Λέξεις όμορων κρατών που ενσωματώθηκαν στο Ελληνικό λεξιλόγιο

Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2018



ΤΟΥΡΚΙΚΑ

alisveris: αλισβερίσι= δούναι και λαβείν.

bahsis: μπαξίσι, φιλοδώρημα, εξαγορά.

bey: Μπέης, αξιωματούχος της οθωμανικής
            αυτοκρατορίας.

buyrultu: μπουγιουρντί, διαταγή με δυσάρεστο
            περιεχόμενο.

boluk: μπουλούκι, πλήθος ατάκτων.

carik: τσαρούχι, ελαφρό παπούτσι από ακατέργαστο
            δέρμα.

cubuk: τσιμπούκι, πίπα.

caus: τσαούσης, υπαξιωματικός (λοχίας) του τούρκικου
            στρατού.

cift-lik: τσιφλίκι, μεγάλο αγρόκτημα.

cemi: τζαμί, μουσουλμανικός ναός.

develt: δοβλέτι, η κυβέρνηση.

deli: ντελής, τούρκος ιππέας, τρελός.

dervent: δερβένια, στενές διαβάσεις στα βουνά.

derbentagasi: δερβεναγάς, ο επικεφαλής της φρουράς
            των περασμάτων των δερβενιών.

fes: φέσι, κάλυμμα της κεφαλής,

fetva: ιερονομική ρήτρα, φετβάς, διάταγμα,

fikcan: φλιτζάνι.

giaur: γκιαούρης, άπιστος.

halal: χαλάλι, δεν πειράζει, σου αξίζει.

hen: χάνι, πανδοχείο.

hoca: χότζας, μουσουλμάνος κληρικός.

insaf: νισάφι, έλεος.

 koca-basi: κοτσαμπάσης, προεστώς, κοινοτάρχης,

kemer: κεμέρι, δερμάτινη ή υφασμάτινη ζώνη φύλαξης χρημάτων, πορτοφόλι,

mahalle: μαχαλάς, συνοικία του χωριού,

minare: μιναρές, ο πύργος μουσουλμανικού ναού.

oda: οντάς, δωμάτιο,

ocak: τζάκι.

palaska: παλάσκα, φυσιγγιοθήκη,

peskes: πεσκέσι, φιλοδώρημα.

paranga: παράγκα, πρόχειρο παράπηγμα,

pazar: παζάρι, υπαίθρια αγορά.

raya: ραγιάς, ο χριστιανός υπήκοος της οθωμανικής αυτοκρατορίας,

saray: σεράϊ, σαράϊ, παλάτι,

saric: σαρίκι, λεπτό ύφασμα καφαλής.

serbet: σερμπέτι, γλυκό ποτό.

silah: σελάχι, δερμάτινη ζώνη για τα όπλα.

sofa: σοφάς, χαμηλό κρεβάτι,

surtuk: σουρτούκι, σουρτούκο, κοντό ή μακρύ πανωφόρι.

tatar: ταχυδρόμος.

tefarik: τεφαρίκι, εξαιρετικό, εξαιρετική ποιότητα,

torba: ντορβάς, σακίδιο,

tufek: τουφέκι ή ντουφέκι.

ulufe: λουφές, μισθός.

vakif: βακούφ, φακούφι = αφιερωμένος, ιερός,

vilayet: βιλαέτι, επαρχία, διοικητική περιοχή.

yatagan: Γιαταγάνι, μακρύ, πλατύ καμπύλο στην άκρη σπαθί.

yayat: χαγιάτι, σκεπαστή βεράντα,

yagma: διαγουμίζω, λεηλατώ,

yenigeri: γενίτσαρος, εξισλαμισμένος δια της βίας, Τούρκος στρατιώτης.

zapti: ζάφτι, υποταγή.

zurna: ζουρνάς, είδος ξύλινου κλαρίνου.

zorba: ζορμπάς, φυγόδικος, ληστής.


ΙΤΑΛΙΚΑ

 barbiere: μπαρμπέρης, κουρέας.

 birbante: μπερμπάντης, άστατος, γλετζές, γυναικάς.

 fregata: φρεγάτα, πολεμικό πλοίο της εποχής με τρία κατάρτια.

 piastra: νομισματική μονάδα εποχής, ίση με το 1 % της αιγυπτιακής λίρας,

 pistola: πιστόλι, καλάμι, πίπα.

 sala: σαλόνι, χώρος υποδοχής.

 salta-banko: σαλτιμπάγκος, ακροβάτης, διασκεδαστής.

 ΛΑΤΙΝΙΚΑ
 bracae: βράκα, βρακί.

floccus: φλοκάτη, πανωφόρι με πολλά χνούδια και χαλί.

mulus: μούλος, νόθος,

rasum: ράσο, τραχύ ύφασμα.


  ΒΕΝΕΤΣΙΑΝΙΚΑ

bobota: μπομπότα, ψωμί από καλαμπόκι.

dragomano: δραγουμάνος, διερμηνέας.

moscheto: μουσκέτο, μύγα.


 ΑΛΒΑΝΙΚΑ

bese: μπέσα, λόγος τιμής.

cupe: τσιούπα ή τσούπρα, κοπέλα.

fara: φάρα, γένος, πατριά.

 plajatska: πλιάτσικο, αρπαγή, λεηλασία,

 pebese: μπαμπεσιά, ύπουλα,


ΠΕΡΣΙΚΑ

kilim: κιλίμι, χαλί.

perxsarapa: σατράπης, επικεφαλής μιας σατραπείας,





Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah