Στο χωριό αυτό από το 1840 εως το 1885 έζησαν και πολλοί άλλοι Σανταίοι ακτήμονες που κατέβαιναν κάθε χρόνο να ξεχειμωνιάσουν στα χωριά της Γεμουράς και προπαντός στο Βόνος.
Ήρθε εποχή που ζούσαν σ’ αυτό το μικρό χωριό 50 - 60 οικογένειες προσφύγων Σανταίων. Σ’ αυτή την εποχή απόκτησε το μοναδικό αυτό για την ομορφιά του χωριό της Γεμουράς σχολείο και εκκλησία, τα οποία λειτούργησαν κανονικά για πολλά χρόνια, μέχρι του 1885. Υπηρέτησαν ιερείς ο Παπά Γεώργιος Οράχ και ο Παπά Κωνσταντίνος Λιάν και δάσκαλοι ο Παπά Κωνσταντίνος Λιάν και ο Κοσμάς Αμάραντος.
Ύστερα από το 1885 παράκμασε το χωριό αυτό, γιατί μερικοί πούλησαν τα κτήματά τους και έφυγαν στον Καύκασο (Τσιατσιανάντ), οι δε ακτήμονες Σανταίοι έπαψαν να κατεβαίνουν τον χειμώνα στο Βόνος και στ’ άλλα χωριά, γιατί οι άντρες τους τους έστελναν απ’ τη Ρωσία όπου ξενιτεύονταν μετά την κατάληψη του Βατούμ και μπορούσαν με τα λεφτά αυτά που τους έρχονταν απ’ τη Ρωσία να ζήσουν άνετα στη Σαντά.
Το χωριό αυτό ήταν χτισμένο πάνω σε ψηλούς λόφους, απ’ την κορυφή των οποίων έβλεπες κοντά στην παραλία το πανόραμα του δεντροφυτεμένου κάμπου της Κόβοτας, έβλεπες απλωμένο μπροστά σου τον Εύξεινο Πόντο απ’ την Τραπεζούντα ως τον γιαλό του Ρίζαιου, ανατολικά έβλεπες την μεγαλόπρεπη χιονισμένη βουνοσειρά του Παρυάδρη και γύρω σου απέραντη ποικιλία εναλλαγής τοπίων πού σου προξενούσαν αρίστη εντύπωση.
Από κει απολαύσαμε το 1915 μήνα Γενάρη την μεγαλόπρεπη εμφάνιση του Ρωσικού στόλου στα παράλια της Τραπεζούντας και τον βομβαρδισμό της απ’ αυτόν. Το χωριό αυτό εκτός απ’ τον γεωργικό του πλούτο είχε και πολλά αυτοφυή οπωροφόρα δέντρα. Ένα απ’ αυτά ήταν η αντράχνα όμοια με φράουλα στη γεύση και με χρώμα ολοκόκκινο. Από το φρούτο αυτό καθώς και από τα σταφύλια της Ατέσας (Οδησσού) φτιάχναμε τις περίφημες παστίλιες.
Το χωριό Χότση ήταν χωρισμένο σε 4 συνοικισμούς, την Κερασέα, το Κατόγλου, την Καστάμπολη και τον Γιαλό. Οι Σανταίοι άποικοι ζούσαν στους τρεις πρώτους συνοικισμούς. Ο μεγαλύτερος συνοικισμός ήταν η Κερασέα, κι εκεί ήταν φτιαγμένο το κεντρικό δημοτικό σχολείο, της Χότσης που λειτούργησε αδιάκοπα από το 1870 έως το 1921.
Δίδαξαν στο σχολείο αυτό: Οι Γιάννης Χιάλλης, Κωνσταντίνος Νυμφόπουλος, Μιλτιάδης Νυμφόπουλος, Χαράλαμπος Θεοδωρίδης, Κωνσταντίνος Αμαραντίδης, Δανιήλ Λαμπριανίδης, Κοσμάς Εφραιμίδης, Γεώργιος Εφραιμίδης, Θεοδ. Γραμματικόπουλος, Πέτρος Πελαγίδης, Ιωσήφ Ιωσηφίδης, Χαραλ. Χιονίδης, Νικόλ. Μολοχίδης, Αναστάσιος Δρεπανίδης, Πίνδαρος Τεμιρτσόγλους κ.ά.
Σχολικοί Έφοροι άξιοι μνείας ήσαν οι: Παναγιώτης Κογκαλίδης και Κωνσταντίνος Ρακόπουλος, οι οποίοι κατόρθωσαν καπό το 1902 να φτιάξουν στο προαύλιο της εκκλησίας του Άη Γιώργη διδακτήριο διώροφο, το καλύτερο της περιφέρειας. Εφάμιλλοι στην δραστηριότητα με τους ανωτέρω δύο εφόρους ήσαν και οι έφοροι Παναγιώτης Κουσίδης, Μιλτιάδης Κρανίδης και Γεώργιος Χιάλλης γιατρός, οι οποίοι έδρασαν από το 1919-21.
Το χωριό Κούχλα το είχε ο πατέρας μου σε μεγάλη εκτίμηση. Στο σχολείο του χωριού αυτού δίδαξε ο πατέρας μου από το 1878 -1882, και οι κάτοικοί του λάτρευαν τον πατέρα μου για την εργατικότητά του και για τους καλούς του τρόπους.
Το 1880 - 81, στη μέση της σχολικής χρονιάς, οι έφοροι του σχολείου Κούχλας σε ένδειξη άπειρου σεβασμού προς τον πατέρα μου τον παρακάλεσαν ν’ αανανεώσει την συμφωνία για την επόμενη σχολική χρονιά, πράγμα που δεν συνέβη με κανένα Έλληνα δάσκαλο στον Πόντο. Δάσκαλοι που υπηρέτησαν στο σχολείο Κούχλας ήσαν πατέρας μου, εγώ, οι Γραμματικόπουλοι Παναγιώτης Ιερεμίας και Βασίλης, ο Γεώργιος Αμοιρίδης,, ο Εύστ. Τσαγκαλίδης, ο Χρήστος Μακρίδης, κ. ά.
Κατά το 1878 - 79 κατελήφθη το Βατούμ, το πρώτο λιμάνι του Καυκάσου από τους Ρώσους, και τότε άνοιξαν διάπλατα οι πόρτες του Χριστιανικού Καυκάσου στους μετανάστες.
Πάλι πρώτοι οι Σανταίοι έστρεψαν όλη την προσοχή τους στον Καύκασο, και από το 1880 - 1884 έστειλαν εκεί 10.000 αποίκους όχι μονάχα από την κυρίως Σάντα, αλλά και από τους αποίκους των της Γεμουράς.
Μιλτιάδης Κ. Νυμφόπουλος
Εκπαιδευτικός
Ιστοριογράφος της Σαντάς
Μιλτιάδης Κ. Νυμφόπουλος
Εκπαιδευτικός
Ιστοριογράφος της Σαντάς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου