε μια από τις σημαντικότερες λογοτεχνικές διαλέκτους της αρχαίας ελληνικής. Λειτούργησε ως γλωσσική βάση των ομηρικών επών, αποτέλεσε σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα τη γλώσσα δύο εκ των σημαντικότερων ειδών λυρικής ποίησης, της ελεγείας και του ιάμβου, σ’ αυτήν καταγράφηκαν οι πρώτες φιλοσοφικές αναζητήσεις των Ελλήνων της Μ. Ασίας και τα πρώτα ιστορικά κείμενα.

Τέλος, η ελληνική επιστήμη και συγκεκριμένα η ιατρική κάνει τα πρώτα βήματά της αρθρωμένη σε λόγο ιωνικό. Με λίγα λόγια, η ιωνική αποτέλεσε τη διάλεκτο στην οποία εκφράστηκε η ελληνική πολιτισμική δημιουργία, προπαντός κατά την αρχαϊκή, αλλά και αργότερα, κατά την κλασική περίοδο.

Προτού προχωρήσουμε στην αναλυτικότερη εξέταση των λογοτεχνικών εκφάνσεων της ιωνικής θα πρέπει να επισημανθεί ότι οι λογοτεχνικές διάλεκτοι είναι σε κάποιο βαθμό γλώσσες τεχνητές, προϊόντα συναρμογής ποικίλων στοιχείων που έχουν υποστεί έντονη επεξεργασία και πιθανότατα δεν αντιστοιχούν σε πραγματικές γλώσσες που μιλήθηκαν σε ορισμένο χώρο και χρόνο.

 Επιπλέον, στη λογοτεχνική τους χρήση οι διάλεκτοι συνηθίζουν να εμφανίζουν τα έντονα χαρακτηριστικά τους ομαλοποιημένα, αποβάλλοντας τους τραχείς ιδιωματισμούς και αντιπροσωπεύοντας περισσότερο μια «υπερτοπική» μορφή. Η ιωνική της ιαμβικής ποίησης π.χ. θα αποφύγει τις ιδιαιτερότητες της ιωνικής της Πάρου ή της Εύβοιας και θα επιλέξει τους κοινούς, ανεξάρτητα με τις κατά τόπους ιδιομορφίες, ιωνικούς γλωσσικούς τύπους.

 Τέλος, παρά τα «διαλεκτικά δεσμά», συχνά η γλώσσα προδίδει στοιχεία καταγωγής του συγγραφέα, καθώς σε πολλές περιπτώσεις η λογοτεχνική διάλεκτος συμπλέκεται με χαρακτηριστικά γνωρίσματα της μητρικής διαλέκτου του δημιουργού. Ο Σιμωνίδης (φθίνων 6ος - πρώιμος 5ος π.Χ.) και ο Βακχυλίδης (5ος π.Χ.), λ.χ., αμφότεροι καταγόμενοι από την ιωνική Κέα, παρόλο που συνθέτουν χορική ποίηση (είδος λυρικής ποίησης που εκτελούνταν από ομάδες ανδρών, αγοριών, γυναικών, κοριτσιών, προπαντός σε σημαντικά δημόσια γεγονότα), η οποία κατά παράδοση γράφεται στη δωρική διάλεκτο, χρησιμοποιούν συχνά ιωνικά γλωσσικά στοιχεία.


Roland Barthes
(α) Η ιωνική επική διάλεκτος

 Το γλωσσικό ζήτημα των ομηρικών επών είναι αρκετά εκτενές και πολυσύνθετο για να το πραγματευθούμε με επάρκεια σ’ αυτό το σύντομο δοκίμιο. Επιπλέον, συσχετίζεται στενά με έναν κυκεώνα ερωτημάτων στον πυρήνα του ομηρικού ζητήματος, όπως η καταγωγή και η προσωπικότητα του συγγραφέα, ο χρόνος και ο τόπος σύνθεσης των ομηρικών επών κ.λπ. Επειδή, λοιπόν, όπως επισημαίνει και ο Barthes, η γλώσσα δεν είναι ποτέ αθώα, εμείς εδώ θα μείνουμε στις κατά την άποψή μας αναμφίλεκτες θέσεις.
 Η γλώσσα των επών είναι μια σύνθετη,  εμβριθώς  επεξεργασμένη και σε μεγάλο βαθμό στιλιζαρισμένη και φορμουλαϊκή γλώσσα η οποία, στη μορφή που καταγράφεται στα ομηρικά έπη, δεν μιλήθηκε ποτέ. Η γλώσσα της Ιλιάδας και της Οδύσσειας είχε ένα κοινό εκατομμυρίων, αλλά ούτε έναν φυσικό ομιλητή. Η γλώσσα των ομηρικών επών αποτελεί ένα διαλεκτικό κράμα, με κύριο δομικό υλικό την ιωνική διάλεκτο.
 Έτσι, ενώ η πλειονότητα των επικών γλωσσικών στοιχείων ανήκει στην ιωνική διάλεκτο, διακρίνονται λεξιλογικά και γραμματικά στοιχεία της αιολικής, καθώς και ελάχιστα δωρικά. Συγχρόνως, περιλαμβάνονται και πολλοί αττικοί νεωτερισμοί. Η προτεραιότητα των ιωνικών στοιχείων καθιστά ιδιαίτερα πιθανή την υπόθεση ότι τα ομηρικά έπη συντέθηκαν σε περιοχές όπου κυριαρχούσε η ιωνική διάλεκτος, πιθανότατα στη Μ. Ασία και στις όμορες νήσους.
Η επίδραση των ομηρικών επών στην αρχαία λογοτεχνική παραγωγή ήταν πραγματικά θεμελιώδης. Κατ’ αρχάς τα ομηρικά έπη αποτέλεσαν το απόλυτο κείμενο αναφοράς για όλη την ελληνική ποίηση που ακολούθησε. Δεν επηρέασαν μόνο τη διαμόρφωση του οικείου τους λογοτεχνικού είδους, του έπους, αλλά και την ελληνική ποιητική παραγωγή στο σύνολό της. Ίσως μάλιστα να άσκησαν και τη μεγαλύτερη και εντονότερη επίδραση σε σχέση με όλες τις άλλες λογοτεχνικές γλωσσικές μορφές.

Σ’ αυτήν την κατεύθυνση προφανώς συνέβαλε το γεγονός ότι η Ιλιάδα και η Οδύσσεια αποτέλεσαν το διδακτικό εγχειρίδιο των Ελλήνων, τη βάση της ελληνικής παιδείας για εκατοντάδες χρόνια. Αιώνες μετά την καθιέρωση και απόλυτη επικράτηση της ελληνιστικής κοινής, τα ομηρικά έπη θα υπενθυμίζουν τους διαλεκτικούς χρωματισμούς που χαρακτήριζαν κάποτε την ελληνική και θα παραπέμπουν στον πολιτισμικό και γλωσσικό πλούτο της ιωνικής εκδοχής της.
Αλεξανδρινή Βιβλιοθήκη

Έτσι, ακόμα και στον ύστερο πλατωνισμό, στην Αλεξάνδρεια του 6ου αιώνα μ.Χ., ο Ολυμπιόδωρος, ο τελευταίος ηγέτης της εκεί πλατωνικής σχολής, εξακολουθεί να παραθέτει, στο πλαίσιο μιας ομολογουμένως εξαιρετικά ιδιόμορφης πλατωνικής εξήγησης, ομηρικούς στίχους, γραμμένους σε μια σύνθετη διάλεκτο, η οποία δεν μιλήθηκε ποτέ, αλλά είχε ως βάση της την ιωνική.

Η γλώσσα του έπους, ως κράμα ιωνικών και άλλων στοιχείων, αποτέλεσε ένα τόσο αξεπέραστο πρότυπο, ώστε κατέληξε να λειτουργήσει η ίδια στο εξής ως γραμματειακή γλώσσα. Ο Ησίοδος, καταγόμενος από την Άσκρα της Βοιωτίας, μια κώμη «δυσχείμερο και κακοθέρειο», πολύ μακριά από την εύφορη και παραθαλάσσια γη της Ιωνίας, γράφει επίσης έπη. Ωστόσο σε αντίθεση με την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, που συνιστούν εποποιίες, η ποίηση του Ησιόδου, εμπνευσμένη από τον συντηρητικό γεωργικό βίο της Βοιωτίας είναι ηθική και διδακτική. Ανεξάρτητα, όμως, από τις ουσιαστικές διαφορές ως προς το περιεχόμενο, το λογοτεχνικό είδος λειτουργεί ως καταλύτης και η επική παράδοση έχει ένα τέτοιο ηθικό βάρος που είναι αδύνατον να παραβλεφθεί, με αποτέλεσμα να επιβάλλει τη γλωσσική μορφή. 
Έτσι, ο Ησίοδος χρησιμοποιεί την επική διάλεκτο διανθισμένη με αιολικά χαρακτηριστικά και βοιωτικές και δωρικές ιδιομορφίες. Ακόμα λοιπόν και στα κείμενα ενός Βοιωτού, ο οποίος έχει ζήσει σε ένα εντελώς διαφορετικό πολιτισμικό περιβάλλον, η γλώσσα της Ιωνίας επιβιώνει στην επική της εκδοχή.


(β) Ιωνική: η διάλεκτος του ιάμβου και  της ελεγείας

Εστία ανάπτυξης της ελληνικής ιαμβικής και ελεγειακής ποίησης συνδέθηκε με την ιωνική διάλεκτο.

 Ο Αρχίλοχος, ο ψογερός (Πίνδαρος, Πυθ. 2.55) και ανήσυχος στρατιώτης-ποιητής του 7ου αιώνα π.Χ., έγραψε κατά κύριο λόγο σε ιαμβικά και ενίοτε και σε ελεγειακά μέτρα. Γνωστός προπαντός για το θράσος του να ρίξει την περίφημη ασπίδα του εν ώρα μάχης, είναι ο πρώτος Έλληνας ποιητής ο οποίος σπάει τα δεσμά με την παράδοση και φέρνει στο ποιητικό προσκήνιο τα προσωπικά του συναισθήματα, τους φόβους, τις επιθυμίες και τις αγωνίες του. Ίσως γι’ αυτό να επιλέγει ως γλωσσικό του εργαλείο τη γλώσσα της πατρίδας του, της Πάρου. Η ιωνική διάλεκτος ως μητρική γλώσσα του ποιητή καθίσταται το προσφορότερο μέσο για την αποκρυστάλλωση και απόδοση της προσωπικής εμπειρίας (γι’ αυτό άλλωστε στα ποιήματά του χρησιμοποιεί και γλωσσικά στοιχεία παρμένα από το καθημερινό ιωνικό λεξιλόγιο).
Καλλίνος
 Η ιωνική ήταν η μητρική γλώσσα και του σύγχρονου του Αρχίλοχου, Καλλίνου. Ο Καλλίνος, ο οποίος κατάγεται από την Έφεσο, γράφει προπαντός ελεγείες. Η ελεγεία, μολονότι κατά τα κλασικά χρόνια εξελίχθηκε σε θρηνητικό άσμα, στην πρώιμη μορφή της ήταν ένα τραγούδι που συνοδευόταν από αυλό και συσχετιζόταν με την ορμητική διάθεση της εκστρατείας. Η ποίηση του Καλλίνου εμφορείται από αγωνιστικό πνεύμα, υμνεί τη γενναιότητα και επαινεί τον ηρωικό θάνατο για την πατρίδα και την οικογένεια. Το θεματικό κέντρο αναπόφευκτα παραπέμπει στα ομηρικά έπη και ακολούθως στην επική ιωνική γλωσσική μορφή. Στο σημαντικότερο σωζόμενο απόσπασμά του η ελεγειακή ποίηση, διατυπωμένη στην ιωνική διάλεκτο, καθίσταται μέσο προτροπής της νεολαίας της Ιωνίας, η οποία κατά τον ποιητή έχει αφεθεί σε βίο τρυφηλό και ανέμελο.
 Η ελεγεία είχε τόσο αναπόφευκτα συνδεθεί με την ιωνική διάλεκτο, ώστε ένας  Λάκωνας ποιητής, επίσης του 7ου αιώνα π.Χ., ο Τυρταίος, νιώθει υποχρεωμένος να γράψει στην ιωνική διάλεκτο, αν και απευθύνεται σε δωρικό ακροατήριο. Οι σωζόμενες μαρτυρίες καταδεικνύουν ότι ο Τυρταίος πρώτος μετέφερε την ελεγεία στην ηπειρωτική Ελλάδα και πειθαρχώντας στη γλώσσα του είδους ακολούθησε τους τρόπους και τις συμβάσεις της ιωνικής επικής παράδοσης. Μάλιστα, εξαιτίας αυτής της γλωσσικής επιλογής, μεταγενέστεροι συγγραφείς έφτασαν να αμφισβητήσουν τη λακωνική καταγωγή του.
Μια γενιά αργότερα ζει ο Μίμνερμος, ένας Ίωνας από την Κολοφώνα. Στη διάλεκτο του τόπου του, αλλά και στη διάλεκτο ενός διαμορφωμένου πλέον λογοτεχνικού είδος, ο Μίμνερμος καταγράφει σημαντικά ιστορικά γεγονότα. Κατονομάζεται ως δημιουργός της ερωτικής ελεγείας, αλλά τα έργα του καταγράφουν, μεταξύ άλλων, σημαντικές ιστορικές στιγμές της Ιωνίας. Στο έργο του που αργότερα πήρε το όνομα Ναννώ, παρατίθεται η αρχαιότερη σωζόμενη αναφορά στον ιωνικό αποικισμό (μετανάστευση από την Πύλο και ίδρυση της Κολοφώνας και της Σμύρνης).

 Σ’ αυτήν την πρώιμη φάση της ελληνικής ελεγείας οι ποιητές φροντίζουν οι γλωσσικές τους επιλογές να εναρμονίζονται με τους ιωνικούς επικούς τύπους, αποφεύγοντας τα αιολικά στοιχεία. Αυτό δεν ισχύει σε τέτοιο βαθμό με τους μεταγενέστερους ελεγειακούς ποιητές του 6ου αιώνα π.Χ., οι οποίοι, χωρίς να παρεκκλίνουν βέβαια από την ιωνική γλωσσική μορφή, διαχειρίζονται τη γλώσσα με μεγαλύτερη ελευθερία.
Θέογνις ο Μεγαρεύς
 Έτσι ο Θέογνις, ο οποίος γεννήθηκε στα Μέγαρα στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ., εκφράζει στους συμπολίτες του την αγωνία για την ταραγμένη εποχή του χρησιμοποιώντας την ιωνική διάλεκτο, ενώ πρέπει να φανταστούμε το νομοθέτη και ελεγειοποιό Σόλωνα να απαγγέλλει στην αγορά των Αθηνών, ντυμένος με το σκούφο του αρρώστου, το περίφημο ποίημά του Σαλαμίς, γραμμένο στην ιωνική ελεγειακή διάλεκτο, προκειμένου να προτρέψει τους συμπολίτες του να πολεμήσουν για τη Σαλαμίνα.
 Την ίδια εποχή, οι ιαμβογράφοι Σημωνίδης από την Αμοργό και Ιππώναξ από την Έφεσο συνεχίζουν την παράδοση, θεματική αλλά και γλωσσική, που εγκαινίασε ο Αρχίλοχος. Στα έργα τους με άμεσο και ζωηρό ύφος καταγίνονται, όπως συνηθίζεται στον ιωνικό τρόπο, με εικόνες και ζητήματα της καθημερινής ζωής.

(γ) Λυρική μονωδία

 Η ελεγεία και ο ίαμβος αποτελούσαν μία όψη της πνευματικής ζωής του ελληνισμού κατά την αρχαϊκή περίοδο. Η μονωδία, από την άλλη μεριά, δηλαδή το τραγούδι που συνοδεύεται με κάποιο μουσικό όργανο, συνηθέστατα λύρα ή αυλό, δεν είχε συσχετιστεί με ένα αποκλειστικά γλωσσικό είδος. Επειδή ακριβώς η μελική ποίηση εκφράζει έντονα προσωπικά συναισθήματα, ίσως παρακάμφθηκε η διαλεκτική εξάρτηση που εντοπίζεται σε άλλα είδη ποίησης. Έτσι, ο Ιωνάς Ανακρέων από την Τέω συνθέτει τα ποιήματά του στην οικεία του ιωνική διάλεκτο. Στην Ιωνία δεν παραπέμπει μόνο η γλώσσα, αλλά επίσης το ύφος και τα μέτρα, ώστε ο Ανακρέων να θεωρηθεί ως «ένα είδος ποιητικού Ηροδότου».

(δ) Τραγωδία

Αυτή η ισχυρότατη λογοτεχνική παράδοση αιώνων, διατυπωμένη είτε σε ακραιφνή ιωνική διάλεκτο είτε ως επική σύνθεση με βάση την ιωνική διάλεκτο, αναπόφευκτα επηρέασε το νέο είδος ποίησης που έκανε την εμφάνισή του τον 5ο αιώνα π.Χ. στην Αθήνα, την τραγωδία.
Στις τραγωδίες, η αττική διάλεκτος κυριαρχεί, καθώς το είδος αυτό διαμορφώθηκε στην Αττική.

Ωστόσο, τα ίχνη των πνευματικών του προπατόρων παραμένουν εμφανή. Ο Χορός κατά τα πρότυπα της ήδη διαμορφωμένης και ακμαίας παράδοσης της χορικής ποίησης εκτελεί άσματα στα οποία κυριαρχούν οι δωρικοί τύποι, ενώ οι ηθοποιοί της παράστασης απαγγέλλουν στίχους με εμφανή την επίδραση της ιωνικής επικής διαλέκτου.

Οι ιωνικοί αυτοί χρωματισμοί στη γλώσσα συνοδεύονται και από το αντίστοιχο ιωνικό μέτρο. Το μέτρο των απαγγελλόμενων μερών της τραγωδίας ήταν ο ιαμβικός τρίμετρος, ο οποίος, κατά τον Αριστοτέλη (Περί Ποιητικής 1449a21), αντικατέστησε τον αρχικό τροχαϊκό τετράμετρο. Τόσο ο τρίμετρος όσο και ο τετράμετρος αποτελούν μέτρα της ιωνικής ποιητικής παράδοσης που καλλιεργήθηκε από τους ιαμβογράφους και ελεγειογράφους.


(ε) Πεζός λόγος: φιλοσοφία, ιστορία, ιατρική

Ο αρχαίος ελληνικός πεζός λόγος διατυπώθηκε προπαντός σε δύο διαλέκτους, την ιωνική και την αττική. Απ’ αυτές, η ιωνική κατέχει τη χρονολογική προτεραιότητα. Από την αρχαϊκή περίοδο οι ιωνικές πόλεις της Μ. Ασίας είχαν αναπτύξει μια ζωντανή και ακμάζουσα οικονομική ζωή. Η οικονομική τους ευμάρεια σε συνδυασμό με τις διαπιστωμένες εμπορικές συνδιαλλαγές, τόσο με την ασιατική ενδοχώρα όσο και με την Αίγυπτο, συνετέλεσαν σημαντικά στην ανάπτυξη του ιωνικού πολιτισμού.
Στη γη της Ιωνίας εντοπίζονται οι πρώτες απόπειρες ορθολογικής ερμηνείας του κόσμου.
Θαλής
Εκεί η φιλοσοφική σκέψη καταγράφεται για πρώτη φορά σε πεζό λόγο.11 Μέσα σ’ έναν μόλις αιώνα έζησαν στη Μίλητο ο Θαλής, ο Αναξίμανδρος και ο Αναξιμένης. Ο καθένας απ’ αυτούς τους στοχαστές απομόνωσε ένα στοιχείο της φύσης και το θεώρησε ως αρχή του κόσμου. Ως προς τη γλώσσα τώρα, ο Διογένης ο Λαέρτιος (2.3) σχολιάζει ότι ο Αναξιμένης γράφει σε απλή και απέριττη ιωνική (κέχρηταί τε λέξει Ιάδι απλήι και επερίττωι), ίσως σε αντίθεση με την επίσης ιωνική, αλλά περισσότερο ποιητική γλώσσα του δασκάλου του Αναξίμανδρου.

Παρά την ισχυρή ιωνική φιλοσοφική παράδοση, η ιωνική διάλεκτος δεν εξελίχθηκε ποτέ σε κοινή γλώσσα του φιλοσοφικού στοχασμού. Ωστόσο, παραμένει η διάλεκτος στην οποία διατυπώθηκαν για πρώτη φορά οι πρώτες εκφάνσεις της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και ως τέτοια έχει ασκήσει αξιοσημείωτη επίδραση στους μεταγενέστερους διανοητές.

Παρατηρούμε ότι ενώ ο ποιητικός λόγος γίνεται κατεξοχήν διαλεκτικός, εξελίσσεται δηλαδή με έναν διαλεκτικό τρόπο, κατά τον οποίο η γλωσσική μορφή καθορίζεται από τη διάλεκτο και ενδεχομένως συμβάλλει στη δημιουργία του προσωπικού ύφους του εκάστοτε ποιητή (γεγονός που αναμφισβήτητα καθορίζεται και από ζητήματα μετρικής), στην πεζογραφία επικρατεί συγκριτικά μεγαλύτερη ελευθερία και έγκειται στην πρωτοβουλία του κάθε δημιουργού η διαλεκτική εκφορά του έργου του.

Θα λέγαμε ότι οι γραπτές εκδοχές της φιλοσοφικής ενατένισης αντικατοπτρίζουν εξελικτικές φάσεις της ελληνικής ιστορίας. Όταν δηλαδή η Ιωνία θα επισκιαστεί από την Αθήνα και πλήθος φιλοσόφων θα συρρέουν εκεί, στη συνέχεια ιδρύοντας και σχολές, δηλαδή οργανωμένα ιδρύματα για τη διδασκαλία της φιλοσοφίας, ο φιλοσοφικός λόγος θα διατυπωθεί στην αττική διάλεκτο.

Εκτός όμως από τους Ίωνες στοχαστές, στην Ιωνία με κέντρο τη Μίλητο, εμφανίζονται και οι πρώτοι Έλληνες λογογράφοι. Παρόλο που ελάχιστα στοιχεία γνωρίζουμε για το έργο τους, οι πρώιμοι αυτοί ιστορικοί - γεωγράφοι - εθνογράφοι γράφουν κατά κύριο λόγο γενεηλογίαι (ιων.), δηλαδή γενεαλογίες, χρονικά και τοπικές ιστορίες. Η γλώσσα που χρησιμοποιούν είναι η ιωνική διάλεκτος, η οποία επιβάλλεται, κατά τα πρότυπα της ποίησης, και σε συγγραφείς που δεν κατάγονται από την Ιωνία, όπως ο Ακουσίλαος από το Άργος και ο Φερεκύδης από την Αθήνα.

Ελάχιστα γνωρίζουμε για τους Ίωνες ιστοριογράφους. Ο σημαντικότερος φαίνεται ότι ήταν ο Εκαταίος, επίσης από τη Μίλητο, ο οποίος άσκησε έντονη επίδραση στους μεταγενέστερους ιστορικούς, από τον Ηρόδοτο μέχρι τον Πολύβιο.

Αυτή η πλούσια και βαρύνουσα ιωνική παράδοση επηρέασε και τον Ηρόδοτο. Ο Ηρόδοτος, μολονότι κατάγεται από την Αλικαρνασσό, που ανήκει στη δωρική επικράτεια κι ενώ περνά μεγάλο μέρος της ζωής του στην Αθήνα, γράφει στην ιωνική διάλεκτο. Γι’ αυτό άλλωστε για τον συγκεκριμένο ιστορικό ισχύει το παράδοξο ότι θεωρείται ταυτόχρονα αντιπροσωπευτικός τύπος και της ιωνικής ιστοριογραφίας και της αττικής λογοτεχνίας.

Μάρκος Αυρήλιος
Ωστόσο, ήδη οι αρχαίοι γραμματικοί εντόπιζαν τις διαφορές μεταξύ της ιωνικής που χρησιμοποιεί ο Εκαταίος και της ιωνικής του Ηροδότου. Ο Ερμογένης, το παιδί-θαύμα της ρητορικής που ακόμα και ο Μάρκος Αυρήλιος επεθύμησε να ακούσει, σχολιάζει για τη γλώσσα και το ύφος του Εκαταίου σε αντιπαραβολή με του Ηροδότου: Ο Εκαταίος είναι καθαρός και σαφής και η γλώσσα τον είναι η καθαρή ιωνική, ενώ τον Ηροδότον μεμιγμένη και ποικίλη (τη διαλέκτω δε ακράτω Ιάδι και ον μεμιγμένη χρησάμενος ονδέ κατά τον Ηρόδοτον ποικίληι, Περί Ιδεών 2.12).

Οπως θα δούμε στη συνέχεια, ο ίδιος ο Ηρόδοτος κατέστη σημαντικό ιστοριογραφικό πρότυπο και οι μεταγενέστεροι συγγραφείς επεδίωξαν να μιμηθούν όχι μόνο τη θεώρηση ή το ύφος του, αλλά ακόμα και τη γλώσσα.

Η εποχή που ο Ηρόδοτος συγγράφει το έργο του είναι η εποχή του λεγάμενου ελληνικού διαφωτισμού, όταν οι Έλληνες στρέφονται με ενθουσιασμό στην πνευματική δημιουργία και προσεγγίζουν και ερμηνεύουν την ανθρώπινη φύση με ορθολογικό τρόπο. Έτσι, π.χ. στην ιατρική σταδιακά απορρίπτονται τα υπερφυσικά αίτια προκειμένου για την ανθρώπινη ασθένεια και διερευνώνται άλλες προληπτικές και θεραπευτικές μέθοδοι. Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον ότι οι Έλληνες γιατροί του 5ου αιώνα π.Χ. ναι μεν επιθυμούν να καταγράψουν τους στοχασμούς τους (όπως άλλωστε κάνουν και οι Αιγύπτιοι συνάδελφοί τους), αλλά ακόμα και σ’ αυτήν την περίπτωση δεσμεύονται από τους περιορισμούς της προγενέστερης τους παράδοσης.

 Έτσι, παρ’ όλο που οι πρωτομάστορες της ελληνικής ιατρικής, ο Ιπποκράτης και ο κύκλος του, τοποθετούνται στην Κω, μια παραδοσιακά «δωρική» περιοχή, το ιπποκρατικό σύνταγμα γράφεται στην ιωνική διάλεκτο. Η επίδραση του έργου για την ανάπτυξη ιατρικών τεχνικών όρων στα ελληνικά είναι εξαιρετικά σημαντική.
Ακόμα και η αρχαιότητα προσπάθησε να εξηγήσει αυτό το παράδοξο, συσχετίζοντάς το με τον προγενέστερο φιλοσοφικό λόγο: σύμφωνα με τον Αιλιανό (Ποικίλη Ιστορία 4.21), ο Ιπποκράτης, παρ’ όλο που ήταν Δωριεύς, συνέθεσε τα συγγράμματά του τη Ιάδι φωνή κατά τα πρότυπα του Δημοκρίτου. Επειδή δηλαδή τα πρώτα φιλοσοφικά έργα, ο πρώτος προβληματισμός για τη φύση και τον κόσμο, καταγράφηκαν στην ιωνική διάλεκτο, έτσι και οι πρώιμες αναζητήσεις αναφορικά με τη φύση του ανθρώπου διατυπώνονται, σύμφωνα με τους παραδεδομένους τρόπους, στην αντίστοιχη γλωσσική εκφορά.


Ελένη Φασσά
υποψήφια διδάκτορας αρχαίας ιστορίας, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah